ΗΠΑ: Νέες έρευνες για εισαγωγή φαρμάκων ενόψει της επιβολής δασμών

ΗΠΑ: Νέες έρευνες για εισαγωγή φαρμάκων ενόψει της επιβολής δασμών

Η κυβέρνηση Τραμπ επαναφέρει δυναμικά την ατζέντα των δασμών, στρέφοντας αυτή τη φορά το βλέμμα της σε δύο κρίσιμους τομείς: τα φαρμακευτικά προϊόντα και τα chip. Όπως αποκαλύφθηκε από τις καταθέσεις στο Ομοσπονδιακό Μητρώο (Federal Register), τη Δευτέρα (14/4), η Ουάσιγκτον δρομολογεί επίσημες έρευνες για τις εισαγωγές στους δύο αυτούς κλάδους, επικαλούμενη ανησυχίες για την εθνική ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών λόγω της υπερβολικής εξάρτησης από το εξωτερικό.

Με φόντο την εθνική ασφάλεια

Οι έρευνες ενεργοποιούνται στο πλαίσιο του Άρθρου 232 του Νόμου περί Επέκτασης του Εμπορίου του 1962 – ενός νομικού εργαλείου που επιτρέπει στον εκάστοτε πρόεδρο να επιβάλει δασμούς σε αγαθά τα οποία θεωρούνται κρίσιμα για την ασφάλεια της χώρας. Η κίνηση αυτή σηματοδοτεί μια νέα φάση προστατευτισμού, ενισχύοντας την προσπάθεια επαναπατρισμού της παραγωγής βασικών προϊόντων.

Τι περιλαμβάνει η διαδικασία

Η έναρξη των ερευνών, που σύμφωνα με τις καταθέσεις ξεκίνησαν την 1η Απριλίου, συνοδεύεται από μια περίοδο 21 ημερών δημόσιας διαβούλευσης. Η σχετική ανάλυση θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί εντός 270 ημερών, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την πιθανή επιβολή δασμών σε φαρμακευτικά προϊόντα, δραστικές ουσίες και τεχνολογικά κρίσιμα εξαρτήματα.

Αν και ο πρώτος κύκλος δασμών του Τραμπ κατά την προηγούμενη θητεία του επικεντρώθηκε σε προϊόντα όπως ο χάλυβας, το αλουμίνιο και τα αυτοκίνητα, η νέα προσέγγιση διευρύνει το φάσμα και δείχνει ξεκάθαρα την πρόθεση για βαθύτερη αναδιάρθρωση των εφοδιαστικών αλυσίδων.

Στο επίκεντρο τα φάρμακα και τα chip

Η φαρμακοβιομηχανία και η βιομηχανία κατασκευής των chip αποτελούν δύο από τους πιο εξαρτημένους από τις εισαγωγές τομείς της αμερικανικής οικονομίας. Η παραγωγή chip, ιδιαίτερα, στηρίζεται κατά πολύ στην Ταϊβάν – ένα γεγονός που κινητοποίησε ήδη την κυβέρνηση Μπάιντεν μέσω του Chips Act, προσφέροντας κρατικά κίνητρα για επενδύσεις στο εσωτερικό. Ωστόσο, η νέα προσέγγιση Τραμπ φαίνεται να επιλέγει την πίεση μέσω δασμών, αντί για επιδοτήσεις.

Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε, την Κυριακή (13/4), ότι σκοπεύει να ανακοινώσει δασμούς στα εισαγόμενα chip εντός της επόμενης εβδομάδας, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο ευελιξίας για συγκεκριμένες εταιρείες του κλάδου (κινητά τηλέφωνα και σχετικά ηλεκτρονικά είδη).

Παράλληλα, τα φαρμακευτικά προϊόντα και οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται στην παρασκευή τους, μπαίνουν, επίσης, στο στόχαστρο. Ο πρώην πρόεδρος έχει επανειλημμένα υποστηρίξει την ανάγκη ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγής φαρμάκων, υπογραμμίζοντας ότι οι ΗΠΑ δεν πρέπει να εξαρτώνται από ξένες χώρες για την κάλυψη των βασικών αναγκών υγείας του πληθυσμού.

Αντιδράσεις και ανησυχίες

Οι ανακοινώσεις έχουν προκαλέσει έντονο προβληματισμό στους κλάδους που επηρεάζονται. Εκπρόσωποι της φαρμακοβιομηχανίας προειδοποιούν ότι τυχόν δασμοί ενδέχεται να οδηγήσουν σε ελλείψεις φαρμάκων και περιορισμό της πρόσβασης των ασθενών, καθώς η μεταφορά παραγωγής εντός ΗΠΑ απαιτεί χρόνια και σημαντικές επενδύσεις. Εταιρείες του κλάδου και κορυφαίοι διευθύνοντες σύμβουλοι έχουν ήδη ξεκινήσει έντονη δραστηριότητα lobbying, με στόχο να καθυστερήσουν ή να περιορίσουν την έκταση των μέτρων.

Η αναλύτρια της Bernstein, Courtney Breen, εκτιμά ότι οι πρώτοι δασμοί αναμένονται γύρω στα μέσα Μαΐου, με ποσοστά που θα μπορούσαν να κυμανθούν μεταξύ 10% και 25%. Όπως σημειώνει, η βιομηχανία προσανατολίζεται σε ένα σταδιακό χρονοδιάγραμμα εφαρμογής ώστε να περιοριστούν οι επιπτώσεις.

Ανησυχία επικρατεί και στον τεχνολογικό κλάδο

Ο Gary Shapiro, επικεφαλής της Ένωσης Καταναλωτικής Τεχνολογίας, προειδοποίησε ότι η νέα πολιτική δασμών πλήττει ευθέως τον καταναλωτή, καθώς προϊόντα όπως smartphones και laptops θα ακριβύνουν σημαντικά. Παρά το γεγονός ότι οι εν λόγω συσκευές εξαιρέθηκαν προσωρινά από τους πρόσφατους δασμούς 125%, θεωρείται πιθανό να ενταχθούν σε μελλοντικά πακέτα.

Οικονομικές επιπτώσεις και γεωπολιτικό αποτύπωμα

Η στρατηγική δασμών του Τραμπ έχει ήδη αρχίσει να αφήνει το αποτύπωμά της στην αμερικανική οικονομία. Οι δείκτες της Wall Street έχουν καταγράψει απώλειες άνω του 10% από τα υψηλά του Νοεμβρίου, ενώ κορυφαίοι οικονομολόγοι προειδοποιούν για αυξημένη ανεργία και πληθωρισμό.

Ο κυβερνήτης της Federal Reserve, Christopher Waller, χαρακτήρισε τις εμπορικές πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ ως «ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά σοκ των τελευταίων δεκαετιών».

Πέρα από τις οικονομικές διαστάσεις, η επιθετική δασμολογική πολιτική εντείνει και τις γεωπολιτικές εντάσεις, ειδικά με την Κίνα – βασικό εμπορικό εταίρο αλλά και ανταγωνιστή σε στρατηγικούς τομείς.

Το ερώτημα που παραμένει

Η στροφή προς έναν περισσότερο προστατευτισμό και η χρήση της εθνικής ασφάλειας ως θεμέλιο για εμπορικά μέτρα δημιουργούν μια νέα εποχή στις σχέσεις των ΗΠΑ με τον υπόλοιπο κόσμο. Όπως επισημαίνει ο Shapiro, «είναι καιρός για μια πιο έξυπνη και στοχευμένη εμπορική στρατηγική, με συνεργασίες και όχι απομόνωση».

Το μεγάλο στοίχημα είναι κατά πόσο η πολιτική αυτή μπορεί πράγματι να ενισχύσει την εγχώρια παραγωγή, χωρίς να διαταράξει την εύθραυστη ισορροπία μεταξύ προσφοράς, τιμών και καταναλωτικής πρόσβασης.

Σχετικά Άρθρα