Το “χλιαρό” αποτύπωμα της Μόσχας στον νέο κύκλο σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή
Η τελευταία ανάφλεξη μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, με την εμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών και τις στοχευμένες επιδρομές κατά πυρηνικών εγκαταστάσεων, φέρνει ξανά στο προσκήνιο το ερώτημα για τον ρόλο της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή. Το Κρεμλίνο, αν και καταδίκασε ρητά την επίθεση, απέφυγε να στηρίξει ουσιαστικά την Τεχεράνη, αποκαλύπτοντας την εύθραυστη ισορροπία που προσπαθεί να διατηρήσει ανάμεσα στην Τεχεράνη, το Τελ Αβίβ και την Ουάσινγκτον.
Πίσω από τις διπλωματικές δηλώσεις και τις επικλήσεις στο διεθνές δίκαιο, η Μόσχα εμφανίζεται περισσότερο ως δύναμη τακτικού υπολογισμού παρά ως πυλώνας γεωστρατηγικής σταθερότητας – και αυτό δεν περνά απαρατήρητο από τους βασικούς παίκτες της περιοχής.
Ρήγματα στη ρωσο-ιρανική σύμπραξη
Η αντίδραση της Μόσχας στις αμερικανοϊσραηλινές επιθέσεις χαρακτηρίστηκε από οργισμένη ρητορική, αλλά και προσεκτική αποφυγή στρατιωτικής εμπλοκής. Ο Ρώσος πρεσβευτής στον ΟΗΕ έκανε λόγο για «άνοιγμα του κουτιού της Πανδώρας», ενώ ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν περιορίστηκε να καταγγείλει τις επιθέσεις ως «απρόκλητες και αδικαιολόγητες» κατά τη συνάντησή του με τον Ιρανό ΥΠΕΞ Αμπάς Αραγτσί. Η έλλειψη πρακτικής στήριξης προς το Ιράν εκλήφθηκε από πολλούς αναλυτές ως ένδειξη κάμψης του ρωσικού αποτυπώματος στην περιοχή.
Παρότι οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν εμβαθυνθεί από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία – με το Ιράν να παρέχει drones τύπου Shahed και τεχνογνωσία παραγωγής – η στρατηγική συμφωνία του Ιανουαρίου 2025 παραμένει χωρίς εφαρμογή.
Όπως παρατηρεί ο αναλυτής Ρενώ Μανσούρ του Chatham House, το Ιράν ήλπιζε σε σταθερή ρωσική στήριξη μετά τις σημαντικές περιφερειακές απώλειες, όπως η ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ και η αποδυνάμωση της Χεζμπολάχ.
Ωστόσο, η συμφωνία μεταξύ Ρωσίας και Ιράν δεν προβλέπει ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής – μονάχα μια δέσμευση να μην υποστηρίξουν επιθετικές ενέργειες τρίτων χωρών μεταξύ τους. Η δυσαρέσκεια της Τεχεράνης είναι διάχυτη: «Αντιμετωπίζουν ταυτόχρονα τις ΗΠΑ και το Ισραήλ και νιώθουν ότι η Ρωσία δεν επεμβαίνει», επισημαίνει ο Μανσούρ.
Περιορισμοί, προτεραιότητες και απώλειες ισχύος
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, απέρριψε κάθε υπόνοια εγκατάλειψης του Ιράν, δηλώνοντας ότι η ρωσική στάση υπήρξε ξεκάθαρη και υποστηρικτική, ενώ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο αποστολής αμυντικών συστημάτων, «αν το ζητήσει το Ιράν».
Ωστόσο, το ζήτημα είναι πιο περίπλοκο: το μεγαλύτερο μέρος των ιρανικών αντιαεροπορικών συστημάτων έχει καταστραφεί και η αναπλήρωσή τους δεν είναι εύκολη υπόθεση – ούτε τεχνικά, ούτε στρατηγικά.
Ο Αρμίν Μαχμουντιαν, ερευνητής στο Ινστιτούτο Παγκόσμιας Εθνικής Ασφάλειας, υποστηρίζει ότι η Ρωσία δύσκολα θα ανταποκριθεί στις ιρανικές ανάγκες, καθώς τα ίδια συστήματα είναι απολύτως αναγκαία στην πολεμική προσπάθεια στην Ουκρανία. Επιπλέον, αν η Τεχεράνη σταματήσει να εξάγει drones στη Ρωσία, λόγω των ζημιών στις εγκαταστάσεις παραγωγής που επλήγησαν από το Ισραήλ, τότε και η Μόσχα θα χάσει ένα σημαντικό πλεονέκτημα.
Ο εύθραυστος διπλωματικός χορός με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ
Η διπλωματική ισορροπία της Ρωσίας δεν περιορίζεται στο Ιράν. Η Μόσχα διατηρεί συντονισμό με το Ισραήλ στη Συρία, ώστε να αποφευχθούν άμεσες συγκρούσεις μεταξύ των στρατιωτικών τους δυνάμεων. Εξάλλου, το Ισραήλ έχει αποφύγει να πάρει θέση στον πόλεμο της Ουκρανίας, επιδιώκοντας ουδετερότητα απέναντι στη Ρωσία.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν ανέφερε σε συνέδριο στην Αγία Πετρούπολη ότι στην ισραηλινή κοινωνία ζουν περίπου 2 εκατομμύρια άτομα ρωσικής ή πρώην σοβιετικής καταγωγής, γεγονός που επηρεάζει τις αποφάσεις της Μόσχας.
Ταυτόχρονα, η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ άνοιξε νέο δίαυλο επαναπροσέγγισης με τις ΗΠΑ. Σύμφωνα με τον οικονομολόγο Χόλγκερ Σμίεντινγκ της τράπεζας Berenberg, ο Τραμπ δεν φαίνεται διατεθειμένος να ενισχύσει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, εκτός αν ενοχληθεί προσωπικά από τη στάση του Πούτιν έναντι του Ιράν. Αυτό προσδίδει εύθραυστο χαρακτήρα στη νέα ρωσοαμερικανική επικοινωνία.
Κέρδη από το χάος ή στρατηγική απουσία;
Παρά τις δυσκολίες, η Ρωσία έχει και λόγους να δει θετικά τη νέα σύγκρουση: η άνοδος των τιμών πετρελαίου ενισχύει τον κρατικό προϋπολογισμό, προσφέρει πόρους για την πολεμική βιομηχανία, ενισχύει τη στρατολόγηση και μειώνει τις εσωτερικές κοινωνικές πιέσεις.
Παράλληλα, οι δυτικές εστίες ενδιαφέροντος μετατοπίζονται, διευκολύνοντας τη Μόσχα να κινηθεί πιο επιθετικά στην Ουκρανία. Αν και η Ρωσία δήλωσε έτοιμη να αναλάβει ρόλο μεσολαβητή μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, τελικά ο Πούτιν υπαναχώρησε υπό τον φόβο απόρριψης από τον Τραμπ. Ο Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε πως η Ρωσία είναι πρόθυμη να συμβάλει στην αποκλιμάκωση, χωρίς να αναλάβει τον ρόλο διαμεσολαβητή.
Η αναλύτρια και πρώην Ισραηλινή βουλευτής Ξένια Σβέτλοβα σημείωσε ότι η Ρωσία δεν διαθέτει ουσιαστικούς μοχλούς πίεσης προς την Τεχεράνη, ενώ η αποτυχία της να αποτρέψει την κατάρρευση του Άσαντ ενισχύει την εικόνα ενός παρηκμασμένου περιφερειακού δρώντα.
Μετα-σύγκρουση Ρωσίας: επιρροή υπό αμφισβήτηση
Το κρίσιμο ερώτημα πλέον είναι κατά πόσο η Ρωσία μπορεί να ανακτήσει τον στρατηγικό της ρόλο στη Μέση Ανατολή. Η πολεμική εξάρτηση από την Ουκρανία στραγγίζει τόσο πόρους όσο και πολιτικό κεφάλαιο. Η Μόσχα αναγκάζεται να οικοδομήσει νέες σχέσεις με τη μετα-ασαντική Συρία, αλλά και με χώρες όπως η Αίγυπτος και η Τουρκία, μέσα από ανταλλακτικές γεωπολιτικές συμφωνίες.
Ο Μανσούρ θεωρεί ότι, παρά τις απώλειες, η Ρωσία θα συνεχίσει να επιδιώκει παρουσία στη Μέση Ανατολή. Όμως, όπως επισημαίνει ο Μαχμουντιάν, το γεγονός ότι δεν προστάτευσε ενεργά το Ιράν δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες για τη συνέπεια και αξιοπιστία των ρωσικών συμμαχιών. Αν χώρες όπως η Αίγυπτος και η Τουρκία εκλάβουν αυτή την απραξία ως ένδειξη αδυναμίας, ενδέχεται να επανεξετάσουν τον βαθμό εξάρτησής τους από τη Μόσχα.