Επικίνδυνος ο Κηφισός για την Αθήνα σε περίπτωση ακραίων φαινομένων;

 Επικίνδυνος ο Κηφισός για την Αθήνα σε περίπτωση ακραίων φαινομένων;

Ανοχύρωτη παραμένει η Αττική σε ενδεχόμενο πλυμμήρας με ορατό τον κίνδυνο σε περίπτωση ακραίας καταιγίδας να «βυθιστούν» μεγαλα τμήματα πολλών δήμων του λεκανοπεδίου επηρεαζόμενων από τον Κηφισό, ο οποίος είναι ο κύριος αποδέκτης των υδάτων της πρωτεύουσας.

Οι χάρτες πλημμυρικού κινδύνου που καταρτίστηκαν το 2018 και έκτοτε δεν έχουν επικαιροποιηθεί, εμφανίζουν καθαρά τις περιοχές που βρίσκονται στο κόκκινο σε περίπτωση υπερχείλισης του Κηφισού, ενώ στο δυσμενέστερο σενάριο κινδύνου που έχει εξεταστεί για μια αντίστοιχη του Daniel κακοκαιρία, πλημμυρικά φαινόμενα μπορούν να πλήξουν έως και 18 δήμους της Αττικής επηρεάζοντας εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους.

Παρά το γεγονός ότι ο κίνδυνος από τον Κηφισό είναι γνωστός εδώ και δεκαετίες, τα αντιπλημμυρικά έργα δεν έχουν προχωρήσει και χρειάστηκε να βυθιστούν κάτω από τόνους νερού και λάσπης η Θεσσαλία και η Εύβοια, αλλά και μεγάλα αστικά κέντρα όπως ο Βόλος για να εγκριθεί ύστερα από μία τριετία η μελέτη για τα έργα που αφορούν τη διευθέτηση – οριοθέτησης του Ποταμού Κηφισού στο τμήμα από τις Τρεις Γέφυρες Ανάντη του Κόκκινου Μύλου έως την Αττική Οδό, αλλά και στην κατασκευή μιας λεκάνης ανάσχεσης πλημμυρικών απορροών ανάντη της Αττικής Οδού.

Το έργο δεν έχει ξεκινήσει κατασκευαστικά μετά από 8 χρόνια και ο δρόμος είναι μακρύς

Η πορεία του εν λόγω έργου, το οποίο κατασκευαστικά δεν έχει καν ξεκινήσει, άρχισε πριν 8 χρόνια. Η σύμβαση για τη μελέτη είχε προκηρυχθεί την 1η Ιουλίου 2015. Η σύμβαση ανάθεσης για τη μελέτη υπεγράφη τέσσερα χρόνια μετά, στις 4 Φεβρουαρίου του 2019. Η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων κατατέθηκε από το υπουργείο Υποδομών στο υπουργείο Περιβάλλοντος τον Δεκέμβριο του 2020, αλλά και πάλι χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν τρία χρόνια γνωμοδοτήσεων και διαβουλεύσεων προκειμένου να λάβει τελικά την έγκριση περιβαλλοντικών όρων μόλις την προηγούμενη εβδομάδα και αφού ολόκληροι νομοί της χώρας θάβονταν ο ένας μετά τον άλλον κάτω από τις λάσπες.

Από το σημείο αυτό βέβαια έως την ολοκλήρωση των έργων, τα οποία θα πρέπει σε πρώτη φάση να δημοπρατηθούν, ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς. Το «Εθνος» απευθύνθηκε στο αρμόδιο υπουργείο Υποδομών ρωτώντας μεταξύ άλλων εάν υπάρχει κάποιο χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση των έργων, χωρίς ωστόσο να λάβει κάποια απάντηση.

Το έργο θα είναι παλιό με το που ολοκληρωθεί

Το μόνο βέβαιο είναι ότι – όπως έχει συμβεί και με πλείστα άλλα έργα στο παρελθόν – όταν το έργο παραδοθεί πιθανώς θα είναι ένα καινούριο …παλιό έργο καθώς οι προδιαγραφές του ενδέχεται να έχουν ξεπεραστεί από την ολοένα αυξανόμενη ακραιότητα των φαινομένων που οφείλονται στην κλιματική κρίση.

Και όλα αυτά, ενώ η αναγκαιότητα κατασκευής έργων διευθέτησης στον Κηφισό έχει καταδειχτεί σε σειρά από μελέτες και από τη διαχρονική συμπεριφορά του ρέματος σε πλημμυρικά επεισόδια και το τμήμα ανάντη του υπό μελέτη έργου ανήκει στη Ζώνη Δυνητικά Υψηλού Κινδύνου πλημμύρας. Επιπλέον υπάρχει θεσμοθετημένη υποχρέωση της χώρας μας βάσει της πρόσφατης κοινοτικής οδηγίας 2007/60/ΕΚ περί αντιπλημμυρικής προστασίας για την προστασία του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος από πλημμύρες.

Στην ίδια τη μελέτη του έργου αναφέρεται ότι η παροχευτικότητα του Κηφισού, όπως αυτός οριοθετείται σήμερα δεν είναι ικανή να παραλάβει την πλημμύρα με περίοδο επαναφοράς τα 50 έτη, γεγονός το οποίο επιβάλλει την λήψη μέτρων για την αντιπλημμυρική προστασία των παρόχθιων περιοχών.

Επισημαίνεται μάλιστα ότι η διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης στο υπό μελέτη τμήμα, «ενέχει σοβαρούς κινδύνους σημαντικών επιπτώσεων κατά κύριο λόγο στο ανθρωπογενές περιβάλλον, κυρίως λόγω υπερχείλισης του ποταμού και πλημμυρισμού εκτεταμένων περιοχών εκατέρωθεν αυτού. Η ένταση των πλημμυρών για πλημμυρικές απορροές με περίοδο επαναφοράς Τ=50 θα είναι ιδιαίτερα μεγάλη και θεωρείται βέβαιη η πρόκληση σοβαρών ζημίων σε ανθρώπινες περιουσίες, τεχνικά έργα ενώ δεν αποκλείεται να υπάρξουν και ανθρώπινες απώλειες».

Τι προβλέπει το έργο

Το έργο που έχει σχεδιαστεί για περίοδο επαναφοράς 50 ετών, αποτελείται από τρία διακριτά μεταξύ τους τμήματα:

Το τμήμα «Τρεις Γέφυρες – Κόκκινος Μύλος», το οποίο περιλαμβάνει τα έργα διευθέτησης στο υφιστάμενο, τραπεζοειδούς διατομής και επενδεδυμένο, τμήμα του π. Κηφισού καθώς και τα αντίστοιχα συνοδά έργα. Στο συγκεκριμένο τμήμα θα καθαιρεθούν και θα ανακατασκευαστούν πέντε υφιστάμενες οδογέφυρες, ενώ θα επισκευαστεί η γέφυρα Φιλαδέλφειας.

Το τμήμα «Κόκκινος Μύλος-Αττική Οδός» που περιλαμβάνει τα έργα διευθέτησης στην κοίτη του π. Κηφισού καθώς και τα αντίστοιχα συνοδά έργα. Σε αυτά εντάσσεται η καθαίρεση της γέφυρας Belley επί της οδού Μαρμάρων, η οποία δε θα ανακατασκευαστεί. Η γέφυρα επίτης οδού Φιλαδελφείας θα επισκευαστεί και θα συντηρηθεί, ενώ θα ανακατασκευαστεί και μία υφιστάμενη πεζογέφυρα.

Το τμήμα «Λεκάνη Ανάσχεσης ανάντη της Αττικής Οδού», το οποίο περιλαμβάνει τη διεύρυνση της υφιστάμενης λεκάνης ανάσχεσης για μείωση της πλημμυρικής παροχής αιχμής σημαντικών πλημμυρικών γεγονότων στα κατάντη τμήματα του π. Κηφισού. Η μελέτη επισημαίνει, πάντως, ότι η λεκάνη ανάσχεσης έχει τη δυνατότητα να συγκεντρώνει νερό μόνο για λίγες ώρες σε πλημμυρικά γεγονότα μεγάλης περιόδου επαναφοράς.

Τα διευθετούμενα τμήματα αφορούν 5,455 από τα 32 χιλιόμετρα του συνολικού μήκους του Κηφισού και οριοθετούνται από το σημείο συμβολής με το διευθετημένο κλειστό υπόγειο τμήμα του Κηφισού (κάτωθεν του αυτοκινητόδρομου ΠΑΘΕ στις Τρεις Γέφυρες) ενώ το ανάντη όριο βρίσκεται σε απόσταση 1650 μ. βόρεια της Αττικής Οδού.

Το έργο αναπτύσσεται σε τμήμα του κύριου κλάδου του Κηφισού ποταμού ο οποίος πηγάζει από τις νότιες πλαγιές του όρους Πάρνηθα και τις βόρειες του Πεντελικού Όρους. Η διαδρομή του είναι από Βορρά προς Νότο και καταλήγει στο Φαληρικό δέλτα.

Ο Κηφισός μέχρι σήμερα

Κοινό μυστικό αποτελεί, πάντως, το γεγονός ότι η κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί ο Κηφισός δε θεωρείται ιδιαιτέρως αναστρέψιμη από τους ειδικούς δεδομένης της ανοικοδόμησης μεγάλου μέρους της πόλης γύρω από αυτόν, πράγμα που σημαίνει ότι ο χώρος για μεγάλες παρεμβάσεις είναι πρακτικά ανύπαρκτος καθιστώντας ανέφικτη την όποια λύση διεύρυνσης καθώς κάτι τέτοιο δε θα απαιτούσε μόνο «μετακίνηση» της Εθνικής Οδού, αλλά και μεγάλων τμημάτων του ήδη δομημένου περιβάλλοντος.

Οι παρεμβάσεις στον Κηφισό, ο οποίος ρέει σε τσιμεντένια κοίτη, κατά το παρελθόν προχώρησαν αποσπασματικά σε βάθος δεκαετιών και θεωρούνται ήδη ξεπερασμένες. Το ίδιο και η αντίληψη που τις συνόδευε πρσανατολίζοντάς τες σε έργα κυκλοφοριακού χαρακτήρα και αντιμετωπίζοντας το ποτάμι σχεδόν αποκλειστικά ως αγωγό ομβρίων υδάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η διευθέτηση του Κηφισού που εκτείνεται από τις Τρεις Γέφυρες μέχρι και την εκβολή του στο Φαληρικό Όρμο άρχισε πριν από περισσότερα από 35 χρόνια και ολοκληρώθηκε τμηματικά σε συνδυασμό με το οδικό έργο το 2004 στο πλαίσιο προετοιμασίας για τους Ολυμπιακούς Αγώνες.

Τι λένε οι ειδικοί για τον επικίνδυνο Κηφισό

Ο καθηγητής του ΕΜΠ, Ανδρέας Νικολόπουλος είχε ήδη επισημάνει από το 2008 ότι είχε προβλεφθεί «να δέχεται παροχές 50ετίας, και σήμερα με τις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί, από τις αλόγιστες ανθρώπινες επεμβάσεις, εκτιμάται (χωρίς κανένας να είναι βέβαιος) ότι μπορεί να παραλάβει παροχές μικρότερες και της 20ετίας». Επεκτάσεις, μαζώματα ρεμάτων, ακόμα και η κατασκευή της Λεωφόρου Κηφισού χωρίς να ληφθεί υπόψη η αντιπλημμυρική προστασία δημιούργησαν σταδιακά ένα ολοένα και πιο ασφυκτικό περιβάλλον για τον Κηφισό, ο οποίος αποτελεί τον κυριότερο αποδέκτη των ομβρίων υδάτων του λεκανοπεδίου.

Όπως εξηγεί και ένας εκ των εμπειρότερων μελετητών αντιπλημμυρικών έργων, ο Χρήστος Δαμβέργης, τα πρώτα έργα στον Κηφισό μετρούν περισσότερα από 100 χρόνια ζωής: «Τα κριτήρια, η γραμμή που τραβήχτηκε φαντάζουν εντελώς εξωπραγματικά με τα σημερινά δεδομένα».

Πράγματι, η χάραξη του Κηφισού το 1932 στο τμήμα μεταξύ Λαχαναγοράς και Σεπολίων, δεν έγινε στη βαθιά γραμμή του εδάφους, ενώ είχε και αναχώματα πάνω στα οποία κατασκευάστηκαν οι παρακηφίσιοι δρόμοι. Κατά συνέπεια δεν είναι δυνατή η εισροή στην κοίτη των νερών που ρέουν επιφανειακά με αποτέλεσμα τα νερά αυτά να πλημμυρίζουν τις εκατέρωθεν του Κηφισού χαμηλές περιοχές και να ξεχειλίζουν από την Λαχαναγορά μέχρι την οδό Πειραιώς προς τις περιοχές Ρέντη, Καμινίων, Ν. Φαλήρου, Βοτανικού, Καλλιθέας και Μοσχάτου. Το ίδιο συμβαίνει και για το τμήμα κατάντη της Λαχαναγοράς.

«Η όδευση ήταν εκ των πραγμάτων μειονεκτική. Αν σταματήσει κανείς στη Λαχαναγορά και κοιτάξει προς το Ρέντη, θα δει ότι το ποτάμι είναι πιο ψηλά από τον Ρέντη και το Μοσχάτο, ενώ θα έπρεπε να είναι στο πιο χαμηλό σημείο», εξηγεί ο κ. Δαμβέργης.

Η κατάσταση στον Κηφισό έχει χειροτερέψει σημαντικά και από την έντονη ανοικοδόμηση, την οργανωμένη δόμηση αλλά και τις αυθαίρετες παρεμβάσεις σε διάφορα σημεία: «Υπήρχε μία οδηγία τη δεκαετία ΄70 – ΄80 στο Μοσχάτο να γίνουν μόνο πιλοτές και όχι ισόγεια. Αυτή καταπατήθηκε πολεοδομικά, χτίστηκαν ισόγεια. Αν «σκάσει» ο Κηφισός θα πλημμυρίσουν, δεν υπάρχει περίπτωση να γλυτώσουν. Είναι πιο χαμηλά από το ποτάμι».

Σύμφωνα με τον ίδιο, το ποτάμι αντιμετωπίστηκε ως συνδυασμός κυκλοφοριακού και αντιπλημμυρικού έργου. «Όμως ο Κηφισός μαζεύει διάφορα ποτάμια, η λεκάνη απορροής του είναι περί τα 400 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Συγκεντρώνει νερά από όλο το λεκανοπέδιο. Αυτές οι περιοχές αναπτύχθηκαν τρομακτικά. Λιόσια, Ζεφύρι, κλπ ήταν περιβόλια, αλλά πλέον η δόμηση φτάνει μέχρι τους πρόποδες της Πάρνηθας κι αυτό αύξησε δραματικά τις παροχές. Όταν έχεις χώμα, απορρέει περίπου το 30% του νερού, ενώ όταν έχεις άσφαλτο που είναι αδιαπέρατη, απορρέει το 100%. Αυτόματα τριπλασιάζονται οι παροχές».

Η δόμηση της πόλης «σώζει» τον Κηφισό, αλλά μπορεί να πλημμυρίσει τους δήμους

Δεδομένης της κατάστασης, γεννάται η απορία πως δεν έχει χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε συχνότερες υπερχειλίσεις του Κηφισού. Η απάντηση, σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή φυσικών καταστροφών του ΕΚΠΑ, Μιχάλη Διακάκη βρίσκεται στη δόμηση της Αθήνας: «Τα τελευταία χρόνια ο Κηφισός δεν πλημμυρίζει εύκολα διότι το νερό ξεχύνεται σε ένα βαθμό σε όλη την πόλη και καθυστερεί. Στην πραγματικότητα είναι η ίδια η πόλη που παίζει το ρόλο του αντιπλημμυρικού έργου καθώς εξαιτίας του πυκνοδομημένου ιστού της προκαλεί μία εξομάλυνση στα νερά που κατεβαίνουν στον Κηφισό. Ομως αυτό ωφελεί μόνο τον Κηφισό κι όχι τις υπόλοιπες περιοχές που πλημμυρίζουν, ενώ σίγουρα δε θα είναι αρκετό σε ένα ακραίο φαινόμενο», εξηγεί.

Διευκρινίζει ότι αυτό δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση λύση του προβλήματος: «Εάν η Αττική έχει μια καταιγίδα τύπου Daniel με τη σφοδρότητα που χτύπησε τη Θεσσαλία και όχι την Αθήνα, ο Κηφισός θα είχε πλημμυρίσει σίγουρα. Εδώ δεν άντεξε ο Πηνείος που είναι πέντε φορές το μέγεθός του».

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ανθρωπογενείς παρεμβάσεις είναι αυτές που έχουν οδηγήσει στην υφιστάμενη κατάσταση: «Αν βάλει κανείς το σημερινό χάρτη του λεκανοπεδίου πάνω στον χάρτη του Kaupert του 1895, θα δει ξεκάθαρα πως όλα τα παλιά ρέματα είναι οι περιοχές που πλημμυρίζουν σήμερα».

Σημαντικές οι παρεμβάσεις σε ψηλότερα σημεία

Αναφορικά με τα έργα που θα μπορούσαν να μετριάσουν τις επιπτώσεις μίας ακραίας καταιγίδας ο κ. Διακάκης επισημαίνει και τις παρεμβάσεις σε ψηλότερα σημεία: «Ο Κηφισός είναι μια βαριά και δύσκολη περίπτωση οπότε απαιτείται να χρησιμοποιήσουμε όλα τα εργαλεία που διαθέτουμε. Δεδομένου ότι είναι ανέφικτο να παρέμβουμε με διεύρυνση στον κύριο ρου, θα πρέπει να προσανατολιστούμε και σε παρεμβάσεις στον άνω ρου των βουνών γύρω από το λεκανοπέδιο Πεντέλη, Πάρνηθα, Ποικίλο και όρος Αιγάλεω και στην κατασκευή λεκανών συγκέντρωσης υδάτων έχοντας βέβαια πάντα στο μυαλό μας ότι και οι λεκάνες θα γεμίσουν σε λίγα λεπτά σε ένα ακραιο φαινόμενο».

Φαίνεται όμως πως πλέον ούτε και οι ανασχέσεις σε ψηλότερα σημεία είναι απλές: «Οταν η δόμηση έχει φτάσει μέχρι την Πάρνηθα που να κάνεις τις απαραίτητες ανασχέσεις», λέει ο κ. Δαμβέργης.

Τα αντιπλημμυρικά έργα είναι «δυσάρεστα»

Η συζήτηση για τα αντιπλημμυρικά έργα γίνεται πλέον όλο και πιο τακτικά εξαιτίας των θυματων, αλλά και των ανυπολόγιστων καταστροφών που αφήνουν πίσω τους τα ακραία καιρικά φαινόμενα με μία συχνότητα που εμφανίζει γεωμετρική πρόοδο.

Το γεγονός αυτό μάλιστα έχει ανοίξει το διάλογο και για την ανθεκτικότητα κρίσιμων υποδομών, πολλές εκ των οποίων κινδυνεύουν να θεωρούνται «ξεπερασμένες» από τις συνθήκες, ακόμα και μόλις παραδίδονται.

Και όσο κι αν το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε έως τώρα για τα έργα του Κηφισού, φαίνεται μεγάλο, ο κ. Δαμβέργης σημειώνει πως υπάρχουν και πολύ …χειρότερα, όπως για παράδειγμα τα έργα στο ρέμα της Εσχατιάς, η μελέτη των οποίων ξεκίνησε το 1997 και τώρα βαίνουν προς ολοκλήρωση.

Την ίδια στιγμή τα αντιπλημμυρικά είναι κατά γενική ομολογία τα λιγότερο «γοητευτικά» έργα και για την πολιτεία: «Πρόκειται για τα πιο ακριβά έργα που μπορεί να κάνει κανείς. Επτά χιλιόμετρα αντιπλημμυρικού μπορεί να κοστίσουν 200 εκ. ευρώ. Αναλογιστείτε πόσες πλατείες και άλλα έργα φτιάχνονται» λέει ο κ. Δαμβέργης.

Παράλληλα πρόκειται για έργα, τα οποία δεν προσφέρονται για εγκαίνια και …κοπή κορδέλας, ενώ σύμφωνα με τον ίδιο μπορεί να γίνουν δυσάρεστα και να οδηγήσουν σε διαμάχες και με τους ίδιους τους πολίτες καθώς συχνά απαιτούν απαλλοτριώσεις και απομάκρυνση κάποιων δραστηριοτήτων.

Πηγή: ethnos.gr

Σχετικά Άρθρα