Πρύτανης “εθισμένος στην ανομία” με πανεπιστήμιο διεθνώς αναγνωρισμένο!

 Πρύτανης “εθισμένος στην ανομία” με πανεπιστήμιο διεθνώς αναγνωρισμένο!

Στην περυσινή αξιόπιστη και αναγνωρισμένη κατάταξη της αξίας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων παγκοσμίως “Top Universities by Top Google Scholar Citations” της Webometrics στην οποία εξετάζονται με αυστηρά κριτήρια 4.320 πανεπιστήμια, περιλαμβάνονται και 28 ελληνικά. Μεταξύ αυτών, το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών καταλαμβάνει την περίοπτη 74η θέση παγκοσμίως και την 11η στην Ευρώπη. Στο “top 500” της ίδιας λίστας περιλαμβάνονται πέντε ελληνικά ιδρύματα: το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (324), το Πανεπιστήμιο Πατρών (399), το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (400), και το Πανεπιστήμιο Κρήτης (437).

του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ

Το ΕΚΠΑ είχε εκδώσει και σχετική ανακοίνωση για την μεγάλη επιτυχία του:

Είναι «ιδιαίτερα εντυπωσιακό» το γεγονός ότι ο αριθμός των ετεροαναφορών του ( σ.σ η μεθοδολογία βαθμολόγησης) , καλύπτει το 33% του συνόλου των ετεροαναφορών των τριάντα ελληνικών πανεπιστημίων που συμπεριλαμβάνονται στην κατάταξη. Αξίζει να σημειωθεί ότι η μελέτη των ετεροαναφορών θεωρείται το εγκυρότερο κριτήριο αποτίμησης του επιστημονικού – ερευνητικού έργου ενός πανεπιστημίου, καθώς επικεντρώνεται ότι στον αριθμό των άρθρων που έχουν γραφτεί από τους καθηγητές του πανεπιστημίου, αλλά στον αριθμό των αναφορών του ονόματος και του έργου του που έχουν γίνει σε άρθρα και έρευνες άλλων συγγραφέων και καθηγητών άλλων πανεπιστημίων. Είναι, λοιπόν, ένας δείκτης που καταγράφει την επίδραση των ακαδημαϊκών στο αντικείμενο που θεραπεύουν, αλλά και επιστημονική αναγνώριση από την ακαδημαϊκή κοινότητα παγκοσμίως.

Πρύτανης του ΕΚΠΑ είναι ο Αθανάσιος Δημόπουλος, Kαθηγητής Αιματολογίας-Ογκολογίας, Δ/ντης Θεραπευτικής Κλινικής Ιατρικής Σχολής, ο οποίος θεωρείται ένας από τους καλύτερους επιστήμονες στο είδος του διεθνώς, και έγινε ευρύτερα γνωστός κατά την διάρκεια της πανδημίας από τις εμφανίσεις του στα μέσα ενημέρωσης ως μέλος της επιτροπής ειδικών του υπουργείου Υγείας.

Κατά τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη Μιχάλη Χρυσοχοϊδη, ο κ. Δημόπουλος είναι “εθισμένος στην απειλή κακοποίησης” (γενική η αναφορά για όλους τους πρυτάνεις που λογικά τον περιλαμβάνει) , όπως και οι συνάδελφοί του. Θεωρούν, όπως είπε ο υπουργός, την παρανομία “αναγκαίο κακό” και περίπου έχουν υποταχθεί στην κατάσταση που επικρατεί στα ΑΕΙ. Στα οποία, όπως δηλώνουν κυβερνητικοί βουλευτές και συνδικαλιστές της αστυνομίας, γίνεται η μεγαλύτερη διακίνηση ναρκωτικών. Μεγαλύτερη από τα στέκια του οργανωμένου εγκλήματος, τα βόρεια προάστια, την Μύκονο και αλλού. Προσοχή: εννοούν …εντός των πανεπιστημίων- διότι εάν εννοούσαν “εκτός”, κάτι τέτοιο δεν θα αφορούσε καμία πανεπιστημιακή αστυνομία και καμία πρυτανική αρχή.

Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη εξήγησε ότι για την αντιμετώπιση της βίας και της ανομίας στα πανεπιστήμια οι επιλογές ήταν: Πρώτον η ευθύνη να ανατεθεί στους Πρυτάνεις αλλά με σεκιούριτι, όχι με Αστυνομία. Δεύτερον η ευθύνη να δοθεί στον πρύτανη, στον οποίο θα υπάγεται η Αστυνομία. Τρίτη επιλογή η συνεργασία της Αστυνομίας και του πρύτανη αλλά με υπαγωγή της ομάδας αυτής στην Αστυνομία. Και τέταρτον, την ευθύνη να την έχει η Αστυνομία χωρίς τη συνεργασία με τον πρύτανη, που είναι μια πρόταση που δεν μπορεί να συζητηθεί καθώς δεν έχει νομιμότητα και νομιμοποιητική βάση.

Επιλέγουμε , είπε ο υπουργός, την τρίτη πρόταση, την υπαγωγή της ομάδας στην Αστυνομία και σε συνεργασία με τον πρύτανη με στόχο να μπορέσουμε να καταλήξουμε σταδιακά, το δυνατόν συντομότερο, στην πρώτη πρόταση που είναι την ευθύνη να την έχουν μόνο οι πρυτάνεις με σεκιούριτι και χωρίς την Αστυνομία.

[ Ο υπουργός, προφανώς σκοπίμως, δεν αναφέρθηκε στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο που δίνει την δυνατότητα στις πανεπιστημιακές αρχές να καλούν την αστυνομία να επέμβει, ούτε και στον τρόπο που διοικούνται τα πανεπιστημιακά ιδρύματα σε όλη την Ευρώπη χωρίς να απαιτείται μόνιμο και ειδικό αστυνομικό σώμα εντός των ιδρυμάτων]

Οι προσβλητικές αναφορές στους πρυτάνεις από τον κ. Χρυσοχοϊδη ήταν η κατακλείδα μιας μιντιακής (και όχι μόνον) επίθεσης που δέχθηκαν το τελευταίο διάστημα. Θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για την παρανομία στα ΑΕΙ, ανίκανοι να εφαρμόσουν το θεσμικό πλαίσιο που υπάρχει και ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ/ αν όχι επιβάλλει να καλούν την αστυνομία όποτε τελείται αξιόποινη πράξη εντός του πανεπιστημιακού χώρου, χαρακτηρίσθηκαν ακόμα και “χαλασμένη ελίτ”. Επωδός των σχετικών παρατηρήσεων (…) είναι πως αφού οι πρυτάνεις δεν μπορούν να εφαρμόσουν το θεσμικό πλαίσιο η ίδρυση της πανεπιστημιακής αστυνομίας είναι η μοναδική αναγκαία και ικανή λύση.

Αντί του πρύτανη, δηλαδή, ο…ταγματάρχης της (νέας) αστυνομίας. Ο κ. Δημόπουλος, για παράδειγμα, είναι -εκ του αποτελέσματος– ικανότατος να διοικεί ένα πανεπιστημιακό ίδρυμα που κατέχει την 74η θέση παγκοσμίως και την 11η θέση στην Ευρώπη, αλλά είναι ανίκανος και “ανεύθυνος” να σηκώνει το τηλέφωνο και να καλεί την αστυνομία όταν εντοπίζει να τελείται ποινικό αδίκημα στο διπλανό αμφιθέατρο ή στον αύλιο χώρο. Τα ίδια, δε, τα πανεπιστήμια, όπως το ΕΚΠΑ, είναι ικανά να “εξάγουν” γιατρούς και μηχανικούς σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, διακονούν τις επιστήμες με υποδειγματικό τρόπο, διαθέτουν διεθνώς αναγνωρισμένους επιστήμονες αλλά την ίδια ώρα είναι “άντρα παρανομίας” και στέκια εμπόρων ναρκωτικών.

Ταυτόχρονα, όλα –μα όλα– τα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια που συναγωνίζονται τα ελληνικά στην παγκόσμια κατάταξη που εισαγωγικώς αναφέρθηκε διαθέτουν πρυτανικές αρχές με πιθανώς μικρότερη αποτελεσματικότητα σε σύγκριση με τα ελληνικά ως προς τις επιστημονικές και εκπαιδευτικές επιδόσεις τους, προφανώς, όμως, είναι καλύτερες ως προς την διοίκηση και δεν έχουν ανάγκη την εγκατάσταση της αστυνομίας εντός των ιδρυμάτων για να αντιμετωπίσουν μικρότερα ή σοβαρότερα περιστατικά αξιόποινων πράξεων.

Εξόχως προσβλητικά όλα αυτά για τους Έλληνες πρυτάνεις. Και τα υπομένουν αμέριμνοι, μεθυστικά υποτασσόμενοι στις βαρύτατες κατηγορίες εναντίον τους. Γιατί;

Αρκετές απαντήσεις μπορούν να δοθούν, από την σύνδεση αρκετών εξ αυτών με τις πολιτικές ελίτ και τις αποφάσεις που λαμβάνουν ενίοτε για την πανεπιστημιακή τους ανέλιξη και την συμμετοχή σε προγράμματα, μέχρι την κομματική καταγωγή ορισμένων. Μια τέτοια ερμηνεία, ωστόσο, και τους υποτιμά και τους αδικεί.

Γι αυτό και οφείλουν να απαντήσουν. Αλλιώς είναι σαν να αποδέχονται την ανικανότητα και την “ανευθυνότητά” τους. Προσώρας, το κάνουν άλλοι αντί γι αυτούς. Όπως ο Σουφλιάς, ο Φορτσάκης, ο Σπηλιωτόπουλος. Όπως τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Όπως οι φοιτητές τους. Οι ίδιοι όμως; Αισθάνονται “εθισμένοι στην παρανομία” και “χαλασμένη ελίτ”;

Σχετικά Άρθρα