Μεταναστευτικό: Ο δεύτερος θάνατος του Ρομπέρ Σουμάν και το παζλ μιας “μη Ευρώπης”

 Μεταναστευτικό: Ο δεύτερος θάνατος του Ρομπέρ Σουμάν και το παζλ μιας “μη Ευρώπης”

Το αλιευτικό σκάφος που βυθίστηκε στις 18 Απριλίου 2015 παγιδεύοντας εκατοντάδες μετανάστες στο κύτος του, εγκαθίσταται στα πρώην ναυπηγεία της Βενετίας ως μέρος ενός νέου καλλιτεχνικού έργου του Ελβετο-Ισλανδού καλλιτέχνη Christoph Buechel, πριν από την 58η Διεθνή Τέχνη. Έκθεση της Μπιενάλε της Βενετίας. Η 58η Διεθνής Έκθεση Τέχνης -Φωτογραφία: AFP

«Η Ευρώπη δεν θα δημιουργηθεί διά μιας ούτε βάσει ενός μοναδικού σχεδίου. Θα οικοδομηθεί μέσα από απτά επιτεύγματα, που πρώτα θα δημιουργήσουν μια πραγματική αλληλεγγύη». Η ρήση ανήκει στον Ρομπέρ Σουμάν*, την οποία όλοι (συχνά υποκριτικώς) επικαλούνται ως θεμέλιο της ευρωπαϊκής ιδέας.

Στο σύμφωνο για την Μετανάστευση που πυρετωδώς προωθεί η γραφειοκρατία των Βρυξελλών η “πραγματική αλληλεγγύη” του Σουμάν καθίσταται θεωρητικά υποχρεωτική. Με την μικρή αλλά άκρως ουσιώδη διαφορά πως η …υποχρεωτικότητά της αίρεται με το αντίτιμο ενός προστίμου 20.000 ευρώ “ανά κεφάλι”, ήτοι με την καταβολή αυτού του ποσού για κάθε μετανάστη ή πρόσφυγα που θα αρνηθεί μία χώρα να φιλοξενήσει στο έδαφός της στο πλαίσιο της “ποσόστωσης” που προβλέπεται.

Η τραγωδία στα ανοιχτά της Πύλου δεν ήταν η πρώτη και δεν θα είναι η τελευταία. Περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι έχουν χαθεί στα νερά της Μεσογείου από τις αρχές του χρόνου, μια σειρά από δρομολόγια θανάτου, μια αλληλουχία από “Barca Nostra” ( ο τίτλος που δόθηκε από τον δημιουργό Μπίχελ στο κουφάρι του ναυαγίου της Λαμπεντούζα που εκτέθηκε πριν μερικά χρόνια στην Μπιενάλε της Βενετίας”.

Στα καθ΄ημάς έχουν προκύψει πολλά ερωτηματικά –μέχρις ώρας αναπάντητα– σχετικά με τις συνθήκες του ναυαγίου. Ακόμα και τα αυτονόητα όσον αφορά το πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της έρευνας και της διάσωσης έχουν τεθεί εν αμφιβόλω, αφού γίνεται επίκληση συνθηκών του Δικαίου της Θάλασσας κατά το δοκούν.

Ερωτήματα χωρίς απαντήσεις;

-Το Λιμενικό, ο υπηρεσιακός υπουργός Πολιτικής Προστασίας και η ΝΔ υποστηρίζουν ότι εξαντλήθηκαν όλες οι δυνατότητες. Βασικά επιχειρήματά τους ότι οι άνθρωποι που επέβαιναν στο σκάφος αρνήθηκαν τη βοήθεια και ότι το Λιμενικό δεν είχε το δικαίωμα να επιχειρήσει σε διεθνή χωρικά ύδατα – ο πρώην υπουργός μεταναστευτικής πολιτικής, Ν. Μηταράκης, επικαλέστηκε προς τούτο τη Διεθνή Σύμβαση των δικαιωμάτων της Θάλασσας (UNCLOS)

Ο αντίλογος διατυπώθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά ακόμα και από ειδικούς (τρεις ναύαρχοι ε.α, για παράδειγμα) ότι σε περίπτωση ναυαγίου ισχύει η Διεθνής Σύμβαση για Έρευνα και Διάσωση που κυρώσαμε το 1989, η οποία προβλέπει ότι όταν άνθρωπος βρίσκεται σε κίνδυνο, το αρμόδιο κράτος για την έρευνα και διάσωση στην περιοχή λαμβάνει «άμεσα μέτρα για να παράσχει την καταλληλότερη διαθέσιμη βοήθεια και εξασφαλίζει την παροχή βοήθειας σε κάθε άτομο που βρίσκεται σε κίνδυνο στην θάλασσα»

Και σε αυτό δεν στάθηκε εφικτό να συμφωνήσουμε.

«Προς το παρόν, δεν υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι η Ρώμη ή η Αθήνα έχουν κάποια ευθύνη», σημείωσε η Ευρωπαία Επίτροπος για την Μετανάστευση, Ίλβα Γιόχανσον. Αντιθέτως, ο ειδικός απεσταλμένος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στη Μεσόγειο, Βίνσετ Κότσεστελ δήλωσε στο CNN πως πιστεύει ότι οι επιβαίνοντες στο αλιευτικό σαπιοκάραβο έπρεπε να είχαν διασωθεί. Ύπατη αρμοστεία και Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης, καθώς και η Frontex (η ευθύνη της οποίας, ωστόσο, είναι επίσης σαφής, αν και ευέλικτα απροσδιόριστη ανά περίσταση) συμφώνησαν πως “η έρευνα και η διάσωση είναι νομική και ανθρωπιστική υποχρέωση”.

Κάποιοι επικαλούνται ως επιχείρημα ότι για την διάσωση απαιτείται συναίνεση του πλοιοκτήτη! ‘Ενα σαπιοκάραβο, όμως, χωρίς σημαία και όνομα, το οποίο είναι υπέρφορτο με απεγνωσμένους και είναι προφανές πως διατρέχει τον κίνδυνο να βυθιστεί, τι σήμα για διάσωση μπορεί να στείλει; Και ποιός θα συναινέσει; Ο διακινητής- καπετάνιος;

Ποιά αλληλεγγύη;

Εν μέσω όλων αυτών, δύο εξελίξεις που δεν πρέπει να διαλάθουν της προσοχής μας:

  • «Σχέδιο πάταξης της παράνομης μετανάστευσης» εξήγγειλε το ακροδεξιό κόμμα, το οποίο αναλαμβάνει το υπουργείο εσωτερικών στη νέα κυβέρνηση συνασπισμού της Φινλανδίας.

«Χαίρομαι που μαζί με τους διαπραγματευτικούς μας εταίρους συμφωνήσαμε σε ένα πακέτο μετανάστευσης που δικαίως μπορεί να ονομαστεί αλλαγή παραδείγματος», δήλωσε στους δημοσιογράφους η επικεφαλής του Κόμματος των Φινλανδών Ρίκα Πούρα στους δημοσιογράφους μαζί με τους κυβερνητικούς εταίρους της.

Η Πούρα, του οποίου το αντιμεταναστευτικό κόμμα ήρθε δεύτερο στις εκλογές του Απριλίου με την υψηλότερη υποστήριξή του ποτέ, είπε ότι μέχρι τώρα “η Φινλανδία ήταν η μόνη σκανδιναβική χώρα με πιο χαλαρή μεταναστευτική πολιτική”.

«Αυτό αλλάζει τώρα», πρόσθεσε.

Η κυβέρνηση ανακοίνωσε την Παρασκευή ότι στοχεύει να μειώσει στο μισό τον αριθμό των προσφύγων που δέχεται η σκανδιναβική χώρα μέσω της υπηρεσίας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες από 1.050 ετησίως σε 500.

Φωτό: Η πρόεδρος του Σουηδικού Λαϊκού Κόμματος Anna-Maja Henriksson, ο πρόεδρος του Κόμματος Εθνικού Συνασπισμού Petteri Orpo, ο πρόεδρος του Κόμματος των Φινλανδών Riikka Purra και ο πρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών Sari Essayah παραδίδουν κοινή συνέντευξη Τύπου στο Ελσίνκι στις 15 Ιουνίου 2023. © Heikki Saukkomaa, AFP

  • Ο Βίκτορ Όρμπαν επιδόθηκε σε νέο ακροδεξιό παραλήρημα, επικρίνοντας το προωθούμενο ευρωπαϊκό σύμφωνο για την μετανάστευση, μιλώντας για «βαγόνια γεμάτα μετανάστες από τη Γερμανία» που θα μεταφέρονται δια της βίας στη χώρα του. Για τους έχοντες μνήμη, ένα παρόμοιο επιχείρημα για τους Τούρκους που θα κατακλύσουν την Ευρώπη είχαν χρησιμοποιήσει οι κήρυκες του Brexit, πριν το δημοψήφισμα στο ΗΒ πριν μερικά χρόνια.

Ο Πρωθυπουργός της Ουγγαρίας επέκρινε το σχέδιο της ΕΕ να μοιράζεται πιο δίκαια τη φιλοξενία των αιτούντων άσυλο την Παρασκευή, συγκρίνοντάς το με απελάσεις εν καιρώ πολέμου.

«Ας πούμε ότι υπάρχουν μετανάστες στη Γερμανία που δεν θέλουν να έρθουν εδώ. Τους πιάνουν και τους μαζεύουν, τους βάζουν σε βαγόνια στη Γερμανία, τους μεταφέρουν σε εμάς και τους ξεφορτώνουν εδώ;». είπε ο Όρμπαν.

«Οποιαδήποτε χώρα δεν επιτρέπει την είσοδο μεταναστών θα αναγκαστεί να το κάνει με τη βία», είπε.

Deja vus

To 2015 συγκρούστηκε η φιλελεύθερη Ευρώπη με τον μπερλουσκονικού τύπου ξενοφοβικό λαϊκισμό. Η σύγκρουση έληξε με συντριπτική ήττα της πρώτης και θρίαμβο του δεύτερου. Οκτώ χρόνια αργότερα, ζούμε ακόμη τις συνέπειες αυτού του θριάμβου. Η Ευρώπη εξακολουθεί να κρύβει το πρόβλημα κάτω από το χαλί, αδύναμη να χαράξει και να συμφωνήσει μια ορθολογική, αποτελεσματική και συμβατή με τις αρχές της πολιτική μετανάστευσης. Το τίμημα το έχουμε μπροστά στα μάτια μας: Από την αρχή της χρονιάς ως τα τέλη Μαΐου περισσότεροι από χίλιοι άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους στη Μεσόγειο, στο πέρασμα από τη Λιβύη προς την Ιταλία, πριν το ναυάγιο στην Πύλο και χωρίς να προσμετράται ο άγνωστος αριθμός των ανθρώπων που χάθηκαν εκεί.

Χαρακτηριστικό ως προς την κατάσταση είναι το άρθρο του Παύλου Τσίμα στα “Νέα” υπό τον τίτλο: Η συνταγή του πνιγμού.

Συμπτώσεις των ημερών. Στην Αγγλία, ο Μπόρις Τζόνσον υποχρεωνόταν να παραιτηθεί, ταπεινωμένος, από την βουλευτική του έδρα. Στην Αμερική, ο Ντόναλντ Τραμπ οδηγείτο στο δικαστήριο με την βαρύτερη, απ’ όσες έχει ως τώρα αντιμετωπίσει, ποινική κατηγορία. Μα τις ίδιες ημέρες, η Ιταλία αποχαιρετούσε με μεγάλες τιμές τον άνθρωπο που ήταν το πρότυπο τόσο του Τραμπ όσο και του Τζόνσον, αλλά και άλλων πολλών. Τον άνθρωπο που μια μεγάλη Ιταλική εφημερίδα νεκρολόγησε ως τον «πρώτο λαϊκιστή ηγέτη» στον σύγχρονο δυτικό κόσμο, τον μακροβιότερο πρωθυπουργό της μεταπολεμικής Ιταλίας, τον ακαταμάχητο Σίλβιο Μπερλουσκόνι.

Δεν ήταν, βέβαια, ο Μπερλουσκόνι που προκάλεσε αυτήν την μακρά κόπωση των δημοκρατικών θεσμών που ξεκίνησε από την Ιταλία, στα μέσα της δεκαετίας του 90, αλλά έγινε αργότερα εξαγωγή σε όλη την Δύση. Ήταν μάλλον το πρώτο, πρόδρομο σύμπτωμα αυτού που ο Μάρτιν Γουλφ ονόμασε Κρίση του Δημοκρατικού Καπιταλισμού. Ούτε, φυσικά, εφηύρε τον λαϊκισμό ο «καβαλιέρε». Αλλά ήταν εκείνος που συνέταξε το σύγχρονο «εγχειρίδιο του επιτυχημένου λαϊκιστή». Η ανανεωμένη συνταγή του είχε τρία βασικά συστατικά.

Πρώτο συστατικό, η περιφρόνηση των κανόνων. Οι κανόνες της δημοκρατίας τηρούνται στον βαθμό που εξυπηρετούν την εξουσία. Δεν δεσμεύουν. Η συγκέντρωση οικονομικής, μιντιακής και πολιτικής ισχύος μπορεί να είναι απροσχημάτιστα καταχρηστική, η ανεξαρτησία της δικαιοσύνης μπορεί εύκολα να περιφρονείται, ακόμη και οι στοιχειώδεις κοινοβουλευτικοί κανόνες μπορούν να κάμπτονται, όταν συμφέρει.

Δεύτερο συστατικό, μια λαμπερή, στρας, καπνοί και καθρέφτες, επικοινωνιακή στρατηγική στηριγμένη στο δόγμα «πρώτα πες ένα ψέμα κι άσε τις εξηγήσεις για αργότερα». Ο πιο επιτυχημένος μαθητής του την ονόμασε στρατηγική της «μετά-αλήθειας», post truth. Η επικοινωνιακή αυτή στρατηγική επιτύγχανε (όπως και στην περίπτωση Τραμπ) να μετατρέπει σε πολιτικό πλεονέκτημα ακόμη την πιο ντροπιαστική ηθικά ή πολιτικά κατηγορία.

Και τρίτο και σημαντικότερο συστατικό, η ενσωμάτωση και νομιμοποίηση της έως τότε αποσυνάγωγης ακροδεξιάς. Ο Μπερλουσκόνι ο ίδιος δεν ήταν ακραίος. Κήρυττε μια «ιδιωτικοποίηση της πολιτικής», μια επανάσταση της αγοράς που ελευθερώνεται από κάθε κρατικό χαλινάρι. Ο κυνισμός του όμως τον οδήγησε να εντάξει, πρώτος αυτός στην Ευρώπη, χωρίς τύψεις, τόσο τους νεοφασίστες όσο και τους αυτονομιστές της Λέγκα στην κεντροδεξιά πλειοψηφία. Κάποτε καμάρωνε μάλιστα ότι ήταν εκείνος που «νομιμοποίησε τους φασίστες». Κι έτσι, η φυσική διάδοχός του, η Μελόνι, δεν προέρχεται από το κόμμα του, την ετοιμοθάνατη Forza Italia, αλλά από τους μετά-φασίστες Fratelli d Italia.

Στην Ιταλία την ίδια το άστρο του είχε θαμπώσει προ πολλού και η πολιτική του δύναμη είχε περιοριστεί. Ο θάνατός του χαιρετίστηκε ως ένα τέλος εποχής. Η εποχή Μπερλουσκόνι είχε πράγματι τελειώσει. Αλλά ο τρόπος που η εικοσαετία Μπερλουσκόνι άλλαξε την Ιταλία έχει αντοχή στον χρόνο. Και όλη η ευρωπαϊκή πολιτική ζωή παραμένει, κατά κάποιο τρόπο, στον αστερισμό ενός μπερλουσκονικού, δεξιού λαϊκισμού διαρκείας. Μια ένδειξη είναι η διαρκής άνοδος της ακροδεξιάς ακόμη και σε χώρες όπου η παρουσία της ήταν ως πρόσφατα περιθωριακή, όπως οι κάποτε άψογα σοσιαλδημοκρατικές σκανδιναβικές χώρες ή η μετά-Φρανκική Ισπανία. Η συμμετοχή της σε κυβερνητικές πλειοψηφίες έχει πάψει να αποτελεί σκάνδαλο. Μια άλλη, όχι άσχετη με την προηγούμενη, ένδειξη είναι η παρατεταμένη αμηχανία της Ευρώπης απέναντι στην πραγματικότητα της μετανάστευσης, η αιχμαλωσία της φιλελεύθερης Ευρώπης από το σύνδρομο του «φόβου του μετανάστη».

Ήταν ένα στοίχημα που, για λίγο, παίχθηκε και χάθηκε το καλοκαίρι του 2015. Την επαύριο της κατάρρευσης της αραβικής άνοιξης και της έκρηξης του εμφυλίου στην Συρία, τεράστια κύματα προσφύγων ξέβραζαν ανθρώπους στα ελληνικά νησιά κι από εκεί στην κεντρική Ευρώπη. Ο Όρμπαν (άλλος ένας καλός μαθητής του καβαλιέρε) με τους συμμάχους του, τις χώρες του Βίσενγκραντ, δοκίμασαν να αντιδράσουν υψώνοντας τείχη. Και η Μέρκελ είχε απαντήσει εφαρμόζοντας μια πολιτική συμβατή με τις φιλελεύθερες αρχές. Τον Αύγουστο του 2015 η Γερμανία ανακοίνωσε ότι αναστέλλει τους κανόνες του Δουβλίνου (που υποχρέωναν τους πρόσφυγες να ζητούν άσυλο και να μένουν στην πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που πάτησαν το πόδι τους) και ανοίγει τα σύνορά της. Στον σιδηροδρομικό σταθμό του Μονάχου έφθαναν τα τρένα με τους κολασμένους που είχαν διασχίσει την Τουρκία, είχαν θαλασσοπνιγεί στο Αιγαίο, είχαν διασχίσει, συχνά με τα πόδια, τον «βαλκανικό διάδρομο» μέχρι να εγκλωβιστούν στα Ουγγρικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Και Γερμανοί πολίτες τους υποδέχονταν με αγκαλιές και χειροκροτήματα. Wir schaffen das- θα τα καταφέρουμε, έλεγε η Μέρκελ. Και πρόσθετε ότι αν η Γερμανία δεν ήταν ανοιχτή σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη, «δεν θα ήταν η πατρίδα της».

Η παρένθεση κράτησε κάτι λιγότερο από τρεις μήνες. Στα μέσα Νοεμβρίου η Γερμανία επανάφερε σε ισχύ τους κανόνες του Δουβλίνου, υπό την πίεση της ανερχόμενης ξενοφοβικής ακροδεξιάς, τα σύνολα έκλεισαν ξανά, η Ειδωμένη πλημμύρισε λάσπες και ανθρώπους και, εν τέλει, το πρόβλημα τακτοποιήθηκε στο ράφι με μια συμφωνία Ευρώπης-Τουρκίας, όπου η Ευρώπη έκανε outsourcing το πρόβλημά της στον Ερντογάν, ο οποίος ανέλαβε, με το αζημίωτο, να συγκρατεί τα μεταναστευτικά κύματα σε τουρκικό έδαφος.

Ήταν μια σύγκρουση της φιλελεύθερης Ευρώπης με τον μπερλουσκονικού τύπου ξενοφοβικό λαϊκισμό, που έληξε με συντριπτική ήττα της πρώτης και θρίαμβο του δεύτερου. Σχεδόν οκτώ χρόνια αργότερα, ζούμε ακόμη τις συνέπειες αυτού του θριάμβου. Η Ευρώπη εξακολουθεί να κρύβει το πρόβλημα κάτω από το χαλί, αδύναμη να χαράξει και να συμφωνήσει μια ορθολογική, αποτελεσματική και συμβατή με τις αρχές της πολιτική μετανάστευσης. Το τίμημα το έχουμε μπροστά στα μάτια μας: Από την αρχή της χρονιάς ως τα τέλη Μαΐου περισσότεροι από χίλιοι άνθρωποι είχαν χάσει την ζωή τους στα νερά της Μεσογείου, στο πέρασμα από την Λιβύη προς την Ιταλία, πριν το ναυάγιο στην Πύλο και χωρίς να προσμετράται ο άγνωστος αριθμός των ανθρώπων που χάθηκαν εκεί.

Η πολιτική κόντρα

Εάν διατρέξει κανείς στα ελληνικά social media και τα τηλεοπτικά (προεκλογικά) πάνελ, η αντιπαράθεση εστιάζεται μεταξύ της πολιτικής του 2015 (σχετικό το άρθρο του Αλέξη Τσίπρα στην “Εφημερίδα των Συντακτών”), απότοκο της πολιτικής Μέρκελ περί ανοιχτών συνόρων, και εκείνης της σκληρής περιφρούρησης των συνόρων και της αποτροπής με φράχτες, ίσως και με επαναπροωθήσεις αν λάβουμε υπόψιν τις καταγγελίες διεθνών μέσων ενημέρωσης και της απόφανσης της ΕΕ για το περιστατικό στο Φαρμακονήσι.

Η κόντρα, όμως, δεν έχει αποτέλεσμα, καθώς ως φαίνεται η πλειονότητα των πολιτών στην Ελλάδα -όπως και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες- έχει καταλήξει στην απόφαση πως θέλει το πρόβλημα έξω από την αυλή της. Η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία αρνείται να αντιμετωπίσει τις αιτίες του μεταναστευτικού και αποπέμπει την έννοια της αλληλεγγύης ως κάτι θεωρητικό που δεν είναι εφαρμόσιμο στους παρόντες πολιτικούς συσχετισμούς. Κι’ όμως, η λύση βρίσκεται στις δύο άκρες του ζητήματος: στις εστίες που παράγουν πρόσφυγες και μετανάστες- και φυσικά στα οργανωμένα συστήματα διακινητών-, και στις Βρυξέλλες όπου λαμβάνονται οι αποφάσεις. Ουδείς πρέπει να απορρίπτει την προστασία των συνόρων, όμως αυτό από μόνο του δεν αρκεί…

*Γεννημένος στο Λουξεμβούργο ως Γερμανός υπήκοος, ο Σουμάν έγινε Γάλλος όταν το 1919 η Αλσατία-Λορένη, όπου ζούσε, επιστράφηκε στη Γαλλία. Κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, ο Γάλλος εξόριστος ηγέτης Σαρλ ντε Γκολ ζήτησε από τον Σουμάν να μεταβεί στο Λονδίνο για να υπηρετήσει στην κυβέρνησή του.

Μετά τον πόλεμο, επέστρεψε στην εθνική πολιτική σε μια σειρά ανώτατων θέσεων και έγινε βασικός διαπραγματευτής σημαντικών συνθηκών και πρωτοβουλιών όπως το Συμβούλιο της Ευρώπης, το Σχέδιο Μάρσαλ και το ΝΑΤΟ — με στόχο την ενίσχυση της συνεργασίας στο πλαίσιο της δυτικής συμμαχίας και τη συνένωση της Ευρώπης.
Σε συνεργασία με τον Ζαν Μονέ συνέταξε το παγκοσμίως γνωστό «σχέδιο Σουμάν». Το σχέδιο δημοσιεύθηκε στις 9 Μαΐου 1950, που θεωρείται πλέον η ημερομηνία γέννησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εορτάζεται κάθε χρόνο ως «Ημέρα της Ευρώπης». Στη συνοδευτική ομιλία του πρότεινε τον κοινό έλεγχο της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα, των σημαντικότερων υλικών για τη βιομηχανία εξοπλισμών. Η κεντρική ιδέα ήταν ότι καμία χώρα δεν θα μπορούσε να ξανακηρύξει πόλεμο, εάν δεν είχε τον έλεγχο της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα.

Σχετικά Άρθρα