Αμερικανικό διευθυντήριο στην Ιερουσαλήμ με πρόσχημα τη Γάζα- Υπό επιτήρηση η κυβέρνηση Νετανιάχου

Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες, η Ουάσιγκτον επιχειρεί μια ευθεία, ανοιχτή και θεσμικά οργανωμένη παρέμβαση στη λειτουργία της ισραηλινής εξουσίας. Ο Ντόναλντ Τραμπ, σε μια εντυπωσιακή επίδειξη ισχύος, εγκαθιδρύει ένα παράλληλο διοικητικό κέντρο στην Ιερουσαλήμ, υπό αμερικανικό έλεγχο, με αποστολή —τουλάχιστον στο προσκήνιο— τον «συντονισμό των επιχειρήσεων στη Γάζα». Στην πραγματικότητα, πρόκειται για ένα μηχανισμό άμεσης εποπτείας του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου, με στόχο να διασφαλιστεί η τήρηση της κατάπαυσης του πυρός που τέθηκε σε ισχύ στις 10 Οκτωβρίου.
Η κίνηση αυτή, που δεν συνοδεύτηκε από κανένα ίχνος διπλωματικής ευγένειας, θεωρείται σαφές μήνυμα δυσπιστίας από την Ουάσιγκτον προς τον Νετανιάχου, ο οποίος, όπως δήλωσε ο ίδιος ο Τραμπ, «αν δεν τεθεί υπό έλεγχο, θα συνεχίσει τον πόλεμο για χρόνια».
Η νέα αμερικανική αρχιτεκτονική ελέγχου
Σύμφωνα με αμερικανικές πηγές που επικαλούνται οι New York Times, η κυβέρνηση Τραμπ ανησυχεί βαθύτατα ότι ο Νετανιάχου θα μπορούσε να υπονομεύσει τη συμφωνία εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς, που επιτεύχθηκε με αμερικανική μεσολάβηση. Γι’ αυτό, ο Λευκός Οίκος ενεργοποίησε ένα πρωτοφανές σύστημα διπλωματικού και στρατιωτικού ελέγχου, με τη συμμετοχή υψηλόβαθμων αξιωματούχων και Αμερικανών στρατηγών, οι οποίοι βρίσκονται μόνιμα εγκατεστημένοι στην Ιερουσαλήμ.
Το σχήμα αυτό επιβλέπει κάθε κίνηση της ισραηλινής κυβέρνησης σε ζητήματα ασφάλειας, αεροπορικών επιχειρήσεων και χρήσης στρατιωτικής ισχύος, διαμορφώνοντας στην πράξη μια νέα δομή εξουσίας, όπου οι αποφάσεις του Νετανιάχου περνούν πλέον μέσα από την αμερικανική επιτροπή ελέγχου.
Ο έλεγχος αυτός δεν είναι θεωρητικός. Όπως αποκάλυψε το ρεπορτάζ, η Ουάσιγκτον έθεσε βέτο σε τρεις ισραηλινές επιχειρήσεις στη Γάζα και σε μία επιχείρηση εναντίον ιρανικών στόχων, επικαλούμενη τον κίνδυνο «αποσταθεροποίησης της εκεχειρίας».
Το χάσμα εμπιστοσύνης και οι πολιτικοί υπολογισμοί
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι αναγνωρίζουν πλέον ανοιχτά ότι η εμπιστοσύνη στον Νετανιάχου έχει διαρραγεί. Ο ίδιος ο Τραμπ, σε δηλώσεις του από την Ουάσιγκτον, μίλησε για έναν «ηγέτη που χρησιμοποιεί τη σύγκρουση για να παρατείνει την πολιτική του επιβίωση».
Σύμφωνα με ανάλυση του Amos Harel από τη Haaretz, «οι κανόνες του παιχνιδιού γράφονται αυτή τη στιγμή από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και το Ισραήλ καλείται να τους ακολουθήσει». Ο Ισραηλινός αναλυτής εκτιμά ότι οι ΗΠΑ ουσιαστικά “αποστρατιωτικοποίησαν” τη στρατηγική πρωτοβουλία του Τελ Αβίβ, μετατρέποντας τον Νετανιάχου σε «διαχειριστή πολιτικής υπό αμερικανική εποπτεία».
Πίσω από αυτή την εντυπωσιακή μετατόπιση ισχύος, βρίσκεται ο φόβος του Τραμπ ότι μια ανεξέλεγκτη κλιμάκωση θα καταστρέψει την εικόνα της δικής του «νέας αρχιτεκτονικής ειρήνης» στη Μέση Ανατολή, και θα οδηγήσει σε κατάρρευση των Συμφωνιών του Αβραάμ, που παραμένουν κεντρικό στοιχείο της στρατηγικής του.
Η πολιτική αποδυνάμωση του Νετανιάχου
Ο Νετανιάχου, ωστόσο, δεν είναι απλώς ένας «συγκρατούμενος σύμμαχος». Είναι ένας ηγέτης που βρίσκεται πολιτικά εξασθενημένος από τα σκάνδαλα διαφθοράς που τον ακολουθούν από το 2020 και από τις εσωτερικές πιέσεις της ακροδεξιάς συμμαχίας που τον στηρίζει.
Η Ουάσιγκτον εκτιμά ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός διατηρεί την πολεμική ένταση ως πολιτική ασπίδα απέναντι στη δικαστική του περιπέτεια και στα αιτήματα για πρόωρες εκλογές. Ο ίδιος αποφεύγει επίμονα τις δίκες, επικαλούμενος το «βάρος των κυβερνητικών του καθηκόντων» και το «χάος» που θα προκαλούσε η προσωρινή του απομάκρυνση.
Η στρατηγική αυτή, όπως σημειώνει το CNN, έχει οδηγήσει τον Τραμπ να επιδιώκει την αποσύνδεση της ειρηνευτικής διαδικασίας από το πρόσωπο του Νετανιάχου, με την Ουάσιγκτον να εξετάζει εναλλακτικά σενάρια πολιτικής διαχείρισης μέσα στο Ισραήλ.
Η “αμερικανική σκιά” πάνω από το Ισραήλ
Στο εσωτερικό του Ισραήλ, η αμερικανική επιτήρηση προκαλεί έντονη δυσφορία. Ο πρώην αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Γκάντι Άιζενκοτ δήλωσε χαρακτηριστικά: «Η επιχείρηση στη Γάζα διοικείται πλέον από εξωτερικό παράγοντα, τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι ένα ζήτημα εξαιρετικά προβληματικό για την εθνική μας κυριαρχία».
Ακόμη πιο αιχμηρός ήταν ο ηγέτης της αντιπολίτευσης Γιαΐρ Λαπίντ, ο οποίος κατηγόρησε τον Νετανιάχου ότι «μετέτρεψε το Ισραήλ σε προτεκτοράτο που δέχεται εντολές για την ασφάλειά του». Παρά τις αντιδράσεις, το υπουργικό συμβούλιο στο Τελ Αβίβ φαίνεται να αποδέχεται σιωπηρά την “αμερικανική διοίκηση”, γνωρίζοντας ότι χωρίς τη χρηματοδοτική και στρατιωτική στήριξη της Ουάσιγκτον, το Ισραήλ δεν μπορεί να διατηρήσει την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή.
Η διάσταση της ειρήνης και ο ρόλος του Τραμπ
Στην ουσία, η νέα αμερικανική στρατηγική δεν στοχεύει απλώς στη διαχείριση της κρίσης στη Γάζα· στοχεύει στη μεταμόρφωση του τρόπου με τον οποίο ασκείται η ισραηλινή ισχύς. Ο Τραμπ θεωρεί ότι μόνο μέσω ενός μηχανισμού άμεσης επιτήρησης μπορεί να επιτευχθεί μια σταθερή εκεχειρία και να προωθηθεί το όραμα μιας νέας “περιφερειακής ειρήνης” που θα συμπεριλαμβάνει και τις αραβικές χώρες του Κόλπου.
Η παρέμβαση του Τραμπ, όσο σκληρή κι αν φαίνεται, αποσκοπεί στη διατήρηση της αμερικανικής κυριαρχίας στη διαμόρφωση της νέας γεωπολιτικής ισορροπίας στη Μέση Ανατολή.
Όπως σχολίασε ο αναλυτής Ταάλ Σαλέφ, «η Ουάσιγκτον επιχειρεί να επανακτήσει τον πλήρη έλεγχο της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής· το κάνει όχι με ρητορική, αλλά με παρουσία στο έδαφος».
Το πολιτικό τίμημα
Για τον Νετανιάχου, η νέα κατάσταση είναι δίκοπο μαχαίρι. Από τη μία, η στήριξη του Τραμπ του επιτρέπει να παραμείνει στην εξουσία και να αποφύγει προσωρινά τη δικαστική πίεση. Από την άλλη, η παραχώρηση μέρους της κυριαρχίας του σε ξένο παράγοντα τον καθιστά πολιτικά ευάλωτο απέναντι στο εσωτερικό του ακροατήριο, που βλέπει στην αμερικανική επιτήρηση μια άνευ προηγουμένου ταπείνωση.
Ωστόσο, για την Ουάσιγκτον, το διακύβευμα υπερβαίνει τα ισραηλινά σύνορα. Είναι το τεστ αξιοπιστίας της αμερικανικής πολιτικής ισχύος στην περιοχή, η οποία επιχειρεί να αποδείξει ότι μπορεί ακόμη να επιβάλει όρια και κανόνες στους συμμάχους της.