ΠΑΣΟΚ: Μία γκάφα και τρεις (σοβαρές) συνέπειες…

 ΠΑΣΟΚ: Μία γκάφα και τρεις (σοβαρές) συνέπειες…

Στην περίπτωση του διορισμού του μηχανικού, και πρώην προέδρου της οργάνωσης της Αγίας Παρασκευής, Γ. Παπαβασιλείου, στη θέση του διευθυντή του γραφείου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ, το μεγαλύτερο πρόβλημα για την αξιωματική αντιπολίτευση δεν είναι η γκάφα που διεπράχθη από τον ίδιο τον Νίκο Ανδρουλάκη και τους συνεργάτες του.

Ούτε ότι ο για 24 ώρες διευθυντής του γραφείου του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξυμνούσε με αναρτήσεις του, παλαιότερα, τον πρωθυπουργό, τον παραιτηθέντα Γρηγόρη Δημητριάδη, τον Άδωνι Γεωργιάδη, και άλλους.

Το σοβαρότερο είναι ότι εδώ και αρκετά χρόνια, κορυφαία και μεσαία στελέχη του (ιστορικού) ΠΑΣΟΚ έχουν υποκύψει στις “σειρήνες” του Κυριάκου Μητσοτάκη, και έχουν ενταχθεί πλήρως στο πολιτικό του αφήγημα μετά την ανάληψη της ηγεσίας της Ν.Δ.

Ων ουκ έστι αριθμός. Εάν απαριθμήσει κανείς πόσοι υπουργοί που προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ είναι στη σημερινή κυβέρνηση φτιάχνει ποδοσφαιρική ομάδα, και κρατά και αναπληρωματικούς στον πάγκο. Εάν προσθέσει και αρκετούς ακόμα που πέρασαν από τη Χαριλάου Τρικούπη και διεκδίκησαν “μεταγραφή” στη Ν.Δ, τότε μιλάμε για έναν πολυάριθμο πολιτικό στρατό.

Από τη μία, λοιπόν, είναι η γκάφα. Δεν διορίζεις διευθυντή του γραφείου σου ένα πρόσωπο, για το οποίο δεν έχεις ερευνήσει τα στοιχειώδη, ξεκινώντας από τα social media. Όμως, οι γκάφες ξεχνιούνται. Αυτό που δεν έπρεπε να υποτιμάται είναι η σωρρευτική αίσθηση που αφήνουν όλες αυτές οι μετακινήσεις, κυρίως εκ του “σημιτικού” ΠΑΣΟΚ, στη Ν.Δ.

Πρώτον, επειδή αυτή η αίσθηση πριονίζει την επιδίωξη …αυτό το ΠΑΣΟΚ να νικήσει “έστω και με μία ψήφο” τη Ν.Δ στις εκλογές. Λογικό είναι πολλοί να αμφιταλαντεύονται να επιλέξουν ένα κόμμα, πολλά στελέχη του οποίου έχουν από καιρό βρει πιό πειστικό τον λόγο του Μητσοτάκη, αρκετά, δε, απ΄ αυτά έχουν μετεξελιχθεί στους σκληρότερους επικριτές και χλευαστές του κόμματος στο οποίο ανήκαν.

Δεύτερον, λόγω του ότι –σε συνέχεια με το πρώτο– αναδεικνύεται ότι στο πολιτικό προσωπικό του ΠΑΣΟΚ, άρα, μπορεί να υποθέσει κανείς, και σε μερίδα της εκλογικής του βάσης, είναι αρκετοί όσοι θεωρούν ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είναι πιό κοντά στη Ν.Δ του Μητσοτάκη, από οπουδήποτε αλλού.

Τρίτον, εξαιτίας του ότι το προηγούμενο υπονομεύει, τελικά, τα περί σύμπηξης μετώπου κατά της Ν.Δ σε σύμπραξη με κόμματα της κεντροαριστεράς και αριστεράς. Κι αυτό εξηγεί, και τη στάση του ΠΑΣΟΚ, από την πρώτη πρόταση περί συμπόρευσης που, σε συνθήκες απλής αναλογικής, είχε απευθύνει ο Αλέξης Τσίπρας, και τη σημερινή του θέση να παραπέμπει κάθε συζήτηση στις μετεκλογικές καλένδες.

Όλα τα παραπάνω είναι πιθανό να οδηγήσουν σύντομα στη στιγμή των κρίσιμων αποφάσεων, στην επιλογή, δηλαδή, του τι είναι και τι θέλει να είναι το ΠΑΣΟΚ. Κόμμα που γλείφει για να επουλώσει τις πληγές της περιόδου της συγκυβέρνησης με τον Αντώνη Σαμαρά, και επανατοποθετείται ως συστατικό μιας νέας κεντροαριστεράς, ή κόμμα-δισυπόστατο που να ανταποκρίνεται σε ένα αμφίθυμο εκλογικό σώμα;

Κι αυτή η στιγμή θα έρθει το αργότερα μέχρι το συνέδριό του, όσο κι αν επιχειρείται η χρονική μετάθεσή του. Είναι βέβαιο ότι με αυτή την αμφισημία δεν μπορεί να φτάσει στις εκλογές, αφενός γιατί εν τω μεταξύ θα έχει αλλάξει η πολιτική και κομματική γεωγραφία, αφετέρου διότι αυτό θα καταστήσει ακόμα πιό καταστροφικές τις συνέπειες μιας ήττας.