Τα “mea culpa” της “Ιθάκης”

 Τα “mea culpa” της “Ιθάκης”

Με την “Ιθάκη” (που βρίσκεται πλέον στις προθήκες των βιβλιοπωλείων) ο Αλέξης Τσίπρας κλείνει κάποιους λογαριασμούς του παρελθόντος. Όχι όλους, αρκετούς όμως. Έχοντας διαβάσει τις περισσότερες από τις 759 σελίδες του βιβλίου, μπορούμε πιά να κάνουμε κάποιες παρατηρήσεις. Με “κρύο αίμα”, δηλαδή με την χρονική απόσταση από τα γεγονότα και την φόρτιση που προκάλεσαν, όπως και με τις εκλογικές αναμετρήσεις που μεσολάβησαν από τότε και την λαϊκή ετυμηγορία που τα έκρινε, αυστηρά και δίκαια.

Στην πολιτική ιστορία της Μεταπολίτευσης, η αυτοκριτική δεν υπήρξε ποτέ χαρακτηριστικό του πολιτικού μας συστήματος, ακόμα περισσότερο των κομμάτων εξουσίας, και ιδιαίτερα εκείνων των πολιτικών προσώπων που κράτησαν στα χέρια τους τις τύχες της χώρας. Οι νίκες είχαν, δικαιωματικά, τους πατέρες τους, οι ήττες συνήθως παρασύρονταν από την ροή του πολιτικού χρόνου και παραπέμπονταν στους ιστορικούς του μέλλοντος.

Με ελάχιστες εξαιρέσεις, που αφορούσαν όμως στιγμές και όχι σύνολο πολιτικών και συμπεριφορών -ύφους και ήθους εξουσίας, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι-, οι είκοσι (μαζί με τους υπηρεσιακούς) πρωθυπουργοί μετά το 1974 απέφυγαν ως επί το πλείστον να εμβαθύνουν στα σφάλματά τους και να αναλάβουν την ευθύνη γι αυτά. Και τα ίδια τα κόμματα που κυβέρνησαν, συχνά δεν μπήκαν καν στον κόπο να αποτιμήσουν γιατί έχασαν σε εκλογές, ή για ποιόν λόγο δεν υλοποίησαν τις δεσμεύσεις τους.

Το σύνηθες είναι η μετάθεση ευθυνών και η αποφυγή απολογισμού. Ακόμα κι όταν κάτι τέτοιο επιχειρήθηκε, χάθηκε σε χαοτικές και αδιέξοδες εσωκομματικές διαδικασίες, οι δε πρώην πρωθυπουργοί επανήλθαν τις περισσότερες φορές ως “δικαιωμένοι” από τις εξελίξεις.

Χωρίς η “Ιθάκη” να συνιστά έναν τέτοιο ολοκληρωμένο απολογισμό, αξίζει να ειπωθεί πως περιέχει αρκετά εκτεταμένη περιγραφή και τεκμηρίωση των αποφάσεων που ελήφθησαν υπό το βάρος των γεγονότων την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ. Προφανώς, κάποια μυστικά παίρνονται στον τάφο (μεταφορικά), ή ορισμένα πράγματα για στιγμές, αποφάσεις, πρόσωπα, και καταστάσεις, δεν αναλύονται σε βάθος, ίσως για να μην θιγούν πρόσωπα και πολιτικές υπολήψεις.

Τις σελίδες της “Ιθάκης”, όμως, διατρέχει η διάθεση του συγγραφέα να αναλάβει την ευθύνη. Από το πρώτο εξάμηνο του 2015 και την ατυχέστατη επιλογή να τοποθετηθεί υπουργός Οικονομικών ο Γιάνης Βαρουφάκης, μέχρι τις τηλεοπτικές άδειες, την υπόθεση Novartis, την τραγωδία στο Μάτι, την εκλογική ήττα του 2019, την αναποφασιστικότητα την περίοδο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, την αδυναμία να προχωρήσει ο μετασχηματισμός του ΣΥΡΙΖΑ και να αντιμετωπιστούν τα φέουδα της εσωστρέφειας, και, τέλος, την εκλογική συντριβή του 2023.

Εάν κάποιοι περίμεναν ένα βιβλίο -χαρακίρι, κι ένα εισιτήριο αναχωρητισμού, είναι φανερό ότι διαψεύστηκαν.

Όμως, ο σκληρός αναγνώστης, και όσοι εντός ή εκτός πολιτικής σχολιαστές αξιολογήσουν την “αλήθεια” του Αλέξη Τσίπρα, μπορούν να αναπτύξουν επιχειρήματα για όσα υποτιμά, ή για εκείνα που δεν θίγει σε βάθος. Είναι δύσκολο, όμως, να ισχυριστεί κανείς ότι δεν κάνει αυτοκριτική. Σε κάποιες περιπτώσεις φαίνεται να βιάζεται να αναλάβει μόνο αυτός τις ευθύνες (και) άλλων, υπό το αυτονόητο, είναι αλήθεια, επιχείρημα πώς, ως πρωθυπουργός και πρόεδρος του κόμματος, εκείνος είχε τον πρώτο και τελευταίο λόγο.

Στο βιβλίο υπάρχει έμμεσα και μία εξήγηση σχετικά με την απόφαση του πρώην πρωθυπουργού να εγκαταλείψει τον ΣΥΡΙΖΑ και να προχωρήσει, όπως όλα δείχνουν, σε ένα νέο πολιτικό φορέα. Ομολογεί την προσωπική του ήττα από τους μηχανισμούς, τις συνιστώσες, και τις προσωπικές στρατηγικές. Οι αναφορές στην “Ομπρέλα”, στον Πολάκη, τον Τσακαλώτο, τον Παππά, και άλλους, είναι ενδεικτικές (αν και παρατίθενται ως στιγμιότυπα) αυτής της αποτυχίας. Ο Τσίπρας δεν έδειξε την δέουσα αποφασιστικότητα, ιδιαίτερα μετά το 2019, αφέθηκε σε υπονομευτικές ισορροπίες, υιοθέτησε τακτικές για τις οποίες τον συμβούλευσαν, έγινε και ο ίδιος μέρος ενός προβλήματος που εξελίχθηκε σε νεοπλασία.

Ακόμα και οι προσπάθειες, το καλοκαίρι του 2023, έχοντας ήδη αποφασίσει ότι θα παραιτηθεί, για μία ομαλή μετάβαση της ηγεσίας, πρώτα στην Έφη Αχτσιόγλου και μετά στον Αλέξη Χαρίτση, κατέληξαν σε δύο ηχηρές αρνήσεις. Ήταν πλέον αργά, το παιχνίδι είχε χαθεί και η δική του ευθύνη είναι μεγάλη. Όσα ακολούθησαν με την εκλογή Κασσελάκη ήταν μόνο το επιστέγασμα της οριστικής απαξίωσης. Και τότε δεν μπορούσε να κάνει κάτι περισσότερο.

Οι σχετικές αναφορές στην “Ιθάκη”, από την άλλη, επιβεβαιώνουν ότι ο Αλέξης Τσίπρας έκοψε τον γόρδιο δεσμό με την περίοδο των “πολακισμών”, των προσωπικών τακτικών, και των τοξικών συμπεριφορών. Χρήσιμο ως αφετηρία για επανεκκίνηση, κρίσιμο, όμως, το ότι δεν αντέδρασε όταν έπρεπε να αντιδράσει. Ίσως είχαν εξελιχθεί αλλιώς τα πράγματα.

Πάντως, καθένας απ΄ όσους δεν συμφωνούν με την “αλήθεια” του Τσίπρα μπορεί τώρα, με την συνολική εικόνα στα χέρια του, να αξιολογήσει, να μεμφθεί, να προβάλλει αντεπιχειρήματα, να χλευάσει, να αποδομήσει το κείμενο της “Ιθάκης”. Ωστόσο, η αυτοκριτική δεν λείπει από το βιβλίο, το αντίθετο, το διατρέχει.

Κι αυτό είναι θετικό, χωρίς να σημαίνει πώς αποτελεί, είτε συγχωροχάρτι, είτε διαβατήριο για το μέλλον. Αυτό είναι κάτι που θα το κρίνουν άλλοι στην ώρα τους. Στις επόμενες εκλογές, άλλωστε, δεν θα κριθεί η ειλικρίνεια των εξομολογήσεών του, ακόμα και η αυτοκριτική και η ομολογία αποτυχιών, αλλά εάν όλα τα παραπάνω αποτελούν αξιόπιστη βάση για τη νέα πρόταση που έχει να καταθέσει.