Ανάλυση: Πλάνη και εξωτερική πολιτική

 Ανάλυση: Πλάνη και εξωτερική πολιτική

Εδώ και καιρό, το κυρίαρχο αφήγημα που ανακυκλώνεται έμμεσα και άμεσα από την κυβέρνηση είναι αυτό του “απομονωμένου Ερντογάν”. Πρόκειται, ελπίζω, για αφήγημα εσωτερικής πολιτικής κατανάλωσης και όχι την αντίληψη που διέπει τους διπλωμάτες μας και την πολιτική ηγεσία. Όμως, η επανάληψη του αφηγήματος παράγει αποπροσανατολισμό και κινδυνεύει να μετατραπεί σε “στρατηγική πλάνη”.

Ανάλυση του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ

Η εξαίρεση της τροπολογίας Μενέντεζ ( ότι τα F16 που θα δωθούν στην Τουρκία δεν θα πετούν πάνω από ελληνικά νησιά και δεν θα χρησιμοποιηθούν εναντίον της χώρας μας) από το προσωρινό σχέδιο αμυντικού προϋπολογισμού των Ηνωμένων Πολιτειών ( διαβάστε σχετικά εδώ) για το 2023 προκαλεί μεγάλη ρωγμή σε αυτό το αφήγημα. Ελπίζω -ξανά- να μην αιφνιδίασε την κυβέρνηση, όπως φάνηκε να συμβαίνει με την επέκταση της τουρκολιβυκής συμφωνίας που προκάλεσε την αμήχανη θέση περί “παράνομου μνημονίου” (ακριβές), χωρίς, όμως, να επισημαίνεται πως, με τον ίδιο τρόπο που συνέβη και με την πρώτη συμφωνία του 2019, μπαίνει στην διεθνή ατζέντα και τείνει να δημιουργήσει τετελεσμένα.

Όταν ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάϊντεν υποσχόταν -τον Ιούνιο- στον Τούρκο πρόεδρο πως ο ίδιος θα προωθήσει την άρση των περιορισμών στην αναβάθμιση των τουρκικών F16 και την προμήθεια νέων, ελάχιστοι στην Αθήνα έδωσαν την πρέπουσα σημασία. Όταν το Στέϊτ Ντιπάρτμεντ επιβεβαίωνε αυτή την πρόθεση και εξέπεμπε συχνά μηνύματα αμφισημίας για τις κλιμακούμενες τουρκικές απειλές κατά της Ελλάδας, η “άποψη” που διέτρεχε κυβέρνηση και φίλα προσκείμενα ΜΜΕ ήταν αυτή των ισχυρών συμμαχιών και της υποστήριξης των ελληνικών θέσεων.

Για να είμαστε ακριβείς η υπόθεση των F16 δεν έληξε, ούτε η εξέλιξη σημαίνει κάποια νίκη του τουρκικού λόμπι στις ΗΠΑ έναντι του ελληνικού. Θα ακολουθήσει μακρύς δρόμος με “παζάρια” και οπωσδήποτε θα εμφιλοχωρήσει σε όλα αυτά και η πιθανή αλλαγή συνομιλητή των Αμερικανών στην Άγκυρα μετά τις εκλογές του επόμενου Ιουνίου. Και σε κάθε περίπτωση, η ελληνική πλευρά δεν θα παραμείνει άπραγη και θα αξιοποιήσει την επιρροή του ακλόνητου στις θέσεις του γερουσιαστή Ρόμπερτ Μενέντεζ.

Όμως η εξέλιξη είναι δυσάρεστη και δείχνει πως κάθε επανάπαυση σε αφηγήματα και συμμαχίες οδηγεί σε κινδύνους. “Ήττα”, όπως ειπώθηκε, δεν συνιστά ακόμα καθώς υπάρχει χρόνος για άσκηση πιέσεων και ενεργή εξωτερική πολιτική για διεκδίκηση ανταλλαγμάτων. Κι όσοι μιλούν για “ήττα”, θα κάνουν λόγο για “νίκη” εάν, τελικώς, αναιρεθεί η πρόθεση; Αυτό που προέχει είναι να σταματήσει εδώ η πλάνη και η εσωτερίκευση της εξωτερικής πολιτικής.

Είναι χαρακτηριστικό πως ακόμα και μετά την αιφνίδια μυστική συνάντηση του συμβούλου ασφαλείας του Αμερικανού προέδρου Τζέϊκ Σάλιβαν με τον Ιμπραχίμ Καλίν, εξ απορρήτων του Ερντογάν, αρκετοί στην Αθήνα συνέχιζαν εμμονικά να αναπαράγουν απόψεις πέραν της πραγματικότητας.

Για ποιόν λόγο θα διέσχιζε τον Ατλαντικό για να φτάσει στην Κωνσταντινούπολη ο στενός συνεργάτης του Μπάϊντεν, αν όχι για να διαπραγματευτεί ένα νέο πλαίσιο των αμερικανοτουρκικών θέσεων; Και σε αυτό το νέο πλαίσιο, ο Ερντογάν δεν θα έβαζε ξανά στο τραπέζι τις απαιτήσεις του ως αντάλλαγμα για την μεταστροφή του σε ότι έχει να κάνει τις αποστάσεις που κρατά από τις στρατηγικές επιδιώξεις του ΝΑΤΟ στην ευρύτερη περιοχή και ειδικότερα με την Ρωσία;

Είναι ακόμα σοβαρότερη η πλάνη ορισμένων όταν αποφεύγουν να συνδέσουν αυτή την συνάντηση (Σάλιβαν-Καλίν) με όσα ακολούθησαν: αμέσως την επόμενη ημέρα ο Τσαβούσογλου, ο Καλίν και ολόκληρη τουρκική αντιπροσωπεία βρέθηκαν στην Λιβύη για να συνάψουν νέα συμφωνία που επιτρέπει στις τουρκικές εταιρείες να κάνουν έρευνες και γεωτρήσεις ακόμα και σε θαλάσσιες ζώνες της ελληνικής ΑΟΖ- πιθανότατα νοτίως της Κρήτης.

Παράλληλα, ο Ερντογάν άρχισε να εκπέμπει μηνύματα μεταστροφής και να δηλώνει πως αναλαμβάνει πρωτοβουλία για συνομιλίες της Ρωσίας με την Δύση, κάτι για το οποίο ο ίδιος ο Τζο Μπάϊντεν φαίνεται να αφήνει ανοικτές χαραμάδες (διαβάστε εδώ). Την ίδια ώρα που ο Ερντογάν συναντάται με τον Βλαντιμίρ Πούτιν.

Και, τέλος, ήρθε αυτό το “φρένο” στην απόφαση για αποκλεισμό της Τουρκίας από το σχέδιο των F16, δίνοντας λαβή στην Άγκυρα να ελπίζει πως μπορεί να επιτύχει την υλοποίησή του τους επόμενους μήνες.

Προσθέστε δύο ακόμα γεγονότα:

Η Ε.Ε αρνείται πεισματικά να επανασχεδιάσει κυρώσεις κατά της Τουρκίας κρατώντας στο βάθος του συρταριού το σχέδιο Μπορέλ του 2019, η δε Ελλάδα αποφεύγει να θέσει εκ νέου το ζήτημα,

Στο αίτημα της αντιπολίτευσης για επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια νοτίως της Κρήτης, κάτι που θα καθιστούσε άκυρο το τουρκολιβυκό σύμφωνο, η κυβέρνηση εμφανίζεται αν διστάζει και να το κρατά για κάποιο αόριστο μέλλον. Παρότι έχει προηγηθεί -και σωστά- η επέκταση στο Ιόνιο και η δέσμευση του Νίκου Δένδια πως το ίδιο θα γίνει και στο Αιγαίο και στην Κρήτη. Οι δηλώσεις του κυβερνητικού εκπροσώπου επ΄ αυτού ήταν σκόπιμα ασαφείς. Είναι άραγε τακτικός ελιγμός της Αθήνας, ή πρόκειται για “προτροπή” του αμερικανικού παράγοντα;

Εν κατακλείδι, η καλλιεργούμενη πλάνη για εσωτερική πολιτική κατανάλωση είναι εχθρός της στρατηγικής στην εξωτερική πολιτική. Την εγκλωβίζει σε στερεότυπα και σκοπιμότητες.

Οι “κόκκινες γραμμές” των ΗΠΑ, για παράδειγμα, δεν είναι ίδιες με τις δικές μας “κόκκινες γραμμές”. Διότι δεν ταυτίζονται και τα συμφέροντα που έχει κάθε πλευρά. Είναι λάθος να δημιουργείται η αντίληψη πως η Τουρκία δεν διαθέτει συνομιλητές στην Ουάσιγκτον, πως ο Ερντογάν έχει απαξιωθεί και πως τα νέα F16 δεν θα φτάσουν ποτέ στην Άγκυρα.

Θα έπρεπε να μας είχε προβληματίσει, δε, το γεγονός πώς ο Τούρκος πρόεδρος προσκλήθηκε στην Πράγα και συμμετέχει πλέον στο σχήμα της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας, ενώ ο Εμανουέλ Μακρόν που τον προσκάλεσε θα ταξιδέψει τώρα στην Άγκυρα. Η Γαλλία έχει μεγάλο ενδιαφέρον για την Λιβύη, την ανατολική Μεσόγειο, πουλάει -κι αυτή- οπλικά συστήματα, έχει τα δικά της συμφέροντα.

Η απάντησή μας σε όλα αυτά δεν μπορεί να είναι ΜΟΝΟ περισσότερες φρεγάτες και περισσότερα μαχητικά αεροσκάφη. Η ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων είναι μεν απαραίτητη, η διπλωματική θωράκιση, όμως, και η προετοιμασία για όσα μπορεί να συμβούν στο μέλλον είναι εξίσου σημαντικές. Ίσως σημαντικότερες διότι δεν προκαλούν οικονομική αφαίμαξη σε μία χώρα με μεγάλα οικονομικά προβλήματα. Και σε αυτά φαίνεται πως υπάρχει έλλειμμα στρατηγικής, όχι μόνο για όσα μπορεί να συμβούν στο άμεσο μέλλον αλλά και για το διάστημα μετά τις τουρκικές και ελληνικές εκλογές. Δεδομένου, μάλιστα, πως η απειλητική ρητορική της Τουρκίας τείνει να δημιουργήσει μικρά αλλά σημαντικά τετελεσμένα…

Σχετικά Άρθρα