Δύο χρόνια…

 Δύο χρόνια…

Είναι γνωστό πως στο Μέγαρο Μαξίμου διαβάζουν δημοσκοπήσεις με μεγαλύτερη επιμονή απ΄ ότι η γενιά μου Μπλεκ και Όμπραξ. Η τελευταία μέτρηση της Alco για τον τηλεοπτικό σταθμό Open δεν διέλαθε, προφανώς, της προσοχής των συνεργατών του πρωθυπουργού. Δεν είναι μία ακόμα δημοσκόπηση, αποτελεί πιθανότατα προάγγελο μιας ακολουθίας μετρήσεων που αναδεικνύουν το σπέρμα αμφιβολίας που κυοφορείται στο εκλογικό ακροατήριο του κυβερνώντος κόμματος και γενικότερα στην κοινωνία. Ακόμα κι αν ανάλογα ευρήματα δεν δημοσιοποιηθούν από άλλες μετρήσεις, αυτά υπάρχουν και είναι σε γνώση του πρωθυπουργικού επιτελείου.

του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ

Σε μερικές ημέρες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κλείνει δύο χρόνια στην εξουσία, μετά από την ευρεία εκλογική νίκη του Ιουλίου του 2019. Τα δύο χρόνια είναι ένας μικρός “ρουβίκωνας” για κάθε κυβέρνηση. Συνήθως, τίποτε απ΄ όσα ακολουθούν την συγκεκριμένη επέτειο δεν είναι ίδιο με όσα έχουν προηγηθεί. Η δημοσκόπηση, όμως, της Alco θα έπρεπε να προκαλεί ρίγη ανησυχίας στο Μέγαρο Μαξίμου, όχι γιατί προβλέπει κάποια θεαματική ανάκαμψη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά διότι δείχνει πως η κυβέρνηση εξαντλεί πολιτικά αποθέματα και η ηγεμονία της θα τελεί εφεξής σε αμφισβήτηση.

Κάποια πράγματα ίσως ανακτηθούν, άλλα όχι. Συνήθως, τα δύο χρόνια αποτελούν αφετηρία για διολίσθηση προς τον εκλογικό χρόνο χωρίς τη δυνατότητα να επικαλείται κάθε κυβέρνηση τι έπραξε, ή τι δεν έπραξε, η προηγούμενη. Είναι η γνωστή θεωρία των τριών επιστολών που αρχίζει να μεταβάλλεται σε πολιτική πραγματικότητα.

Στην τελευταία συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, ο πρωθυπουργός έπλεξε το εγκώμιο του Μιχάλη Χρυσοχοϊδη για την διαλεύκανση του εγκλήματος στα Γλυκά Νερά. Την αναφορά την χρειαζόταν αφενός ο πρωθυπουργός, αφετέρου -και πολύ περισσότερο- ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη. Ποιώντας την πολιτική και επικοινωνιακή ανάγκη φιλοτιμία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης όφειλε να στηρίξει μια προσωπική του επιλογή η οποία δέχεται πανταχόθεν πυρά. Η ομολογία του γυναικοκτόνου πρόσφερε την ευκαιρία αυτή- για την ουσία της υπόθεσης και τις παλινωδίες της αστυνομίας, ας μην αναφερθούμε στο σημερινό άρθρο.

Για την ακολουθία των μικρών ή μεγάλων φιάσκο της ΕΛ.ΑΣ που χρεώνεται ο κ. Χρυσοχοϊδης δεν ειπώθηκε λέξη. Απόδραση Χρήστου Παππά, αστυνομική βία, εκτελέσεις στον κύκλο του οργανωμένου εγκλήματος, δολοφονία Γιώργου Καραϊβάζ και πολλά άλλα είναι στίγματα σε μια διαδρομή που καθιστά διάτρητο το πολυδιαφημισμένο δόγμα περί νόμου και τάξης. Η δημοσκόπηση της Alco δεν μπορεί να διαλάθει τις προσοχής του Μαξίμου.

alco_04_1.png

Το 48% των πολιτών -ένας στους δύο- δηλώνουν πως αισθανόταν περισσότερο ασφαλείς επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ! Εύρημα που ισοδυναμεί με πολιτικό σοκ για το κόμμα που ως αξιωματική αντιπολίτευση επένδυσε πολιτικά στην θεωρία ότι η τότε κυβέρνηση είχε παραδώσει την κοινωνία σε κύκλους και εστίες ανομίας, στους “μπαχαλάκηδες” και τους “Ρουβίκωνες”. Τα πράγματα είναι χειρότερα εάν προσθέσει κανείς πως το 33% αισθάνεται το ίδιο ασφαλές με την περίοδο ΣΥΡΙΖΑ, και μόνο το 12% (ένας στους τρεις, περίπου, ψηφοφόρους της Ν.Δ στις εκλογές του 2019) δηλώνει πως αισθάνεται περισσότερο ασφαλές στις μέρες του κ. Χρυσοχοϊδη.

Εφόσον αυτό το εύρημα παραμείνει και εδραιωθεί στην κοινή γνώμη, η Ν.Δ χάνει ένα μεγάλο πολιτικό πλεονέκτημα. Μπορεί αυτό να αλλάξει με την αντικατάσταση του κ. Χρυσοχοϊδη στον επόμενο ανασχηματισμό; Δύσκολα.

alco_05_1.png

Εξίσου ανησυχητικό είναι για την κυβέρνηση και το εύρημα που αφορά το εργασιακό και τον νόμο που ψήφισε η κυβερνητική πλειοψηφία προ ημερών. Και είναι ανησυχητικό γιατί το απορρίπτουν το 55% των πολιτών αλλά και διότι το υποστηρίζει ποσοστό που υπολλείπεται κατά 11 μονάδες από το εκλογικό ποσοστό της Ν.Δ!

Στα παραπάνω πρέπει κανείς να συμπεριλάβει και τις αρνητικές γνώμες των πολιτών για τα κυβερνητικά στελέχη. Πλην ελαχίστων (Δένδιας, Κικίλιας, κ.α), όλοι οι άλλοι συγκεντρώνουν θετική γνώμη με ποσοστά αρκετά κάτω από το εκλογικό ποσοστό του κυβερνώντος κόμματος. Υποδεικνύει αυτό την ανάγκη ανασχηματισμού; Μάλλον, χωρίς, όμως, να θεωρείται βέβαιο πως η αντικατάσταση κάποιων υπουργών θα αντιστρέψει την γενικότερη εικόνα.

alco_07_1.png

Η απάντηση που μπορεί να δωθεί εύκολα από την κυβέρνηση είναι πως ενώ συμβαίνουν τα παραπάνω η Ν.Δ χάνει ελάχιστα και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ανακάμπτει.

alco_09_1.png

Ακριβές αλλά όχι ουσιώδες. Όλοι οι δημοσκόποι συμφωνούν πως παραδοσιακά ο ΣΥΡΙΖΑ υποεκπροσωπείται στις μετρήσεις που γίνονται εκτός εκλογικού χρόνου. Ακόμα και λίγες εβδομάδες πριν από προσδιορισμένη εκλογική αναμέτρηση, τα ποσοστά που εμφάνιζε το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα στις δημοσκοπήσεις ήταν κατά πολύ μικρότερα από εκείνα που έπαιρνε στις κάλπες. Στην ερώτηση που μπορεί να κάνει κανείς σχετικά με τις πιθανότητες να κερδίσει ο ΣΥΡΙΖΑ τις επόμενες εκλογές, η απάντηση αυτή τη στιγμή προκύπτει αβίαστα: πολύ πολύ μικρές…

Όμως, κανένα κόμμα εξουσίας δεν εξασφάλισε προοπτική νίκης μόνο επειδή ο αντίπαλος πόλος παρέμενε για μεγάλο διάστημα νωθρός και εγκλωβισμένος σε εσωστρέφειες και αδυναμία διατύπωσης σαφούς εναλλακτικού αφηγήματος. Δυστυχώς για την ποιότητα του πολιτικού μας συστήματος και του εκλογικού σώματος, οι πολίτες σπάνια ψηφίζουν για να επικυρώσουν κυβερνητικό πρόγραμμα. Αρνητική είναι ως επί το πλείστον η ψήφος.

Η κυβέρνηση διήνυσε μια θριαμβευτική πρώτη χρονιά μετά τις εκλογές, και μια δεύτερη που το πολιτικό κοντέρ μηδενίστηκε εκ των πραγμάτων λόγω της πανδημίας. Στην επέτειο των δύο χρόνων, όμως, ξεκινά μια νέα περίοδος που θα αποδειχθεί κατά πολύ δυσκολότερη. Η επίδραση της πανδημίας, η πολιτική και ψυχολογική κοινωνική δυστοπία που δημιούργησε, θα φανεί εντονότερα από το φθινόπωρο και κάθε κυβερνητική πρωτοβουλία θα αναλαμβάνεται δυσκολότερα και πιθανώς θα έχει πολύ μικρότερα από τα προσδοκώμενα οφέλη.

Σχετικά Άρθρα