Χάρης Μαθιόπουλος στο libre: Εκείνο που με αρρωσταίνει είναι το άδικο

 Χάρης Μαθιόπουλος στο libre: Εκείνο που με αρρωσταίνει είναι το άδικο

Ο Χάρης Μαθιόπουλος περνά μέρος του χρόνου του στην Τήνο, μα μοιάζει να κατοικεί και σ’ έναν δικό του, πιο εσωτερικό κόσμο. Είναι ένας άνθρωπος ευαίσθητος, μοναχικός, με το βλέμμα στραμμένο πάντα λίγο πιο βαθιά από την επιφάνεια των πραγμάτων. Η συγγραφή και η φωτογραφία δεν είναι για εκείνον απλώς μέσα έκφρασης, αλλά τρόποι να κατανοήσει, να καταγράψει και –ίσως– να ξορκίσει όσα τον απασχολούν.

Η δικαιοσύνη δεν είναι αφηρημένη έννοια γι’ αυτόν· είναι βίωμα. Αρρωσταίνει με το άδικο και συγκινείται από το ανθρώπινο. Παρατηρεί τον κόσμο αθόρυβα, με σεβασμό και επιμονή, ψάχνοντας εκείνες τις λεπτομέρειες που οι περισσότεροι προσπερνούν. Στη σκέψη του κυριαρχεί η σιωπή και η ουσία – όχι οι εντυπώσεις.

Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ξεδιπλώνεται ένας χαρακτήρας που δεν αποζητά τον θόρυβο της έκθεσης, αλλά την αλήθεια της εμπειρίας.

Συνέντευξη

-Πώς συνδυάζετε την επιστημονική προσέγγιση της οικονομίας με τη δημιουργικότητα που απαιτεί η μουσική και η φωτογραφία;

Harry 3

Δεν νομίζω ότι συνδυάζω κάτι ιδιαίτερο. Τα οικονομικά και η διαχείριση του χαρτοφυλακίου ήταν η δουλειά μου και η μουσική και η φωτογραφία ήταν αγαπημένα μου πράγματα. Δεν χρειάστηκε ποτέ να συνδυάσω τα δύο.

Από το ένα ζούσα κι από το άλλο θεράπευα την ψυχή μου, χωρίς να ήμουν αναγκασμένος να ζω από αυτό. Αλλά είναι μια μεγάλη κουβέντα αυτή όσον αφορά στα θέματα της τέχνης, ιδίως σήμερα.

-Ποιο ρόλο παίζει η Τήνος στη ζωή σας και πώς επηρεάζει την έμπνευση σας ως καλλιτέχνη και συγγραφέα;

Η Τήνος προέκυψε από ένα τυχαίο περιστατικό. Η καταγωγή μου είναι από την ορεινή Αρκαδία κι επαφή έχω με τα βουνά και όχι με τα νησιά ή τη θάλασσα. Τέλος πάντων, μια ιστορία πολύ περίεργη είναι. Κατέληξα να βρεθώ εγώ να μένω σε ένα βουνό, σε ένα νησί. Κι αυτό σημαίνει αρκετές ώρες μοναχικότητας.

Το σαξόφωνο είναι το πλησιέστερο που έχουμε, στα μουσικά όργανα, στην ανθρώπινη φωνή

Και οι πολλές ώρες μοναχικότητας επηρεάζουν, με ένα συγκεκριμένο τρόπο, και τα πράγματα που σκέφτεσαι, που γράφεις, που αναπολείς. Δηλαδή, είναι πολύ διαφορετικό το να είσαι στην μητρόπολη, μέσα στο κέντρο των πραγμάτων και πολύ διαφορετικό να είσαι κάπου αποτραβηγμένος.

-Γιατί σας κέρδισε το σαξόφωνο; Mε τι θα παρομοιάζατε τον ήχο του;

Το σαξόφωνο είναι το πλησιέστερο που έχουμε, στα μουσικά όργανα, στην ανθρώπινη φωνή. Έχει ένα θαυμάσιο πλούσιο ηχόχρωμα, που, αν το δείτε στο φασματοσκόπιο, έχει εκατοντάδες αρμονικές από πάνω από την βασική του νότα και είναι πάρα πολύ κοντά στην ανθρώπινη φωνή, την οποία θεωρώ κι αυτή ένα μουσικό όργανο.

Είναι το τραγούδι μας και η δυνατότητά μας να αρθρώνουμε λέξεις, μουσικές λέξεις, φθόγγους και νότες. Για αυτό, αντίθετα με τα κρουστά όργανα, στα οποία, αν θέλετε, με αυστηρή κατηγοριοποίηση μπορείτε να εντάξετε και το πιάνο και την κιθάρα, καθετί το οποίο, στη βάση, είναι κρουστό, το σαξόφωνο είναι κάτι το οποίο ενώνεται με το στομάχι σου, με το διάφραγμά σου, με το στόμα σου.

Ήταν όλα μια περιπέτεια. Το να τραβήξεις μια φωτογραφία δεν ήταν κάτι απλό

Γίνεσαι ένα με το σαξόφωνο και τα περισσότερα πνευστά, αλλά ειδικά το σαξόφωνο έχει ένα θαυμάσιο πλούσιο ηχόχρωμα, το οποίο υποθέτω ότι αυτό ήταν που με κέρδισε, όταν για πρώτη φορά άκουσα στη ζωή μου αυτό το όργανο. Κάπως έτσι, αποφάσισα να αφήσω το πιάνο και να ασχοληθώ μόνο με το σαξόφωνο.

-Τι σας έκανε να αγαπήσετε τη φωτογραφία και ποια είναι η αγαπημένη σας θεματολογία μέσα από τον φακό σας;

image2 2

Η φωτογραφία είναι ο τρόπος ίσως για όλους εμάς να ζωγραφίζουμε ή να μεταφέρουμε στο χαρτί αυτά που ζωγραφίζει η Φύση, η Μοίρα ή ο Θεός, δεν θέλω να μπούμε στα θεολογικά θέματα, ό,τι πιστεύει ο καθένας. Είναι συναρπαστικό το να καταγράφεις κάτι που σου αρέσει και μετά να το έχεις στο χαρτί και να το βλέπεις.

Σήμερα, βέβαια, δεν τίθεται θέμα να μεταφέρεις στο χαρτί γιατί είναι όλα ηλεκτρονικά και σε ένα τηλέφωνο μέσα, αλλά τέλος πάντων, το ίδιο πράγμα είναι, απλώς σε άλλη τεχνική εκδοχή. Πάρα πολλά πράγματα και το μηχανικό της μέρος και οι κάμερες και τα φιλμ και η πάλη με όλο αυτό το πράγμα και η αγωνία αν θα βγει σωστή η φωτογραφία -γιατί έπρεπε να περιμένεις μια εμφάνιση-, ήταν πολύ διαφορετικά από σήμερα. Ήταν όλα μια περιπέτεια. Το να τραβήξεις μια φωτογραφία δεν ήταν κάτι απλό.

Τα πάντα με συγκινούν. Το σημαντικό είναι να έχουμε να πούμε μια ιστορία για αυτό που μας συγκινεί

Όσον αφορά στη θεματολογία, αυτή την ερώτηση αναγκάστηκα να την απαντήσω κάποτε σε μία επιμελήτρια ενός μουσείου, που με ρώτησε ποιο θα ήταν το θέμα μου. Της είπα, λοιπόν, ότι δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο θέμα και ότι ό,τι με συγκινεί είναι το  θέμα μου. Μου λέει «δεν έχετε κάτι που..».

Της λέω «τι θέλετε ορίζοντες, ακτές, αλογάκια, τα πάντα είναι το θέμα μου, από τον μικρόκοσμο μέχρι τον μακρόκοσμο, από ένα μακρινό ορίζοντα μέχρι ένα μυρμηγκάκι μέσα στον ανθό μιας κολοκύθας, αυτό είναι το θέμα μου. Ναι, λέει, «αλλά πρέπει να έχουμε ενιαία θεματολογία». Λέω «εσείς πρέπει να έχετε ενιαία θεματολογία, εγώ δεν πρέπει».

-Τόσο απλόΗ φωτογραφία, κύριε Μαθιόπουλε, είναι θέμα έμπνευσης, είναι ψυχοσύνθεση της στιγμής;

Όχι και ίσως είναι λίγο υπερτονισμένο το θέμα της έμπνευσης. Είναι ό,τι σε συγκινεί.

Δηλαδή, σήμερα το πρωί, με συγκίνησε ένα σκαθάρι το οποίο ήταν επίμονα πάνω στο δάχτυλό μου, το πρωί που έπινα καφέ έξω στο χωράφι μέχρι τον πρωινό ορίζοντα στις 5:30, που εκείνη την ώρα πρέπει να ποτίσεις, τώρα το καλοκαίρι, για να μην πάει χαμένο το νεράκι.

Ήταν ένας πίνακας, τι να πω! Ρόθκο έβλεπες μπροστά σου, ήταν απίστευτο. Τα πάντα με συγκινούν. Το σημαντικό είναι να έχουμε να πούμε μια ιστορία για αυτό που μας συγκινεί.

-Ποια είναι τα βασικά μηνύματα που θέλετε να περάσετε μέσα από τα βιβλία σας;

Δεν θέλω να περάσω κανένα μήνυμα. Θέλω να καταγράψω πράγματα τα οποία με θύμωσαν, με συγκίνησαν. Όλη μου τη ζωή, τελικά. Δύο πράγματα μού ήταν σημαντικά, η δικαιοσύνη, το να είναι δίκαια τα πράγματα και η ευγένεια. Κι αν ήταν κάτι άδικο ήθελα απλώς αν μπορώ να το γράψω, να το φωνάξω, να το πω. Δεν περνάω κανένα μήνυμα, -μηνύματα περνάνε άνθρωποι -φοβάμαι πολύ πιο σοβαροί από μένα- (γέλια). Ήθελα να γράψω πράγματα, τα οποία ήταν μια ανάγκη.

Όταν ένας άνθρωπος σκέπτεται –και όχι συγκεκριμένο έργο ή κάποιο άμεσο βάσανο ή έγνοια όπως έχουμε όλοι-, αν όμως σκέπτεται, αναπολεί, νοσταλγεί, κοιτάει τον απέραντο ουρανό, το ταβάνι και όλα αυτά δεν ακούγονται τόσο ποιητικά ή μεγαλειώδη.

Αυτή η αντίληψη ότι «πρέπει να μπω στον κύκλο του τάδε συλλέκτη, γόνου της τάδε οικογενείας», είναι χάλια για μένα

Αλλά ένας ταπεινός ουρανός είναι κι όταν ξαπλώνει το βράδυ στο δωμάτιο και κοιτά το ταβάνι και αφήνει το μυαλό του να τρέχει και τους συνειρμούς να έρχονται. Τότε, αυτές οι σκέψεις, αυτά τα κείμενα δεν είναι μυθιστόρημα, δεν είναι διήγημα, δεν έχουν μήνυμα, δεν θέλεις να πεις τίποτα σε κανέναν, ούτε συγκεκριμένο, ούτε πρόγραμμα, ούτε επίλογο, ούτε εισαγωγή, ούτε  επίμετρο. Θέλω να πω ότι δεν προσπαθώ να στείλω κάποιο μήνυμα.

Απλώς προσπαθώ να μιλήσω για πράγματα, τα οποία θεωρώ πάρα πολύ άδικα γιατί δεν τα βλέπω να λέγονται με έναν συγκεκριμένο τρόπο, που θα μπορούσε να είναι προσιτός και κατανοητός στον κόσμο.

-Οι καλλιτεχνικές σας ασχολίες, είπατε, δεν είχαν εμπλοκή με το βιοποριστικό κομμάτι. Ήθελε, παρόλα αυτά, προσπάθεια για να διατηρηθεί μια ισορροπία;

Harry 2 1

Είναι πάρα πολύ απλό. Δεν χρειάζεται να διατηρήσω καμιά ισορροπία. Πρέπει να πάρεις μια απόφαση, στην αρχή, για το αν θα ζήσεις από αυτό που αγαπάς. Αυτό που αγαπάς επαρκεί για να ζήσεις την οικογένειά σου ή όχι; Σε μένα, η απάντηση ήταν αρνητική. Βρέθηκα με δύο παιδιά, πάρα πολύ νωρίς κι ενώ λάτρευα την μουσική και μάλιστα ένα ιδιαίτερο είδος μουσικής αυτοσχεδιαζόμενης, κατάλαβα ότι δεν πρόκειται ποτέ στην Ελλάδα να μπορέσω να θρέψω την οικογένειά μου. Αυτό ήταν το τέλος.

Από κει και πέρα, έπρεπε να κάνω κάτι για να ζήσει η οικογένειά μου, το οποίο να είχε συνάφεια ή σχέση με αυτά που ήξερα ή που νόμιζα ότι θα μπορούσα να κάνω. Και αυτό ήταν ένας συγκεκριμένος κλάδος των οικονομικών, που είναι η διαχείριση χαρτοφυλακίου. Και το βράδυ, αν είχα ώρα ή κουράγιο, να κάνω αυτό που αγαπούσα. Και από αυτή την διαδρομή, κατέληξα σε μια λίγο ιδιόρρυθμη θέση, αλλά δεν πειράζει αυτή είναι η θέση μου: Η τέχνη πρέπει να είναι ανώφελη. Για την τέχνη, πρέπει να κάνεις πράγματα για να ευχαριστήσεις τον τεχνοκριτικό, να μπεις σε κύκλο και να πουλήσεις τον εαυτό σου με ένα συγκεκριμένο τρόπο.

Κάποια στιγμή, κατάλαβα ότι η δουλειά μου είναι ένα απέραντο λησταρχείο

Λυπάμαι πιο πολύ τα νέα παιδιά που πρέπει να κάνουν αυτή την δουλειά, ιδίως σε μια εποχή, που πλέον οι απόφοιτοι των σχολών Καλών Τεχνών είναι λεγεώνες, κάθε χρόνο. Πώς θα ζήσουν αυτοί οι άνθρωποι; Αυτή η αντίληψη ότι «πρέπει να μπω στον κύκλο του τάδε συλλέκτη, γόνου της τάδε οικογενείας», είναι χάλια για μένα, αλλά καθένας, όπως νομίζει. Δεν είχα κανένα πρόβλημα, λοιπόν, να συμβιβάσω τέχνη και οικονομικά, γιατί είχα πάρει τις αποφάσεις μου, ότι είναι δύο τελείως ξεχωριστά πράγματα. Με το ένα έπρεπε να φέρνω σπίτι το φαγητό των παιδιών μου και με το άλλο έπρεπε να κάνω κάτι για να θεραπεύεται η ψυχούλα μου το βράδυ. Γιατί τα νεύρα μου είχαν γίνει καλώδια από την δουλειά.

-Δίνετε συμβουλές σε νέους ανθρώπους; Κάποιος μπορεί να θέλει να ορίσει μια διαδρομή πολυδιάστατη, που να περιέχει με κάποιον τρόπο και μια άτυπη καριέρα σε κάτι που θεραπεύει, όπως η τέχνη.

Εγώ δεν έκανα καμία καριέρα σε τίποτα. Είχα τη δουλειά μου και είχα και τα θέματα που μου αρέσανε, που θεράπευαν την ψυχή μου. Τη μουσική, τη φωτογραφία, το γράψιμο.

Δεν έχω κάνει ποτέ μου καριέρα σε κάτι, με αυτή την έννοια. Κάποτε, ήμουν ένας καλούτσικος διαχειριστής. Κάποια στιγμή, κατάλαβα ότι η δουλειά μου είναι ένα απέραντο λησταρχείο. Και σε ότι αφορά στα καλλιτεχνικά εκεί είναι που δεν έκανα καριέρα ποτέ, γιατί δεν θεώρησα ότι ένας άνθρωπος που λέει αυτά που μόλις είπα είναι δυνατόν να κάνει καριέρα.

Και όταν κάποτε με ρωτήσανε γιατί πουλάω μια φωτογραφία σε μια γκαλερί 40 ευρώ, είπα απλώς γιατί ντρέπομαι να την πουλήσω παραπάνω. Μου λένε τότε «πρέπει να την πουλάτε 300 ευρώ». Όχι, λέω, «300 ευρώ, δεν υπάρχει αυτή τιμή».

Αν την κάνετε Λούτσα την Τήνο, η Λούτσα είναι πιο κοντά σε μένα, οπότε δεν έχω κανένα λόγο να πληρώνω 500 ευρώ το εισιτήριο για να έρθω σε σας

Υπάρχει τιμή ή 30 ευρώ ώστε να μπορεί να την πάρει ένα παιδί, φοιτητής που δεν έχει τα μέσα, είτε 3.000.000 για να μπορεί να την πάρει κάποιος καραγκιόζης στο μουσείο μοντέρνας τέχνης του τάδε μεγιστάνα. 300 ευρώ, όχι, οπότε με κοιτούσαν, μετά τρεις μέρες, για να καταλάβουν τι είχα πει. Από ένα σημείο και πέρα, βλέποντας ιδίως πού πωλούνται πράγματα για την τέχνη σήμερα, συγγνώμη, αλλά είναι ντροπή αυτά τα πράγματα. Δεν μπορείτε να έρχεστε και να λέτε «αγόρασα εκείνον τον πίνακα 50.000.000 ευρώ».

Με 50.000.000 ευρώ χτίζατε 500 νοσοκομεία σε μια φτωχή ήπειρο. Αλλά πήρατε την μπανάνα του τάδε 5.000.000 ευρώ, όπως θυμάστε προ μηνών. Αυτά είναι ντροπής πράγματα και συμπαρασύρουν δυστυχώς πάρα πολύ κόσμο να μπει σε αυτό τον χορό. Και να’ ναι καλά βέβαια κάτι ολιγάρχες, πλουτοκράτες, που έχουν κερδίσει μερικά δισεκατομμύρια και περνάνε και την ώρα τους κάνοντας μουσεία για τις ανιψιές τους.

-Σε μια περίοδο όπου οι επιπτώσεις του πολέμου διεθνώς διαταράσσουν οικονομίες και κοινωνίες, ενώ παράλληλα ο υπερτουρισμός αλλοιώνει τα τοπικά πολιτισμικά και οικολογικά ισοζύγια, πώς εκτιμάτε ότι μπορούν οι τοπικές κοινωνίες, όπως αυτή της Τήνου, να διαχειριστούν αυτές τις πιέσεις; Ποιος ρόλος ανήκει στους οικονομολόγους, τους καλλιτέχνες και τους συγγραφείς στην ευαισθητοποίηση και τη διαμόρφωση πολιτικών που προάγουν την αειφορία και την κοινωνική συνοχή σε αυτή τη νέα πραγματικότητα;

image2 1 3

Αυτή η νέα πραγματικότητα, είναι μια μάχη που δεν κερδίζεται. Ας πούμε τα πράγματα από την αρχή, όπως είναι. Το μόνο πράγμα το οποίο μπορεί να φέρει σε κάποιο ίσως ανεκτό και ανθρώπινο ισοζύγιο τα πράγματα είναι αυτό που πάντα πίστευα: η κεντρική νομοθετική πρωτοβουλία, αν αυτή μπορεί να υπάρξει. Από κει και πέρα, επιμέρους ευαισθητοποίηση επειδή εγώ πήρα την φίλη μου και ήρθα στην Τήνο και αγαπήσαμε τα μονοπάτια, θα μου κρατήσει περίπου τρία με τέσσερα χρόνια. Μετά θα κόψω και την κοτσίδα και θα μου περάσει και θα μείνουν τα μονοπάτια να καταστρέφονται.

Τα λέω έτσι ωμά γιατί έχω μηδενική, μηδενική ελπίδα ότι πρωτοβουλίες καλλιτεχνών, ποιητών, ευαίσθητων ανθρώπων, αναίσθητων ανθρώπων θα κάνουν τίποτα σε οτιδήποτε. Και στο τέλος της ημέρας, για να πω και κάτι που επίσης το έχω ζήσει εδώ, με διάφορες ομάδες, οι οποίες λένε είμαι φίλος της Πάρου, φίλος της Μυκόνου, της Ανάφης, της άγονης γραμμής, της μη άγονης γραμμής. Τα πράγματα δεν πάνε έτσι. Εδώ υπάρχουν άνθρωποι που ζούνε είτε από τη γη ή λιγότερο πλέον και περισσότερο από τον τουρισμό, που στα μάτια πολλών ανθρώπων είναι χυδαίος. Νομίζω τον πρώτο λόγο τον έχουν οι άνθρωποι που ζουν εδώ πέρα και που είναι η ζωή τους.

Δεν θα μπω στην παγίδα αυτή, αν ήταν έγκλημα ή δεν ήταν έγκλημα (Τέμπη). Ήταν κάτι το οποίο όταν συμβεί στη βάρδια σας, κύριοι, πρώτον πρέπει να εξαφανιστείτε από το πρόσωπο της γης

Εφόσον δεν υπάρχει μια κεντρική νομοθετική πρωτοβουλία να πει ότι δεν θα βάλεις ντισκοτέκ πάνω στο νερό, ας βάλουν ντισκοτέκ πάνω στο νερό. Και όπως λέω αν την κάνετε Λούτσα την Τήνο, η Λούτσα είναι πιο κοντά σε μένα, οπότε δεν έχω κανένα λόγο να πληρώνω 500 ευρώ το εισιτήριο για να έρθω σε σας. Αλλά επιμένω σε αυτό, ότι πρέπει να λειτουργεί η κεντρική κυβέρνηση, όποια είναι αυτή. Αν δεν λειτουργεί εκείνη όλα τα άλλα είναι μια κοροϊδία. Πριν από μήνες, διαβάσαμε ότι το Συμβούλιο Επικρατείας έβγαλε  τρανταχτές αποφάσεις για την Πάρο, την Αντίπαρο, τη Μύκονο, μπλόκαρε πράγματα, έβαλε την έννοια της φέρουσας ικανότητας κ.λπ.  Βλέπεις τι έγινε, τα ίδια πράγματα δηλαδή κοροϊδευόμαστε, παίζουμε μια παντομίμα όπως τότε που παίζαμε πάλι παντομίμα, τον καιρό του κόβιντ.

Επίσης, τις πρωτοβουλίες που παίρνουν στην Ισπανία, ορισμένοι πολίτες, που κατεβαίνουν κάτω και διώχνουν τουρίστες, δεν τις καταλαβαίνω. Μέχρι προχθές ήταν καλοί οι τουρίστες που αφήναν τα λεφτά τους; Και όλοι λαδώσανε τα εντεράκια τους και τώρα είναι κακοί οι τουρίστες οπότε να τους διώξουμε. Γιατί να τους διώξουμε; Όλα αυτά λίγο με αρρωσταίνουμε. Οπότε πρέπει να κουνήσουμε τα κεφάλια μας και να τα κάνουμε όλα αυτά για εκτόνωση προσωπική μας. Ας το κάνουμε, ναι, αλλά να έχουμε συνειδητοποιήσει γιατί το κάνουμε. Αυτή τη στιγμή, θυμάμαι τους συμφοιτητές μου. Όλοι, από την άκρα αριστερά μέχρι την άκρα δεξιά, τους θυμάμαι έναν –έναν. Πού ήταν και πού κατέληξαν και λόγω ηλικίας οι μισοί από αυτούς ήταν και υπουργοί και τέτοια. Αστεία πράγματα.

-Στο βιβλίο σας «Το Πρωί» αναδεικνύετε ιδιαίτερα θέματα και συναισθήματα — ποια ήταν η κύρια έμπνευση πίσω από αυτό το έργο και τι μήνυμα θα θέλατε να μεταφέρει στους αναγνώστες σας; Πώς συνδέεται το «Πρωί» με τις προσωπικές σας εμπειρίες και τον τρόπο που βλέπετε τον κόσμο;

Το «Πρωί» ξεκίνησε πάλι με τον ίδιο τρόπο που λέω και για την φωτογραφία. Πράγματα που είπα γιατί να μην τα κάνω. Πράγματα που σκεφτόμουν, που με συγκινούσαν, χωρίς συγκεκριμένη θεματολογία. Η θεματολογία τους είναι αυτή ακριβώς. Πράγματα που σκεφτόμαστε όλοι μας κάθε μέρα.

Άρχισε ως ένας ύμνος για την ζωή, μια μέρα που παρακολουθούσα μια αράχνη να τρέφει τα μωρά με το σώμα της και ήταν πολύ συγκινητικό αυτό το πράγμα. Η μητροφαγία είναι σπανιότατη στα είδη -λίγο προτού φύγουν τα μικρά της, τα προσκαλεί να τη φάνε για να πάρουν δυνάμεις, να μπορούν να βγουν έξω στον κόσμο. Ξεκίνησε από εκεί, πήγε από εδώ, πήγε στα διάφορα άδικα του κόσμου, από το Νταβός και τους τετρακόσιους κυρίους που αναρωτιούνται τι γίνεται η κατάσταση στον κόσμο και 4 δισεκατομμύρια πεινάνε, λόγω των τετρακοσίων κυρίων. Το βιβλίο τελείωσε με μία μικρή αναφορά στα Τέμπη, γιατί την ώρα που τελείωνε το βιβλίο ήταν οι διαδηλώσεις του Φεβρουαρίου.

Αυτό είναι ένα θέμα, το οποίο πονάει πάρα πολύ. Η κόρη μου θα μπορούσε να είναι στο τρένο, και δεν το λέω προσωπικά και εγωιστικά, απλώς πονάει η καρδιά σου για αυτό που έγινε. Γιατί ήξερα τα παιδιά και με πιάνει απέραντη αηδία. Δεν έχω άλλη λέξη για τον πολιτικό χειρισμό του θέματος αυτού. Δεν θα μπω στην παγίδα αυτή, αν ήταν έγκλημα ή δεν ήταν έγκλημα. Ήταν κάτι το οποίο όταν συμβεί στη βάρδια σας, κύριοι, πρώτον πρέπει να εξαφανιστείτε από το πρόσωπο της γης, όπως εγώ θα έκανα. Δηλαδή αν είχε συμβεί στην βάρδιά μου δεν θα με είχε ξαναδεί ούτε ο περιπτεράς μου για να πάρω τσιγάρα. Τέτοια θα ήταν η ντροπή μου.

Δεν μπορώ την αδικία, τρελαίνομαι. Δεν ανέχομαι να λέγεται το άσπρο μαύρο

Πρώτον, λοιπόν, πρέπει να εξαφανιστείτε από το πρόσωπο της γης και δεύτερον να μη μιλάτε. Δεν μπορείτε να αμολάτε τα σκυλιά σας να λένε «υποκλίνομαι στον πόνο των γονιών, αλλά βέβαια αν ήταν έγκλημα, στο έγκλημα υπάρχει πολύ μεγαλύτερη αποζημίωση». Πιο χυδαία δήλωση από αυτή δεν έχει γίνει στην ιστορία του ανθρώπινου γένους. Αυτό κάπου εκεί μου σάλεψαν τα μυαλά με την έννοια ότι δεν άντεχα να ακούω τέτοια πράγματα. Σοβαρολογείς; Υποκλίνεσαι στον πόνο των γονιών και με την ίδια αναπνοή μετά λες ένα σωρό χυδαιότητες. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ντροπή από αυτή που έγινε. Ένα σαθρό, γελοίο, διάτρητο πολιτικό σύστημα δεν είχε την αξιοπρέπεια, την τσίπα να σιωπήσει, όταν 57 άνθρωποι σκοτώθηκαν,  κάηκαν ζωντανοί, επειδή ο “Μήτσος”, ο σταθμάρχης και ο “Ντίνος” δεν ήταν εκεί. Και προς Θεού δεν είναι ευθύνη του “Μήτσου”. Να μην πιάσουμε τους ανθρώπους που είναι απόρροια των παραλείψεών μας και εκεί ψάχνουμε τους ενόχους. Αυτά είναι γελοιότητες. Αλλά στο τέλος της ημέρας, λέω ότι ο καθ’  ύλην αρμόδιος υπουργός αντί να μην ξαναπάει στο περίπτερο, όπως δεν θα πήγαινα εγώ και θα είχα πηδήξει σε μια τρύπα μέσα, κατέβηκε στις επόμενες εκλογές, τον κατέβασε το κόμμα του δηλαδή, και βγήκε θριαμβευτικά. Οπότε όλα αυτά που λέω είναι για πέταμα.

Εκείνο που με αρρωσταίνει είναι το άδικο. Δεν μπορώ το άδικο. Ή όπως είπα πριν, δεν μπορώ να βλέπω τετρακόσιους καραγκιόζηδες, οι οποίοι, αυτή τη στιγμή, κι ενώ πεθαίνει κόσμος εξαιτίας τους, πηγαίνουν στο Νταβός και χύνουν μαύρο δάκρυ, επειδή πεινάει ο κόσμος εξαιτίας τους. Δεν μπορώ την αδικία, τρελαίνομαι. Δεν ανέχομαι να λέγεται το άσπρο μαύρο.

-Κύριε Μαθιόπουλε, απόλαυσα τη συζήτηση. Κι ας ευχηθούμε αυτό: ότι κάποια στιγμή, το άνισο, το άδικο, το ανήθικο θα έχουν απέναντί τους εκατοντάδες μαχητές.

Αμήν. Σας ευχαριστώ κι εγώ.