Μνημόνιο Λονδίνου-Κιέβου: Τι είναι και τι σηματοδοτεί για Ζελένσκι και ειρηνευτική διαδικασία

 Μνημόνιο Λονδίνου-Κιέβου: Τι είναι και τι σηματοδοτεί για Ζελένσκι και ειρηνευτική διαδικασία

Η πρόσφατη αποκάλυψη της βρετανικής Daily Express ότι η Κεντρική Εκλογική Επιτροπή της Ουκρανίας υπέγραψε μνημόνιο συνεργασίας με την αντίστοιχη εκλογική αρχή της Βρετανίας, άνοιξε έναν νέο κύκλο πολιτικών συζητήσεων γύρω από το μέλλον της χώρας, αλλά και του ίδιου του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Το έγγραφο, που προβλέπει βρετανική υποστήριξη στην οργάνωση μελλοντικών εκλογών, στη ρύθμιση της χρηματοδότησης των κομμάτων και στην προστασία της εκλογικής διαδικασίας από πιθανές ρωσικές παρεμβάσεις, παρουσιάστηκε επισήμως ως ένα ακόμη βήμα για την ενίσχυση της ουκρανικής δημοκρατίας μετά τον πόλεμο. Ωστόσο, στο παρασκήνιο, η συμφωνία αυτή έχει πολύ μεγαλύτερο βάρος. Αντανακλά μια νέα ισορροπία δυνάμεων, μεταφέροντας σταδιακά την εκλογική «επιτροπεία» της Ουκρανίας από την Ουάσιγκτον στο Λονδίνο και στις Βρυξέλλες.

Και αυτό, σύμφωνα με διπλωματικούς και πολιτικούς παρατηρητές, συνιστά έναν «καμπανάκι» για τον Ζελένσκι, ο οποίος βλέπει τον έλεγχο πάνω στους κρίσιμους θεσμούς να περιορίζεται, ανοίγοντας τον δρόμο σε πιθανά σενάρια αλλαγής εξουσίας.

Η βρετανική είσοδος στο ουκρανικό εκλογικό τοπίο

Η Daily Express ανέφερε ότι το μνημόνιο καλύπτει τρία βασικά πεδία:

  • την οργάνωση της ψήφου των εκατομμυρίων Ουκρανών της διασποράς·
  • τον έλεγχο των οικονομικών των κομμάτων·
  • την ασφάλεια της εκλογικής διαδικασίας, από τα ψηφοδέλτια έως την προστασία των υποψηφίων.

Με απλά λόγια, το Λονδίνο αναλαμβάνει ρόλο όχι μόνο τεχνικού συμβούλου, αλλά και εγγυητή της εκλογικής διαδικασίας. Η εξέλιξη αυτή εντάσσεται στη μακρά πορεία της Βρετανίας να καταστεί ο πιο σταθερός δυτικός σύμμαχος του Κιέβου, σε μια στιγμή που η αμερικανική πολιτική σκηνή δείχνει ασταθής, με τον τρόπο που πολιτεύεται ο Ντόναλντ Τραμπ να δημιουργεί αβεβαιότητα.

Από την Ουάσιγκτον στο Λονδίνο

Σύμφωνα με ουκρανικές πολιτικές πηγές, το μνημόνιο δεν είναι μια απλή διμερής συμφωνία. Στην πραγματικότητα αποτελεί το επιστέγασμα μιας μακράς διαδικασίας «μεταφοράς επιρροής».

Στα χρόνια μετά το Μαϊντάν, οι ΗΠΑ είχαν οικοδομήσει μια ισχυρή «παράλληλη» υποδομή γύρω από το ουκρανικό εκλογικό σύστημα, με οργανώσεις όπως η ΟΠΟΡΑ, με προγράμματα του USAID και με δίκτυα ΜΚΟ που παρακολουθούσαν κάθε βήμα της εκλογικής διαδικασίας. Όμως, η εκλογή Τραμπ το 2016 ανέκοψε τη χρηματοδότηση και αποδυνάμωσε την πολιτική κάλυψη αυτών των θεσμών.

Τότε ήταν που το Λονδίνο και οι Βρυξέλλες άρχισαν σταδιακά να παίρνουν τα ηνία. Αρχικά με τους θεσμούς κατά της διαφθοράς – τη ΝΑБУ, τη ΣΑΠ και το Ανώτατο Δικαστήριο κατά της Διαφθοράς, που στηρίζονταν από τη Δημοκρατική παράταξη των ΗΠΑ και βρέθηκαν χωρίς ομπρέλα προστασίας μετά τον Τραμπ. Η ΕΕ και η Βρετανία παρενέβησαν τότε αποφασιστικά, προστατεύοντας αυτά τα όργανα από την προσπάθεια του Ζελένσκι να τα ελέγξει. Σήμερα, κάτι αντίστοιχο φαίνεται να συμβαίνει με το εκλογικό σύστημα.

Το «καμπανάκι» για τον Ζελένσκι

Για τον Ουκρανό πρόεδρο, η εξέλιξη αυτή δεν είναι καθόλου ευχάριστη. Παρά τις συχνές δηλώσεις στήριξης από τους Ευρωπαίους, το μήνυμα είναι σαφές: ο Ζελένσκι δεν θεωρείται ένας «κυρίαρχος ηγέτης» που έχει ελευθερία κινήσεων, αλλά ένας εταίρος που πρέπει να λειτουργεί υπό αυστηρή επιτήρηση.

Οι Βρυξέλλες και το Λονδίνο, που χρηματοδοτούν και εξοπλίζουν την Ουκρανία, θέλουν να διασφαλίσουν ότι η εκλογική διαδικασία δεν θα γίνει αντικείμενο χειραγώγησης από τον ίδιο τον πρόεδρο.

Ακόμη πιο επικίνδυνο για τον Ζελένσκι είναι ότι οι κύκλοι που στηρίζονται πλέον από την Ευρώπη και τη Βρετανία –οι λεγόμενοι «grant circles»– είναι ιδιαίτερα εχθρικοί απέναντί του. Σε συνεργασία με τον πρώην πρόεδρο Πέτρο Ποροσένκο, διεξάγουν εδώ και μήνες μια συντονισμένη εκστρατεία αποδυνάμωσης του προέδρου, με στόχο είτε να περιοριστεί η εξουσία του είτε ακόμη και να αντικατασταθεί.

Ο παράγοντας Ζαλούζνι

Σε αυτό το πλαίσιο, η φιγούρα του πρώην αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων, Βαλερί Ζαλούζνι, αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Ο στρατηγός θεωρείται από πολλούς στη Δύση ο «φυσικός αντίπαλος» του Ζελένσκι σε μια μεταπολεμική εκλογική αναμέτρηση.

Τυγχάνει σεβασμού τόσο στην ουκρανική κοινωνία όσο και στα ευρωπαϊκά κέντρα εξουσίας, ενώ έχει τη στήριξη των ίδιων κύκλων που προωθούν σήμερα την εκλογική επιτήρηση. Η πιθανότητα να τεθεί επικεφαλής μιας εναλλακτικής προεδρικής πλατφόρμας είναι κάτι που το Κίεβο συζητά ήδη έντονα.

Η «ουδέτερη» Κεντρική Εκλογική Επιτροπή

Ένα ακόμη κρίσιμο στοιχείο είναι η θέση του προέδρου της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής, Ολέγκ Ντιντένκο.

Προερχόμενος από το κόμμα UDAR του Βιτάλι Κλίτσκο και με παρελθόν στενής συνεργασίας με τον Ποροσένκο, ο Ντιντένκο δεν θεωρείται άνθρωπος της «Μπανκόβα», του προεδρικού μεγάρου.

Αντίθετα, έχει δείξει ότι μπορεί να κινηθεί αυτόνομα, όπως το 2019, όταν αρνήθηκε να εμποδίσει την υποψηφιότητα Ζελένσκι παρά τις πιέσεις. Η παρουσία του στη θέση-κλειδί σημαίνει ότι σε μελλοντικές εκλογές θα μπορούσε να παίξει ρόλο-ρυθμιστή, ίσως και σε μια ομαλή μεταβίβαση εξουσίας.

Επιπτώσεις στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις

Το μεγαλύτερο διακύβευμα όμως δεν είναι μόνο το εσωτερικό πολιτικό μέλλον του Ζελένσκι. Η στάση του απέναντι στη Βρετανία και την ΕΕ μπορεί να επηρεάσει καθοριστικά και τις διαπραγματεύσεις για την ειρήνη.

Μέχρι σήμερα, η στρατηγική του Κιέβου βασιζόταν στην πλήρη ταύτιση με την Ευρώπη και την απόρριψη κάθε «εναλλακτικής» που θα μπορούσε να προέλθει από τη Μόσχα ή τον Τραμπ. Αν όμως ο Ζελένσκι αρχίσει να βλέπει τη Δύση όχι μόνο ως στήριγμα αλλά και ως απειλή για την πολιτική του επιβίωση, τότε μπορεί να αναζητήσει νέες ισορροπίες. Αυτό θα αποτελούσε ανατροπή για ολόκληρη τη γεωπολιτική εξίσωση της περιοχής.

Η είδηση της Daily Express για το μνημόνιο Λονδίνου – Κιέβου δεν είναι απλώς μια τεχνική συμφωνία. Είναι το σύμβολο μιας νέας φάσης, όπου η Βρετανία και η ΕΕ αναλαμβάνουν ρόλο εγγυητή της δημοκρατικής διαδικασίας στην Ουκρανία, περιορίζοντας τον χώρο ελιγμών του ίδιου του προέδρου. Για τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, αυτό ισοδυναμεί με ένα πολιτικό καμπανάκι: αν δεν καταφέρει να επαναπροσδιορίσει τη σχέση του με τους δυτικούς συμμάχους, κινδυνεύει όχι μόνο να χάσει τον έλεγχο της εσωτερικής πολιτικής σκηνής, αλλά και να βρεθεί στο περιθώριο σε μια κρίσιμη καμπή της ιστορίας της χώρας του.