Ιδιωτικά ΑΕΙ: Ειδικοί εξηγούν το κυβερνητικό σχέδιο- Τα υπέρ και τα θολά σημεία- Η παράκαμψη του άρθρου 16, οι αντιδράσεις και το case study του 2007

 Ιδιωτικά ΑΕΙ: Ειδικοί εξηγούν το κυβερνητικό σχέδιο- Τα υπέρ και τα θολά σημεία- Η παράκαμψη του άρθρου 16, οι αντιδράσεις και το case study του 2007

Ο νομικός Δημήτρης Σαραφιανός με ειδίκευση σε θέματα συνταγματικού δικαίου καθώς και η πανεπιστημιακός Ιφιγένεια Καμτσίδου μιλούν στο libre και δίνουν απαντήσεις στα θολά σημεία του σχεδίου που παρουσίασε η κυβέρνηση αναφορικά με τα δίδακτρα, τη χρηματοδότηση, τον τρόπο εισαγωγής στα ιδιωτικά ΑΕΙ, το εάν θα επιτρέπεται η απασχόληση καθηγητών που διδάσκουν σε δημόσια ΑΕΙ αλλά και το πώς (;) παρακάμπτεται το άρθρο 16. Την ίδια στιγμή, η πανεπιστημιακή κοινότητα είναι καζάνι που βράζει με τις αντιδράσεις να φουντώνουν και τους φοιτητές να ετοιμάζονται για μαζικές κινητοποιήσεις και καταλήψεις.

Τον Ιανουάριο αναμένεται να τεθεί σε διαβούλευση το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για τα μη κρατικά πανεπιστήμια. Η κυβέρνηση της ΝΔ με τον τρόπο αυτό αλλάζει άρδην το τοπίο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση προκαλώντας διχογνωμίες, αντιπαραθέσεις και αντιδράσεις ειδικά αφού επιχειρεί να παρακάμψει την πρόνοια του Συντάγματος και το άρθρο 16.

Όπως είπε ο υπουργός Παιδείας, Κυριάκος Πιερρακάκης τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα κάνουν την εμφάνιση στη χώρα μας το ακαδημαϊκό έτος 2025-2026. Συγκεκριμένα, ανακοίνωσε ότι «στο νομοσχέδιο η μέριμνα είναι να ξεκινήσουμε από το ακαδημαϊκό έτος 2025-2026». Για τα δίδακτρα είπε ότι θα τα καθορίσουν τα ίδια τα πανεπιστήμια, αλλά με έλεγχο από την Εθνική Αρχή Ανωτάτης Εκπαίδευσης. «Τα πανεπιστήμια που θα έρθουν εδώ θα απευθυνθούν με όρους βιώσιμους στα δίδακτρά τους. Νομίζω ότι το αποτέλεσμα είναι ότι θα έχουμε τα πιο αυστηρά κριτήρια απ’ όλες τις άλλες χώρες της Ευρώπης». Για ενδεχόμενες προσφυγές στο ΣτΕ, ο υπουργός απάντησε: «Σε πολλά νομοσχέδια υπάρχει δικαστικός διάλογος που ακολουθεί. Είναι ασφαλές και στέρεο βήμα. Θεωρούμε ότι αυτός είναι ένα ασφαλής διάλογος με τον τρόπο με τον οποίο τον ξεκινάμε».

Ο υπουργός Παιδείας Πιερρακάκης υπογράμμισε πως η Ελλάδα θα έχει το αυστηρότερο σύστημα στην Ευρώπη. Η Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) θα είναι ο τελικός κριτής εάν τα ιδιωτικά ΑΕΙ επιλέγουν τους φοιτητές τους με κριτήρια που θα πληρούν ένα μίνιμουμ γνωσιακό επίπεδο. Η αξιολόγηση και πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα γίνεται από την ΕΘΑΑΕ και όχι από τον φορέα πιστοποίησης της χώρας όπου θα εδρεύει το ιδιωτικό ΑΕΙ.

Ο Περικλής Μήτκας, πρόεδρος Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης, σε άρθρο του στο Βήμα της Κυριακής γράφει:

  • «Το νέο κεφάλαιο στην ιστορία τα τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα ανοίγει νωρίτερα από ό,τι το υπολογίζαμε και πρέπει να κινηθούμε με γρήγορους ρυθμούς. Διαθέτουμε όμως την απαραίτητη εμπειρία και τεχνογνωσία, έχουμε τα κατάλληλα εργαλεία, μελετάμε τις καλές πρακτικές στον ευρωπαϊκό χώρο και θα είμαστε έτοιμοι». Για την αξιολόγηση και πιστοποίηση ακαδημαϊκών δομών και προγραμμάτων των δημοσίων Πανεπιστημίων «έχουμε αναπτύξει πρότυπα που βασίζονται στα αντίστοιχα ευρωπαϊκά και εφαρμόζονται με παρόμοιο τρόπο σε όλες τις χώρες του ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατα Εκπαίδευσα».

Το εμπόδιο που θα συναντήσει η κυβέρνηση είναι η αναθεώρηση του άρθρου 16, η οποία δεν θα είναι μία εύκολη διαδικασία, αφού απαιτεί δύο Βουλές -μία προτείνουσα και μία αναθεωρητική- και απαιτεί και αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών στη μία από τις δύο. Σε αυτό το πλαίσιο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης δήλωσε χθες πως «το γεγονός ότι ανακοινώνουμε την εισαγωγή στη δημόσια διαβούλευση ενός νόμου που θα δίνει τη δυνατότητα σε παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων ευρωπαϊκών χωρών ή τρίτων χωρών, που είναι αναγνωρισμένα, να ιδρύουν μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά ιδρύματα δεν αναιρεί την πρόθεσή μας στην επικείμενη αναθεωρητική διαδικασία του Συντάγματος να προχωρήσουμε και στην αναθεώρηση του Άρθρου 16».

Οι αντιδράσεις

Στην φοιτητική κοινότητα εκφράζονται φόβοι ότι τα δημόσια ΑΕΙ παρά τις αντίθετες διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης θα αφεθούν στην τύχη τους -μέσω της υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης. Οι διοικήσεις των ιδρυμάτων τηρούν στάση αναμονής.

Ο Ενιαίος Σύλλογος Διδασκόντων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με ανακοίνωση που εξέδωσε παίρνει σαφή θέση κατά της ίδρυσης και λειτουργίας ελεύθερων πανεπιστημίων στη χώρα.

«Το σχέδιο νόμου που παρουσιάστηκε στο υπουργικό συμβούλιο σήμερα ο υπουργός Παιδείας Κυριάκος Πιερρακάκης  φέρει τον τίτλο «Ελεύθερο Πανεπιστήμιο».  Με τον παραπλανητικό και προσβλητικό αυτό τίτλο για το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο (είναι άραγε Μη Ελεύθερο;) αποφάσισε το ΥΠΑΙΘ να προχωρήσει στην ίδρυση Μη Κρατικών Πανεπιστημίων στη χώρα μας σε πλήρη αντιδιαστολή με το Άρθρο 16 του Συντάγματος.

Ενώ το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο υποφέρει από έλλειψη πόρων, καταφέρνει και είναι ο πιο επιτυχημένος αναπτυξιακός κλάδος της χώρας μας σύμφωνα με όλες τις διεθνείς κατατάξεις. Επιπλέον, έχει για δεκαετίες τώρα εξασφαλίσει την πρόοδο και την κοινωνική κινητικότητα με διαφάνεια, αξιοκρατία και αποτελεσματικότητα.

Δυστυχώς, οι προτεραιότητες που θέτει η κυβέρνηση αποτελούν ένδειξη των προθέσεών της και ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι επ’ ουδενί δεν μπορούμε να μείνουμε απαθείς.

Το ΔΣ του ΕΣΔ 

*αυτονόητα είναι ενάντια σε οποιαδήποτε προσπάθεια καταστρατήγησης του Συντάγματος, 

*καλεί το υπουργείο να αποσύρει την πρόταση νόμου και να ενισχύσει επιτέλους σε προσωπικό, υποδομές και χρηματοδότηση το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο, και

*καλεί σε άμεση αντίδραση τους συναδέλφους, τους άλλους συλλόγους των εργαζομένων των πανεπιστημίων και τους φοιτητικούς συλλόγους ενάντια στην περαιτέρω υπονόμευση του Ελληνικού Δημοσίου Πανεπιστημίου μέσω του νομοσχεδίου αυτού».

Όσον αφορά στα κόμματα αυτή τη στιγμή απολύτως ξεκάθαρη θέση -ενάντια στην ίδρυση των ιδιωτικών πανεπιστημίων- έχει πάρει μόνο το ΚΚΕ. Ιδιαίτερη αξία έχει η τοποθέτηση του γραμματέα του ΜέΡΑ25, από το εξωκοινοβούλιο, καθώς ο Γιάνης Βαρουφάκης έχει διδάξει στο Πανεπιστήμιο του Έσσεξ, στο Πανεπιστήμιο του Ιστ Άνγκλια, στο Νόργουιτς της Αγγλίας, στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ της Αυστραλίας, στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης ενώ κατέχει ερευνητική θέση στον τομέα της πολιτικής και οικονομικής φιλοσοφίας, στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της Λέουβεν (Λουβέν Λα Νεβ, Βέλγιο). Από το 2000 διδάσκει οικονομική θεωρία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Μιλά στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του τηλεοπτικού σταθμού  Ιωαννίνων ITV, με τον δημοσιογράφο Βλάση Ντόκα.

Εκατοντάδες φοιτητικοί σύλλογοι, από τα πανεπιστήμια σε όλη την Ελλάδα, ήδη εξήγγειλαν καταλήψεις στα πανεπιστήμια με την έναρξη της νέας χρονιάς τον Ιανουάριο.

Οι φοιτητικοί σύλλογοι (με εξαίρεση την παράταξη της ΔΑΠ) διατρανώνουν την αντίθεσή τους στα κυβερνητικά σχέδια. Θα πλημμυρίσουν τους δρόμους και αυτό το γνωρίζει και η κυβέρνηση, αφού το τελευταίο διάστημα έχουμε δει μεγαλειώδεις κινητοποιήσεις σε μια σειρά ζητημάτων (με κορυφαίες εκείνες για το έγκλημα στα Τέμπη). Το θέμα είναι αν αυτήν τη φορά, τη φορά, η κυβέρνηση θα ακούσει τις φωνές των νέων και δε θα ενεργήσει με βάση την πολιτική κυριαρχία του 41% των εκλογών.

Η ήττα Καραμανλή το 2007 στην αναθεώρηση του άρθρου 16

Το παράδειγμα του 2007 είναι ένα καλό case study. Τότε η κυβέρνηση Καραμανλή, με την Μαριέττα Γιαννάκου στο τιμόνι του υπουργείου Παιδείας, επιχείρησε να αναθεωρήσει το άρθρο 16. Η ακαδημαική κοινότητα ξεσηκώθηκε, προκαλώντας βαρύ πλήγμα στην κυβέρνηση, αναγκάζοντάς την να βάλει στο ράφι τα σχέδιά της. Βέβαια, τότε η κυβέρνηση είχε συναντήσει και έντονες αντιδράσεις από τα κόμματα. Εκτός από το ΚΚΕ που και τότε είχε κάνει ξεκάθαρη την αντίθεσή του στην αναθεώρηση, ο ΣΥΡΙΖΑ με μπροστάρη τον Αλαβάνο είχε κάνει σαφές ότι θα καταψηφίσει την πρόταση, σε αντίθεση με τον σημερινό αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, Στέφανο Κασσελάκη, που υπό όρους βλέπει μάλλον θετικά τη δημιουργία μη κρατικών πανεπιστημίων στη χώρα. Όσο για το ΠΑΣΟΚ τότε, είχε φύγει από τη συζήτηση στην Ολομέλεια, προκαλώντας και την έντονη αντίδραση του Κ. Καραμανλή. Το σημερινό ΠΑΣΟΚ βλέπει θετικά την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημιών, υπό όρους.

Τα θολά σημεία στο επικείμενο νομοσχέδιο

Ο Παύλος Μαρινάκης υποστήριξε ότι η κυβέρνηση δεν παρακάμπτει το άρθρο 16 του Συντάγματος και επέμεινε και στην αναθεώρησή του. «Το γεγονός ότι ανακοινώνουμε την εισαγωγή σε δημόσια διαβούλευση του νόμου, που θα δίνει τη δυνατότητα σε παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων να δραστηριοποιηθούν στην Ελλάδα, δεν αναιρεί την πρόθεση μας για αναθεώρηση του άρθρου 16. Στην πρώτη περίπτωση μιλάμε για παραρτήματα μη κρατικά μη κερδοσκοπικά. Στην δεύτερη για την αναθεώρηση του 16, όπου θα μπορεί ένας ιδιώτης να ιδρύσει μη κρατικό ΑΕΙ» ανέφερε ειδικότερα ο κ. Μαρινάκης. Ως προς το νομικό σκέλος, υποστήριξε ότι «το Σύνταγμα το ερμηνεύουμε τελολογικά και με βάση το πνεύμα όσων λέει αλλά και με βάση τη νομολογία, τις αποφάσεις δικαστηρίων».

  • Ωστόσο, πολλά τα ερωτήματα για το επικείμενο νομοσχέδιο, αναφορικά με τα δίδακτρα, τη χρηματοδότηση, τον τρόπο εισαγωγής στα ιδιωτικά ΑΕΙ, το εάν θα επιτρέπεται η απασχόληση καθηγητών που διδάσκουν σε δημόσια ΑΕΙ.

Στα ερωτήματα που αφορούν το νομικό πλαίσιο, απαντά στο libre ο Δημήτρης Σαραφιανός, Διδάκτωρ Νομικής και Δικηγόρος Αθηνών, που έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με θέματα Συνταγματικού Δικαίου.

«Mε βάση τις ερωτοαπαντήσεις που εξέδωσε πρόσφατα το Υπουργείο Παιδείας σχετικά με την εγκατάσταση παρατημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα προκύπτουν πεντακάθαρα τα εξής, που θα μας επιτρέψουν και σε εμάς να απαντήσουμε σε ορισμένα ερωτήματα. Σύμφωνα λοιπόν με το Υπουργείο οι τίτλοι σπουδών του ξένου πανεπιστημίου που θα εκδίδονται στην Ελλάδα θα προσδίδουν τα ίδια ακαδημαϊκά και επαγγελματικά δικαιώματα με αυτά που ισχύουν στο κράτος προέλευσης και φυσικά κατ’ αντιστοιχία θα είναι ισότιμοι με τους αντίστοιχους ελληνικούς τίτλους σπουδών και ως προς τα επαγγελματικά δικαιώματα και ως προς τα ακαδημαϊκά δικαιώματα. Θα μπορούν συνεπώς να αναγνωρίζονται ως πανεπιστήμια, ενταγμένα στο πλαίσιο της ελληνικής ακαδημαϊκής λειτουργίας» σχολιάζει αρχικά και συνεχίζει:

«Είναι η πρώτη φορά λοιπόν που τίθεται μέχρι σήμερα το ζήτημα της λειτουργίας στην Ελλάδα ξένων πανεπιστημίων, οι τίτλοι των οποίων θα θεωρούνται απ ευθείας ισότιμοι των ακαδημαϊκών τίτλων των ελληνικών πανεπιστημίων και μάλιστα ανεξαρτήτως από το αν η χώρα προέλευσης είναι μέλος της ΕΕ ή όχι. Μέχρι σήμερα βάσει του δικαίου της ΕΕ επιβαλλόταν η αναγνώριση των επαγγελματικών δικαιωμάτων του αποφοίτου ξένου πανεπιστημίου μόνο για τα νομοθετικά κατοχυρωμένα επαγγέλματα και μάλιστα μέσα από μια διαδικασία (ΣΑΕΠ, Επιμελητήρια, Επαγγελματικοί Σύλλογοι) που μπορούσε να οδηγήσει είτε στην επιβολή εξετάσεων που θα αποδείκνυαν τη γνώση π.χ. του ελληνικού δικαίου, είτε στην επιβολή χρόνου ασκήσεως στο επάγγελμα.

Το ζήτημα της ακαδημαϊκής ισοτίμησης ήταν εκτός ρυθμιστικού πεδίου, καθώς, σύμφωνα και με τις συνθήκες της ΕΕ, τα εκπαιδευτικά ζητήματα τελούν εκτός των αρμοδιοτήτων της ΕΕ και μπορούν να ρυθμιστούν μόνο από την νομοθεσία των κρατών μελών. Συνεπώς η νομολογία του ΔΕΕ, σύμφωνα με την οποία η κοινοτική νομοθεσία είναι ανώτερη των συνταγμάτων των επιμέρους κρατών μελών, δεν θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για να παρακαμφθούν οι σκόπελοι της ελληνικής συνταγματικής τάξης.

Και αυτοί οι σκόπελοι δεν είναι μόνο ένας, αλλά δυο. Ο ένας είναι μάλλον γνωστός: το άρθρο 16 παρ. 8 ορίζει ότι η σύσταση ανωτάτων σχολών από ιδιώτες απαγορεύεται. Ο δεύτερος όμως είναι ότι στην παρ.5 του ίδιου άρθρου ορίζεται πως η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση. Δεν μπορεί συνεπώς να λειτουργήσει στην Ελλάδα ίδρυμα εντασσόμενο στον πανεπιστημιακό τομέα της εκπαίδευσης, το οποίο να έχει άλλη μορφή.

Το ρήμα παρέχεται είναι απόλυτα σαφές, δεν αφορά μόνο τη σύσταση των ιδρυμάτων, αλλά και την εν γένει λειτουργία τους. Η λειτουργία συνεπώς στην Ελλάδα πανεπιστημίων που έχουν ιδρυθεί από ιδιώτες (όπως, καλή ώρα το Yale και το ελληνιστί αποκαλούμενο Κολάμπια) και δεν αποτελούν ΝΠΔΔ (να δω την ίδρυση του ΝΠΔΔ Yale και ας πεθάνω) έρχονται σε ευθεία αντίθεση με τις ρητές συνταγματικές διατάξεις. Ας σημειωθεί επιπλέον ότι τα εν λόγω Πανεπιστήμια είναι αμερικανικά και καθ΄όσον γνωρίζουμε δεν έχουμε ενταχθεί σε κάποια ενωσιακή τάξη με τις ΗΠΑ, που να παράγει δίκαιο ανώτερο από τις διατάξεις της ελληνικής συνταγματικής τάξης, ούτε κατά τις προβλέψεις του άρθρου 28 παρ.2 Σ. Ας σημειωθεί επίσης ότι η Ελλάδα έχει υπογράψει την GATS (που επίσης δεν ρυθμίζει θέματα ακαδημαϊκών ισοτιμήσεων) με ρητή επιφύλαξη ως προς τις υπηρεσίες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που οδηγούν σε κρατικώς αναγνωρισμένα διπλώματα».

ΑΣ ΔΟΥΜΕ ΟΜΩΣ ΜΕΡΙΚΑ ΚΡΙΣΙΜΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΙ ΑΠΑΝΤΑ Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΑΡΑΦΙΑΝΟΣ

  • Γιατί μπορούν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων;

Δεν μπορούν να εγκατασταθούν στην Ελλάδα ως Πανεπιστήμια που να οδηγούν σε ισότιμους ακαδημαϊκούς τίτλους με αυτούς των ελληνικών πανεπιστημίων, παρά μόνο ως κολλέγια μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που οδηγούν σε επαγγελματικά δικαιώματα, τα οποία δύνανται να αναγνωριστούν για τα νομοθετικώς κατοχυρωμένα επαγγέλματα, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες διαδικασίες.

Θέμα ερμηνείας των σχετικών συνταγματικών διατάξεων δεν τίθεται, γιατί οι διατάξεις είναι ρητές, απόλυτες και σαφείς.

  • Ποια είναι η νομική λογική της προτεινόμενης ρύθμισης ενόψει των δεδομένων συνταγματικών απαγορεύσεων;

Νομική λογική δεν υπάρχει. Υπάρχει η πολιτική λογική ότι το Σύνταγμα μπορεί να απαγορεύει ό,τι θέλει, ο παρόν όμως συσχετισμός δυνάμεων μας επιτρέπει να κάνουμε ό,τι μας αρέσει, καταπατώντας τις ρητές απαγορευτικές συνταγματικές διατάξεις.

Το Σύνταγμα προφανώς δεν είναι ένα απολίθωμα και οι κοινωνικές εξελίξεις επηρεάζουν την ερμηνεία των διατάξεών του. Όμως αφενός μεν συνιστά ένα πλέγμα διατάξεων που χαράζει συγκεκριμένες ερμηνευτικές κατευθύνσεις, αφετέρου δε περιέχει και μια σειρά ρητώς απαγορευτικών διατάξεων, η παραβίαση των οποίων μόνο ως συνταγματική εκτροπή μπορεί να χαρακτηριστεί

Αντίθετα ως απολίθωμα το αντιμετώπισαν ακριβώς εκείνες οι δικαστικές αποφάσεις που επέτρεψαν την επιβολή διδάκτρων σε εκπαιδευτικές βαθμίδες που δεν ήταν γνωστές στον συντακτικό νομοθέτη (όπως π.χ. το ΕΑΠ ή τα μεταπτυχιακά προγράμματα), με τη λογική ότι αφού δεν τις γνώριζε ο νομοθέτης, δεν τις ρύθμισε κιόλας, όταν καθιέρωνε το δικαίωμα της δημόσιας δωρεάν παιδείας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης!

  • Ποιος είναι ο κίνδυνος όταν επιχειρούμε να ερμηνεύσουμε μια ρητή συνταγματική απαγόρευση πέρα και έξω από το γράμμα της διάταξης;

Ο κίνδυνος είναι να συνηθίσουμε σε έναν αντισυνταγματικό μιθριδατισμό που θα επιτρέψει τους εκάστοτε κρατούντες να συνηθίσουν να λειτουργούν ανεξέλεγκτοι και να επεκτείνουν αυτή την πρακτική σε όλες τις ρητές απαγορευτικές διατάξεις. Όπως π.χ. (καλή ώρα) το απολύτως απαραβίαστο του απορρήτου των επικοινωνιών ή η απαγόρευση της γενικής δήμευσης ή της επιβολής ποινής χωρίς νόμο ή των βασανιστηρίων

Πρόκειται περί συνταγματικής εκτροπής. Το θέμα είναι εμείς πώς είμαστε διατεθειμένοι να το αντιμετωπίσουμε.

Ιφ. Καμτσίδου: Η παραβίαση του άρθρου 16 Συντ. δεν είναι ένας απλός ερμηνευτικό νεωτερισμός

Από την πλευρά των πανεπιστημιακών, η Ιφιγένεια Καμτσίδου, Kαθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Α.Π.Θ., μιλά στο libre και δίνει απαντήσεις σε κρίσιμα ερωτήματα που προκύπτουν από το σχέδιο που παρουσίασε η κυβέρνηση.

  • Για το άρθρο 16 και τα πραγματικά ελεύθερα πανεπιστήμια…

Η παράκαμψη του Συντάγματος επιχειρείται μέσα από την αναφορά σε διεθνή κείμενα, όπως η «Γενική Συμφωνία για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών (GATS)» Του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και κυρίως μέσω της σύμφωνης με το Ενωσιακό Δίκαιο ερμηνείας του Συντάγματος. Γίνεται, μάλιστα, επίκληση μιας σχετικά πρόσφατης απόφασης του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ, απόφαση της 6 ης  Οκτωβρίου 2020, Επιτροπή κατά Ουγγαρίας, προσφ. C-66/18), η οποία έκρινε ότι τα κράτη- μέρη της Ένωσης έχουν υποχρέωση να τηρούν τις δεσμεύσεις τους που απορρέουν από διεθνείς συνθήκες, όμως με εντελώς διαφορετικό πραγματολογικό υλικό.

Σε αντίθεση με τα πραγματικά περιστατικά της ουγγρικής υπόθεσης, η Ελλάδα, με ρητή δήλωσή της στη στήλη του πίνακα Συγκεκριμένων Υποχρεώσεων της GATS σχετικά με τους «περιορισμούς όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά» για τις υπηρεσίες τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που παρέχονται μέσω εμπορικής παρουσίας, έχει ρητά και ειδικά επιφυλαχθεί του δικαιώματός της να επιβάλλει κάθε είδους περιορισμούς, ως προς τα εκπαιδευτικά ιδρύματα που χορηγούν κρατικά αναγνωρισμένα διπλώματα. Επομένως, δεν τίθεται απολύτως κανένα ζήτημα παραβίασης των υποχρεώσεων της χώρας μας που απορρέουν από την GATS και το Δικαστήριο του Λουξεμβούργου δεν θα μπορούσε να καταδικάσει την χώρα μας γι’αυτό τον λόγο.

Σε ό,τι αφορά τις κοινοτικές ελευθερίες  ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (άρθρο 14 παρ. 3 του ΧΘΔ), την επιχειρηματική ελευθερία (άρθρο 16 του ΧΘΔ) και την ακαδημαϊκή ελευθερία (άρθρο 13 εδάφιο β΄ του ΧΘΔ), το ζήτημα είναι πιο σύνθετο. Καταρχάς θα πρέπει να επισημανθεί ότι το ενωσιακό δίκαιο δεν υπέρκειται του εθνικού δικαίου γενικά, παρά υπερέχει, ορθότερα εφαρμόζεται κατά προτεραιότητα στα πεδία που ανήκουν στην αρμοδιότητα της Ένωσης, σε εκείνους τους τομείς, δηλαδή, όπου εκδίδουν πράξεις τα ενωσιακά όργανα. Επομένως και επειδή η ΕΕ είναι αναρμόδια για τα θέματα εκπαίδευσης, για να υπαχθεί και η ανώτατη παιδεία στο ενωσιακό δίκαιο, πρέπει να αναγνωρίζεται και προστατεύεται νομικά ως οικονομική δραστηριότητα.

Έτσι, ενόψει της παραπάνω θεσμικής πραγματικότητας, διατυπώνεται η άποψη, ότι η ενωσιακή ελευθερία  ίδρυσης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ως μια μορφή επιχειρηματικής ελευθερίας εμποδίζει τα κράτη-μέλη να θέτουν περιορισμούς στις οικονομικές οντότητες που επιθυμούν να προσφέρουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση ως εμπορική- επιχειρηματική δραστηριότητα. Πρόκειται για μια επικίνδυνη άποψη, που παραγνωρίζει τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών- μελών της Ε.Ε., που κατοχυρώνουν την ακαδημαϊκή εκπαίδευση ως δημόσια υπηρεσία και θέτει σε διακινδύνευση βιοτικά συμφέροντα όλων των μελών του κοινωνικού συνόλου.

Το ελληνικό Σύνταγμα προβλέπει οι ακαδημαϊκές λειτουργίες να αναπτύσσονται σε πλήρως αυτοδιοικούμενα ν.π.δ.δ., ώστε να διαφυλάσσεται η ανεξαρτησία των φορέων τους από τις επιβουλές της κυβέρνησης ή της αγοράς. Η παραπάνω νομική μορφή αναδεικνύεται και σε εγγύηση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, την οποία το κράτος οφείλει να προστατεύει, παρεμβαίνοντας νομοθετικά, δηλαδή ρυθμίζοντας την οργανωτική δομή των πανεπιστημίων και τους διαδικαστικούς όρους εκπλήρωσης της αποστολής τους.

Η παραβίαση του άρθρου 16 Συντ. δεν είναι, λοιπόν, ένας απλός ερμηνευτικό νεωτερισμός. Η έννοια της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης αλλοιώνεται και παύει να είναι η διαδικασία που αναπτύσσει την ικανότητα όσων την ολοκληρώνουν να προσεγγίζουν συστηματικά και κριτικά το αντικείμενο ενός επιστημονικού κλάδου, μετεξελισσόμενη σε επιχειρηματική δραστηριότητα, που υπακούει στους αγοραίους κανόνες.

  • Τι σημαίνει στην πράξη μη κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο; Πώς θα μπορούσε να γίνει η εισαγωγή σε αυτό; Τι στάση θα κρατήσει η πανεπιστημιακή κοινότητα σ’ αυτή την εξέλιξη; Δίδακτρα-Πώς θα λειτουργούν αυτά τα πανεπιστήμια, εκτιμάτε;

Μη κερδοσκοπική είναι η οικονομική δραστηριότητα, που δεν αποβλέπει στην επίτευξη κέρδους, αλλά σε ένα εν γένει οικονομικό αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αστική εταιρία και νομικά κρίσιμο στοιχείο είναι ότι αυτές οι νομικές μορφές αναπτύσσονται στην ιδιωτική σφαίρα και οι δράσεις τους διέπονται από τους κανόνες που την προστατεύουν.

Με άλλα λόγια, η ίδρυση ιδιωτικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων θα κατοχυρώνει συνταγματικά την παροχή ανώτατης εκπαίδευσης ως οικονομικής δραστηριότητας. Τούτο σημαίνει ότι το πρόσωπο –φυσικό ή νομικό– που θα συστήσει μη κερδοσκοπικό πανεπιστήμιο, θα αναπτύσσει τις ακαδημαϊκές δραστηριότητες υπό την προστασία που παρέχουν οι οικείες συνταγματικές ελευθερίες, όπως π.χ. η οικονομική ελευθερία (άρθρο 5 παρ. 3 και 1 Συντ.), η ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας και συμμετοχής στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας και βέβαια οι οικονομικές ελευθερίες της ΕΕ.

Συνεπώς, οι κρατικές ρυθμίσεις στα ιδιωτικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια θα είναι περιορισμένες, καθώς θα πρέπει να σέβονται τα όρια των ελευθεριών που προστατεύουν τις οικονομικές δραστηριότητες. Έτσι, ο νομοθέτης θα διατηρεί την αρμοδιότητα να ορίζει τις ελάχιστες προϋποθέσεις για την εκλογή των μελών ΔΕΠ στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, δεν θα είναι όμως συνταγματικά ανεκτό να στερήσει από τον ιδιοκτήτη την δυνατότητα ελεύθερης επιλογής μεταξύ αυτών που τις διαθέτουν. Στην ίδια κατεύθυνση, μπορεί –και επιβάλλεται– να θέσει όρους για την σύσταση και λειτουργία των ιδιωτικών ΑΕΙ, δεν μπορεί, ωστόσο, να εξασφαλίσει την συμμετοχή των διδασκόντων, των φοιτητών και γενικά του προσωπικού στην διοίκηση του εκπαιδευτηρίου, δεδομένου, ότι αυτή ως στοιχείο της διαχείρισής του αποτελεί απόλυτη εξουσία του ιδιοκτήτη.

Τα ιδιωτικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια θα διοικούνται από πρόσωπα της επιλογής του ιδιοκτήτη και θα λειτουργούν με βάση τις κατευθύνσεις και τους όρους που αυτά θα καθορίζουν.

Το παραπάνω πλαίσιο αφορά και την εισαγωγή των φοιτητών και την επιβολή των διδάκτρων. Τα κριτήρια και η διαδικασία πρόσβασης στο ιδιωτικό πανεπιστήμιο θα καθορίζονται από τον ιδιοκτήτη του και προφανώς θα συμπεριλαμβάνουν την καταβολή διδάκτρων. Αν θα προβλέπεται κάποιας μορφής εξέταση ή απλώς η υποβολή ενός φακέλου ή η γνώση ξένης γλώσσας ή τίποτα από όλα αυτά, θα είναι απόφαση της διοίκησης του εκπαιδευτηρίου. Ακόμη, τα ιδιωτικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια ως επιχειρηματικές οντότητες, πρέπει να είναι οικονομικά βιώσιμες, άρα ο νομοθέτης δεν μπορεί να επιβάλλει όριο στο ύψος των διδάκτρων ή πάντως ελέγχεται δικαστικά αν το επιχειρήσει.

Σε αυτή την περίπτωση, το δικαστήριο θα αξιολογήσει την νομοθετική παρέμβαση πρωτευόντως με βάση την ανάγκη μεσοπρόθεσμης οικονομικής βιωσιμότητας του ιδιωτικού πανεπιστημίου.

  • Θα δούμε αλλαγές στα ήδη υπάρχοντα κολέγια; Όσο για τα δημόσια πανεπιστήμια, θα δούμε κι άλλη υποβάθμιση και υποχρηματοδότηση;

Οι εξαγγελίες της κυβέρνησης αφορούν την ίδρυση νέων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και δεν γίνεται λόγος για αντιμετώπιση της αγοράς ελπίδας που εκμεταλλεύεται στην χώρα μας τις προσδοκίες χιλιάδων νέων ανθρώπων και των οικογενειών τους. Πάντως, εύλογα μπορεί κανείς να υποθέσει, ότι αρκετά από τα κολλέγια θα προσπαθήσουν να επωφεληθούν από τις ρυθμίσεις του νέου νόμου και να μετεξελιχθούν σε πανεπιστήμια των τριών ορόφων.

Η ανάπτυξη ενός ιδιωτικού τομέα ανώτατης εκπαίδευσης θα επιβαρύνει ακόμη περισσότερο την σταθερά υποβαθμιζόμενη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πρώτα από όλα, τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, καθώς θα συμμετέχουν στην παροχή ανώτατης εκπαίδευσης, θα διεκδικήσουν την οικονομική ενίσχυσή τους από το κράτος, που έχει την συνταγματική υποχρέωση να στηρίζει την ανάπτυξη και την προαγωγή της εκπαίδευσης γενικά. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς με ποιο νομικό ή/και ηθικό επιχείρημα, η εξουσία, που τους παρείχε το δικαίωμα να αναλάβουν μέρος της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, θα αρνηθεί την οικονομική επιχορήγησή τους. Ακόμη, η υπαγωγή των δημόσιων πανεπιστημίων στους κανόνες του ανταγωνισμού θα μειώσει την ανεξαρτησία τους και την ανεξαρτησία των καθηγητών τους: υποχρεωμένοι να ανταποκρίνονται στα αγοραία κριτήρια, θα εξαναγκάζονται να συμμορφώνονται στις απαιτήσεις της οικονομικής συγκυρίας, προσαρμόζοντας σε αυτές ιδίως τα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα.

  • Οι καθηγητές στα δημόσια θα μπορούν να εργάζονται και στα ιδιωτικά;

Η κυβέρνηση φαίνεται διατεθειμένη να παρέχει αυτή την δυνατότητα, που δεν ταιριάζει στις αρχές ούτε του ιδιωτικού ούτε του δημόσιου δικαίου. Για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της καταρράκωσης των αποδοχών των καθηγητών των δημόσιων πανεπιστημίων και της πλημμελούς της συμμόρφωσής της στις αποφάσεις του ΣτΕ, θα επιτρέψει στους καθηγητές να εργάζονται σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, δηλαδή σε ανταγωνιστές του Ιδρύματος, στο οποίο υπηρετούν. Μια συνθήκη διαφθοράς ιδρύεται και το πλήγμα που επέρχεται στο δημόσιο και δημοκρατικό πανεπιστήμιο θα είναι υπαρξιακό.

Οι νέοι ιδίως επιστήμονες θα καλούνται να συμπληρώσουν τον γλίσχρο μισθό τους, απασχολούμενοι σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια, μοιράζοντας τον χρόνο τους σε δυο απαιτητικές δραστηριότητες, υποβαθμίζοντας την παρουσία τους στο δημόσιο πανεπιστήμιο και πιθανότατα προσαρμόζοντας τον ερευνητικό προσανατολισμό τους στις επιδιώξεις του εργοδότη τους. Η ελληνική ανώτατη εκπαίδευση θα συνηθίσει την κηδεμονία των ισχυρών και τα επιτεύγματά της θα γίνονται σιγά- σιγά παρελθόν.

  • Γνωμοδοτήσεις υπέρ της εγκατάστασης παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα

Γνωμοδοτήσεις υπέρ της λειτουργίας παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στη χώρα μέσω… παράκαμψης» του άρθρου 16 έχουν δώσει στο πρόσφατο παρελθόν αρκετοί διακεκριμένοι καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου. Τα επιχειρήματα που επικαλούνται διαπιστώνουμε πως είναι σύμφωνα με εκείνα που χρησιμοποιεί και το υπουργείο Παιδείας.

Παραθέτουμε δύο χαρακτηριστικά αποσπάσματα από νομικά άρθρα των Αντώνη Μανιτάκη και Νίκου Αλιβιζάτου:

Νίκος Αλιβιζάτος

Ο Νίκος Αλιβιζάτος αναφέρει ότι πριν από την τυχόν αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος με σκοπό τη δυνατότητα ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων, οι όποιες προσωρινές λύσεις θα πρέπει να επιλεγούν πολύ προσεκτικά ώστε, πρώτον, να μη δυσχεράνουν το αναθεωρητικό εγχείρημα αυτό καθ’ εαυτό και, δεύτερον, να μη δημιουργήσουν δυσάρεστα τετελεσμένα. Επικαλούμενος απόφαση του Δικαστηρίου της Ε.Ε. από το 2020 για την ίδρυση του Πανεπιστημίου της Κεντρικής Ευρώπης στην Ουγγαρία, επισημαίνει ότι: «Με αφετηρία το ότι το Σύνταγμα θα πρέπει να ερμηνεύεται εν όψει και του ενωσιακού δικαίου και το ότι το γράμμα της κρίσιμης διάταξης χρησιμοποιεί τη λέξη “σύσταση” (δηλαδή ίδρυση εξ υπαρχής) και όχι “λειτουργία”, ούτε “εγκατάσταση”, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ευπρόσωπα ότι, υπό το ισχύον άρθρο 16, δεν αποκλείεται η εγκατάσταση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στη χώρα. Και τούτο χωρίς να χρειάζεται να συναφθεί διεθνής προς τούτο σύμβαση, αλλά σύμφωνα με τυπικό νόμο, ο οποίος θα προβλέπει τους ειδικότερους όρους και προϋποθέσεις για την αδειοδότηση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων».

Πηγή: Ν. Αλιβιζάτος, ομότιμος καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, άρθρο στο περιοδικό «Συνήγορος» (τεύχος Σεπτεμβρίου 2023)

Αντώνης Μανιτάκης

Ομοιότητες με την υπόθεση για τον νόμο του «βασικού μετόχου» βλέπει στην εγκατάσταση παραρτημάτων αλλοδαπών πανεπιστημίων στη χώρα μας ο Αντώνης Μανιτάκης. Οπως αναφέρει σε πρόσφατο άρθρο του: «Ως πρώτο νομολογιακό δεδομένο θεωρώ την υποχρέωση ερμηνείας μιας συνταγματικής διάταξης σε αρμονία με το Δίκαιο της Ε.Ε., εφόσον συντρέχουν οι αναγκαίες ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις του άρθρου 28 παρ.2 και 3Σ και έχουμε εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, όπως συμβαίνει με την ερμηνεία του άρθρου 16 παρ. 8Σ και την εγκατάσταση παραρτημάτων ξένων μη κρατικών πανεπιστημίων. Δεν αρκεί στην περίπτωση αυτή η ερμηνευτική επίκληση του γεγονότος ότι ούτως ή άλλως η γραμματική ερμηνεία δεν περιλαμβάνει και την απαγόρευση εγκατάστασης παραρτημάτων και ότι αποκλείεται ούτως ή άλλως μόνον η ίδρυση γενικά ιδιωτικών πανεπιστημίων. Χρειάζεται επιπλέον και η σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο ερμηνεία της επίμαχης συνταγματικής διάταξης, ώστε να θεμελιωθεί ακόμη περισσότερο ο αποκλεισμός της απαγόρευσης εγκατάστασης παραρτημάτων.

Σύμφωνα με έναν άλλο ερμηνευτικό, νομολογιακό κανόνα, που απορρέει και αυτός από την υπόθεση του βασικού μετόχου, οφείλουμε, ερμηνεύοντας μια συνταγματική διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 16 παρ.8Σ, να αποκλείουμε, ερμηνευτικά, νοήματά της που έρχονται σε σύγκρουση με τις θεμελιώδεις οικονομικές ελευθερίες της Ε.Ε., την ελευθερία της διασυνοριακής εγκατάστασης φυσικών και νομικών προσώπων και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Η συγκεκριμένη διάταξη θα πρέπει λογικά να θεωρηθεί, ως προς το νόημά της αυτό και μόνον αυτό, ανίσχυρη και ανενεργός. […] Με άλλες λέξεις, η συνταγματική απαγόρευση της σύστασης ιδιωτικών σχολών εξακολουθεί να ισχύει. Αυτό που αποκλείεται ή παρακάμπτεται είναι ένα συγκεκριμένο νόημά της».

Πηγή: Α. Μανιτάκης, ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ, επικεφαλής της επιστημονικής επιτροπής της Νομικής του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, άρθρο στο constitutionalism.gr (Ομιλος Αριστόβουλος Μάνεσης)

Ποδαρικό από την Κύπρο και η εμπλοκή Μητσοτάκη

Η έλευση του Πανεπιστημίου της Λευκωσίας στην Αθήνα φαίνεται πως θα κάνει ποδαρικό ότ(αν) περάσει το νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την εγκατάσταση ιδιωτικών σχολών ανώτατης εκπαίδευσης στη χώρα μας.

Η αρχή γίνεται με τη συμφωνία του κυπριακού ΑΕΙ με το αμερικανικό επενδυτικό fund CVC Capital Partners , για την ίδρυση και λειτουργία ιατρικής σχολής στην Αθήνα.

Η σχολή θα λειτουργήσει σε πρώτη φάση στις εγκαταστάσεις των 8.000 τ.μ. της πρώην Olympic Catering, όπως έγραφε από το καλοκαίρι η εφημερίδα «Καθημερινή», και θα αξιοποιήσει τις κλινικές που ελέγχει η CVC Capital στην Αθήνα (Yγεία, Μetropolitan Hospital, Μητέρα, Metropolitan General, Λητώ) για την πρακτική εξάσκηση των φοιτητών.

Aξιοσημείωτο πως το 2021  ο επενδυτικός κολοσσός CVC Capital Partners, με έδρα το Λουξεμβούργο, προσέλαβε σαν investors relation manager την κόρη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, Σοφία, στα κεντρικά γραφεία της στο Λονδίνο (!).

Σχετικά Άρθρα