Βασίλης Βιλιάρδος (Ελληνική Λύση): Προοπτικές οικονομίας και επιχειρηματικότητας εν μέσω κρίσης

 Βασίλης Βιλιάρδος (Ελληνική Λύση): Προοπτικές  οικονομίας και επιχειρηματικότητας εν μέσω κρίσης

«Η Ελλάδα υποφέρει από δίδυμα ελλείμματα και από δίδυμα χρέη – με την έννοια του δημοσίου και του κόκκινου ιδιωτικού», σύμφωνα με τον βουλευτή  Βασίλη Βιλιάρδο.

Σε άρθρο του στο libre γράφει επίσης ότι «οι προοπτικές της οικονομίας μας δεν μπορούν να θεωρηθούν ευοίωνες – ενώ μόνο η άνοδος του τουρισμού που όμως αυξάνει τις εισαγωγές οπότε το εμπορικό μας έλλειμμα, λόγω της αποψίλωσης του παραγωγικού μας ιστού, δεν αρκεί». 

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:

Προφανώς, για να μπορέσει κανείς να αναφερθεί στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, θα πρέπει να εξετάσει εν πρώτοις τη σημερινή θέση της – κατά πόσον δηλαδή είναι προβληματικά ή μη τα βασικά της οικονομικά μεγέθη, καθώς επίσης πώς τα διαχειρίζεται η κυβέρνηση.

Βασίλης Βιλιάρδος Βουλευτής Επικράτειας και αντιπρόεδρος της Ελληνικής Λύσης

Στα πλαίσια αυτά, διαπιστώνεται αμέσως πως η χώρα υποφέρει από τα δίδυμα ελλείμματα της – τόσο στον προϋπολογισμό, όσο και στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών. Εν προκειμένω, το δημοσιονομικό έλλειμμα του προϋπολογισμού το 2021, διαμορφώθηκε στο 7,4% ή στα 13,589 δις € από 10,2% ή 16,786 δις € το 2020 – σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ από τις 21.04.22.

Με απλά λόγια, οι ζημίες του 2020 και του 2021 ανήλθαν στα 30,375 δις €, έχοντας χρηματοδοτηθεί με δανεικά – ενώ ενδεχομένως θα αυξηθούν από τις εγγυήσεις που έχει δώσει το δημόσιο, μεταξύ άλλων για τα προγράμματα «Ηρακλής» των τραπεζών. 

Τα γεγονότα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης στα 353,389 δις € το 2021 – από 341,133 δις € το 2020. Όσον αφορά το χρέος του Κεντρικού Κράτους, αυξήθηκε επίσης στα 388,3 δις € το 2021, από 374 δις € το 2020 – ενώ όλες αυτές οι αυξήσεις σημειώθηκαν παρά το ξεπούλημα περιουσιακών στοιχείων της χώρας.

Μπορεί δε να θεωρείται το χρέος εξυπηρετίσημο, επειδή (α) έχει επεκταθεί η διάρκεια πληρωμής του με το PSI, καθώς επίσης το 2018 από τον ESM περί τα 95 δις € για μετά το 2032, (β) είναι απέναντι σε θεσμικούς πιστωτές, ενώ (γ) τα επιτόκια του νέου δανεισμού διατηρούνται χαμηλά με τη στήριξη της ΕΚΤ, αλλά ασφαλώς δεν είναι βιώσιμο.      

Σε σχέση τώρα με το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, είχε έλλειμμα 6,6% το 2020 και 5,9% το 2021 – με αποτέλεσμα το εξωτερικό μας χρέος να πλησιάσει τα 560 δις € το 2021 ή στο 306% του ΑΕΠ, όταν το 2020 ήταν λιγότερο από 500 δις € και στις αρχές του 2019 περί τα 410 δις €. 

  • Εδώ θα πρέπει να προσθέσουμε το κόκκινο ιδιωτικό χρέος απέναντι στις τράπεζες, στους «servicers» που αγόρασαν κόκκινα δάνεια, στο δημόσιο και στους ασφαλιστικούς οργανισμούς – το οποίο πλησιάζει στα 300 δις €. 

Συμπερασματικά λοιπόν η Ελλάδα υποφέρει από δίδυμα ελλείμματα και από δίδυμα χρέη – με την έννοια του δημοσίου και του κόκκινου ιδιωτικού.

Εκτός αυτού, έχει μία σειρά από άλλους προβληματικούς δείκτες – με κυριότερους (α) την παραγωγικότητα των εργαζομένων της που μειώθηκε στο 69,1% το 2020 από 99,2% το 2008, κυρίως λόγω των μειωμένων επενδύσεων, εμποδίζοντας την άνοδο των μισθών οπότε τη βιώσιμη κατανάλωση, τις επενδύσεις κλπ., καθώς επίσης (β) τον ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου που παραμένει στο ήμισυ περίπου της εποχής προ των μνημονίων, χωρίς να καλύπτει καν τις αποσβέσεις, παρά το τεράστιο επενδυτικό μας κενό της τάξης των 200 δις €.

  • Ως θετικό στοιχείο τώρα θα μπορούσε να θεωρηθεί η ανάκαμψη του ΑΕΠ μας κατά 8,3% το 2021, καθώς επίσης η άνοδος του κατά 7% το πρώτο τρίμηνο του του 2022 – εάν δεν γνωρίζει κανείς πως προήλθε σε μεγάλο βαθμό από την κατανάλωση με δανεικά, με την έννοια πως η κυβέρνηση διέθεσε 43,3 δις € σε πακέτα τόνωσης της οικονομίας μας, λόγω των αχρείαστων lockdowns που επέβαλλε. Ότι ήταν η πρωταθλήτρια Ευρώπης στις δαπάνες, με 29,5% του ΑΕΠ της τη διετία 2020/21 για τα τεκμηριωμένα αχρείαστα lockdowns και με 3,7% τώρα, για την έμμεση στήριξη του καρτέλ της ενέργειας – το οποίο αισχροκερδεί, μέσω του χρηματιστηρίου Χατζηδάκη.     

Χρήματα που δεν είχε, αλλά σημαντικό μέρος τους δανείσθηκε, χωρίς να διαθέσει ούτε ένα ευρώ στη στήριξη της παραγωγής – όπως του πρωτογενούς τομέα, όπου δόθηκαν μόλις 183 εκ. €, της μεταποίησης και της βιομηχανίας. Αντίθετα, στήριξε εκτός από την κατανάλωση, τη μονοκαλλιέργεια του τουρισμού – ο οποίος είναι ένας κυκλικός, καθώς επίσης εντάσεως κεφαλαίου τομέας, οπότε εξαιρετικά επικίνδυνος σε περιόδους ύφεσης, όπως αυτή που προβλέπεται για το 2023.

  • Με βάση τώρα τα παραπάνω, σε συνδυασμό (α) με την ενεργειακή κρίση, στην οποία η Ελλάδα βρέθηκε ανοχύρωτη κυρίως λόγω της βίαιης απολιγνιτοποίησης (β) με τον πληθωρισμό που δεν καταπολεμήθηκε με την αναλογική μείωση του ΦΠΑ στις υπερβάλλουσες τιμές και που φτωχοποιεί τους Έλληνες, αφού στην ουσία πρόκειται για φόρο, καθώς επίσης (γ) με την ίδια λανθασμένη πολιτική των «καταναλωτικών» επιδοτήσεων που εφαρμόζει η κυβέρνηση, οι προοπτικές της οικονομίας μας δεν μπορούν να θεωρηθούν ευοίωνες – ενώ μόνο η άνοδος του τουρισμού που όμως αυξάνει τις εισαγωγές οπότε το εμπορικό μας έλλειμμα, λόγω της αποψίλωσης του παραγωγικού μας ιστού, δεν αρκεί. 

Αντίθετα, αυτό που διαπιστώνεται είναι το ότι, όσο αυξάνεται ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας μας, τόσο αυξάνονται τα ελλείμματα και τα χρέη μας – σημειώνοντας πως κανένας λογικός επιχειρηματίας δεν θα ήταν ικανοποιημένος με την άνοδο του τζίρου του, εάν συνοδευόταν από τη  αύξηση των ζημιών και των χρεών του, όπως συμβαίνει με την Ελλάδα. Άλλωστε, ανάπτυξη που στηριζόταν στην κατανάλωση με δανεικά, είχε η Ελλάδα τη δεκαετία πριν το 2009 – με τα γνωστά αποτελέσματα.

Η κυβέρνηση βέβαια στηρίζει τις ελπίδες της στο Ταμείο Ανάκαμψης – αφού τα πακέτα των ΕΣΠΑ και της ΚΑΠ απλά συνεχίζονται. Εν τούτοις, δεν πρόκειται να λύσουν τα προβλήματα μας, για λόγους που δυστυχώς δεν γίνεται να αναλύσουμε σε ένα μικρό κείμενο – πόσο μάλλον εάν διασπαθιστούν από την κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα των λίγων «εκλεκτών» που απομυζούν χρόνια τώρα τους Έλληνες.

Σχετικά Άρθρα