Η ευρωπαϊκή ακροδεξιά στην εποχή του Τραμπ 2.0
Η επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο του 2025 φάνηκε να σηματοδοτεί μια επαναστατική νέα εποχή, η οποία θα αναδιαμόρφωνε όχι μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες αλλά και την πολιτική και τον πολιτισμό της Ευρώπης. Η ταχύτητα και το βάθος με τα οποία η δεύτερη προεδρία Τραμπ άλλαξε την αμερικανική εσωτερική και εξωτερική πολιτική θυμίζουν την Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο Τσετούνγκ, προκαλώντας πυρετώδη προσαρμογή παγκοσμίως.
Οι κινήσεις των ΗΠΑ σε γεωπολιτικές ζώνες κρίσιμες για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, καθώς και η έναρξη ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου από την Ουάσιγκτον, έχουν τεράστιες συνέπειες για την Ευρώπη. Οι αμερικανικές πολιτικές αποκαλύπτουν τις ιδεολογικές λεπτομέρειες της ριζοσπαστικής δεξιάς στις ΗΠΑ, η οποία πλέον δικτυώνεται διεθνώς με κεντρικό ρόλο της Ευρώπης. Η ευρωπαϊκή ατζέντα βρίσκεται ψηλά στις προτεραιότητες του κινήματος MAGA.
Παρά τη δυναμική που φαίνεται να αποκτά η ευρωπαϊκή ριζοσπαστική δεξιά και τις αυξανόμενες διατλαντικές διασυνδέσεις, τα γεγονότα της τελευταίας χρονιάς δείχνουν ότι οι εσωτερικές ευρωπαϊκές δυναμικές παραμένουν ο βασικός παράγοντας διαμόρφωσης των πολιτικών επιλογών της ηπείρου. Παρά τις εκλογικές επιτυχίες, τα ριζοσπαστικά δεξιά κόμματα δυσκολεύονται να μετατρέψουν τα αποτελέσματα σε πραγματική επιρροή, καθώς παραμένουν διχασμένα και ασυνεπή στις πολιτικές τους εντός των ευρωπαϊκών θεσμών.
Ο κύριος λόγος της επιτυχίας τους είναι η αδυναμία των παραδοσιακών κομμάτων να δώσουν πειστικές απαντήσεις στις σύγχρονες προκλήσεις. Τον Απρίλιο του 2024, το Carnegie Europe δημοσίευσε έκθεση για τις εξωτερικές πολιτικές των δεκατεσσάρων σημαντικότερων ευρωπαϊκών κομμάτων της ριζοσπαστικής δεξιάς και την επίδρασή τους στην ΕΕ.
Η επίδραση Τραμπ στη ριζοσπαστική δεξιά
Ένα χρόνο μετά την έναρξη της νέας θεσμικής περιόδου της ΕΕ (2024–2029), το ερώτημα που τίθεται είναι: Μπορεί η ριζοσπαστική δεξιά, με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο, να «κατακτήσει» την Ευρώπη, όπως δήλωσε ο Βίκτορ Όρμπαν; Στην πραγματικότητα, η επίδραση του Τραμπ είναι πιο σύνθετη από ό,τι συνήθως υποτίθεται. Υπάρχουν τόσο ενδείξεις ενδυνάμωσης όσο και αποστασιοποίησης.
Το εκλογικό σώμα της ριζοσπαστικής δεξιάς στην Ευρώπη εμφανίζεται πιο θετικό προς τον Τραμπ στη δεύτερη θητεία του σε σχέση με την πρώτη, όμως η πλειονότητα των Ευρωπαίων παραμένει δύσπιστη απέναντί του, καθιστώντας τα κόμματα αυτά επιφυλακτικά στην πλήρη υιοθέτηση του τραμπισμού. Οι ανοιχτά αντιευρωπαϊκές πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ επηρεάζουν εξάλλου και τους ίδιους τους ψηφοφόρους της ριζοσπαστικής δεξιάς.
Η επιρροή αυτών των κομμάτων εξαρτάται κυρίως από το πόσο χώρο τους αφήνουν οι κεντρώοι θεσμοί και κόμματα. Οι φόβοι ότι με τη στήριξη Τραμπ θα διαλυθεί η ΕΕ φαίνονται υπερβολικοί βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, η ριζοσπαστική δεξιά μπορεί να μπλοκάρει ή να καθυστερήσει αναγκαίες μεταρρυθμίσεις για το μέλλον της Ένωσης.
Εκλογικά αποτελέσματα και κυβερνητική παρουσία
Τα κόμματα της ριζοσπαστικής δεξιάς σημείωσαν σημαντική άνοδο σε εθνικές εκλογές στην Ευρώπη, συχνά ξεπερνώντας το 20%. Το 2024–2025, εντυπωσιακές ήταν οι επιδόσεις του AfD στη Γερμανία (δεύτερο κόμμα στη Bundestag), του Εθνικού Συναγερμού της Λεπέν με 142 έδρες στη γαλλική Βουλή και η νίκη του FPÖ στην Αυστρία. Στην Πορτογαλία, το Chega συγκέντρωσε 22,8%, ισοβαθμώντας με τους Σοσιαλιστές.
Στις προεδρικές εκλογές Ρουμανίας και Πολωνίας, οι φιλελεύθεροι δήμαρχοι πρωτευουσών αναμετρήθηκαν με υποψηφίους της ριζοσπαστικής δεξιάς. Στη Ρουμανία επικράτησε ο Νικουσόρ Νταν έναντι του ακροδεξιού Γκεόργκε Σιμιόν, ενώ στην Πολωνία ο υποψήφιος του PiS Καρόλ Ναβρότσκι νίκησε οριακά τον κεντροδεξιό Ραφάλ Τσατσκόφσκι, πλήγμα για τον πρωθυπουργό Ντόναλντ Τουσκ.
Παρά τις εκλογικές επιτυχίες, τα κόμματα αυτά δυσκολεύονται να αποκτήσουν ουσιαστικό κυβερνητικό έλεγχο σε εθνικό επίπεδο. Σύμφωνα με ανάλυση του Economist, από το 2020, κόμματα της ριζοσπαστικής δεξιάς συγκεντρώνουν κατά μέσο όρο 24% των ψήφων στις βουλευτικές εκλογές αλλά κατέχουν μόλις 14% των κυβερνητικών εδρών.
Στην Ολλανδία σχηματίστηκε βραχύβια κυβέρνηση συνεργασίας με το PVV του Γκέερτ Βίλντερς υπό τεχνοκρατικό πρωθυπουργό. Αυτή τη στιγμή, κόμματα της ριζοσπαστικής δεξιάς συμμετέχουν σε κυβερνήσεις πέντε κρατών-μελών της ΕΕ—Κροατία, Φινλανδία, Ουγγαρία, Ιταλία και Σλοβακία—όπως ακριβώς πριν ένα χρόνο. Οι Σουηδοί Δημοκράτες στηρίζουν κοινοβουλευτικά την κυβέρνηση. Μόνο δύο πρωθυπουργοί—η Tζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία και ο Όρμπαν στην Ουγγαρία—ανήκουν στη ριζοσπαστική δεξιά.
Η δυσκολία μετάφρασης των εκλογικών ποσοστών σε κυβερνητική εξουσία οφείλεται εν μέρει στην τάση των παραδοσιακών κομμάτων να συμμαχούν μεταξύ τους. Σε χώρες όπως η Γαλλία και η Γερμανία (όπου το AfD έχει χαρακτηριστεί ως ακροδεξιό εξτρεμιστικό), υπάρχει αυστηρός αποκλεισμός από την εξουσία. Αλλού όμως η συμμετοχή δεν θεωρείται πλέον ταμπού—αν και τέτοιες συμμαχίες είναι συχνά εύθραυστες. Επιπλέον, αρκετοί αρχηγοί της ριζοσπαστικής δεξιάς δυσκολεύονται να αναλάβουν κυβερνητικές ευθύνες λόγω της έμφασής τους στον αντι-ελιτισμό.
Ωστόσο, η αποτυχία τους να ελέγξουν εκτελεστική εξουσία δεν πρέπει να εφησυχάζει τους υποστηρικτές της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Η κακή διακυβέρνηση δεν οδηγεί απαραίτητα σε εκλογική πτώση· αν συνεχιστεί η άνοδος στις κάλπες, είναι θέμα χρόνου να αυξηθεί σημαντικά η παρουσία τους σε κυβερνήσεις κρατών-μελών.
Αλλάζει ο ευρωσκεπτικισμός – Νέα στρατηγική στην ΕΕ
Τα τελευταία χρόνια τα κόμματα αυτά έχουν περιορίσει τη σκληρή στάση κατά της ΕΕ λόγω των συνεπειών του Brexit. Παραμένουν έντονα ευρωσκεπτικιστικά αλλά πλέον προτείνουν μια Ένωση βασισμένη στην κυριαρχία των εθνικών κρατών και τη διακυβερνητική συνεργασία χωρίς υπερεθνικούς μηχανισμούς που παρεμβαίνουν στα εσωτερικά ζητήματα.
Στις ομιλίες Μελόνι και Όρμπαν κυριαρχεί το αφήγημα ιστορικών εθνών που μάχονται ενάντια στον φιλελευθερισμό, τη μετανάστευση και τις «παρεμβάσεις» των Βρυξελλών που «έκλεψαν το ευρωπαϊκό όνειρο». Κεντρικό στοιχείο αποτελεί η υποταγή της δικαιοσύνης στην εκτελεστική εξουσία—χαρακτηριστικό τόσο στην Ουγγαρία όσο και στην Πολωνία υπό PiS—καθώς και οι συγκρούσεις με τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών.
Όταν βρίσκονται στην κυβέρνηση, τα κόμματα αυτά επιχειρούν να ενισχύσουν τις εκτελεστικές αρμοδιότητες εις βάρος των θεσμών ελέγχου: στοχεύοντας στα μέσα ενημέρωσης ή παρακάμπτοντας τον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Ωστόσο υπάρχουν διαφοροποιήσεις: για παράδειγμα, παρότι η Μελόνι είχε καθησυχάσει τους επικριτές λόγω θέσεων υπέρ του NATO και κατά της Ρωσίας καθώς και συνεργατικότητας με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς—οι πρόσφατες εξελίξεις προς τον ευρωσκεπτικισμό ξαναγέννησαν ανησυχίες.
Αντίστοιχα, ο Όρμπαν έχει σκληρύνει περαιτέρω τις αυταρχικές πρακτικές του μετά από 15 χρόνια, στοχεύοντας ΜΜΕ, ΜΚΟ αλλά και την LGBTQ κοινότητα ενώ συνεχίζει στενές επαφές με Ρωσία-Κίνα. Γιορτάζει τη νίκη Τραμπ ως δικαίωση αλλά αντιμετωπίζει σοβαρά εγχώρια προβλήματα: η ουγγρική οικονομία δοκιμάζεται· έχουν παγώσει 19 δισ. ευρώ κοινοτικών κονδυλίων λόγω ανησυχιών για το κράτος δικαίου· ενώ το κόμμα αντιπολίτευσης Πέτερ Μάγκιαρ προηγείται στις δημοσκοπήσεις εν όψει εκλογών 2026.
Στη Σλοβακία ο Ρόμπερτ Φίτσο ακολουθεί παρόμοια πορεία με όλο πιο αυταρχικά χαρακτηριστικά στο εσωτερικό ενώ αντιτίθεται στη βοήθεια προς την Ουκρανία προκαλώντας μαζικές διαδηλώσεις πολιτών.
Aντίθετα παράδειγμα αποτελεί το φινλανδικό Finns Party: αν και αρχικά έντονα ευρωσκεπτικιστικό, προσχώρησε σε φιλοευρωπαϊκή κυβερνητική συμφωνία το 2023, πήρε αποστάσεις από φιλορωσικά κόμματα κι υιοθέτησε σκληρή γραμμή μόνο στη μετανάστευση· ωστόσο οι ψηφοφόροι τιμώρησαν αυτή τη μετριοπάθεια μειώνοντας στο μισό τη δύναμή του στις ευρωεκλογές του 2024.
Aποτύπωμα στους θεσμούς – Μετανάστευση & Eυρωκοινοβούλιο
Η παρουσία της ριζοσπαστικής δεξιάς είναι αισθητή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ), το Συμβούλιο Υπουργών αλλά κυρίως στο πεδίο μεταναστευτικής πολιτικής όπου έχει ασκήσει ισχυρή πίεση υπέρ περιοριστικών μέτρων.
Στις ευρωεκλογές 2024, οι κεντροδεξιοί (EPP) διατήρησαν πρωτιά ενώ οι Φιλελεύθεροι (Renew) κι οι Πράσινοι έχασαν σημαντικά ποσοστά. Τα κόμματα της ριζοσπαστικής δεξιάς αύξησαν αισθητά την εκπροσώπησή τους (περίπου 25%) αλλά χωρίς τη δυναμική που είχαν προβλέψει πολλοί.
Eσωτερικές διαφορές—ιδεολογικές κι εθνικές—κατέστησαν ανέφικτη μια ενιαία ομάδα: δημιουργήθηκαν τρεις ξεχωριστές κοινοβουλευτικές ομάδες (Patriots for Europe/PfE – τρίτη δύναμη μετά EPP/S&D· ECR – τέταρτη· ESN). Ωστόσο λείπει συνοχή καθώς υπάρχουν μεγάλες διαφωνίες ειδικά ως προς τη Ρωσία.
Tα κεντρογενή κόμματα εφαρμόζουν ξανά «cordon sanitaire» αποκλείοντας PfE/ESN από θέσεις ευθύνης· μόνο η ECR έχει κάποια νομιμοποίηση κρατώντας τρεις προεδρίες επιτροπών κι εκπροσώπους στο προεδρείο. Η δεύτερη θητεία φον ντερ Λάιεν εγκρίθηκε κυρίως από τα mainstream κόμματα· οι τρεις ακροδεξιές ομάδες καταψήφισαν μαζικά.
Eπιχειρείται νέα πλειοψηφία όπου EPP μπορεί να συνεργάζεται ανά περίπτωση είτε με κέντρο είτε με ακροδεξιά—κάτι που προκαλεί έντονες αντιδράσεις από S&D/Renew/Πράσινους που φοβούνται υπονόμευση σταθερότητας κι αποτελεσματικότητας στη νομοθέτηση. Η σκλήρυνση στάσεων απέναντι στο Green Deal κι η έμφαση στην εθνική κυριαρχία καθιστούν πιο πιθανές τέτοιες συμμαχίες.
Kρίσιμες ισορροπίες σε Συμβούλιο & Kορυφαίους θεσμούς
Tον Φεβρουάριο 2025, σε συγκέντρωση PfE o Όρμπαν δήλωσε: «Χθες ήμασταν αιρετικοί· σήμερα είμαστε το mainstream». Ωστόσο στους κορυφαίους θεσμούς (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο) παραμένει σχετικά απομονωμένος—παρά τις προσδοκίες για νέους συμμάχους μετά τις επικείμενες εκλογές στην Τσεχία ή αλλού.
Sτην πράξη το «ευρωσκεπτικιστικό μπλοκ» δεν έχει ακόμα σαφή πλειοψηφική δυναμική στα κορυφαία όργανα λήψης αποφάσεων· αν όμως αναδειχθούν περισσότεροι τέτοιοι πρωθυπουργοί/ πρόεδροι κρατών-μελών μπορεί ν’ αλλάξει γρήγορα αυτό το ισοζύγιο ισχύος.
Kαθώς οι προκλήσεις αυξάνονται (Ουκρανικό – κυρώσεις κατά Ρωσίας – διεύρυνση ΕΕ), εξετάζεται ήδη παράκαμψη ουγγρικού βέτο μέσω αλλαγής νομικής βάσης αποφάσεων ή ακόμα κι ενεργοποίηση άρθρου 7 για αναστολή δικαιωμάτων ψήφου χώρας που παραβιάζει αξίες ΕΕ—αν κι αυτό απαιτεί πολύ υψηλά ποσοστά συναίνεσης για εφαρμογή.
Aλλαγές πολιτικής: Mετανάστευση & Kλίμα στο στόχαστρο
Tη μεγαλύτερη επιτυχία έχει σημειώσει η ακροδεξιά μετακινώντας τον κυρίαρχο λόγο προς πολύ πιο περιοριστικές μεταναστευτικές/ πολιτικές ασύλου· παραδοσιακά κόμματα υιοθέτησαν σκληρότερη στάση ώστε να επαναπατρίσουν ψηφοφόρους που στρέφονται προς τα δεξιά.
Tαυτόχρονα αποδυναμώνεται σταδιακά κι η φιλόδοξη κλιματική ατζέντα λόγω ανησυχιών περί ανταγωνιστικότητας κι απροθυμίας αλλαγής τρόπου ζωής—μια εξέλιξη που χαιρετίζουν κι αξιοποιούν επικοινωνιακά τα ακροδεξιά κόμματα συνδέοντάς την με αντι-ελιτιστικά αφηγήματα κατά Βρυξελλών.
Eνώ στα θέματα εξωτερικής πολιτικής δεν υπάρχει συνοχή (ιδιαίτερα ως προς Ρωσία/ΗΠΑ/Κίνα), στα ζητήματα εμπορίου τα περισσότερα ακροδεξιά κόμματα τάσσονται υπέρ προστατευτισμού κι αρνούνται περαιτέρω απελευθέρωση αγορών όπως προτείνει συνήθως η Κομισιόν ή φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις τύπου Draghi/Letta (2024). Επιμένουν δηλαδή στην προτεραιότητα εθνικής κυριαρχίας έναντι συλλογικών δράσεων σε επίπεδο Ένωσης.
Tραμπ & διεθνείς σχέσεις – Αντιφατικά αποτελέσματα
Tην επανεκλογή Τραμπ χαιρέτισε μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς ως ιστορική στιγμή· πρώτη φορά αμερικανική κυβέρνηση στήριξε δημόσια τέτοια κόμματα σε ευρωπαϊκές κάλπες: τον Φεβρουάριο 2025, ο αντιπρόεδρος JD Vance στήριξε AfD στη Γερμανία· λίγο αργότερα αξιωματούχοι υποστήριξαν υποψηφιότητες σε Ρουμανία/Πολωνία (Simion/Nawrocki).
Tα αποτελέσματα τέτοιων παρεμβάσεων είναι αμφίβολα: ο Simion έχασε οριακά ενώ ο Nawrocki επικράτησε επίσης δύσκολα χωρίς όμως σαφή ένδειξη ότι έκρινε κάτι η αμερικανική παρέμβαση.
Mέλη της κυβέρνησης Τραμπ αντιμετωπίζουν τη ριζοσπαστική δεξιά ως «πολιτιστικούς συμμάχους» στον αγώνα κατά παγκοσμιοποίησης/«woke» ιδεών ΕΕ—ωστόσο για πολλά ευρωπαϊκά ακροδεξιά κινήματα (ιδιαίτερα στη Γαλλία) ο αντιαμερικανισμός παραμένει ισχυρός κι έτσι κάθε σύνδεση μαζί του λειτουργεί διφορούμενα.
Mπορεί κάποιοι αρχηγοί (Simion) να κεφαλαιοποίησαν επίσημη στήριξη Τραμπ· άλλοι όμως κινδυνεύουν να χάσουν κοινό λόγω παραδοσιακής καχυποψίας προς ΗΠΑ. Συνολικά πάντως οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σταθερή εικόνα: μικρή άνοδο σε χώρες όπως Γερμανία/Ισπανία· μικρή κάμψη αλλού όπως Ολλανδία/Ουγγαρία (Pvv αποχώρησε από κυβέρνηση). Δεν φαίνεται δηλαδή ο «παράγοντας Τραμπ» ν’ αλλάζει δραματικά τα ποσοστά ανερχόμενων κομμάτων παρά μόνο τον ιδεολογικό συγχρονισμό ή προσωπικό στιλ αρχηγών εκατέρωθεν Ατλαντικού.
Kοινή διεθνής στρατηγική; Oργάνωση & think tanks
Tην τελευταία πενταετία εντείνονται οι διεθνείς επαφές μεταξύ κομματικών στελεχών/ οργανώσεων ακροδεξιού χώρου πέρα από πρώην προσπάθειες τύπου Bannon για πανευρωπαϊκό supergroup. Σήμερα δημιουργείται ένα δίκτυο γύρω από τον Όρμπαν/Fidesz που προωθεί κοινές συντηρητικές αξίες κι αντιμάχεται τη λεγόμενη «woke agenda». Με τον Τραμπ ξανά πρόεδρο ίσως μεταφερθεί εκεί πλέον αυτό το κέντρο βάρους.
Mια σειρά think tanks χρηματοδοτούμενων από την ουγγρική κυβέρνηση (Danube Institute– Center for Fundamental Rights–Mathias Corvinus Collegium/MCC) λειτουργούν ως πλατφόρμες ιδεών αλλά κι ως δίκτυα στρατολόγησης νέας γενιάς στελεχών/ νεολαιών συντηρητικού χώρου απ’ όλη την Ευρώπη αλλά κι από τις ΗΠΑ (Republican Party). Το MCC συνεργάζεται στενά με πολωνικά ultra-conservative think tanks όπως Ordo Iuris που συνδέονται οργανικά με PiS– πρώην στελέχη μάλιστα είχαν υπουργικούς θώκους στην πολωνική κυβέρνηση (Aleksander Stępkowski).
Eπιχειρείται επίσης μέσω πλατφορμών τύπου CPAC (Conservative Political Action Conference) περαιτέρω δικτύωση μεταξύ στελεχών/κομματικών οργανώσεων πέρα από σύνορα· πρώτη φορά διοργανώθηκε CPAC στη Βουδαπέστη (2022) ενώ ακολούθησε αντίστοιχη διοργάνωση στη Βαρσοβία (Mάιος 2025). Παρά αυτές τις εξελίξεις ωστόσο το δίκτυο παραμένει κατακερματισμένο ειδικά όπου έχει σημασία–δηλαδή στο Ευρωκοινοβούλιο όπου εκπροσωπούνται τρεις διαφορετικές ομάδες χωρίς συνοχή ψήφων ή κοινής στρατηγικής έναντι mainstream κομμάτων που διαθέτουν μακρόχρονα δίκτυα επαγγελματικών σχέσεων/πολιτικών συμμαχιών.
Eπίλογος – Προοπτικές & εμπόδια μπροστά στην ΕΕ
Tα κόμματα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς συνεχίζουν ανοδικά ακόμα και σε χώρες όπου μέχρι πρόσφατα ήταν περιθωριακά· ωστόσο δυσκολεύονται να μετατρέψουν αυτή την άνοδο σε κυβερνητική ισχύ (μόλις πέντε κυβερνήσεις κρατών-μελών περιλαμβάνουν τέτοια κόμματα).
Kλειδί αποτελούν πάντα τα mainstream κεντροδεξιά– συντηρητικά κόμματα που αποφασίζουν αν/ υπό ποιες προϋποθέσεις θα συνεργαστούν ή θα αποκλείσουν τέτοιους σχηματισμούς από κυβερνήσεις συναίνεσης ή μειοδοσίας (“firewalls”). Εκεί όπου συμμετέχουν τελικά ως μικρός εταίρος συχνά υιοθετούν πιο πραγματιστικές θέσεις· αλλού όμως συνεχίζουν διαλυτικές πρακτικές ή αυταρχικές μεταρρυθμίσεις τύπου Όρμπαν (διάλυση δημοκρατικών θεσμών – μοντέλο αυταρχικού καπιταλισμού).
Tέλος, παρά τη δημόσια στήριξη Τραμπ στους Ευρωπαίους συμμάχους του δεν φαίνεται ότι αυτό αύξησε σημαντικά τη λαϊκή απήχησή τους ούτε διεύρυνε ιδιαίτερα τη βάση ψηφοφόρων τους· αντίθετα ενίσχυσε τον ιδεολογικό συντονισμό “anti-woke” μεταξύ Αμερικής–Ευρώπης χωρίς όμως να δημιουργήσει πανίσχυρη κοινή πλατφόρμα δράσης ή μαζικό μομέντουμ στις κάλπες.
Αντίθετα μάλιστα πολλές φορές η αντιπαράθεση συμφερόντων μεταξύ MAGA–Ευρώπης λειτουργεί αποθαρρυντικά για μέρος δυνητικών ψηφοφόρων ενώ γενικότερα το μπλοκάρισμα κρίσιμων μεταρρυθμίσεων αποτελεί σήμερα βασικό εργαλείο πίεσης χωρίς απαραίτητα διάθεση δημιουργίας νέας Ευρώπης.
Για να αποφευχθούν στασιμότητα κι εμπλοκές απαιτείται μεγαλύτερη συμμαχικότητα μεταξύ mainstream κομμάτων ώστε να παραμένει λειτουργική κι αποτελεσματική η Ένωση μπροστά στις μεγάλες προκλήσεις που έρχονται.