“Πεντάγωνο” Βρυξελλών: Τι σηματοδοτεί η στροφή της ευρωπαϊκής πολιτικής στην άμυνα

 “Πεντάγωνο” Βρυξελλών: Τι σηματοδοτεί η στροφή της ευρωπαϊκής πολιτικής στην άμυνα

Όπως μεταδίδει το Reuters, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με αφορμή τις εξελίξεις στην Ουκρανία και την αναμενόμενη επάνοδο Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, πρότεινε να δαπανηθούν 1,5 δισ. ευρώ για να δοθούν κίνητρα στις χώρες να αγοράζουν από κοινού από ευρωπαϊκές εταιρείες και κατ’ επέκταση να ενθαρρυνθεί η βιομηχανία όπλων να αυξήσει την παραγωγική της ικανότητα και να αναπτύξει νέες τεχνολογίες. Η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι η ΕΕ θα πρέπει να επιδιώξει να προμηθεύεται τουλάχιστον το 40% του αμυντικού εξοπλισμού “με συνεργατικό τρόπο” έως το 2030 και να δαπανά τουλάχιστον το 50% των προϋπολογισμών για αμυντικές προμήθειες εντός της ΕΕ έως την ίδια ημερομηνία.

Η Επιτροπή πρότεινε, επίσης, ένα πιλοτικό πρόγραμμα για τη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής εκδοχής του αμερικανικού συστήματος ξένων στρατιωτικών πωλήσεων, βάσει του οποίου οι Ηνωμένες Πολιτείες βοηθούν άλλες κυβερνήσεις να αγοράζουν από αμερικανικές εταιρείες όπλων.

Ήδη οι χώρες της ΕΕ, θορυβημένες από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και την πολεμική ρητορική της Μόσχας προς τη Δύση, αύξησαν κατακόρυφα τις αμυντικές δαπάνες τα τελευταία χρόνια. Μεγάλο μέρος των χρημάτων αυτών, δε, έχει διατεθεί σε εταιρείες εκτός Ευρώπης. Από την έναρξη του πολέμου έως τον Ιούνιο του περασμένου έτους, τα κράτη – μέλη της ΕΕ δαπάνησαν περισσότερα από 100 δισεκατομμύρια ευρώ για στρατιωτικό εξοπλισμό – το 80% εκτός ΕΕ, με περισσότερο από το 60% να πηγαίνει μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, σύμφωνα με την Επιτροπή.

Αξιωματούχοι έθεσαν, επίσης, την προοπτική η ΕΕ να χρησιμοποιήσει τα κέρδη από τα δεσμευμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία για να βοηθήσει την αμυντική βιομηχανία της Ουκρανίας ή ακόμη και να αγοράσει όπλα για το Κίεβο. Ωστόσο, τα μέλη της ΕΕ δεν έχουν ακόμη συμφωνήσει για το πώς θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν αυτά τα κεφάλαια.

  • “Δεν έχουμε πουθενά κάποιο Πεντάγωνο. Δεν έχουμε έναν θεσμό που να έχει ισχυρή αγοραστική ικανότητα, να κινεί την αγορά και να οδηγεί τη βιομηχανία”, δήλωσε ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ. “Αλλά πρέπει να συνεργαστούμε και να συντονιστούμε”.

Για να γίνουν πραγματικότητα οι προτάσεις θα πρέπει να εγκριθούν από τις χώρες μέλη της ΕΕ -οι οποίες ήταν απρόθυμες να παραχωρήσουν εξουσία σε θέματα άμυνας και στρατιωτικής πολιτικής- και από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Η ένωση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, ASD, εξέφρασε αρχικά τη μεγάλη ικανοποίησή της για τις προτάσεις αυτές. Οι προτάσεις θα μελετηθούν, επίσης, προσεκτικά από το ΝΑΤΟ, το οποίο έχει χαιρετίσει τις προσπάθειες της ΕΕ στον τομέα της άμυνας, αλλά προειδοποίησε ότι δεν πρέπει να επικαλύπτουν ή να συγκρούονται με το έργο της διατλαντικής συμμαχίας.

Εάν εγκριθεί το πακέτο του 1,5 δισ. ευρώ, θα δαπανηθεί μεταξύ 2025 και 2027. Σημειώνεται ότι ο Τιερί Μπρετόν, επίτροπος βιομηχανίας της ΕΕ, έχει υποστηρίξει τη δημιουργία ενός αμυντικού ταμείου της ΕΕ ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αλλά η ιδέα αυτή δεν έχει ακόμη βρει ευρεία υποστήριξη μεταξύ των χωρών-μελών.

  • Εάν οι χώρες-μέλη συμφωνήσουν, θα σημάνει το τέλος μιας μεταψυχροπολεμικής πολιτικής που ήθελε τις στρατιωτικές δαπάνες να συρρικνώνονται, αναφέρει το POLITICO.

“[Η στρατηγική] δεν είναι μια απάντηση στον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά μάλλον μια ευρύτερη απάντηση. Είναι μια αναγνώριση ότι [η άμυνα] είναι ένα θέμα που δεν πρόκειται να εξαφανιστεί για κάποιο χρονικό διάστημα”, δήλωσε η Καμίλ Γκραντ, πρώην βοηθός γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ και τώρα διακεκριμένη συνεργάτης στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων.

Ο στόχος είναι η ΕΕ -που αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο- να αρχίσει επιτέλους να βασίζεται στις δυνάμεις της όσον αφορά την άμυνα. Αυτή είναι μια ιδέα που πλανάται γύρω από την ΕΕ από την ίδρυσή της ως Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα το 1951.

  • Το σχέδιο για μια ευρωπαϊκή αμυντική ένωση γεννήθηκε στο μυαλό ενός από τους ιδρυτές της Ευρώπης, του Γάλλου Ζαν Μονέ, και κατά ειρωνικό τρόπο “ενταφιάστηκε” όταν οι Γάλλοι νομοθέτες αρνήθηκαν να επικυρώσουν τη συνθήκη το 1954. Τώρα ένας άλλος Γάλλος, ο Ευρωπαίος επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς, Τιερί Μπρετόν, θα αναλάβει να παρουσιάσει τα αμυντικά σχέδια του εκτελεστικού οργάνου της ΕΕ.

Αντί για τη δημιουργία μιας πολυεθνικής πολεμικής δύναμης -κάτι που είχε εξεταστεί τα πρώτα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου- αυτή τη φορά όλα αφορούν την οικοδόμηση του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος του μπλοκ, καθώς και τη μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από τα αμερικανικά όπλα -ένας ιδιαίτερα έντονος φόβος καθώς ο Ντόναλντ Τραμπ ανεβαίνει στις δημοσκοπήσεις ενόψει των αμερικανικών εκλογών.

Μεταξύ άλλων, το σχέδιο περιλαμβάνει την αντιγραφή του αμερικανικού συστήματος ξένων στρατιωτικών πωλήσεων ούτως ώστε να βοηθηθούν οι χώρες της ΕΕ να δημιουργήσουν αποθέματα όπλων και να διευκολύνουν την πώληση όπλων. Τα μετρητά θα πρέπει να πηγαίνουν μόνο σε ευρωπαϊκές εταιρείες, σύμφωνα με τις σκέψεις της Επιτροπής, ενώ η Ουκρανία θα αντιμετωπίζεται ως οιονεί χώρα-μέλος και θα τής επιτρέπεται να συμμετέχει σε κοινές αγορές όπλων.

  • Καθώς πρόκειται για κανονισμό, το επενδυτικό πρόγραμμα θα χρειαστεί την υπογραφή και των πρωτευουσών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αυτό που μένει, πλέον, να φανεί είναι το πώς θα αντιδράσουν οι κυβερνήσεις. “Τα κράτη-μέλη δεν θα δεχτούν να τους αφαιρεθούν οι αρμοδιότητές τους”, δήλωσε στο POLITICO ανώτερος διπλωμάτης της ΕΕ.

Ωστόσο, σημαντικά γεγονότα -όπως η επανεκλογή του Τραμπ ή μια αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ– θα μπορούσαν να ωθήσουν τα κράτη-μέλη να κάνουν το άλμα προς μια μεγαλύτερη ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στον τομέα της άμυνας, σύμφωνα με τον Αντόνιο Μισιρόλι, πρώην βοηθό γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ για τις αναδυόμενες προκλήσεις ασφαλείας.

Βέβαια, η επιτυχία της αμυντικής στρατηγικής θα εξαρτηθεί τελικά και από το πόσα μετρητά θα πέσουν στο τραπέζι.

Ενώ το Ευρωπαϊκό Βιομηχανικό Πρόγραμμα Άμυνας αναμένεται να ανέλθει σε τουλάχιστον 1,5 δισεκατομμύριο ευρώ, θα χρειαστούν πολύ περισσότερα, αν οι Βρυξέλλες θέλουν σοβαρά να δημιουργήσουν μια ανταγωνιστική βιομηχανία, όπως σημειώνει το POLITICO, με τις εκτιμήσεις να κάνουν λόγο ακόμα και για 100 δισ. ευρώ.

Σχετικά Άρθρα