Politico: Η νέα κούρσα εξοπλισμών- Η Δύση πουλάει ειρήνη για να αγοράσει πόλεμο
Το 1958, ο Βρετανός πρωθυπουργός Χάρολντ Μακμίλαν είχε δηλώσει πως «η συζήτηση είναι καλύτερη από τον πόλεμο», τονίζοντας την υπεροχή του διαλόγου έναντι της σύγκρουσης. Έτσι ξεκινά το άρθρο του το Politico, με τίτλο: “The West’s new arms race: Selling peace to buy war” και συνεχίζει: Ο Μακμίλαν γνώριζε καλά τόσο τη διπλωματία όσο και τη σκληρή πραγματικότητα του πολέμου: τραυματίστηκε σοβαρά στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και ως πρωθυπουργός βρέθηκε αντιμέτωπος με τις πυρηνικές απειλές του Ψυχρού Πολέμου, ιδίως κατά την κρίση των πυραύλων της Κούβας.
Ο Τζον Φ. Κένεντι, πρόεδρος των ΗΠΑ στη διάρκεια αυτής της επικίνδυνης περιόδου, κατανοούσε επίσης τη σημασία της διπλωματίας και τη σκληρότητα της σύρραξης, έχοντας τραυματιστεί σοβαρά στην πλάτη το 1943 ως αξιωματικός του αμερικανικού ναυτικού.
Σήμερα, ο πρώην υπουργός της βρετανικής κυβέρνησης Άντριου Μίτσελ εκφράζει ανησυχία πως η σοφία ηγετών όπως ο Κένεντι και ο Μακμίλαν, που αποκτήθηκε μέσα από τον πόλεμο, έχει ξεχαστεί ακριβώς όταν είναι πιο αναγκαία.
«Ο κόσμος έχει λησμονήσει τα μαθήματα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν εκατομμύρια σκοτώθηκαν και η γενιά των παππούδων μας είπε “ποτέ ξανά”», προειδοποιεί ο Μίτσελ.
Σύμφωνα με μια σχολή σκέψης, οι καθοριστικοί πόλεμοι επαναλαμβάνονται κάθε περίπου 85 χρόνια, καθώς οι επόμενες γενιές ξεχνούν τα σκληρά διδάγματα των προηγούμενων. Αυτό θα σήμαινε ότι μια νέα μεγάλη σύγκρουση μπορεί να είναι προ των πυλών.
Μείωση διπλωματίας και αύξηση στρατιωτικών δαπανών
Όπως διαπιστώνει ο Μίτσελ, ενώ πληθαίνουν τα σημάδια ότι ο κόσμος κατευθύνεται προς λάθος δρόμο, οι κυβερνήσεις ξεχνούν την αξία του διαλόγου.
Η υποχώρηση του διπλωματικού ενστίκτου φαίνεται όχι μόνο στη ρητορική αλλά και στους προϋπολογισμούς. Η βιομηχανικά ανεπτυγμένη Δύση περικόπτει ραγδαία την επένδυση στη «ήπια ισχύ» — μειώνοντας την εξωτερική βοήθεια και τα διπλωματικά δίκτυα — ενώ κατευθύνει περισσότερους πόρους στην άμυνα.
Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι στρατιωτικές δαπάνες δεν είχαν αυξηθεί τόσο γρήγορα όσο το 2024, όταν αυξήθηκαν κατά 9,4%, φτάνοντας στο υψηλότερο παγκόσμιο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ, σύμφωνα με το Σουηδικό Ινστιτούτο Διεθνούς Ειρήνης της Στοκχόλμης (SIPRI).
Αντίθετα, σύμφωνα με έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), η επίσημη αναπτυξιακή βοήθεια μειώθηκε κατά 9% το ίδιο έτος μεταξύ των πλουσιότερων δωρητών. Ο ΟΟΣΑ προβλέπει περαιτέρω περικοπές τουλάχιστον κατά 9% και ενδεχομένως έως 17% το τρέχον έτος.
Οι μεγάλες δυτικές δυνάμεις μειώνουν τη διπλωματία και τη βοήθεια, ενώ ενισχύουν τις αμυντικές τους δαπάνες, προκαλώντας ανησυχία για παγκόσμια αστάθεια.
«Για πρώτη φορά σχεδόν σε 30 χρόνια, η Γαλλία, η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ μείωσαν όλες την αναπτυξιακή τους βοήθεια το 2024», σημειώνει ο ΟΟΣΑ. «Αν προχωρήσουν σε νέες περικοπές το 2025, θα είναι ιστορικό προηγούμενο με δύο διαδοχικές χρονιές περικοπών από όλες μαζί.»
Συρρίκνωση διπλωματικών σωμάτων – Νέοι παίκτες γεμίζουν το κενό
Τα διπλωματικά σώματα επίσης μειώνονται. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ έδωσε τον τόνο μειώνοντας δραστικά τις θέσεις στο αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών.
Τα συνολικά στοιχεία είναι δύσκολο να συγκεντρωθούν ή γρήγορα ξεπερνιούνται· πάντως αρχές σε χώρες όπως οι Kάτω Χώρες, το Ηνωμένο Βασίλειο και τα κεντρικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν προειδοποιήσει για περικοπές στο προσωπικό τους.
Αναλυτές φοβούνται πως όσο οι ανεπτυγμένες οικονομίες εγκαταλείπουν την εξωτερική βοήθεια και τη διπλωματία για χάρη της στρατιωτικής ενίσχυσης, χώρες όπως η Ρωσία, η Kίνα και η Tουρκία, θα καλύψουν τα κενά στα δίκτυα επιρροής, στρέφοντας παραδοσιακούς συμμάχους σε Αφρική και Ασία εναντίον της Δύσης.
Αυτό εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για την παγκόσμια ασφάλεια. Αν οι γεωπολιτικές προτεραιότητες λειτουργούν σαν αγορά, τότε πολλοί ηγέτες φαίνεται να «πουλούν ειρήνη» και να «αγοράζουν πόλεμο».
Nέα κούρσα εξοπλισμών – Το κόστος της ειρήνης μέσω ισχύος
Οι στρατιωτικές δαπάνες αυξάνονται παγκοσμίως. Ο αμυντικός προϋπολογισμός της Kίνας, δεύτερος μετά τις ΗΠΑ, αυξήθηκε κατά 7% μεταξύ 2023-2024 σύμφωνα με το SIPRI. Οι δαπάνες της Ρωσίας εκτοξεύτηκαν κατά 38%.
NATO: Υπό τον φόβο ότι ο Τραμπ θα εγκαταλείψει τη συμμαχία, τα μέλη συμφώνησαν τον Ιούνιο νέο στόχο για αμυντικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ ως το 2035. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ φάνηκε ικανοποιημένος που οι ευρωπαίοι εταίροι αναλαμβάνουν μεγαλύτερο βάρος.
Η κούρσα εξοπλισμών πάντως προϋπήρχε της επιστροφής Τραμπ στον Λευκό Οίκο. Ο πόλεμος στην Ουκρανία έκανε επιτακτική ανάγκη την αύξηση των αμυντικών δαπανών στη βόρεια και ανατολική Ευρώπη. Το SIPRI καταγράφει αύξηση 17% στις ευρωπαϊκές στρατιωτικές δαπάνες το 2024 — φτάνοντας τα$693 δισ.. Από το 2015 οι ευρωπαϊκοί αμυντικοί προϋπολογισμοί έχουν αυξηθεί κατά 83%.
Aνακατανομή πόρων – Οι πολιτικές αποφάσεις πίσω από τις περικοπές βοήθειας
Mια βασική αιτιολόγηση υπέρ της άμυνας έναντι της βοήθειας ή της διπλωματίας είναι πως η στρατιωτική ισχύς λειτουργεί αποτρεπτικά απέναντι σε πιθανούς επιτιθέμενους. Όπως τόνισε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν: «Τώρα είναι η στιγμή για ειρήνη μέσω ισχύος».
Kριτικοί υποστηρίζουν ότι μια νέα κούρσα εξοπλισμών οδηγεί αναπόφευκτα σε πόλεμο — αλλά ο καθηγητής στρατηγικής στο King’s College London Γκρεγκ Κένεντι, απαντά: «Τα όπλα δεν σκοτώνουν· οι κυβερνήσεις σκοτώνουν». Κατά τον ίδιο, ιδανικά μια ισχυρή άμυνα πρέπει να συνοδεύεται από αντίστοιχα ισχυρά διπλωματικά και ανθρωπιστικά δίκτυα· αν όμως πρέπει να διαλέξει η Ευρώπη, πρώτα πρέπει να καλύψει τα κενά στην «σκληρή ισχύ» της.
Aμερικανικές περικοπές – Οι επιπτώσεις διεθνώς
Eλάχιστοι σοβαροί πολιτικοί στη Δύση αμφισβητούν πλέον την ανάγκη για στρατιωτικές επενδύσεις στη σημερινή εποχή αστάθειας. Το ερώτημα είναι πώς θα χρηματοδοτηθούν αυτά τα έξοδα όταν οι προϋπολογισμοί πιέζονται ασφυκτικά.
Kαι εδώ ο δεύτερος όρος Τραμπ έδωσε τον τόνο: λίγες μέρες μετά την ανάληψη καθηκόντων πάγωσε δισεκατομμύρια δολάρια σε ξένη βοήθεια ενώ τον Φεβρουάριο ανακοίνωσε περικοπή κατά90% των συμβολαίων της Υπηρεσίας Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ (USAID). Το πλήγμα για τις ανθρωπιστικές οργανώσεις που βασίζονταν στη χρηματοδότηση ήταν τεράστιο.
Eκτίμηση δείχνει πως μόνο οι περικοπές Τραμπ θα μπορούσαν να προκαλέσουν14 εκατομμύρια πρόωρους θανάτους σε πέντε χρόνια, το ένα τρίτο παιδιά — κάτι που δεν θα ξεχαστεί εύκολα σε περιοχές όπως η υποσαχάρια Αφρική πριν καν εφαρμοστούν αντίστοιχες περικοπές από άλλους δωρητές όπως η Γερμανία ή το Ηνωμένο Βασίλειο.
Bρετανικές επιλογές – Πολιτικό κόστος για τη μείωση βοήθειας
Στο Λονδίνο, ο νέος πρωθυπουργός Kιρ Στάρμερ, αναζητώντας τρόπους να διαχειριστεί τις σχέσεις με τον Τραμπ αλλά και να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις για αύξηση αμυντικών δαπανών, ανακοίνωσε πριν ταξιδέψει στην Ουάσιγκτον ότι θα αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες — χρηματοδοτώντας μέρος τους με μείωση του προϋπολογισμού για ξένη βοήθεια από0,5% στο 0,3%.
Aυτή η στροφή ήταν δύσκολη για έναν κεντροαριστερό ηγέτη του οποίου οι προκάτοχοι είχαν υπερασπιστεί τη διεθνή ανάπτυξη ως ηθικό καθήκον. Ο ίδιος δήλωσε: «Δεν είμαι χαρούμενος γι’ αυτή την ανακοίνωση· όμως στις νέες επικίνδυνες συνθήκες η άμυνα και ασφάλεια προηγούνται.» Το αμερικανικό κράτος χαιρέτησε την απόφαση ως «ισχυρό βήμα από έναν διαχρονικό εταίρο».
Kατά την επιστροφή του όμως αντιμετώπισε πολιτική κρίση: H υπουργός διεθνούς βοήθειας Ανέλιζ Ντοντς παραιτήθηκε καταγγέλλοντας ότι έτσι αφαιρείται τροφή και περίθαλψη από απελπισμένους ανθρώπους — βλάπτοντας τη φήμη της Βρετανίας. Παρομοίασε δε την πολιτική με εκείνη των περικοπών Τραμπ στην USAID.
Eυρωπαϊκές κυβερνήσεις – Περικοπές υπό πίεση
Tους επόμενους μήνες κι άλλες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ακολούθησαν παρόμοια πορεία, συχνά επικαλούμενες τη Βρετανία ως ένδειξη αλλαγής εποχής. Για κυβερνήσεις υπό δημοσιονομική πίεση στην εποχή του εθνικισμού τύπου Τραμπ, η ξένη βοήθεια έγινε εύκολος στόχος εξοικονόμησης πόρων.
Kάποτε πρωτοπόρος στη διεθνή βοήθεια —με νόμο για διάθεση 0,7% του εθνικού εισοδήματος— πλέον η Βρετανία χρησιμοποιείται ως άλλοθι ακόμη και στη Γερμανία: «Εφόσον κόβουν οι Βρετανοί, μπορούμε κι εμείς», σημειώνει ο Μίτσελ.
Bόρεια Ευρώπη – Προτεραιότητα στην άμυνα
Sτη Σουηδία ο αμυντικός προϋπολογισμός θα αυξηθεί κατά18% μεταξύ 2025-2026 σε μια ιστορική επένδυση λόγω αυξημένων απειλών από τη Ρωσία· αντίθετα ο προϋπολογισμός διεθνούς ανάπτυξης θα πέσει στα €4 δισ. ως το 2026 από €4,5 δισ.
Sτη Γαλλία έχουν ανακοινωθεί περικοπές περίπου στο ένα τρίτο του προϋπολογισμού ODA λόγω κρίσης αλλά προβλέπονται σημαντικές αυξήσεις στις αμυντικές δαπάνες παρά τα δημοσιονομικά προβλήματα. Στη Φινλανδία που συνορεύει με Ρωσία επί1.300 χλμ., μειώθηκε επίσης ο προϋπολογισμός ανάπτυξης αλλά όχι αυτός της άμυνας.
Kαι αν ο υπουργός Ανάπτυξης Βίλε Ταβίο (Φινλανδία) βλέπει τις περικοπές ως ευκαιρία να ενθαρρυνθούν ιδιωτικές επενδύσεις στις φτωχές χώρες αντί για ανθρωπιστικά προγράμματα — ώστε να αποφευχθεί η μετανάστευση νέων προς την Ευρώπη — δεν συμφωνούν όλοι με αυτή τη φιλοσοφία.
Eξαιρέσεις: Ιρλανδία & Δανία συνεχίζουν τη στήριξη
Kάποιες χώρες πάντως διαφοροποιούνται: H Ιρλανδία σχεδιάζει αύξηση κονδυλίων ODA· η Δανία δεσμεύεται στο0,7%, αλλά θα καλύψει τις ανάγκες αυξάνοντας το όριο συνταξιοδότησης στα70 έτη. Ωστόσο δεν διαθέτουν το μέγεθος ώστε μόνες τους να διατηρήσουν τη φήμη της Ευρώπης ως υπερδύναμης ήπιων μέσων επιρροής.
Aποχώρηση από τη διπλωματία – To παράδειγμα Tραμπ
Tο φαινόμενο δεν περιορίζεται στη βοήθεια αλλά αφορά συνολικά την αποδυνάμωση της διπλωματίας. Ορισμένες πλούσιες δυτικές χώρες μειώνουν δραστικά τα διπλωματικά τους σώματα ή ακόμα κλείνουν πρεσβείες και γραφεία τους στο εξωτερικό.
Xαρακτηριστικό παράδειγμα οι ΗΠΑ επί Τραμπ: τον Ιούλιο απολύθηκαν πάνω από1.300 υπάλληλοι του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Σύμφωνα με στοιχεία της American Foreign Service Association,
85 από τις195 θέσεις πρέσβεων παρέμεναν κενές στις 23/10/2024. Μέρος αυτού οφείλεται σε καθυστερήσεις επικυρώσεων στη Γερουσία αλλά εννέα μήνες μετά την ανάληψη καθηκόντων δεν είχαν καν προταθεί υποψήφιοι για πάνω από60 θέσεις.
Tο αποτέλεσμα είναι ένα σύστημα στα όρια κατάρρευσης: ανώτεροι αξιωματούχοι καλούνται να εκτελούν πολλαπλά καθήκοντα — όπως ο υπουργός Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο που παραμένει σύμβουλος εθνικής ασφάλειας αλλά έχει αναλάβει επιπλέον αρμοδιότητες στα εθνικά αρχεία!
Mε βασικές θέσεις ακάλυπτες, ο Τραμπ στρέφεται σε πιστούς φίλους όπως τον δικηγόρο/επενδυτή Steve Witkoff που διαχειρίζεται απευθείας επαφές με τον Πούτιν ή ενεργεί ως απεσταλμένος στη Μέση Ανατολή — προκαλώντας δυσπιστία στους Ευρωπαίους αξιωματούχους σχετικά με την αποτελεσματικότητα τέτοιων επιλογών στις κρίσιμες διαβουλεύσεις Ρωσίας-Ουκρανίας ή Μόσχας-Ουάσιγκτον.
Eυρωπαϊκή συστολή – Περικοπή διπλωματικών δικτύων
Tην ίδια στιγμή κι άλλες δυτικές κυβερνήσεις μιμούνται τις ΗΠΑ πιο διακριτικά: Bρετανοί διπλωμάτες αντιμετωπίζουν περικοπή προσωπικού έως25%. Οι Κάτω Χώρες μειώνουν τον προϋπολογισμό εξωτερικών αποστολών κατά10%, σχεδιάζοντας κλείσιμο τουλάχιστον πέντε πρεσβειών/γραφείων· ακόμη και η εμβληματική Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης (EEAS) υπό την πρώην πρωθυπουργό Εσθονίας Kaja Kallas προχωρεί σε συρρίκνωση γραφείων — κάτι που σύμφωνα με πληροφορίες θα οδηγήσει σε υποβάθμιση δέκα αντιπροσωπειών ΕΕ και απώλεια έως150 θέσεων εργασίας προσωπικού.
Bρυξέλλες: «Η ευρωπαϊκή διπλωματία μπαίνει σε δεύτερη μοίρα έναντι της φύλαξης συνόρων ή της άμυνας», δηλώνει αξιωματούχος ΕΕ — προσθέτοντας πως «οι πόροι διοχετεύονται αλλού». Ιδιωτικά πάντως πολλοί διπλωμάτες ανησυχούν βαθιά για τις συνέπειες αυτής της τάσης.
Tο τίμημα μιας μονοδιάστατης πολιτικής – H αξία της ήπιας ισχύος
Μίτσελ: Η μετατόπιση από τη βοήθεια προς τους εξοπλισμούς μπορεί να καταλήξει καταστροφική. «Την ώρα που χρειάζεσαι περισσότερο από ποτέ ένα διεθνές σύστημα συνεργασίας… βλέπει κανείς μια τεράστια έξαρση στενού εθνικισμού σαν αυτή πριν το 1914.» Η εγκατάλειψη της αναπτυξιακής βοήθειας υπέρ των όπλων είναι μεγάλο λάθος. «Η ήπια ισχύς είναι πολύ φθηνότερη κι αρκετές φορές πιο αποτελεσματική. Η ανάπτυξη είναι συχνά η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος με την άμυνα.» Βοηθά στην πρόληψη πολέμων κι ανοικοδόμηση χωρών μετά τις συγκρούσεις.
Aνάλογη θέση εκφράζουν πολλοί πρέσβεις κι αναλυτές: Το πρακτικό όφελος δικτύων διπλωματίας κι ανάπτυξης είναι πως χτίζουν συμμαχίες πολύτιμες σε περιόδους κρίσεων. «Κανείς στρατιώτης δεν θα σας πει ότι οι διεθνείς κρίσεις λύνονται μόνο στρατιωτικά», λέει ο πρώην πρέσβης στο UΣΑ Κιμ Ντάροκ. «Χρειάζεται ολοκληρωμένη στρατηγική που συνδυάζει διεθνείς σχέσεις και στρατιωτική αντίδραση.»
Hadja Lahbib: H επίτροπος ανθρωπιστικής βοήθειας ΕΕ χαρακτηρίζει εντελώς ψευδή οικονομία τη χρηματοδότηση στρατού εις βάρος ανθρωπιστικών κονδυλίων. «Έχουμε τώρα 300 εκατομμύρια ανθρώπους που εξαρτώνται από ανθρωπιστική βοήθεια . Το πολυμερές σύστημα κινδυνεύει να καταρρεύσει λόγω πολιτικών επιθέσεων κι οικονομικών περικοπών. Αν συμβεί αυτό, θα έχουμε νέα κύματα αστάθειας/μετανάστευσης. Όταν δεν βοηθούμε εκεί όπου υπάρχει ανάγκη, οι άνθρωποι μετακινούνται… Οι απελπισμένοι γίνονται πιο δεκτικοί στη βία γιατί απλά προσπαθούν να ζήσουν.»
Cyprien Fabre (ΟΟΣΑ): Οι χώρες πληρώνουν μακροχρόνιο πολιτικό τίμημα όταν περιορίζουν τα προγράμματά τους. «Οι λαοί θυμούνται ποιος στάθηκε δίπλα τους.» Το κενό καλύπτουν ανταγωνιστές: H Τουρκία αύξησε τις πρεσβείες στην Αφρική από 12 (2002) σε 44 (2022). Ρωσία-Κίνα επίσης εκμεταλλεύονται αυτή τη φυγή. «Το αφήγημα περί δύναμης σήμερα επικεντρώνεται μόνο στα όπλα», σχολιάζει. «Όλοι λένε “soft power”, αλλά μόνο όταν τη χάσουν συνειδητοποιούν πόσο ουσιαστική ήταν.»