Συγκλονίζει ο επικεφαλής του ΠΟΥ: Δεν μπορώ να στείλω χρήματα στην πεινασμένη οικογένειά μου στην Αιθιοπία

 Συγκλονίζει ο επικεφαλής του ΠΟΥ: Δεν μπορώ να στείλω χρήματα στην πεινασμένη οικογένειά μου στην Αιθιοπία

Ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και πρώην υπουργός Υγείας και Εξωτερικών της χώρας του, Τέντρος Γκεμπρεγέσους, αποκάλυψε ότι δεν μπορεί να στείλει χρήματα στην πεινασμένη οικογένειά του στο Τιγκράι της Αιθιοπίας.

«Έχω πολλούς συγγενείς εκεί. Θέλω να τους στείλω χρήματα. Δεν μπορώ να τους στείλω χρήματα», είπε σε συνέντευξη Τύπου. «Δεν ξέρω καν ποιος είναι νεκρός ή ποιος είναι ζωντανός» συνέχισε, αφηγούμενος το σοκαριστικό μαρτύριο που υφίσταται.

Από την έναρξη του πολέμου, το 2020, η περιοχή έχει αποκοπεί από τον έξω κόσμο, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα ή τηλέφωνα. Οι υπηρεσίες διαδικτύου και τραπεζικών υπηρεσιών δεν είναι επίσης διαθέσιμες.

Η κυβέρνηση της Αιθιοπίας έχει κατηγορηθεί ότι επέβαλε αποκλεισμό βοήθειας στην περιοχή και εμπόδισε τις κρίσιμες για τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων παραδόσεις με τη δικαιολογία των πολεμικών επιχειρήσεων.

Σχεδόν 2,5 εκατομμύρια στα όρια της πείνας

Δεκάδες χιλιάδες άμαχοι έχουν πεθάνει και εκατομμύρια χρειάζονται επειγόντως επισιτιστική βοήθεια. Το Παγκόσμιο Πρόγραμμα Επισιτισμού λέει ότι σχεδόν ο μισός πληθυσμός των 5,5 εκατομμυρίων στο Τιγκράι έχει «σοβαρή» ανάγκη για τροφή.

Οι μάχες ξανάρχισαν αυτή την εβδομάδα μετά από μήνες ηρεμίας, ύστερα από μια εκεχειρία που συμφωνήθηκε τον Μάρτιο μεταξύ των δυνάμεων του Τιγκράι και της κυβέρνησης της Αιθιοπίας, για να επιτραπεί η παροχή βοήθειας.

«Η ανθρωπιστική κρίση στο Τιγκράι είναι κάτι περισσότερο από αυτήν στην Ουκρανία»
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Γκεμπρεγέσους μιλάει για τον πόλεμο στη χώρα του. Την Τετάρτη είπε ότι η κατάσταση είναι χειρότερη από αυτήν στην Ουκρανία και κατήγγειλε ότι ο ρατσισμός ήταν πίσω από τη διαφορά αντιμετώπισης στην αναγκαία παγκόσμια ανταπόκριση.

«Μπορώ να σας πω ότι η ανθρωπιστική κρίση στο Τιγκράι είναι κάτι περισσότερο από αυτήν στην Ουκρανία, χωρίς καμία υπερβολή. Και το είπα πριν από πολλούς μήνες, ίσως ο λόγος να είναι το χρώμα του δέρματος των ανθρώπων στο Τιγκράι», είπε ο επιφανής αξιωματούχος για να καταδείξει τις παγκόσμιες ευθύνες ως προς τη διαχείριση της κρίσης στη χώρα του.

Ένα άτομο που ζει στην πρωτεύουσα, την Αντίς Αμπέμπα, είπε στο BBC ότι βρήκαν κάποιον που θα παρέδιδε χρήματα στο Τιγκράι που ζητούσε προμήθεια 20%.

Δεν μπορούν να βρουν ούτε μεσάζοντες για να στείλουν χρήματα στις οικογένειές τους
«Το σχέδιο ήταν να φθάσουν σε μία εβδομάδα. Έχει περάσει περισσότερο από ένας μήνας και η οικογένειά μου δεν μπορούσε να τα λάβει… Δεν ξέρω για την τρέχουσα κατάστασή τους. Δεν μπορώ να έρθω σε επαφή μαζί τους».

Άλλοι δεν μπορούν να βρουν ούτε μεσάζοντες για να στείλουν χρήματα στις οικογένειές τους: «Δεν μπορούσα να στείλω χρήματα, επειδή η οικογένειά μου ζει σε απομακρυσμένο χωριό, όπου ούτε οι μεσάζοντες δεν θέλουν να πάνε».

Αεροπορικές επιδρομές στο Τιγκράι

Οι μάχες φέρεται να συνεχίζονται σήμερα, Παρασκευή, με τις δυνάμεις του Τιγκράι να λένε ότι η κυβέρνηση είχε πραγματοποιήσει αεροπορικές επιδρομές στην πρωτεύουσα της περιοχής, Μεκέλε.

Η τηλεόραση, που συνδέεται με τις δυνάμεις του Τιγκράι, έδειξε εικόνες ενός κατεστραμμένου κτιρίου και είπε ότι άμαχοι σκοτώθηκαν στις επιδρομές, αλλά δεν υπήρξε κανένα σχόλιο της κυβέρνησης και οι αναφορές δεν μπορούν να επαληθευθούν από ανεξάρτητη πηγή.

Εκπρόσωπος του Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου Τιγκράιy (TPLF) είπε στο BBC ότι συνεχίζονται ακόμη οι σφοδρές μάχες και ότι ο λαός της περιοχής υποφέρει.

Το TPLF κατηγορεί τον στρατό της Αιθιοπίας για το ξέσπασμα των συγκρούσεων, ενώ η Αιθιοπία κατηγορεί το TPLF.

«Θα ήταν ανόητο για εμάς να ξεκινήσουμε έναν πόλεμο όταν στην πραγματικότητα ο λαός μας έχει ανάγκη από ανθρωπιστική βοήθεια», δήλωσε ο εκρπόσωπος του ΤPLF.

Η κυβέρνηση δεν έχει απαντήσει στα αιτήματα του BBC για σχολιασμό.

Ο πόλεμος ξέσπασε στη βορειότερη περιοχή της Αιθιοπίας τον Νοέμβριο του 2020. Αργότερα εξαπλώθηκε νότια, στις περιοχές Αμχάρα και Αφάρ. Χιλιάδες σκοτώθηκαν, πάνω από δύο εκατομμύρια άνθρωποι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και περίπου 700.000 άνθρωποι έμειναν να ζουν σε «συνθήκες λιμού», δήλωσαν πρόσφατα Αμερικανοί αξιωματούχοι.

Σχετικά Άρθρα