Ανάλυση-Ουκρανία: Γιατί οι διαπραγματεύσεις έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο-Τα σενάρια

 Ανάλυση-Ουκρανία: Γιατί οι διαπραγματεύσεις έχουν οδηγηθεί σε αδιέξοδο-Τα σενάρια

Η επιστροφή της κλιμάκωσης στο πεδίο των μαχών σε Ουκρανία και Ρωσία υπογραμμίζει την αποτυχία των διαπραγματεύσεων και την απόσταση που χωρίζει τις δύο πλευρές. Ενώ σενάρια ειρήνης επεξεργάζονται στις ΗΠΑ και συζητούνται σε διεθνές επίπεδο, η Μόσχα και το Κίεβο έχουν πλέον περιέλθει σε μια φάση στρατηγικής αναμονής, με τον πόλεμο να καθορίζει τις εξελίξεις και όχι η διπλωματία. Τις τελευταίες εβδομάδες, η κατάσταση στην Ουκρανία έχει επιδεινωθεί αισθητά. Μάχες σημειώνονται στη Σούμσκαγια Όμπλαστ και στα σύνορα της Ντνιπροπετρόφσκ, ενώ το Κίεβο επιτίθεται κατά ρωσικών στρατιωτικών αεροδρομίων, υπονομεύει σιδηροδρομικές υποδομές στα ρωσικά μεθοριακά εδάφη και δέχεται με τη σειρά του σφοδρά πλήγματα από την πλευρά της Μόσχας.

Η Ρωσία αφήνει να εννοηθεί ότι δεν έχει ακόμη αναπτύξει πλήρως το «τελικό της σχέδιο αντίδρασης» – και προειδοποιεί για περαιτέρω ενέργειες.

Αυτή η επανεκκίνηση των εχθροπραξιών θέτει υπό αμφισβήτηση κάθε προσδοκία για επανέναρξη των συνομιλιών στην Κωνσταντινούπολη, ακόμη και με την πιο περιορισμένη μορφή μιας προσωρινής εκεχειρίας. Οι διαφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών είναι πλέον θεμελιώδεις και αγγίζουν όχι μόνο τα όρια των συνθηκών αλλά και την ίδια τη γεωπολιτική τους υπόσταση.

Τρία υποθετικά σενάρια για τη λήξη των εχθροπραξιών

Όταν το Κίεβο, κατόπιν πιέσεων από τις ΗΠΑ, εμφανίστηκε πρόθυμο να εξετάσει σενάρια εκεχειρίας, διαμορφώθηκαν θεωρητικά τρία μοντέλα για πιθανό τέλος των εχθροπραξιών:

  1. Η Ρωσία αποδέχεται άνευ όρων εκεχειρία.
  2. Η Ουκρανία, μαζί με ΗΠΑ και ΕΕ, αποδέχονται πλήρως τις ρωσικές απαιτήσεις.
  3. Οι ΗΠΑ αποδέχονται μονομερώς μέρος των ρωσικών όρων, με τρόπο που να καθιστά αποδεκτό για τη Μόσχα ένα προσωρινό πάγωμα του μετώπου.

Από τα παραπάνω, μόνο το τρίτο φάνταζε ρεαλιστικό. Μάλιστα, βασίστηκε σε ένα ανεπιβεβαίωτο “σχέδιο Τραμπ” που δημοσιεύθηκε στον Τύπο τον Απρίλιο, με φερόμενες παραχωρήσεις εκ μέρους των ΗΠΑ: αναγνώριση της Κριμαίας ως ρωσικής de jure, των άλλων κατεχόμενων εδαφών de facto, καθώς και άρση των κυρώσεων. Παρότι οι λεπτομέρειες του σχεδίου δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ επίσημα, φαίνεται ότι αποτέλεσε τη βάση ενός σχεδίου 22 σημείων, το οποίο επρόκειτο να μεταφέρει ο Στίβεν Ουίτκοφ στη Μόσχα.

Ωστόσο, ο Βλαντίμιρ Πούτιν αρνήθηκε να το παραλάβει. Ποιοι ήταν οι λόγοι;

Το ρωσικό «όχι» και η σκιά των 22 σημείων

Αν το υποτιθέμενο έγγραφο δεν περιλάμβανε βασικά αιτήματα της Μόσχας —όπως την αναγνώριση της Κριμαίας ή την άρση των κυρώσεων— και επιπλέον εμπεριείχε προβληματικά για το Κρεμλίνο σημεία (π.χ. ειρηνευτικές δυνάμεις, παράδοση του πυρηνικού σταθμού Ζαπορίζια), τότε ο Πούτιν πιθανότατα το απέρριψε διότι έβλεπε ένα διπλωματικό τέχνασμα χωρίς ουσιαστικά ανταλλάγματα.

Σε αυτό το πλαίσιο, η μόνη ρεαλιστική πιθανότητα να επανέλθουν οι διαπραγματεύσεις είναι αν η Ουάσινγκτον επιστρέψει στις αρχικές υποσχέσεις της: αναγνώριση εδαφών, άρση κυρώσεων και πιθανή παύση αποστολής όπλων προς την Ουκρανία. Κάτι τέτοιο, όμως, θα απαιτούσε ισχυρότατες πολιτικές αποφάσεις, ειδικά αν εμπλακεί και η ΕΕ, ή αν στο επερχόμενο ΝΑΤΟϊκό συνέδριο υπάρξει επίσημη αναστολή της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ προς την Ανατολική Ευρώπη.

Τα όρια της Δύσης και η πολιτική Τραμπ

Η παραπάνω πιθανότητα, όμως, είναι υπό πολλές προϋποθέσεις. Πρώτον, απαιτεί ισχυρή πίεση του Τραμπ προς τους Ευρωπαίους — κάτι δύσκολο. Δεύτερον, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ακόμη και οι τραμπικοί κύκλοι επιθυμούν να αναλάβουν τέτοιο κόστος. Πόσο μάλλον όταν η ΕΕ αντιτίθεται κατηγορηματικά σε παραχωρήσεις προς τη Μόσχα.

Από την άλλη, το Κρεμλίνο μπορεί να θεωρεί όλα αυτά ανεπαρκή. Οι ρωσικοί όροι, όπως κατατέθηκαν στο μνημόνιο, είναι σαφείς και η παραίτηση από αυτούς ίσως θεωρείται εγκατάλειψη στρατηγικών στόχων.

Το Κίεβο δεν θεωρεί ακόμη τη θέση του απελπιστική

Η ουκρανική κυβέρνηση, παρά τις απώλειες, θεωρεί πως ακόμη έχει ερείσματα — στρατιωτικά, οικονομικά, και πολιτικά. Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι δεν έχει λόγους να δεχθεί τους ρωσικούς όρους, εκτός κι αν υπάρξει συντονισμένη πίεση από ΗΠΑ και ΕΕ, κάτι που αυτή τη στιγμή είναι απίθανο λόγω του εσωτερικού κατακερματισμού της Δύσης.

Ακόμη και οι πιο σκληροί τραμπικοί δεν δείχνουν πρόθεση να σύρουν το Κίεβο σε παραχωρήσεις. Η ΕΕ, δε, δεν θα στήριζε μια τέτοια πρωτοβουλία — ίσα-ίσα φαίνεται αποφασισμένη να συνεχίσει την πίεση κατά της Ρωσίας.

Η Ρωσία ποντάρει στη φθορά της Δύσης

Για το Κρεμλίνο, η λογική είναι διαφορετική: η συνέχιση του πολέμου μπορεί να οδηγήσει σε στρατιωτική υπεροχή ή σε βαθιά πολιτική κρίση στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη. Αυτή η φθορά δυνητικά θα οδηγήσει στην εξασθένιση της στήριξης προς την Ουκρανία και θα επιτρέψει στη Ρωσία να επαναδιαπραγματευτεί από θέση ισχύος.

Όσο για τις νέες κυρώσεις, η Μόσχα υπολογίζει ότι δεν θα έχουν άμεσο αντίκτυπο, και η μόνη ουσιαστική απειλή παραμένει η άμεση στρατιωτική εμπλοκή του ΝΑΤΟ, κάτι που θεωρείται εξαιρετικά απίθανο λόγω του πυρηνικού κινδύνου.

  • Η εξελικτική λογική των διαπραγματεύσεων είναι πλέον ξεκάθαρη: αν αποτύχει το “μοντέλο Τραμπ”, τότε οι συνομιλίες οριστικά καταρρέουν. Από εκεί και πέρα, το μέλλον θα το κρίνει ο πόλεμος.

Μοναδικές εξαιρέσεις σε αυτό το σενάριο θα μπορούσαν να είναι:

  • Ραγδαία επιδείνωση για μία από τις δύο πλευρές στο μέτωπο.
  • Εσωτερική πολιτική αποσταθεροποίηση σε Ουκρανία ή Ρωσία.

Καμία από τις δύο προϋποθέσεις, πάντως, δεν πληρούται επί του παρόντος. Και μέχρι νεωτέρας, ο βασικός στόχος τόσο της Ουκρανίας όσο και της Ρωσίας δεν είναι η επίτευξη ειρήνης, αλλά η επίδραση στη θέση των ΗΠΑ.

Η Ουκρανία επιδιώκει τη συνέχιση της στρατιωτικής βοήθειας και την αυστηροποίηση των κυρώσεων. Η Ρωσία, αντιθέτως, θέλει να παγώσει τη βοήθεια προς το Κίεβο και να ξεκινήσει έναν απευθείας δίαυλο με την Ουάσινγκτον.

Όσο λοιπόν η σύγκρουση συνεχίζεται και οι όροι παραμένουν αμετακίνητοι, το μέλλον των διαπραγματεύσεων μοιάζει σταθερά παγωμένο — με την ελπίδα για ειρήνη να εξαρτάται όχι από το Κίεβο ή τη Μόσχα, αλλά από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.