G7: Έτοιμο το σχέδιο για επιβολή πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο – Τι περιλαμβάνει

 G7: Έτοιμο το σχέδιο για επιβολή πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο – Τι περιλαμβάνει

Το τελικό σχέδιο για την επιβολή πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου, έχει συμφωνήσει να δρομολογήσει το G7. Στη συνάντηση που έλαβε χώρα σήμερα στο Μίνστερ, οι υπουργοί Εξωτερικών της Ομάδας των Επτά συζήτησαν επισταμένως τα επιμέρους σημεία του σχεδίου, το οποίο έχει σαν στόχο να στερήσει από το Κρεμλίνο πολύτιμα έσοδα που αξιοποιεί στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, χωρίς ωστόσο να υπάρξουν προβλήματα στα διεθνή επίπεδα προσφοράς.

Θυμίζουμε πως οι ηγέτες του G7, στη σύνοδο κορυφής το καλοκαίρι, έδωσαν το πράσινο φως για την επιβολή πλαφόν, όμως πέρασαν την σκυτάλη στους υπουργούς τους προκειμένου να διαμορφώσουν πρακτικά το σχέδιο.

Στις συζητήσεις στο Μίνστερ καταγράφηκε πρόοδος, με το κοινό ανακοινωθέν που εκδόθηκε να αναφέρει πως η Ομάδα θα ολοκληρώσει τις τελικές λεπτομέρειες «μέσα στις επόμενες εβδομάδες». Άλλωστε, σκοπός είναι το σχέδιο του G7 να «κουμπώσει» με την εφαρμογή του εμπάργκο της ΕΕ κατά του ρωσικού αργού, από τις αρχές Δεκεμβρίου. Οι υπουργοί επιβεβαίωσαν σήμερα ότι το πλαφόν θα είναι έτοιμο στις 5 Δεκεμβρίου!

  • Η βασική ιδέα είναι πως οι δυτικές ασφαλιστικές και ναυτιλιακές επιχειρήσεις θα έχουν δικαίωμα να ασφαλίσουν και να μεταφέρουν ποσότητες ρωσικού αργού που εξάγεται από τη χώρα, υπό την προϋπόθεση πως η τιμή του πετρελαίου θα είναι στο ύψος ή κάτω των επιπέδων του πλαφόν.

Μόλις χθες η Βρετανία δήλωσε πως θα μπλοκάρει την ασφάλιση εμπορευματικών πλοίων που μεταφέρουν ρωσικό πετρέλαιο, με μόνη εξαίρεση (waiver) τις χώρες που θα έχουν προσυπογράψει στην εφαρμογή του πλαφόν.

Πάντως, το βασικό ερώτημα που έχει να κάνει με το ίδιο το ύψος του πλαφόν δεν έχει απάντηση ακόμη, καθώς για το θέμα έχει συμφωνηθεί πως θα υπάρχει συνεννόηση του G7 τόσο με την Ευρώπη όσο και με έτερες διεθνείς χώρες, καθώς όσο περισσότερες χώρες συμμετέχουν τόσο πιο αποτελεσματικό θα είναι το μέτρο. Αν και είναι αμφίβολο ακόμη αν μεγάλες αναπτυσσόμενες αγορές, όπως η Ινδία και η Κίνα, θα ενδώσουν στις δυτικές πιέσεις αποδεχόμενες να υιοθετήσουν το πλαφόν.

Άλλωστε, η Μόσχα έχει προειδοποιήσει (ή καλύτερα απειλήσει) ευθέως τη διεθνή κοινότητα, πως θα «κόψει» τις πωλήσεις πετρελαίου σε όποια χώρα αποφασίσει να υιοθετήσει το πλαφόν. Μια απειλή που οι ενεργοβόρες βιομηχανικές χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου δύσκολα θα αγνοήσουν.

«Η Ρωσία θα πάρει όποιες αποφάσεις θέλει, νομίζω όμως πως έχει κάθε συμφέρον να θέλει να συνεχίσει τις ενεργειακές πωλήσεις» ήταν η απάντηση που έδωσε στις ρωσικές απειλές από το Μίνστερ, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν.

  • Σύμφωνα με δημοσίευμα των «Financial Times», οι υπουργοί αποφάσισαν σήμερα πως το πλαφόν θα οριστεί σε σταθερή τιμή, αντί να μεταβάλλεται συνεχώς, συνδεόμενο με κάποιον από τους διεθνείς δείκτες πετρελαίου, όπως το Brent. Προφανώς η σταθερή αυτή τιμή θα αναθεωρείται ανά τακτικά χρονικά διαστήματα, ώστε να προσαρμόζεται στις συνθήκες.

Με δεδομένο ότι το ύψος της τιμής του πλαφόν θα πρέπει να είναι σε επίπεδα πάνω από το κόστος παραγωγής της Ρωσίας, για να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι ροές, αλλά ταυτόχρονα πολύ κάτω από τις τιμές της αγοράς, ώστε να είναι ελκυστικό προς τις χώρες-αγοραστές (κυρίως την Κίνα και την Ινδία), τα σενάρια θέλουν να κυμαίνεται κοντά στα 60 δολάρια το βαρέλι.

Στις επιμέρους λεπτομέρειες που αποφασίστηκαν είναι επίσης τα εξής: Οι αγοραστές ρωσικού αργού, σε τιμή κάτω του πλαφόν, θα έχουν το δικαίωμα να προχωρήσουν κατόπιν σε μεταπώληση του σε τιμές αγοράς, είτε στην εγχώρια αγορά τους ή να το μεταφέρουν σε άλλη χώρα μέσω αγωγών. Ωστόσο, σε οποιαδήποτε μεταπώληση μεσολαβεί η χρήση ναυσιπλοΐας, ήτοι η μεταφορά του πετρελαίου μέσω θαλάσσης, θα συνεχίσουν να εφαρμόζονται οι κανόνες και η περιοριστική τιμή του πλαφόν.

Σημειωτέον πως για το πρώτο οκτάμηνο του πολέμου υπολογίζεται πως η Ρωσία αποκόμισε 7,3 τρισ. ρούβλια (περίπου 117 δισ. δολάρια) από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου. Το ποσό αυτό αναλογεί περίπου στο 30% του ετήσιου ρωσικού προϋπολογισμού.

Με πληροφορίες από Financial Times

Σχετικά Άρθρα