2004-2024: Η Γιάννα Αγγελοπούλου …θυμάται την επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων ως “manual για το μέλλον”

 2004-2024: Η Γιάννα Αγγελοπούλου …θυμάται την επιτυχία των Ολυμπιακών Αγώνων ως “manual για το μέλλον”

Την νέα χρονιά συμπληρώνονται είκοσι χρόνια από το καλοκαίρι του 2004, όταν η Ελλάδα φιλοξενούσε με τεράστια (ανέλπιστη για αρκετούς) επιτυχία τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Και η ΓΙάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη δεν θα μπορούσε παρά να θυμηθεί εκείνες τις ημέρες, όχι, όμως, ως ανάμνηση αλλά ως “manual για το μέλλον”. Το άρθρο της δημοσιεύτηκε στο KREPORT.

Γράφει:

Τιμήσαμε, αυτά τα χρόνια, μια σειρά από σημαντικές επετείους. Τα 200 χρόνια από την ελληνική επανάσταση, το 2021, τα εκατό χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή το ‘22, τα 50 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου πριν λίγες εβδομάδες. Η επόμενη χρονιά, το 2024, σημαδεύεται κι αυτή από μια μεγάλη επέτειο, καθώς συμπληρώνεται μισός αιώνας από την αρχή της ωριμότερης δημοκρατικής περιόδου στην ιστορία της χώρας. Μα, παράλληλα, το καλοκαίρι αυτό μια ακόμη επέτειος θα διεκδικήσει την προσοχή μας. Συμπληρώνονται 20 χρόνια από την διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Των «ονειρεμένων αγώνων», όπως τους χαρακτήρισε τότε ο Πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής.

Δικαιούται αυτή η επέτειος, που συμπίπτει με την διεξαγωγή των Ολυμπιακών του 2024 στο Παρίσι, μια θέση δίπλα στις άλλες, τις μεγάλες ιστορικές επετείους; Νομίζω ναι. Γιατί, αν η σημασία κάθε επετείου που γιορτάζουμε είναι πως ανοίγει μια ρωγμή στην ρουτίνα του χρόνου, φέρνει την ιστορία, την ιστορική μνήμη στο κέντρο της ζωής μας και μας βοηθά να καταλάβουμε ποιοί είμαστε, πως φθάσαμε ως εδώ, για τι είμαστε ικανοί, τότε η επέτειος των Ολυμπιακών της Αθήνας μας δίνει μια σπουδαία ευκαιρία. Όχι μόνο να θυμηθούμε και να νοσταλγήσουμε εκείνη την έκρηξη χαράς και περηφάνειας που τότε βιώσαμε.  Μα προπάντων να θυμηθούμε και να ανακαλύψουμε ξανά την καλύτερη εκδοχή του συλλογικού μας εαυτού.

Θυμάμαι, κάθε φορά που συναντούσα εκπροσώπους των μέσων ενημέρωσης, κάθε φορά που βρισκόμουν σε ένα στούντιο τηλεόρασης κάπου στον κόσμο, τους μήνες της προετοιμασίας, να διακρίνω την δυσπιστία στα μάτια των συνομιλητών μου. Μα είναι δυνατόν να τα καταφέρετε; Η Ελλάδα ήταν η πιο μικρή χώρα που ανέλαβε ποτέ στην σύγχρονη ιστορία ένα εγχείρημα που έχει πια εξελιχθεί στην πιο μεγάλη, απαιτητική και σύνθετη διεθνή διοργάνωση (και όχι μόνον μεταξύ των αθλητικών διοργανώσεων). Ήταν μάλιστα μια χώρα που δεν την συνόδευε η φήμη της οργανωτικότητας, της συστηματικότητας και της πειθαρχίας. Μπορούσε να τα βγάλει πέρα;

Την απάντηση την έδωσαν οι τίτλοι των εφημερίδων του πλανήτη, ο θαυμασμός στα μάτια των ξένων, τα διθυραμβικά σχόλια και η τελική ετυμηγορία, πως ήταν, ίσως, οι καλύτεροι αγώνες της σύγχρονης ολυμπιακής ιστορίας.  Κι αυτό το μεγάλο συλλογικό μας κατόρθωμα, αυτή η αποκάλυψη δυνατοτήτων που κι εμείς οι ίδιοι, ίσως, δεν υποψιαζόμασταν, είναι ο πρώτος λόγος για τον οποίο θα έπρεπε να κρατήσουμε αυτήν την επέτειο στην μνήμη μας. Και να την αξιοποιήσουμε ως “manual” για δοκιμασίες που έρχονται.

Ποιο ήταν το «μυστικό» αυτής της επιτυχίας;

Το πρώτο και σημαντικότερο ήταν ότι ο στόχος να επιτύχουν οι αγώνες έγινε υπόθεση που κέρδισε την καρδιά της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων. Οι άνθρωποι ανέχθηκαν ταλαιπωρίες, ξεβολεύτηκαν για να ετοιμαστούν οι υποδομές ή να γίνουν οι δοκιμές, με μια καρτερικότητα που συνήθως δεν μας χαρακτηρίζει. Χιλιάδες άνθρωποι- περισσότεροι απο όσους μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε- προσφέρθηκαν εθελοντές στο στρατό των αγώνων με μόνη ανταμοιβή μια στολή, δυο σάντουιτς την ημέρα και το καμάρι της συμμετοχής. Εκατομμύρια άνθρωποι, στις καθημερινές τους συνήθειες, συμπεριφέρθηκαν υποδειγματικά τις ημέρες των αγώνων.

Το δεύτερο ήταν η συστηματική οργάνωση και ο μεθοδικός σχεδιασμός που πρόβλεψε κάθε λεπτομέρεια, αξιοποίησε τις- τότε- τεχνολογίες αιχμής. Είχαμε για τα πάντα ένα plan A, που φυσικά δεν εφαρμόστηκε σχεδόν ποτέ, μα κι ένα plan B κι ένα plan C. Προέκυψε έτσι ένας κρυμμένος θησαυρος, η τεχνογνωσία της διοργάνωσης, που πρέπει να τον ξαναφέρουμε στο φως.

Και το τρίτο ήταν η ριζική αλλαγή των ρυθμών, της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας του ελληνικού δημοσίου. Το έζησα και θα το θυμάμαι για πάντα. Οι συνηθισμένοι αργόσυρτοι ρυθμοί, οι γνώριμες γραφειοκρατικές δυσκαμψίες ξαφνικά, σαν να της είχε αγγίξει ένα μαγικό ραβδί, έπαψαν να μας χαρακτηρίζουν. Κι αν αυτό το καταφέραμε μια φορά, μπορούμε να το καταφέρουμε ξανά. Και με μόνιμο τρόπο, πιστεύω.

Οι αγώνες της Αθήνας είναι, συνεπώς, μια κληρονομιά που δεν επιτρέπεται να αποποιηθούμε. Έδωσαν την ώθηση που χρειαζόταν για να ολοκληρωθούν μεγάλα έργα που λίμναζαν δεκαετίες – το μετρό, η Αττική οδός, το αεροδρόμιο- και η ολοκλήρωσή τους άλλαξε την όψη και την λειτουργία μιας πρωτεύουσας, που παραμένει μια δύσκολη πόλη. Έδωσαν μια νέα διεθνή αξιοπιστία στην χώρα- την έχασε, στα χρόνια της χρεοκοπίας, μα την ξαναβρίσκει. Και προπάντων έδωσαν μια νέα αυτοπεποίθηση στους Έλληνες. Την χάσαμε κι αυτήν για λίγα χρόνια. Την ξαναβρίσκουμε.

Ας θυμηθούμε, λοιπόν, εκείνη την μεγάλη γιορτή. Θα μας βοηθήσει να ξαναβρούμε το ξεχασμένο manual και να στερεώσουμε την εθνική μας αυτοπεποίθηση, για τα χρόνια που έρχονται.

Σχετικά Άρθρα