Παραπονιέστε ότι τα κουνούπια τσιμπάνε μόνο εσάς; Η επιστήμη απαντά στο γιατί, και πώς να τα αποφύγετε
Είναι ενοχλητικά, προκαλούν ανεξέλεγκτη φαγούρα και συχνά μεταφέρουν ασθένειες και μολύνσεις. Παρά το ότι τα κουνούπια επιστρέφουν κάθε καλοκαίρι, δεν ελκύονται το ίδιο από όλους μας. Πίσω από την ευπάθεια ορισμένων ανθρώπων βρίσκονται παράγοντες όπως το εκπνεόμενο διοξείδιο του άνθρακα, η θερμότητα σώματος, η υγρασία αλλά και η εξωτερική εμφάνιση. Η οσμή του δέρματος αποτελεί επίσης καθοριστικό στοιχείο για το ποιοι γίνονται συχνότερα στόχος.
«Η σωματική οσμή καθορίζεται από χημικές ενώσεις όπως τα καρβοξυλικά οξέα και οι αλδεΰδες. Όσοι εκκρίνουν μεγαλύτερες ποσότητες συγκεκριμένων ουσιών είναι συνήθως πιο ελκυστικοί στα κουνούπια», εξηγεί η Ισαμπέλ Φερνάντεθ δε Άλμπα, αλλεργιολόγος στο Νοσοκομείο Universitario HLA Inmaculada της Γρανάδας. Για όσους ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, η έλξη που ασκούν στα κουνούπια δύσκολα θα αλλάξει με τον χρόνο.
Σύμφωνα με τη Φερνάντεθ δε Άλμπα, υπάρχει γενετικός παράγοντας, όπως αποδεικνύουν μελέτες σε μονοζυγωτικούς δίδυμους που προσελκύουν εξίσου τα έντομα. Τα κουνούπια δεν τσιμπάνε όλους το ίδιο, ούτε οι αντιδράσεις μας σε αυτά είναι ίδιες.
Συνήθως το τσίμπημα προκαλεί ήπια φλεγμονή και ερεθισμό του δέρματος. Ωστόσο, κάποιοι εμφανίζουν υπερβολικές αντιδράσεις: το σημείο μπορεί να πρηστεί μέχρι και δέκα εκατοστά, συνοδευόμενο από έντονα συμπτώματα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το δέρμα κοκκινίζει, θερμαίνεται και απαιτεί θεραπεία με αντιισταμινικά, κορτικοστεροειδή ή ακόμα και τοπικά ή από του στόματος αντιβιοτικά στις πιο σοβαρές καταστάσεις.
Πότε το τσίμπημα γίνεται επικίνδυνο
Για να εντοπίσουμε σοβαρή αλλεργική αντίδραση, κλειδί είναι τα γενικευμένα συμπτώματα ή βλάβες μακριά από το αρχικό τσίμπημα. «Αν για παράδειγμα μας τσίμπησε στο χέρι και εμφανιστεί εξάνθημα στα πόδια ή έχουμε ζάλη, απώλεια συνείδησης, δυσκολία στην αναπνοή, εμετούς ή διάρροια, τότε πρόκειται για αλλεργική αντίδραση», τονίζει η Φερνάντεθ δε Άλμπα.
Είναι δυνατόν να προκληθεί αναφυλαξία από τσίμπημα κουνουπιού; Ο Ραούλ ντε Λούκας Λαγκούνα, επικεφαλής παιδοδερματολόγος στο Νοσοκομείο La Paz της Μαδρίτης, εξηγεί ότι αν κάποιος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στα έντομα μπορεί να πάθει αναφυλακτικό σοκ, αν και αυτό είναι σπάνιο με τα κουνούπια. Τέτοιες αντιδράσεις είναι συνηθέστερες σε τσιμπήματα σφήκας ή μέλισσας λόγω της μεγαλύτερης ποσότητας δηλητηρίου.
Στα κουνούπια συνήθως παρατηρείται υπερευαισθησία — δηλαδή μεγαλύτερη φλεγμονή στο σημείο. Αν και δεν έχει παρατηρηθεί αύξηση σοβαρών περιστατικών λόγω κουνουπιών, υπάρχουν εντονότερες αντιδράσεις σε άτομα με ανοσολογικά νοσήματα όπως ατοπική δερματίτιδα ή χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία.
Νέοι κίνδυνοι: Τίγρης κουνουπιού και μετάδοση ασθενειών
Η εξάπλωση του κουνουπιού-τίγρης στην Ισπανία και τη νότια Ευρώπη λόγω της κλιματικής αλλαγής δημιουργεί νέες απειλές. Το συγκεκριμένο είδος προκαλεί όχι μόνο πιο έντονες αντιδράσεις αλλά αυξάνει τον κίνδυνο μετάδοσης νοσημάτων όπως ο δάγκειος πυρετός και η chikungunya. Αυτό απαιτεί εντατικότερη επιτήρηση και ενημερωτικές καμπάνιες πρόληψης.
Για προστασία εντός σπιτιού προτείνονται σίτες ή ηλεκτρικές συσκευές κατά των κουνουπιών. Σε εξωτερικούς χώρους, η πρόληψη περιορίζεται στη χρήση αντικουνουπικών.
Υπάρχουν χημικά προϊόντα με βάση τη DEET, ικαριδίνη ή IR3535 που θεωρούνται αποτελεσματικά — ιδίως σε περιοχές με αυξημένο πληθυσμό κουνουπιών ή όπου υπάρχει κίνδυνος μετάδοσης ασθενειών όπως ο δάγκειος πυρετός ή η ελονοσία.
Υπάρχουν επίσης φυσικά απωθητικά αλλά όχι όλα είναι το ίδιο αποτελεσματικά. Η Φερνάντεθ δε Άλμπα προτείνει να επιλέγουμε φόρμουλες που έχουν δοκιμαστεί τόσο σε εργαστήριο όσο και στο πεδίο. Το αιθέριο έλαιο κιτρονέλλας αλλά και αυτό της γατομέντας (Nepeta cataria), χάρη στη νεπεταλακτόνη που περιέχει (και κάνει τις γάτες παιχνιδιάρικες), συγκαταλέγονται στα πιο δραστικά φυσικά απωθητικά: μπορούν να απωθήσουν έως και 70% των κουνουπιών ακόμη κι όταν χρησιμοποιούνται σε μικρή ποσότητα.
Ωστόσο, τα φυσικά απωθητικά διαρκούν λιγότερο από τα συνθετικά κι έτσι χρειάζεται επανάληψη κάθε μία με δύο ώρες για διατήρηση της προστασίας.
Μύθοι & αποτελεσματική αντιμετώπιση των τσιμπημάτων
Γύρω από τα τσιμπήματα των κουνουπιών κυκλοφορούν πολλοί μύθοι που μπορεί να οδηγήσουν σε λάθη ή ακόμα και επιδείνωση της κατάστασης. Η Έστερ Γκόμεζ, νοσηλεύτρια επειγόντων περιστατικών και καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αυτόνομο της Μαδρίτης, υπογραμμίζει τη σημασία της επιστημονικής προσέγγισης.
«Ένας συχνός μύθος είναι ότι το ξύσιμο βοηθά στη γρηγορότερη ανακούφιση της φαγούρας, ενώ στην πραγματικότητα επιδεινώνει τη φλεγμονή και μπορεί να προκαλέσει δευτερογενείς μολύνσεις. Το ξύσιμο δημιουργεί μικροσκοπικές ρωγμές που επιτρέπουν την είσοδο μικροβίων», σημειώνει.
Άλλος μύθος είναι ότι προϊόντα όπως ξύδι, οδοντόκρεμα ή αλκοόλ βοηθούν στη θεραπεία της φαγούρας — στην πραγματικότητα μπορεί να ερεθίσουν ακόμα περισσότερο το δέρμα χωρίς αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα.
Τέλος, αν ένα τσίμπημα μολυνθεί δεν φταίει κάτι που μετέφερε το κουνούπι αλλά το ξύσιμο και τα βακτήρια της επιφάνειας του δέρματος.
Τι πρέπει να κάνετε μετά το τσίμπημα
Αν κι ένα τσίμπημα συνήθως υποχωρεί γρήγορα μόνο του, η σωστή αντιμετώπιση μειώνει τον κίνδυνο επιπλοκών. Η Γκόμεζ συνιστά πρώτα πλύσιμο με σαπούνι και νερό ώστε να περιοριστεί ο κίνδυνος βακτηριακής μόλυνσης.
«Συχνά αυτό που περιπλέκει ένα απλό τσίμπημα δεν είναι τόσο το κουνούπι όσο το ξύσιμο που διασπά τον φραγμό του δέρματος. Γι’ αυτό έχει μεγάλη σημασία να αποφύγετε το ξύσιμο ακόμα κι αν η φαγούρα είναι έντονη», αναφέρει.
Η εφαρμογή ψυχρού (κομπρέσα ή παγάκια σε πανί) μπορεί να καταπραΰνει τη φλεγμονή και τη φαγούρα. Για εντονότερο ερεθισμό, η πιο αποτελεσματική θεραπεία είναι τα ήπια κορτικοστεροειδή (όπως υδροκορτιζόνη 1%), εφόσον χρησιμοποιηθούν μέσα στις πρώτες ημέρες. Τα αντιισταμινικά από το στόμα (λοραταδίνη ή σετιριζίνη) βοηθούν όταν υπάρχουν πολλά τσιμπήματα ή έντονη φαγούρα. Για παιδιά ή πιο ήπιες περιπτώσεις ενδείκνυνται λοσιόν με καλαμίνα, αλόη βέρα ή μενθόλη για την καταπραϋντική τους δράση.
Διαβάστε το αρχικό άρθρο εδώ.