“The Trump effect”/ Τι έμαθε και… έπαθε η Ε.Ε από το νέο δόγμα των ΗΠΑ
Η προεδρία Τραμπ δοκιμάζει τις αντοχές της Ευρώπης σε άμυνα, οικονομία και ταυτότητα, φέρνοντας το μπλοκ αντιμέτωπο με κρίσιμες αποφάσεις, σύμφωνα με ανάλυση του POLITICO.
Ακόμη και με έναν ωκεανό να τους χωρίζει, δεν υπάρχει κλάδος στην Ευρώπη που να μην έχει επηρεαστεί από τις ενέργειες του Ντόναλντ Τραμπ.
Επιχειρήσεις και καταναλωτές δοκιμάζονται από τους δασμούς του Τραμπ, ενώ οι υποστηρικτές της κλιματικής δράσης έχουν δεχθεί πλήγμα μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από βασικές συμφωνίες όπως η Συμφωνία του Παρισιού. Οι εθνικοί προϋπολογισμοί πιέζονται εξαιτίας της απαίτησης του Τραμπ για αυξημένες αμυντικές δαπάνες από τις ευρωπαϊκές χώρες, ενώ οι στρατοί ανασυγκροτούνται και αναθεωρούν τις στρατηγικές τους. Πολιτικοί εκμεταλλεύονται τη συγκυρία για να ξεχωρίσουν — άλλοι ως προστάτες απέναντι στην «επιδρομή» του Τραμπ και άλλοι ως οπαδοί του λαϊκισμού τύπου MAGA.
Η καταγραφή των επιπτώσεων της «δεύτερης εποχής Τραμπ» είναι δύσκολη λόγω της έκτασης του φαινομένου. Γι’ αυτό, το POLITICO Magazine απευθύνθηκε σε οκτώ κορυφαίους αναλυτές από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ ρωτώντας: Ποιος είναι ο σημαντικότερος τρόπος με τον οποίο ο Τραμπ άλλαξε την Ευρώπη; Οι απαντήσεις κυμαίνονται από την κρίση στο NATO μέχρι τη μεταμόρφωση πολιτικών ταυτοτήτων και τα πλήγματα στην κλιματική δράση. Κοινή αίσθηση, πάντως, είναι ότι η Ευρώπη ζει μια στιγμή «ή τώρα ή ποτέ».
Το “βαρόμετρο” των αναλυτών
Attila Demkó, αναλυτής ασφάλειας από την Ουγγαρία: υπογραμμίζει πως ο Τραμπ διέλυσε την ψευδαίσθηση των «κοινών αξιών» στην Ευρώπη. Αποδείχθηκε ότι κάποιες κυρίως φιλελεύθερες ή αριστερές αξίες δεν είναι κοινές για όλους. Η έμφαση στη πολυπολιτισμικότητα, η «Wilkommenskultur» (η γερμανική έννοια της ανοιχτής κοινωνίας προς πρόσφυγες), η υπερβολική εστίαση στην πολιτική ορθότητα και τα ζητήματα φύλου έχουν προκαλέσει ρήγμα όχι μόνο μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ, αλλά και εντός της ίδιας της Ευρώπης.
Μικρότερες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ουγγαρία ή η Σλοβακία, καθώς και κόμματα εκτός κυρίαρχου ρεύματος (όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, το PiS στην Πολωνία και το AfD στη Γερμανία) που αντιτίθενται στη Wilkommenskultur και τον ευρωπαϊκό φεντεραλισμό, δεν μπορούν πλέον να αγνοηθούν ή να «καραντινιστούν» ως περιθωριακά. Ο διχασμός διαπερνά πλέον τις δυτικές κοινωνίες.
Ο Τραμπ κατέστησε σαφές ότι για την Ευρώπη τελείωσε η «στρατηγική αργία». Πλέον πρέπει να πληρώνει το πλήρες τίμημα για την άμυνά της, αλλά και σχεδόν πλήρες για τη στήριξη της Ουκρανίας. Μέχρι τώρα, η ΕΕ περιορίζεται σε λόγια — ίσως όμως ο Τραμπ τη διδάξει να περάσει στις πράξεις ή τουλάχιστον να σταματήσει να ονειρεύεται ανέξοδα.
Η νέα αμυντική πραγματικότητα της Ευρώπης
Kay Bailey Hutchison, πρώην πρέσβειρα των ΗΠΑ στο NATO: εκτιμά ότι με τις πιέσεις του για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή συμμετοχή στην άμυνα, ο Τραμπ ίσως προσφέρει τελικά μια ευκαιρία στην Ευρώπη. Αν οι Ευρωπαίοι καταφέρουν να σχεδιάσουν κοινή παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και τεχνολογίας, θα βγουν ενισχυμένοι — τόσο αμυντικά όσο και οικονομικά.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ευρώπη βασιζόταν στις ΗΠΑ για ασφάλεια. Όπως και οι προκάτοχοί του, ο Τραμπ τονίζει πως ήρθε η ώρα οι σύμμαχοι να μοιράζονται πιο ισότιμα το βάρος. Για μέγιστο αποτέλεσμα απαιτείται διαλειτουργικότητα εξοπλισμού. Υπό τον συντονισμό του NATO, οι πρόθυμοι σύμμαχοι μπορούν να μοιράζονται παραγωγή εξοπλισμού και εκπαίδευση για κοινή άμυνα σε κάθε ενδεχόμενη απειλή.
Αν η Ευρώπη αξιοποιήσει σωστά το 5% του ΑΕΠ που έχει δεσμευθεί για αμυντικές προτεραιότητες σε συνεργασία με τις ΗΠΑ, ο κόσμος θα γίνει ασφαλέστερος για όσους επιζητούν την ελευθερία — κι η ίδια θα αναδειχθεί σε αξιόπιστο παγκόσμιο ηγέτη.
Η διάβρωση της διατλαντικής εμπιστοσύνης και οι οικονομικές επιπτώσεις
Manfred Elsig, καθηγητής διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης: επισημαίνει πως το μεγαλύτερο πλήγμα που επέφερε ο Τραμπ είναι η αποσταθεροποίηση της εταιρικής σχέσης ΗΠΑ–Ευρώπης. Στην πορεία των δύο προεδριών του, έγινε σαφές ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον αξιόπιστος εταίρος.
Ο Τραμπ υπονόμευσε το σημαντικότερο πολιτικό κεφάλαιο της διατλαντικής συνεργασίας: την εμπιστοσύνη — θεμέλιο της μεταπολεμικής συμμαχίας. Το σύμφωνο ασφαλείας με πυρήνα το NATO έχει αποδυναμωθεί βαθιά, διαβρώνοντας το αίσθημα «κοινότητας ασφαλείας» που περιέγραφε ο Karl Deutsch. Έτσι, η Ευρώπη αναγκάζεται να επαναπροσδιορίσει γρήγορα τη στρατηγική της αυτονομία.
Στην αγορά, τα πράγματα είναι επίσης δύσκολα: η διατλαντική «κοινότητα εμπορίου» δεν αποτελεί πια πρότυπο ελεύθερων ή σταθερών συναλλαγών. Οι εμπορικές σχέσεις οδηγούν σε λιγότερη ανάπτυξη και καινοτομία. Οι δευτερογενείς συνέπειες είναι εκτροπή εμπορίου και αυξημένη προστασία των αγορών από ξένο ανταγωνισμό.
Ως αποτέλεσμα, η Ευρώπη αναζητά νέους εμπορικούς εταίρους που πιστεύουν σε ένα σύστημα κανόνων ώστε να μειώσει τους κινδύνους στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Παράλληλα, τα ζητήματα οικονομικής ασφάλειας ενσωματώνονται στην εξωτερική οικονομική πολιτική της ΕΕ.
Τέλος, οι επενδύσεις της Ευρώπης στη διπλωματία για το κλίμα και τη διεθνή ανάπτυξη υφίστανται πλήγμα λόγω του δόγματος αποχώρησης των ΗΠΑ από το 2016. Αυτό οδηγεί σε αποδυνάμωση της παγκόσμιας αλληλεγγύης — αφήνοντας την ΕΕ να δρα μόνη σε κλίμακα κλίματος και ανάπτυξης.
Kλιματική πολιτική υπό πίεση – Οι μακροπρόθεσμες απειλές παραμένουν
Heather Grabbe, senior fellow στο Bruegel στις Βρυξέλλες: σημειώνει ότι ο Τραμπ αποπροσανατόλισε την Ευρώπη από τις μακροπρόθεσμες ανάγκες σε φυσικούς πόρους δημιουργώντας πανικό σε άμυνα και εμπόριο. Με κρίσεις γύρω από τη στρατιωτική στήριξη κατά της Ρωσίας αλλά και δασμούς που πλήττουν την ευρωπαϊκή οικονομία, ανάγκασε τους ηγέτες να στρέψουν πόρους στη βραχυπρόθεσμη ασφάλεια εις βάρος των επενδύσεων στην ανθεκτικότητα έναντι της κλιματικής αλλαγής.
Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να εισβάλει ή όχι στην Ευρώπη — όμως η κλιματική αλλαγή σίγουρα θα προκαλέσει ζημιές στην ευρωπαϊκή οικονομία ανεξαρτήτως των αποφάσεων του Τραμπ ή των ΗΠΑ.
Η Ευρώπη πρέπει να αντιμετωπίσει κατάματα τη φτώχεια σε πρώτες ύλες — όχι μόνο στα ορυκτά καύσιμα αλλά και σε άλλα βασικά υλικά. Ενώ ο Τραμπ προσπαθεί να διατηρήσει την εξάρτηση της ΕΕ από το αμερικανικό LNG αντί του ρωσικού φυσικού αερίου (την πιο δαπανηρή λύση), αυτό καθυστερεί την ενεργειακή μετάβαση.
Πάνω από 100 δισ. ευρώ ετησίως δίνονται ως επιδοτήσεις στα ορυκτά καύσιμα, διατηρώντας έτσι την ευαλωτότητα απέναντι στις ΗΠΑ αντί να επενδύονται στον εξηλεκτρισμό ή στις ΑΠΕ που θα έφερναν πραγματική ανεξαρτησία.
Eυρωπαϊκή αφύπνιση – Ταχύτητα & νέα γεωπολιτική ισορροπία
Aliona Hlivco, CEO του St. James’s Foreign Policy Group και πρώην πολιτικός στην Ουκρανί: θεωρεί ότι οι παγκόσμιες αναταράξεις που προκαλούν οι ΗΠΑ ώθησαν πολλούς Ευρωπαίους σε ωρίμανση. Συνειδητοποίησαν ότι δεν μπορούν πλέον να βολεύονται με προβλέψιμες εμπορικές συμφωνίες ή τη βραδύτητα των γραφειοκρατικών μηχανισμών.
Η μεταμόρφωση αυτή γίνεται αισθητή παντού αλλά με διαφορετικές ταχύτητες: η Γερμανία ξεπερνά το μεταπολεμικό σύνδρομο διεκδικώντας ενεργότερο ρόλο στην οικονομία αλλά κι ως «ανατολική πτέρυγα του NATO». Η Γαλλία, παραδοσιακός θιασώτης της στρατηγικής αυτονομίας, βρίσκει χώρο να δράσει ουσιαστικά.
Οι σκανδιναβικές χώρες, μαζί με τις Βαλτικές Δημοκρατίες, πρωταγωνιστούν στον εκσυγχρονισμό της άμυνας — ενώ μέσω της Joint Expeditionary Force οικοδομούν γέφυρες με το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit. Στον στρατιωτικό τομέα ξεχωρίζει πλέον και η Πολωνία ως μια από τις ισχυρότερες δυνάμεις εντός ΕΕ.
Η Ευρώπη αλλάζει δραστικά: δεν αντέχει άλλο αδράνεια ούτε αυταπάτες πως οι δηλώσεις αντικαθιστούν τις πράξεις. Καθώς οι Βρυξέλλες παλεύουν με την απρόβλεπτη Ουάσιγκτον (πιθανώς πέρα κι από τη θητεία Τραμπ), τα κράτη-μέλη αξιοποιούν τη συγκυρία για καθοριστικά βήματα προς μια νέα γεωπολιτική πραγματικότητα.
Eπανεφεύρεση ευρωπαϊκής ταυτότητας – Μεταξύ διχασμού & ενότητας
Aleksandra Sojka, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Carlos III στη Μαδρίτη: πιστεύει πως ο μεγαλύτερος αντίκτυπος του Τραμπ ήταν να φέρει την ΕΕ αντιμέτωπη με τη στρατηγική εξάρτηση από τις ΗΠΑ. Η δεύτερη θητεία του τάραξε συθέμελα τη συμμαχία, αποκαλύπτοντας την έλλειψη αυτόνομων δυνατοτήτων άμυνας.
Η αστάθεια στη στήριξη προς το NATO αλλά και προς την Ουκρανία καθιστά τον επανεξοπλισμό επιτακτικό αίτημα όχι μόνο των ελίτ αλλά πλέον και των κοινωνιών.
Οικονομική & τεχνολογική αυτονομία: O τρίτος δρόμος;
Thiemo Fetzer, καθηγητής οικονομικών στα πανεπιστήμια Warwick & Bonn: υπογραμμίζει πως η εποχή Τραμπ ανέδειξε μια κρίση κυριαρχίας για την ΕΕ — ιδιαίτερα στους ψηφιακούς & χρηματοπιστωτικούς τομείς.
Το ερώτημα πλέον είναι αν θα συνεχίσει στον δρόμο των ΗΠΑ ή θα στραφεί προς Κίνα ή αν μπορεί να χαράξει αυτόνομη πορεία.
Οι ΗΠΑ ελέγχουν κρίσιμες ψηφιακές πλατφόρμες & συστήματα πληρωμών αποκτώντας τεράστια δύναμη πάνω στα δεδομένα & τα χρηματοοικονομικά παγκοσμίως.
Το μοντέλο αυτό υπόσχεται πρόσβαση σε κεφάλαια & τεχνολογία αλλά συνεπάγεται εξάρτηση & πιθανή διάσπαση μεταξύ κρατών-μελών.
Η Κίνα προσφέρει ένα εναλλακτικό μοντέλο βασισμένο στη βιομηχανική βάση & κυριαρχία δεδομένων — όμως αυτό μπορεί να αποδυναμώσει τη βιομηχανία της ΕΕ.
Υπάρχει όμως τρίτος δρόμος: H ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς ώστε αγαθά, κεφάλαια & υπηρεσίες να κινούνται ελεύθερα παντού δημιουργώντας οικοσύστημα ανταγωνιστικότητας & διατηρώντας ταλέντο & επενδύσεις εντός συνόρων.
Με συλλογικούς πόρους άμυνας η ΕΕ θα γίνει ισχυρότερη κι αποτελεσματικότερη απελευθερώνοντας κεφάλαια για νέους κλάδους όπως καθαρή ενέργεια & προηγμένη μεταποίηση.
Η διεθνής ενίσχυση του ευρώ θα περιορίσει την εξάρτηση από το δολάριο δίνοντας μεγαλύτερη χρηματοοικονομική επιρροή στην Ένωση.