Φολέγανδρος: Τα στοιχεία της δικογραφίας που διαψεύδουν τον δράστη

 Φολέγανδρος: Τα στοιχεία της δικογραφίας που διαψεύδουν τον δράστη

Γνωματεύσεις ψυχιάτρων, καταθέσεις μαρτύρων, εκθέσεις αυτοψίας, ιατροδικαστική εξέταση (δηλαδή όλα τα έγγραφα της δικογραφίας) διαψεύδουν τους ισχυρισμούς του δολοφόνου της Γαρυφαλλιάς και αποδεικνύουν γιατί ανακριτής και εισαγγελέας αποφάσισαν την προφυλάκισή του και όχι τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρείο, σύμφωνα με την Εφημερίδα των Συντακτών.

Αποδεικνύουν, επίσης, τον λόγο για τον οποίο ο δράστης δεν ζήτησε να δικαστεί για ανθρωποκτονία σε βρασμό ψυχής αντί για ανθρωποκτονία με πρόθεση: επειδή με τόσα επιβαρυντικά στοιχεία δεν θα μπορούσε να στηριχθεί αυτός ο ισχυρισμός ενώπιον της Δικαιοσύνης. Τι έμενε; Να επικαλεστεί ότι έχει το ακαταλόγιστο, αλλά η δικογραφία δεν περιλαμβάνει βεβαίωση ψυχιάτρου ότι πάσχει από διπολική διαταραχή.

Συναγερμός για την θετικότητα σε Πάρο και Σαντορίνη

Για την ακρίβεια, στη δικογραφία περιλαμβάνονται δύο γνωματεύσεις ψυχιάτρων: η μία αναγράφει ότι ο κατηγορούμενος «παρακολουθούνταν από 17/5/2020 έως 22/5/2020. Παρουσίαζε άγχος, διαταραχή ύπνου και λήψης τροφής, διαταραχή περιεχομένου σκέψης, ιδέες παρακολούθησης και δηλητηρίασης. Κατά το προηγούμενο διάστημα ήταν απομονωμένος και δεν έβγαινε από το σπίτι του». Ωστόσο, ο ψυχίατρος δεν διαγιγνώσκει ο ίδιος διπολική διαταραχή αλλά την αποδίδει σε λεγόμενα των γονιών του δράστη. Γράφει χαρακτηριστικά: «Ιστορικό: διάγνωση διπολικής διαταραχής από ψυχίατρο που είχε επισκεφθεί κατά το παρελθόν (2014), όπως αναφέρει η οικογένεια».

Η δεύτερη γνωμάτευση, από άλλον ψυχίατρο, αναγράφει μόνο ότι ο κατηγορούμενος «προσήλθε στο ιατρείο μου για πρώτη φορά στις 16/6/2021 και εν συνεχεία στις 1/7/2021 και 7/7/2021», δηλαδή λίγες μέρες πριν από τη δολοφονία, και δεν περιλαμβάνει σύσταση για φαρμακευτική αγωγή ή συνταγογράφηση. Χαρακτηριστικό είναι ότι και το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος δεν προέβαλε τον ισχυρισμό της ψυχικής πάθησης στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν αλλά μόνο εκ των υστέρων, ενώπιον των δικαστικών αρχών, και μάλιστα ζητώντας να μην απολογηθεί ενώπιον του ανακριτή αλλά να μπει σε δημόσιο ψυχιατρείο προκειμένου να εξεταστεί. Αίτημα το οποίο απορρίφθηκε.

Στη δικογραφία αποτυπώνεται, επίσης, ο φόβος που ένιωσε η Γαρυφαλλιά λίγο πριν από το τέλος. Σύμφωνα με τον ίδιο τον δράστη, η τελευταία λέξη του θύματος ήταν «Βοήθεια!» και «εκείνη τη στιγμή θόλωσα, κατάλαβα ότι φωνάζει “βοήθεια” για να δημιουργήσει την εντύπωση ότι φταίω σε κάτι και να με εκθέσει για άλλη μία φορά». Το ίδιο είχε περιγράψει και στους αστυνομικούς κατά την ομολογία του: «Με το που φώναξε “βοήθεια” ένιωσα ότι με θεωρεί εγκληματία και πίστευε ότι θα ήθελα να της κάνω κακό, ένιωσα δηλαδή ότι με υποβιβάζει, γι’ αυτό και έχασα τον έλεγχο (…) Την έσπρωξα ακόμη μία φορά, ηθελημένα, για να πέσει στον γκρεμό».

Ωστόσο, τα έγγραφα μαρτυρούν για ποιον λόγο η 26χρονη κατάλαβε ότι κινδυνεύει. Σύμφωνα με την έκθεση αυτοψίας, το αυτοκίνητο είχε σοβαρές υλικές ζημιές, «το μπροστινό μέρος του είχε φορά προς τον γκρεμό» και «η διαδρομή από το επίπεδο που βρισκόταν μέχρι τη θάλασσα είναι κατηφορική και δύσκολη». Οπως όλα δείχνουν, η κοπέλα αρχικά φοβήθηκε ότι ο 30χρονος θα έριχνε το αυτοκίνητο στον γκρεμό και όταν το όχημα ακινητοποιήθηκε, βγήκε από αυτό έντρομη αναζητώντας βοήθεια.

Μπορεί ο δράστης να ισχυρίζεται ότι δεν τη χτύπησε πριν τη ρίξει στον γκρεμό, αλλά οι αρχές εντόπισαν στο σημείο κηλίδες αίματος και περισυνέλεξαν το ένα σκουλαρίκι και το κολιέ που ήταν σπασμένο. Πολύ κοντά βρέθηκαν το φόρεμα και τα σανδάλια της. Στην ιατροδικαστική έκθεση του θύματος περιγράφονται κακώσεις με θλων όργανο στο κεφάλι και στο σώμα από σύρσιμο και προστριβή στα βράχια, ενώ, σύμφωνα με το συμπέρασμα του ιατροδικαστή Ηλία Μπογιόκα, «οι κακώσεις κυρίως της κεφαλής προκάλεσαν στο θύμα αναισθησία και έντονο άλγος, με αποτέλεσμα να χάσει τις αισθήσεις της και να είναι αδύναμη να σωθεί, με αποτέλεσμα να πνιγεί».

Μάρτυρας

Ο δράστης ισχυρίζεται ότι επιχείρησε να σώσει τη Γαρυφαλλιά βγάζοντάς τη από τη θάλασσα και κάνοντας τεχνητές αναπνοές αλλά, όπως λέει, η 26χρονη δεν έδωσε σημεία ζωής και εκείνος έφυγε κολυμπώντας προς την αντίθετη κατεύθυνση. Ωστόσο το θύμα εντοπίστηκε στη θάλασσα και όχι στην ξηρά, ενώ ο μάρτυρας που πέρασε με την παρέα του από το σημείο και είδε το θύμα να επιπλέει, κατέθεσε στις αρχές: «Εψαξα τρόπο να βρω να πάω κάτω, αλλά δεν μπορούσα».

Τα αντιφατικά αυτά στοιχεία ο κατηγορούμενος θα κληθεί να τα εξηγήσει στο δικαστήριο, αλλά το σίγουρο είναι ότι επειδή δεν μπορούσε να διαφύγει με το αυτοκίνητο λόγω των σοβαρών υλικών ζημιών, αναζήτησε άλλη δίοδο διαφυγής. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο σκεπτικό της εισαγγελέως Νάξου για την προφυλάκισή του: «Δεν διστάζει να αφαιρέσει ανθρώπινη ζωή οικείου του με σκληρότητα στην εκτέλεση και μεθοδικότητα στην απόκρυψη του εγκλήματος (…) Προέβη σε λελογισμένες ενέργειες, ήτοι την απομάκρυνση από το σημείο, επιμελή απόκρυψη και αποφυγή επικοινωνίας του με τις αρχές, οργανωμένη εξαφάνιση αποδεικτικών στοιχείων (κινητά τηλέφωνα), ενέργειες που δείχνουν άκρως ψύχραιμη συμπεριφορά».

Στις επανειλημμένες ερωτήσεις του ανακριτή αν, όσο βρίσκονταν στο αυτοκίνητο, η Γαρυφαλλιά τον έβρισε, τον απείλησε ή του άσκησε σωματική βία, ο 30χρονος απάντησε κατηγορηματικά: «Οχι». Αλλά επέμενε να την κατηγορεί για να δικαιολογήσει την εγκληματική συμπεριφορά του («προσπαθούσε να με μειώνει», «είχε επικριτική συμπεριφορά» κ.ά.).

Ωστόσο υποστήριξε ότι η 26χρονη «αυτό το έκανε εδώ και πέντε-έξι μήνες» και στην ερώτηση γιατί εξακολουθούσε να έχει σχέση μαζί της απάντησε: «Είχα προσπαθήσει πολλές φορές να διακόψω, αλλά με καλούσε να ξαναβρεθούμε. Εγώ το συνέχιζα και προσπαθούσα να κατανοήσω τους λόγους που γινόταν αυτό στα ανθρώπινα πλαίσια και στα πλαίσια του αλληλοσεβασμού»…

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Σχετικά Άρθρα