Ο Νικήτας και η εκχυδαϊσμένη slang των εδράνων της Βουλής

“Να σβηστούν από τα πρακτικά”. Η συνήθης αντίδραση του προεδρεύοντος στην Ολομέλεια ή τις επιτροπές της Βουλής όταν ο αψίκορος κοινοβουλευτικός λόγος παρεκτρέπεται προς μία εκχυδαϊσμένη πολιτική slang. Υπάρχει πιό ανόητη αντίδραση του αμήχανου και αμυντικού πολιτικού ορθολογισμού, απέναντι στο λεξικό της τοξικότητας που τείνει να φτάσει τους τόμους της Μπριτάνικα;
Μέσω του καναλιού της Βουλής, κυρίως όμως με την ευρύτατη αναμετάδοση από τα δελτία ειδήσεων και το διαδίκτυο, η καταγραφή έχει ήδη συμβεί, ωστόσο κρύβουμε αφελώς το επίπεδο των βουλευτών μας από τον ερευνητή του μέλλοντος που θα εντρυφήσει στα πρακτικά.
Παντελονάτοι, φουστίτσες, στρινγκ και πα@@@ιές, είναι οι λέξεις που προστέθηκαν στο λεξικό της ντροπής. Δεν φταίνε οι λέξεις, μερικές φορές έχουν την γοητεία τους όταν εκφέρονται λαϊκότροπα σε άλλους χώρους και από απλούς καθημερινούς ανθρώπους, λιγότερο ή περισσότερο μάγκες ή “μάγκες”. Υπάρχουν, άλλωστε, σε διάφορες εκδοχές τους, με κυριολεκτική ή μεταφορική φόρτιση, στα συγγράματα του Τριανταφυλλίδη, του Μπαμπινιώτη και άλλων ερευνητών της γλώσσας. Η οποία, όπως λέει σοφά ο λαός, “κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει”.
Το Κοινοβούλιο, όμως, είναι τελικά προέκταση του καφενείου, της παρέας ή του καβγά; Ή πρέπει να διέπεται από μία παιδευτική διάθεση, ένα από τα στοιχεία της οποίας είναι και ο ρητορικός (πολιτικός) πολιτισμός;
Κάποιοι θα ισχυριστούν πως αποτελεί συντηρητισμό και ελιτίστικη αποστασιοποίηση από την καθημερινή γλώσσα των ανθρώπων, να επικρίνονται αυτές οι αναφορές και “παρομοιώσεις”. Θα πουν πως εμπλουτίζουν τελικά την πολιτική αντιπαράθεση που καλύτερα είναι να εκδηλώνεται ζωηρά, παρά να διολισθαίνει στον καθωσπρεπισμό. Εάν έτσι είναι, τότε κακώς αφαιρούνται από τα πρακτικά αυτοί οι διάλογοι.
Οι λέξεις, όμως, δεν είναι μόνο αυτό που σημαίνουν, είναι και σύμβολα, και εν τέλει είναι και όπλα. Γι αυτό και έχει σημασία προς ποιά κατεύθυνση τις στρέφεις. Δεν “σκοτώνεις” τον Πολάκη, τον Άδωνη, την Κωνσταντοπούλου και άλλους εκφωνώντας τις. “Σκοτώνεις” την ίδια τη γλώσσα, ισοπεδώνοντας τις εκδοχές της και την εκάστοτε χρησιμότητά της.
Αλλά και διαμορφώνεις την αντίληψη του “όλα επιτρέπονται”. Και υποκύπτεις στη σηματοδότηση που εκπέμπουν κάποιες απ΄ αυτές τις λέξεις και, ακόμα χειρότερα, στο φορτίο που μεταφέρουν. Τι πάει να πει, για παράδειγμα, “παντελονάτος”; Τι μήνυμα εκπέμπει η ταύτιση της “λεβεντιάς” με το να “τιμάς τα παντελόνια σου;” Παρωχημένες αντιλήψεις που όζουν σεξισμό και κοινωνικές ανισότητες, μαζί με τα “στρινγκ” και άλλα τινά που εκφέρονται ως ύβρεις ή ειρωνίες.
Ο Νικήτας Κακλαμάνης είναι ένας ευπρεπέστατος πολιτικός, είναι δε και άνθρωπος που μιλά εξαιρετικά ελληνικά και διαθέτει πηγαίο χιούμορ. Μπορεί να διακρίνει εύκολα την υποδόρια ή κραυγαλέα και προκλητική χυδαιότητα, όχι των ίδιων των λέξεων, αλλά του τρόπου με τον οποίο εκφέρονται. Και μπορεί να αντιληφθεί τι προσλαμβάνει ένας 17άρης, αν κατά τύχη πέσει πάνω στο βιντεάκι με την κοινοβουλευτική slang στο TikTok, ή το δει στα δελτία ειδήσεων.
Εν τέλει, όχι δεν είναι συντηρητισμός να μιλάς σωστά ελληνικά. Και η μαγκιά και η λεβεντιά δεν μετρούνται με πλάκες πεζοδρομίου αλλά με αξιοπρέπεια. Δεν λέμε, άλλωστε, πόσο πλούσια είναι η γλώσσα μας; Υπάρχουν λέξεις-“καρφιά”, πολύ πιό περιγραφικές για τον χαρακτηρισμό που αρμόζει σε κάθε περίσταση, από την ευκολία και την ευτέλεια.
Να μην σβηστούν από τα πρακτικά, τελικά. Να μείνουν εκεί και ας αναλάβει ο πρόεδρος της Βουλής μία έξυπνη πρωτοβουλία: να συλλέξει όλο αυτό το δήθεν αργκό λεξικό των εθνοπατέρων, όλες τις “λεβεντιές”, τις “μαγκιές”, τους αναχρονισμούς και τους σεξισμούς, κι ας φτιάξει ένα αρχείο χυδαιότητας ως παράδειγμα προς αποφυγή…