Παγκόσμια μείωση γεννήσεων… πλησιάζει όντως το τέλος του κόσμου;

 Παγκόσμια μείωση γεννήσεων… πλησιάζει όντως το τέλος του κόσμου;

Το 1970, μια γυναίκα στο Μεξικό μπορούσε να περιμένει, κατά μέσο όρο, να αποκτήσει επτά παιδιά. Μέχρι το 2014, αυτός ο αριθμός είχε μειωθεί περίπου στα δύο, ενώ το 2023 έπεσε στο 1,6. Αυτό σημαίνει ότι ο πληθυσμός πλέον δεν ανανεώνεται επαρκώς μέσω των γεννήσεων.  Το Μεξικό δεν είναι η μόνη χώρα που βιώνει αυτήν την εξέλιξη: σε όλο τον κόσμο, οι δείκτες γονιμότητας μειώνονται ραγδαία. Εξαιρέσεις υπάρχουν ελάχιστες. Το Institute for Health Metrics and Evaluation (IHME) του University of Washington εκτιμά πως μέχρι το 2050, πάνω από τα τρία τέταρτα των χωρών θα αντιμετωπίζουν παρόμοια κατάσταση.

«Η πτώση της γονιμότητας είναι πραγματικά εντυπωσιακή — πολύ πιο ταχεία απ’ όσο περίμενε κανείς», δηλώνει ο οικονομολόγος Jesús Fernández-Villaverde από το University of Pennsylvania. «Και συμβαίνει σε πολλές χώρες που δεν θα φανταζόμασταν ποτέ».

Τα δεδομένα είναι αδιάσειστα. Το αβέβαιο παραμένει πόσο σοβαρές θα είναι οι επιπτώσεις της παγκόσμιας αυτής «κρίσης γεννήσεων» και πώς πρέπει να αντιδράσουν τα κράτη. Σε οικονομίες που βασίζονται στη συνεχή αύξηση του πληθυσμού, οι ανησυχίες αφορούν μελλοντικές υφέσεις στην καινοτομία και την παραγωγικότητα, καθώς και έλλειψη εργαζομένων για τη στήριξη ενός αυξανόμενου αριθμού ηλικιωμένων.

Δημογραφική κρίση και παγκόσμιες ανισορροπίες

Ερευνητές προειδοποιούν για αλυσιδωτές επιπτώσεις, όπως αποδυνάμωση στρατιωτικής ισχύος, μείωση πολιτικής επιρροής για χώρες με χαμηλή γονιμότητα και περιορισμένες επενδύσεις στην πράσινη τεχνολογία. Ο ερευνητής του IHME, Austin Schumacher, υπογραμμίζει πως είναι επιτακτική ανάγκη τα κράτη να αντιμετωπίσουν τη μείωση του πληθυσμού και τις συνέπειές της.

Πολλές χώρες προσπαθούν να δράσουν, με ορισμένες στρατηγικές να αποδεικνύονται αποτελεσματικές — αν και συχνά πολιτικά αμφιλεγόμενες. Ωστόσο, κατά τους ειδικούς, ακόμη και οι πιο πετυχημένες προσπάθειες δύσκολα θα αντιστρέψουν πλήρως την πτώση στη γονιμότητα. Γι’ αυτό πολλοί επιστήμονες εισηγούνται μετατόπιση του στόχου από την αναστροφή στην ανθεκτικότητα. Ακόμα και η επιβράδυνση της πτώσης μπορεί να δώσει χρόνο για προσαρμογή στα νέα δημογραφικά δεδομένα.

Τελικά, οι ειδικοί σημειώνουν ότι χαμηλά —αλλά όχι υπερβολικά χαμηλά— ποσοστά γονιμότητας μπορεί να έχουν και ορισμένα οφέλη. «Δεν σταματήσαμε να κάνουμε παιδιά», λέει η κοινωνιολόγος Barbara Katz Rothman από το City University of New York. «Η ανθρωπότητα δεν πρόκειται να εξαφανιστεί».

Τα δεδομένα για τη γονιμότητα παγκοσμίως

Στα μέσα του 20ού αιώνα, ο συνολικός δείκτης γονιμότητας στον κόσμο —δηλαδή ο μέσος αριθμός παιδιών που αποκτούσε μια γυναίκα κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγικής της ζωής— ήταν πέντε. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίστηκε ως «baby boom». Ωστόσο, οι οικολογικές ανησυχίες του Paul Ehrlich και της Anne Ehrlich, που προέβλεπαν λιμούς και οικολογική καταστροφή λόγω υπερπληθυσμού στο βιβλίο τους «The Population Bomb» (1968), διαψεύστηκαν από τεχνολογικές εξελίξεις στη γεωργία και την υγεία που επέτρεψαν τον διπλασιασμό του πληθυσμού σε πάνω από οκτώ δισεκατομμύρια μέσα σε λίγο παραπάνω από πέντε δεκαετίες.

Η ανθρώπινη επίδραση στο περιβάλλον εντάθηκε εξαιτίας αυτής της αύξησης και της κατανάλωσης στις ανεπτυγμένες περιοχές. Όμως πλέον οι ανησυχίες για τον υπερπληθυσμό έχουν αντιστραφεί: η αύξηση του πληθυσμού επιβραδύνεται τα τελευταία 50 χρόνια και ο μέσος συνολικός δείκτης γονιμότητας βρίσκεται στο 2,2. Σε περίπου τις μισές χώρες έχει πέσει κάτω από το 2,1 — το όριο διατήρησης σταθερού πληθυσμού.

Νότια Κορέα: Η περίπτωση της χώρας αυτής εξετάζεται ιδιαίτερα καθώς ο δείκτης γονιμότητας μειώθηκε από 4,5 το 1970 σε μόλις 0,75 το 2024. Ο πληθυσμός κορυφώθηκε λίγο κάτω από τα 52 εκατομμύρια το 2020 και πλέον μειώνεται με ολοένα ταχύτερους ρυθμούς.

Οι προβλέψεις για τον πλανήτη διαφέρουν: Ο ΟΗΕ και το International Institute for Applied Systems Analysis (IIASA), εκτιμούν πιο ήπιες μειώσεις σε σχέση με το IHME. Οι περισσότεροι δημογράφοι πάντως συμφωνούν ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός θα κορυφωθεί στα επόμενα 30-60 χρόνια και στη συνέχεια θα αρχίσει να συρρικνώνεται — κάτι που δεν έχει συμβεί από τη μαύρη πανώλη του 14ου αιώνα.

Παγκόσμιες διαφοροποιήσεις και εξαιρέσεις

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ, ο πληθυσμός της Κίνας πιθανόν κορυφώθηκε γύρω στο 2022 στα 1,4 δισεκατομμύρια, ενώ της Ινδίας αναμένεται να φτάσει στο μέγιστο (1,7 δισ.) στις αρχές της δεκαετίας του 2060. Στις ΗΠΑ, η απογραφή προβλέπει κορύφωση το 2080 στους περίπου 370 εκατομμύρια κατοίκους — αν διατηρηθούν τα σημερινά επίπεδα μετανάστευσης. Αντίθετα, στις χώρες μεσαίου εισοδήματος προβλέπονται εντονότερες μειώσεις: για παράδειγμα η Κούβα, μέχρι το 2050 αναμένεται να χάσει πάνω από το 15% του πληθυσμού της.

Υποσαχάρια Αφρική: Εδώ βρίσκεται η μεγάλη εξαίρεση. Μέχρι το 2100, πάνω από τα μισά μωρά του κόσμου αναμένεται να γεννιούνται εκεί — παρά τα χαμηλά εισοδήματα και τις ευάλωτες υποδομές υγείας και διατροφής. Η Νιγηρία έχει ακόμη δείκτη πάνω από τέσσερα παιδιά ανά γυναίκα κι εκτιμάται ότι ο πληθυσμός της θα αυξηθεί κατά 76% ως το 2050, καθιστώντας τη τρίτη πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο.

Παρόλα αυτά, οι τάσεις στη γονιμότητα παραμένουν δύσκολο να προβλεφθούν λόγω ελλείψεων στα δεδομένα αλλά και επειδή πολλά μοντέλα βασίζονται στην υπόθεση ότι οι δείκτες θα ανακάμψουν όπως στο παρελθόν — κάτι που δεν είναι βέβαιο σύμφωνα με τους ειδικούς όπως η δημογράφος Anne Goujon.

Aιτίες πίσω από την κατάρρευση της γονιμότητας

Οι λόγοι πίσω από τη μείωση των γεννήσεων είναι ποικίλοι: περιλαμβάνουν καλύτερη πρόσβαση σε αντισύλληψη κι εκπαίδευση αλλά και αλλαγή νοοτροπιών γύρω από τις σχέσεις και τη γονεϊκότητα. Συνεχίζεται η συζήτηση για το ποιοι παράγοντες έχουν μεγαλύτερη σημασία ανά περιοχή.

Ορισμένοι παράγοντες αντανακλούν θετικές κοινωνικές αλλαγές. Στις ΗΠΑ, στοιχεία των Κέντρων Ελέγχου Νοσημάτων δείχνουν ότι η πτώση στη γονιμότητα σχετίζεται εν μέρει με λιγότερες ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες και εφηβικές γεννήσεις. Επίσης, μακροχρόνια μείωση στη βία κατά των γυναικών ίσως συνέβαλε σημαντικά: έρευνα της κοινωνιολόγου Jennifer Barber, έδειξε πως γυναίκες σε βίαιες σχέσεις κάνουν παιδιά σχεδόν διπλάσιες φορές σε σχέση με όσες βρίσκονται σε μη βίαιες σχέσεις.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η πρόσβαση στην αντισύλληψη αποσύνδεσε την πράξη του σεξ από την τεκνοποίηση. Στο Ιράν για παράδειγμα, εθνική εκστρατεία οικογενειακού προγραμματισμού τη δεκαετία του ’80 οδήγησε στη μεγαλύτερη πτώση δεικτών γονιμότητας που έχει καταγραφεί ποτέ: σχεδόν επτά παιδιά ανά γυναίκα μειώθηκαν σε κάτω των δύο μέσα σε λιγότερα από είκοσι χρόνια. Το Ιράν άλλαξε πολιτική γύρω στο 2006 κι επιχειρεί πλέον να αυξήσει ξανά τις γεννήσεις.

Οι νέοι στις πλούσιες χώρες συνάπτουν λιγότερες σχέσεις κι έχουν λιγότερες ερωτικές επαφές. Η κοινωνιολόγος Alice Evans, υποστηρίζει πως η διαδικτυακή ψυχαγωγία ανταγωνίζεται πλέον τις διαπροσωπικές σχέσεις ενώ πλήττει την κοινωνική αυτοπεποίθηση. Καθώς οι γυναίκες αποκτούν μόρφωση κι εργασιακές ευκαιρίες, γίνονται πιο επιλεκτικές στους συντρόφους τους — ενώ πολλοί άνδρες διατηρούν παραδοσιακές απαιτήσεις μέσα στο σπίτι.

Kοινωνικές πιέσεις & οικονομικά εμπόδια στη δημιουργία οικογένειας

Αυτός ο “αποσυντονισμός” τροφοδοτεί κινήματα όπως τα Four Nos στη Νότια Κορέα (άρνηση γνωριμιών, γάμου, σεξ και παιδιών) ή αντίστοιχα κινήματα στις ΗΠΑ όπου νεαρές γυναίκες αποφεύγουν σχέσεις με άνδρες («boy sober»).

Πολλοί νέοι επιδιώκουν περισσότερη εκπαίδευση ώστε να διεκδικήσουν απαιτητικές αλλά επισφαλείς θέσεις εργασίας — γεγονός που οδηγεί συχνά στην αναβολή ή δυσκολία τεκνοποίησης λόγω ηλικίας. Όσοι τελικά κάνουν παιδιά νιώθουν έντονη πίεση να επενδύσουν χρόνο και πόρους στην προετοιμασία τους για μια ανταγωνιστική αγορά εργασίας.

Το αυξανόμενο κόστος ζωής προσθέτει περαιτέρω δυσκολίες: διεθνής έρευνα του ΟΗΕ σε περισσότερους από 14.000 ανθρώπους σε 14 χώρες έδειξε πως το39% επικαλείται οικονομικούς λόγους ως εμπόδιο για τη δημιουργία οικογένειας. Στις ΗΠΑ οι γεννήσεις μειώνονται περισσότερο στις περιοχές όπου οι τιμές κατοικίας αυξάνονται ταχύτερα.

Εξαιρετικά χαμηλοί δείκτες εμφανίζονται εκεί όπου αυτές οι πιέσεις συνδυάζονται: στη Νότια Κορέα για παράδειγμα το κόστος στέγασης είναι υψηλό ενώ η κουλτούρα απαιτεί έντονη αφοσίωση τόσο στην εργασία όσο και στην ανατροφή παιδιών.

Άλλοι παράγοντες είναι η πτώση στον αριθμό σπερματοζωαρίων (πιθανώς λόγω περιβαλλοντικών παραγόντων) αλλά κι η αυξανόμενη ανησυχία για πολιτική ή περιβαλλοντική αστάθεια όπως καταγράφεται στις διεθνείς έρευνες του ΟΗΕ.

Mελλοντικές προκλήσεις & στρατηγικές αντιμετώπισης

Οι συνέπειες θα διαφέρουν ανά περιοχή: χώρες όπως η Κούβα ή η Τουρκία ενδέχεται να πληγούν περισσότερο καθώς συνδυάζεται η χαμηλή γονιμότητα με έντονη μετανάστευση προς πλουσιότερα κράτη.

Το χάσμα μεταξύ αστικών κέντρων και επαρχίας βαθαίνει: καθώς οι νέοι φεύγουν από μικρές πόλεις κλείνουν σχολεία κι υποδομές προκαλώντας περαιτέρω φυγή κατοίκων — συχνά μένουν μόνο ηλικιωμένοι πίσω.

Παγκοσμίως όμως το βασικό ζήτημα είναι η γήρανση του πληθυσμού: στις χώρες όπου μειώνονται οι γεννήσεις εκτιμάται ότι το ποσοστό άνω των65 ετών, θα διπλασιαστεί μέσα στα επόμενα25 χρόνια. Οι ανάγκες για φροντίδα αυξάνονται αλλά υπάρχει καθυστέρηση στην κάλυψή τους.

Υπάρχουν εργαλεία για όσους θέλουν να αντιστρέψουν την τάση αυτή: οικονομικά κίνητρα όπως πρόταση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Donald Trump, για καταβολή $1.000 σε κάθε νεογέννητο μέσω επενδυτικού λογαριασμού αποτελούν ένα παράδειγμα τέτοιων πολιτικών.

Πηγή: nature.com