Ευχαριστούμε δύο φορές τον Γιάννη…
Αν στο Νίκο Γκάλη χρωστάμε ότι μάθαμε το μπάσκετ, με τον Γιάννη το λατρέψαμε. Στην τροπαιοθήκη του πρώτου, το χρυσό του 1987 αποτέλεσε την αφετηρία να γεμίσει η Ελλάδα γήπεδα και να ξεκινήσει η φρενήρης ανάπτυξη του αθλήματος. Ευχαριστούμε Νίκο! Για τον δεύτερο, το χάλκινο στη Ρίγα είναι “το σπουδαιότερο επίτευγμα της ζωής του”. “Δεν υπάρχει καλύτερο συναίσθημα να εκπροσωπείς την εθνική ομάδα της πατρίδας σου και 12 εκατ. Έλληνες”, είπε. Ευχαριστούμε, δύο φορές, Γιάννη!
Το παιδί από τα Σεπόλια, που βίωσε στερήσεις και ρατσισμό, που έγινε MVP παντού, που κέρδισε δαχτυλίδια στο πιό απαιτητικό πρωτάθλημα στον κόσμο, που κέρδισε εκατομμύρια και έγινε σταρ, ο, κατά πολλούς, καλύτερος παίκτης στον πλανήτη, έκλαψε με το χάλκινο του ευρωμπάσκετ επειδή είναι ότι καλύτερο πέτυχε στη ζωή του. Ο Γκάλης υπό τους ήχους του “Final countdown”, ο “Greek Freak” με τον Λεξ.
Υπάρχουν πράγματα που αποφεύγουμε πλέον να λέμε για τον Γιάννη, παρότι γνωρίζουν πολλοί πόσο τον έχουν χλευάσει. Πόσα ρατσιστικά στερεότυπα έχει εισπράξει, και, τελικά, ποιός θα ήταν εάν δεν είχε φύγει στην Αμερική, και πόση αγάπη κέρδισε (καθυστερημένα) επειδή πρώτα κατέκτησε την “Cream City” (Μιλγουόκι) και το NBA.
Διότι, ο Γιάννης κατόρθωσε όσα κατόρθωσε επειδή χαλυβδώθηκε απ΄όλα αυτά που κάποιοι προσπάθησαν να του στερήσουν –επειδή είναι πάντοτε παιδί μεταναστών-, και κράτησε μόνο όσα κέρδισε μόνος του, μαζί με την αγάπη που του δόθηκε, κι άφησε πίσω του τη χλεύη και τις ύβρεις. Το “εθνικό φρόνημα” που επικαλούνται αρκετοί απ΄ αυτούς που σήμερα τον χειροκροτούν είναι, εν τέλει το δικό του “εθνικό φρόνημα”, κι όχι το δικό τους.

Να το θυμόμαστε: ο Γιάννης είναι παιδί της ανεκτικότητας και της ενσωμάτωσης, πιό Έλληνας από πολλούς που ομνύουν στο …αίμα και τη φυλή, όχι επειδή του το χαρίσαμε,αλλά επειδή το κατέκτησε. Πάντοτε το πίστευε, πάντοτε το ένοιωθε, πάντοτε μιλούσε για την πατρίδα, εάν, όμως, δεν είχε γίνει MVP, εάν δεν ήταν αυτός ο άνθρωπος, κι αυτός ο αθλητής, που είναι, πολλοί ακόμα θα τον αντιμετώπιζαν ακόμα με τον ίδιο τρόπο που τον αντιμετώπισαν αρκετοί πριν καμιά εικοσαριά χρόνια στα Σεπόλια.
Γι αυτό, ευχαριστούμε δύο φορές τον Γιάννη. Διότι έμαθε σε κάποιους δύστροπους νταήδες της εθνικοφροσύνης ότι δεν γεννιέσαι, απαραίτητα, αλλά γίνεσαι Έλληνας. Από ευγνωμοσύνη και αγάπη, επειδή νοιώθεις την ανάγκη να ανήκεις σ’ αυτό το “σύνολο”, και δεν έχεις ανάγκη από περικεφαλαίες και σπουδαιολογίες του τίποτα. Και κάποιοι απ΄ αυτούς που “γίνονται”, είναι τελικά πιό Έλληνες από πολλούς που “γενιούνται”…