ΕΛΤΑ: Σε ιδιώτη τα κέντρα διαλογής Αθήνας-Θεσσαλονίκης-Εκτεταμένες καθυστερήσεις στην αποστολή αλληλογραφίας και δεμάτων
Η συσσώρευση μεγάλου όγκου αλληλογραφίας και δεμάτων στα κέντρα διαλογής των ΕΛΤΑ έχει οδηγήσει σε εκτεταμένες καθυστερήσεις. Η αυξημένη ζήτηση της εορταστικής περιόδου λειτουργεί απλώς ως επιταχυντής μιας κρίσης που έχει βαθύτερα και διαχρονικά αίτια.
Τα ΕΛΤΑ εισήλθαν στην τελευταία δεκαετία με σοβαρά οικονομικά και οργανωτικά ελλείμματα, τα οποία σταδιακά μεταφέρθηκαν και στο επίπεδο της λειτουργίας τους. Η υποστελέχωση, η έλλειψη επαρκούς αυτοματοποίησης και η αποσπασματική αναδιοργάνωση των υπηρεσιών έχουν μειώσει αισθητά την ικανότητα του οργανισμού να ανταποκρίνεται σε αυξημένους όγκους αποστολών. Σήμερα, οι εργαζόμενοι καλούνται να διαχειριστούν σωρευμένες εκκρεμότητες πολλών ημερών, την ώρα που οι νέες αποστολές συνεχίζουν να εισρέουν με αμείωτο και αυξημένο ρυθμό λόγω εορτών.
Κομβικό ρόλο στο πρόβλημα διαδραματίζει η λειτουργία των κεντρικών μονάδων διαλογής σε Αττική και Θεσσαλονίκη. Παρότι πρόκειται για τα βασικά «φίλτρα» του ταχυδρομικού δικτύου, μεγάλο μέρος της επεξεργασίας εξακολουθεί να γίνεται χειρωνακτικά. Τα υπάρχοντα αυτοματοποιημένα συστήματα καλύπτουν μόνο περιορισμένες κατηγορίες δεμάτων, με αποτέλεσμα η πλειονότητα των αποστολών να απαιτεί αυξημένο ανθρώπινο χρόνο και κόπο. Η κατάσταση επιβαρύνεται περαιτέρω από πρακτικές που επιμηκύνουν τον κύκλο διακίνησης, όπως η μεταφορά αλληλογραφίας σε τρίτες εγκαταστάσεις για αρχική ταξινόμηση και η επαναφορά της στα κεντρικά κέντρα.
Την ίδια στιγμή, η μείωση του προσωπικού –είτε λόγω λήξης συμβάσεων είτε λόγω κλεισίματος καταστημάτων και μικρότερων μονάδων– έχει περιορίσει σημαντικά τα επιχειρησιακά περιθώρια. Έμπειροι εργαζόμενοι αποχώρησαν χωρίς να αντικατασταθούν, δημιουργώντας λειτουργικά κενά σε μια περίοδο αυξημένων απαιτήσεων.
Η ανάγκη για τεχνολογική αναβάθμιση των κέντρων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη γίνεται σαφής και από τη διοίκηση των ΕΛΤΑ, η οποία προχώρησε σε διαγωνισμό για να παραχωρήσει τα δύο κέντρα σε ιδιώτη επενδυτή για οκτώ χρόνια. Ο νέος διαχειριστής θα κληθεί να πραγματοποιήσει τις απαραίτητες επενδύσεις για τον πλήρη εκσυγχρονισμό τους, προσπαθώντας να φέρει το δίκτυο διανομής σε πιο αποτελεσματικά και σύγχρονα επίπεδα.
. Η επιτυχία αυτής της επιλογής θεωρείται κρίσιμη όχι μόνο για τη βελτίωση της καθημερινής λειτουργίας, αλλά και για τη διατήρηση συνεργασιών με μεγάλες διεθνείς πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου, οι οποίες θέτουν ιδιαίτερα αυστηρά χρονοδιαγράμματα παράδοσης.
Χωρίς ουσιαστικές παρεμβάσεις σε επίπεδο τεχνολογίας, στελέχωσης και οργάνωσης, οι καθυστερήσεις δεν θα αποτελούν απλώς μια συγκυριακή δυσλειτουργία, αλλά το μόνιμο χαρακτηριστικό ενός ταχυδρομικού δικτύου που δυσκολεύεται να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις της σύγχρονης αγοράς.