Και όμως η παραλία δεν ήταν πάντα τόπος χαλάρωσης… ειδικά για τους αρχαίους Έλληνες

 Και όμως η παραλία δεν ήταν πάντα τόπος χαλάρωσης… ειδικά για τους αρχαίους Έλληνες

Η ειδυλλιακή παραλία Φτέρη με τα κρυστάλλινα νερά στην Κεφαλονιά αποτελεί σήμερα αγαπημένο καλοκαιρινό προορισμό. Όμως, η σχέση των ανθρώπων με τη θάλασσα και την ακτή δεν ήταν πάντα τόσο ειδυλλιακή. Σύγχρονες έρευνες δείχνουν ότι η παραμονή στην παραλία προσφέρει βαθιά χαλάρωση: το βλέμμα στη θάλασσα προκαλεί έναν ελαφρύ διαλογισμό, το αεράκι ηρεμεί, η ζεστασιά της άμμου αγκαλιάζει και, κυρίως, ο σταθερός ήχος των κυμάτων βοηθά στην απόλυτη αποσυμπίεση.

Παρά ταύτα, οι διακοπές στην παραλία καθιερώθηκαν μόλις τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα ως προνόμιο των πλουσίων της Δύσης. Οι πρώιμοι Ευρωπαίοι –και ιδιαίτερα οι αρχαίοι Έλληνες– θεωρούσαν την ακτή τόπο κακουχίας και κινδύνου. Αν και ζούσαν κυρίως κοντά στη θάλασσα, τη φοβούνταν και προτιμούσαν τη γεωργική ζωή ως ασφαλέστερη και πιο αξιοσέβαστη.

Αισθήσεις και φόβος στην αρχαιότητα

Όπως αναφέρω στο βιβλίο μου «Η Θάλασσα στη Φαντασία των Ελλήνων» (2016), η αρχαία ελληνική λογοτεχνία αγνοεί τις θετικές αισθήσεις της παραλίας και εστιάζει στις αρνητικές, αναδεικνύοντας τη δυσφορία που προκαλούσε η επαφή με τη θάλασσα. Για παράδειγμα, δίνεται έμφαση στην έντονη μυρωδιά των φυκιών και της αλμύρας.

Στην «Οδύσσεια», ο Μενέλαος και οι σύντροφοί του αναγκάζονται να κρυφτούν κάτω από δέρματα φώκιας για να παγιδεύσουν τον θαλάσσιο θεό Πρωτέα. Η δυσωδία είναι τόσο αποπνικτική που μόνο με θεϊκή αμβροσία καταφέρνουν να αντέξουν. Παράλληλα, ενώ σήμερα ο ήχος των κυμάτων μάς χαλαρώνει, στην αρχαιότητα το βροντερό κύμα θύμιζε μάχη – όπως περιγράφεται στην «Ιλιάδα», όπου η επίθεση των Τρώων παρομοιάζεται με φουρτουνιασμένη θάλασσα.

Ακόμη και ο όμορφος Οδυσσέας παρουσιάζεται αλλοιωμένος από τον ήλιο και το αλάτι. Μετά από δέκα χρόνια περιπλάνησης στη θάλασσα, φτάνει εξαντλημένος στο νησί των Φαιάκων, προκαλώντας τρόμο στους υπηρέτες της πριγκίπισσας Ναυσικάς λόγω της καμένης του επιδερμίδας και των αλάτων που τον καλύπτουν.

Η άμμος της παραλίας και η ίδια η θάλασσα θεωρούνταν στείρες σε σύγκριση με τα εύφορα χωράφια. Έτσι, στα ομηρικά έπη η θάλασσα αποκαλείται συχνά «ατρύγετος» – δηλαδή «χωρίς συγκομιδή». Πρόκειται για μια παράδοξη αντίληψη, αφού σήμερα γνωρίζουμε πως οι ωκεανοί παρέχουν περίπου 2% των συνολικών θερμίδων και 15% της πρωτεΐνης που καταναλώνει ο άνθρωπος. Οι ίδιοι οι Έλληνες απολάμβαναν ψάρια, πολλά από τα οποία ήταν πολυτελείς λιχουδιές για τους εύπορους.

Ο θάνατος και το υπερβατικό στην παραλία

Στην αρχαία ελληνική γραμματεία, η παραλία συνδέεται με τον φόβο και τον θάνατο. Ήταν σύνηθες να πενθούνται οι νεκροί δίπλα στη θάλασσα, ενώ τάφοι – ιδίως κενοτάφια για όσους χάθηκαν στα κύματα – βρίσκονταν συχνά κοντά στην ακτή. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τάφος του τυράννου Κλεόβουλου στη Ρόδο.

Η απώλεια ταφής θεωρούνταν ιδιαίτερα σκληρή μοίρα: όσοι δεν ενταφιάζονταν ήταν καταδικασμένοι να περιπλανώνται ως φαντάσματα στη γη, αντί να καταλήξουν στον σκοτεινό αλλά αξιοπρεπή Κάτω Κόσμο. Όπως έχει δείξει η κλασική φιλόλογος Gabriela Cursaru, η παραλία αποτελούσε ένα «μεταίχμιο» ανάμεσα στον κόσμο των ζωντανών και των νεκρών.

Ωστόσο, η παραλία δεν είχε μόνο αρνητική χροιά για τους Έλληνες. Καθώς αποτελούσε γέφυρα μεταξύ στεριάς και θάλασσας, θεωρούνταν επίσης πέρασμα μεταξύ ανθρώπων, νεκρών και θεών. Πολλά μαντεία νεκρών βρίσκονταν σε παραθαλάσσιες τοποθεσίες ή σε βράχια πάνω από τη θάλασσα.

Οι θεοί εμφανίζονταν συχνά στις ακτές: στην «Ιλιάδα», ο Aπόλλωνας ακούει τα παράπονα του ιερέα Χρύση στην παραλία κι εξαπολύει λοιμό εναντίον των Ελλήνων για να εκδικηθεί την προσβολή εις βάρος της κόρης του.

Η παραλία ως σημείο συνάντησης λαών – κι ευκαιριών

Πέρα από τις θρησκευτικές αντιλήψεις, η παραλία λειτουργούσε ως σημείο επαφής μεταξύ της Ελλάδας και μακρινών τόπων. Εχθρικοί στόλοι, έμποροι ή πειρατές συχνά προσέγγιζαν τις ακτές επειδή τα αρχαία πλοία δεν άντεχαν πολύ στη θάλασσα χωρίς ανεφοδιασμό – γεγονός που καθιστούσε την παραλία επικίνδυνη περιοχή.

Ωστόσο, τα συντρίμμια ναυαγίων μπορούσαν να φέρουν απρόσμενους «θησαυρούς» – στοιχείο που συναντούμε σε πολλές αρχαίες ιστορίες. Στο μυθιστόρημα «Δάφνις και Χλόη», ο φτωχός βοσκός Δάφνις βρίσκει ένα πουγκί στην παραλία, γεγονός που του επιτρέπει να παντρευτεί τη Χλόη κι έτσι ολοκληρώνεται ευτυχισμένα η ιστορία τους.

Ίσως κάτι απ’ αυτή την αντίληψη επιβιώνει μέχρι σήμερα: το «ψάξιμο» στην ακτή εξακολουθεί να είναι αγαπημένο χόμπι – ακόμα κι αν περιλαμβάνει ανιχνευτές μετάλλων! Πέρα από τα τεκμηριωμένα ψυχολογικά οφέλη του περιπάτου στην άμμο, το beachcombing εκφράζει τη διαχρονική ανθρώπινη γοητεία για τη θάλασσα και τους κρυμμένους της θησαυρούς – από κοχύλια έως χρυσά νομίσματα εποχής.

Όπως συνέβαινε στους αρχαίους Έλληνες, έτσι κι εμείς σήμερα νιώθουμε ότι η παραλία μας φέρνει στο κατώφλι ενός διαφορετικού κόσμου.

Πηγή: popsci.com