Όταν η Θεολογία διαμορφώνει γεωπολιτική ατζέντα: Ο λόγος περί Ιεζεκιήλ στην κλιμάκωση του πολέμου Ισραήλ–Ιράν

 Όταν η Θεολογία διαμορφώνει γεωπολιτική ατζέντα: Ο λόγος περί Ιεζεκιήλ στην κλιμάκωση του πολέμου Ισραήλ–Ιράν

Η συζήτηση γύρω από την σύγκρουση ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν δεν περιορίζεται σε αμιγώς γεωπολιτικούς ή ενεργειακούς όρους· για ένα σημαντικό τμήμα του αμερικανικού προτεσταντικού χώρου φέρει υπαρξιακό, σχεδόν αποκαλυπτικό φορτίο. Στην καρδιά του αφηγήματος δεσπόζει ο προφήτης Ιεζεκιήλ και τα κεφάλαια 38–39 περί «Γωγ και Μαγώγ». Οι χριστιανοί σιωνιστές –ή «χιλιαστές» όπως συχνά αποκαλούνται– θεωρούν την επανίδρυση του σύγχρονου Ισραήλ το 1948 και τη συνακόλουθη συγκέντρωση των Εβραίων στην Παλαιστίνη ως αναγκαία προϋπόθεση για τον ερχομό του Μεσσία, που θα βασιλεύσει «χίλια χρόνια».

Αυτή η πίστη διαμορφώνει όχι απλώς θεολογική, αλλά και στρατηγική ατζέντα: ο πόλεμος με το Ιράν εκλαμβάνεται ως «επόμενο βήμα» στην αλυσιδωτή εκπλήρωση των προφητειών.

Η θεολογία της Πολιτικής

Σύμφωνα με την Αμερικανίδα γεωγράφο Τρίσταν Στουρμ, η οποία μελετά τη σχέση θρησκείας και γεωπολιτικής, οι ευαγγελικοί υποστηρικτές του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ «διαβάζουν» κάθε κλιμάκωση στην περιοχή υπό το φως της Βίβλου.

Ο συντηρητικός πάστορας Μάικ Χάκαμπι, πρώην κυβερνήτης του Αρκάνσας και πρέσβης ρητορικής σε φιλοϊσραηλινά φόρα, απηύθυνε στον Τραμπ ανοικτή επιστολή στην οποία υποστήριξε ότι ο πρόεδρος «κλήθηκε από τον Θεό» να σταθεί απέναντι στην Τεχεράνη.

Ο Χάκαμπι δεν πρωτοτύπησε: την ίδια «θεία εντολή» είχαν αποδώσει στον Τραμπ ο τότε ΥΠΕΞ Μάικ Πομπέο και ο τηλε-ευαγγελιστής Τζον Χέιτζι ήδη από το 2018, συγκρίνοντάς τον με τη βασίλισσα Εσθήρ αλλά και τον βασιλιά Κύρο – δύο βιβλικές μορφές που, κατά τη χριστιανική ερμηνεία, έσωσαν τον εβραϊκό λαό.

Η λογική είναι απλή: εφόσον η Περσία (παλαιό όνομα του Ιράν) συγκαταλέγεται στον συνασπισμό που προφητεύει ο Ιεζεκιήλ ότι θα επιτεθεί εναντίον του Ισραήλ, κάθε ένταση στο μέτωπο Ιράν–Ισραήλ μπορεί να εκληφθεί ως προ-οιωνός της τελικής σύγκρουσης στον Αρμαγεδδώνα. Δεν είναι τυχαίο ότι ο τηλεκήρυκας Γκρεγκ Λόρι μίλησε σε κήρυγμά του για «πρόβα» του βιβλικού σεναρίου, ενώ ο συγγραφέας-αναλυτής Τζόελ Ρόζενμπεργκ υποστηρίζει ότι ο Θεός «θα καταστρέψει την ιρανική στρατιωτική μηχανή» βάσει της προφητείας του προφήτη Ιερεμία για την «Ελάμ».

Πρόσωπα και μύθοι

Πέρα από την ευαγγελική βάση, ο θρησκευτικός λόγος έχει διαποτίσει και ισραηλινό τμήμα του δημόσιου διαλόγου. Ραββίνοι του κινήματος Αβραάμ Γιτζάκ Κουκ και πολιτικοί όπως ο πρωθυπουργός Βενιαμίν Νετανιάχου υιοθετούν ρητορική περί «βιβλικού καθήκοντος» να αποτραπεί η ιρανική «απειλή του Αρχαίου Πέρση Αρμανίτη Χαμάν». Τα μίντια της ισραηλινής δεξιάς αντιπαραβάλλουν συχνά τον Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ με τον βιβλικό Χαμάν – τον σύμβουλο του Πέρση βασιλιά που ήθελε να αφανίσει τον εβραϊκό λαό.

Από την άλλη πλευρά, μέρος του ιρανικού θεολογικού κατεστημένου βλέπει στη ρητορική αυτή ένδειξη ότι ο «Μεγάλος Σατανάς» (Ηνωμένες Πολιτείες) επιχειρεί να επιβάλει τη δική του εσχατολογία.

Στον σιιτικό δωδεκαδικό λόγο, η επανεμφάνιση του Ιμάμη Μαχντί και η «απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ» αποτελούν κεντρικό αφήγημα, κάτι που μετατρέπει τον πόλεμο όχι απλώς σε σύγκρουση κρατών αλλά σε ιερή υπόθεση.

Η γεωπολιτική κρούστα

Πίσω από τα θρησκευτικά αφηγήματα, προβάλλουν απτά συμφέροντα. Η ενεργειακή ασφάλεια της Δύσης, η ασφαλής ροή του πετρελαίου από τον Περσικό και η ανάσχεση του ιρανικού πυραυλικού προγράμματος αποτελούν βασικούς πυλώνες της αμερικανικής στρατηγικής εδώ και δεκαετίες.

Ωστόσο, η έμφαση σε βιβλικά μοτίβα από στελέχη όπως ο υπουργός Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ αλλοιώνει τη δημόσια συζήτηση: οι στρατηγικοί περιορισμοί χρωματίζονται με όρους καλού–κακού, όπου ο τόνος της μεταφυσικής αναγκαιότητας αποστειρώνει την ορθολογική κριτική.

Επιπλέον, διάφορες οργανώσεις χριστιανικού σιωνισμού προσφέρουν ετησίως δεκάδες εκατομμύρια δολάρια σε ισραηλινούς εποικισμούς στη Δυτική Όχθη. Τα χρήματα στοχεύουν στην «επιτάχυνση» της συγκέντρωσης των Εβραίων, κάτι που θεωρείται απαραίτητο για τον μελλοντικό Χιλιετή Χριστό. Η αντιπαράθεση με το Ιράν χρησιμοποιείται συχνά ως εργαλείο χρηματοδότησης, διότι παρουσιάζεται ως «τελική μάχη» πριν από τον Θεϊκό Θρίαμβο.

Αντίλογος και σκεπτικισμός

Εντός του ίδιου του ευαγγελικού κόσμου δεν λείπουν φωνές επιφύλαξης. Ο θεολόγος Ράσελ Μουρ, πρώην πρόεδρος της Επιτροπής Ηθικής και Θρησκευτικής Ελευθερίας των Νοτίων Βαπτιστών, προειδοποιεί: «Οι ευθυγραμμίσεις εκάστου πολέμου με εσχατολογικά διαγράμματα δεν δικαιώθηκαν ιστορικά· το μόνο που επιτεύχθηκε ήταν η πρόκληση φόβου και η άκριτη στήριξη αμφιλεγόμενων πολιτικών».

Θυμίζει πως στη δεκαετία του ’80 το Σοβιετικό μπλοκ θεωρήθηκε «Γωγ–Μαγώγ», ενώ τη δεκαετία του ’90 η Βαγδάτη βαφτίστηκε «Νέα Βαβυλώνα». Καμιά από τις απόλυτες προφητείες περί άμεσης Δευτέρας Παρουσίας δεν επαληθεύτηκε.

Το επιχείρημα δεν είναι θεολογικό μονάχα· είναι και ηθικο-πολιτικό. Εφόσον οι πράξεις δικαιολογούνται ως «θεόσταλτες», οι φορείς τους απαλλάσσονται –ή τουλάχιστον έτσι αισθάνονται– από λογοδοσία για τις υλικές συνέπειες. Έτσι, ο αέναος κύκλος βίας στη Γάζα, η εξώθηση εκατοντάδων χιλιάδων Παλαιστινίων σε διαρκή προσφυγιά ή ακόμη και ο κίνδυνος πυρηνικής κλιμάκωσης αντιμετωπίζονται από ορισμένους ως «αναγκαίες ωδίνες».

Πώς διαβάζουμε τον Ιεζεκιήλ;

Κεντρικό σημείο της διαμάχης παραμένει η ερμηνεία του βιβλίου Ιεζεκιήλ. Οι περισσότεροι μελετητές συμφωνούν ότι ο προφήτης μιλούσε για δυνάμεις της εποχής του (π.χ. φυλές της στέπας) και όχι για κράτη του 21ου αιώνα. Εντούτοις, η μεταφορά «από το Βορρά» ταυτίστηκε στη νεότερη εκκλησιαστική γραμματεία με τη Ρωσία ή το Ιράν, γεννώντας μια αναχρονιστική ανάγνωση.

Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο περίπλοκη εξαιτίας της διάχυτης πληροφορίας στο διαδίκτυο. Ένα σύντομο βίντεο στο YouTube που αποκαλεί τον Χαμενεΐ «Γωγ» αρκεί για να συγκεντρώσει εκατομμύρια προβολές, προσφέροντας έτοιμη κοσμοθεωρία.

Η αλγοριθμική ενίσχυση των πιο ακραίων αφηγήσεων πολλαπλασιάζει την κυκλοφορία συνωμοσιολογίας, καθώς αυτές οι αφηγήσεις παρέχουν καθαρό ηθικό δίπολο και δραματικό σασπένς.

Ιράν, Ισραήλ και το φάσμα της πραγματικότητας

Παρά τον θρησκευτικό διάκοσμο, τα βασικά διακυβεύματα παραμένουν γήινα:

  1. Πυρηνικό πρόγραμμα Ιράν: Η αποσάθρωση της συμφωνίας του 2015 και το πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου ενισχύουν τον φόβο «σημείου μηδέν».
  2. Περιφερειακή επιρροή: Το Ιράν υποστηρίζει δυνάμεις όπως η Χεζμπολάχ και οι Χούθι, προκαλώντας ανησυχία στο Ισραήλ, στη Σαουδική Αραβία και στις ΗΠΑ.
  3. Αγωγοί και θαλάσσιοι δίαυλοι: Το στενό του Ορμούζ φιλοξενεί το 20 % του παγκόσμιου εμπορίου πετρελαίου· οποιαδήποτε ανάφλεξη απειλεί να εκτοξεύσει τις τιμές της ενέργειας.

Αν σε αυτά προστεθεί η εσωτερική πολιτική των ΗΠΑ –όπου οι ευαγγελικοί ψηφοφόροι αντιπροσωπεύουν περί το 25 % του εκλογικού σώματος– γίνεται σαφές γιατί η βιβλική γλώσσα είναι πολιτικά «επωφελής». Ο Τραμπ, ιδίως μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, επενδύει εκ νέου στην «ιερή αποστολή» για να κινητοποιήσει την κομματική βάση.

Προφητεία ή αυτοεκπληρούμενη προφητεία;

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος σε τέτοιες ερμηνείες είναι η αυτοεκπλήρωση. Όταν οι ηγέτες πείθονται ότι μια σύγκρουση είναι νομοτελειακή, ενδέχεται να δρουν έτσι ώστε να την καταστήσουν αναπόφευκτη.

Η ψυχολογική πίεση του κοινού –που αναμένει «σημεία και τέρατα»– λειτουργεί ως ενισχυτής. Παράλληλα, κάθε βήμα αποκλιμάκωσης (όπως οι διμερείς διαπραγματεύσεις στη Μόσχα το 2023 ή η μεσολάβηση της Ντόχα το 2024) ερμηνεύεται από τους «προφητικούς αναλυτές» ως προσωρινή αναβολή, όχι ως αποτροπή.

Η αντιθετική φωνή των μετα-ευαγγελικών θεολόγων, όπως ο Αμερικανός καθηγητής Ντέιβιντ Μπεντνάρ, τονίζει ότι το βιβλίο της Αποκάλυψης χρησιμοποιεί «συμβολικές γλώσσες κρίσης» και δεν προσφέρει γεωγραφικό χάρτη. Η επιμονή σε μονοσήμαντες προβλέψεις αποστερεί τις Γραφές από το ποιητικό και ηθικό τους βάθος, μετατρέποντάς τες σε απλοϊκή χρονολογική πρόβλεψη.

Μια πίστη, δύο κόσμοι

Ο λόγος περί «Ιεζεκιήλ» και «Ιερεμία» λειτουργεί διττά: ενώνει ετερογενείς χριστιανικές κοινότητες πίσω από έναν κοινό εσχατολογικό ορίζοντα, αλλά ταυτόχρονα απωθεί παραδοσιακούς συμμάχους που ανησυχούν για θεοκρατικό μεσσιανισμό. Μέσα σε αυτό το μωσαϊκό, η ίδια η Μέση Ανατολή κινδυνεύει να γίνει θεατρική σκηνή για αλλότρια μυστικιστικά οράματα.

Τι μένει, λοιπόν, για τους ουδέτερους παρατηρητές; Πρώτον, να αναγνωρίσουν ότι οι θρησκευτικές αφηγήσεις δεν είναι περιθωριακές· επηρεάζουν πολιτικές αποφάσεις με απτά αποτελέσματα. Δεύτερον, να απαιτήσουν η συζήτηση περί ασφάλειας να εδράζεται σε διεθνές δίκαιο, όχι σε δοξασίες. Τρίτον, να καλλιεργηθούν δίαυλοι επικοινωνίας ανάμεσα σε θεολόγους και πολιτικούς, ώστε η πίστη να παραμένει πηγή ηθικού στοχασμού και όχι πρόσχημα πολέμου.

Καθώς το ενδεχόμενο μιας περιφερειακής ανάφλεξης επανέρχεται, είναι ζωτικής σημασίας να διαχωρίσουμε την ευσέβεια από τον πολεμοχαρή χιλιασμό. Ο προφήτης Ιεζεκιήλ μιλούσε για την ελπίδα αναδημιουργίας μετά την καταστροφή· δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι, 2.500 χρόνια αργότερα, τα λόγια του θα αποτελούσαν εργαλείο πραγματοποίησης μιας νέας καταστροφής. Επιμένοντας σε έναν διάλογο βασισμένο σε ιστορική συναίσθηση και πολιτικό πραγματισμό, ίσως αποφύγουμε να γίνουμε αυτό που τόσο φοβόμαστε: οι ακούσιοι πρωταγωνιστές μιας προφητείας που δεν μας ανήκει.