Politico: Οι εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ που ζητεί η Ουκρανία είναι στο χέρι του… Πούτιν

 Politico: Οι εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ που ζητεί η Ουκρανία είναι στο χέρι του… Πούτιν

Τις αρχές του 2025, ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίμιρ Ζελένσκι είχε μια σοβαρή διπλωματική αντιπαράθεση με τον Αμερικανό πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ και τον αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς στο Οβάλ Γραφείο. Έκτοτε, οι σχέσεις Ουάσιγκτον – Κιέβου πέρασαν από σαράντα κύματα, παρουσιάζοντας πότε θετικά πότε αρνητικά στοιχεία. Η Ευρώπη είχε αντιδράσει στο διπλωματικό επεισόδιο, αυξάνοντας τις προσπάθειες να στηρίξει την Ουκρανία αλλά να κρατήσει ταυτόχρονα τις ΗΠΑ στο πλευρό της – είτε μέσω της «συμμαχίας των προθύμων», είτε μέσω της δέσμευσης του Μακρόν να αναπτύξει η ΕΕ στρατεύματα ως μέρος μιας πολυεθνικής δύναμης για την Ουκρανία «την επόμενη ημέρα της κατάπαυσης του πυρός ή της ειρήνης».

Ωστόσο, όπως σημειώνει το Politico, ανεξάρτητα από τις προσπάθειες της ΕΕ, το μόνο που έχει πραγματικά σημασία είναι οι εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ, τις οποίες ο Ζελένσκι πρέπει τώρα να εξασφαλίσει, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνει παραχωρήσεις αλλού.

Όσο κι αν η Ευρώπη θα ήθελε να πιστεύει το αντίθετο, οι εγγυήσεις της Ουάσιγκτον αποτελούν τη μοναδική βιώσιμη οδό προς την ειρήνη για την Ουκρανία. Η Ευρώπη δεν μπορεί καν να αναπτύξει την πολυεθνική της δύναμη χωρίς την υλικοτεχνική υποστήριξη των ΗΠΑ. Και καθώς η χρονιά πλησιάζει στο τέλος της, το ζήτημα της δέσμευσης της Ουάσιγκτον παραμένει θεμελιώδης παράγοντας στις προσπάθειες να τερματιστεί το Ουκρανικό και να έρθει ειρήνη.

Κι όμως, όλα δείχνουν ότι η πραγματική ισχύς βρίσκεται στα χέρια της Μόσχας, σύμφωνα με τον Έντ Άρνολντ, ερευνητή με αντικείμενο την ευρωπαϊκή ασφάλεια στο Royal United Services Institute.

Η συλλογική μνήμη της Ουκρανίας για τις αποτυχίες του Μνημονίου της Βουδαπέστης του 1994 – οι εγγυήσεις ασφαλείας που παρασχέθηκαν τότε από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και το Ηνωμένο Βασίλειο ώστε η Ουκρανία να παραδώσει τα πυρηνικά όπλα της σοβιετικής εποχής – ρίχνει σκιά στις τρέχουσες διαπραγματεύσεις.

Και σε αυτή την πραγματικά κρίσιμη στιγμή, ο Ζελένσκι έχει αρκετά σημεία να εξετάσει:

  • Ο Ουκρανός πρόεδρος φέρεται να είναι έτοιμος να εγκαταλείψει την επιδίωξη του Κιέβου για ένταξη στο ΝΑΤΟ – όρος που η συμμαχία των προθύμων είχε περιγράψει ως «μη αναστρέψιμο» στην περσινή Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ.
  • Μέχρι στιγμής, οι ΗΠΑ έχουν προσφέρει στην Ουκρανία εγγυήσεις ασφαλείας «υψηλού επιπέδου», μαζί με τη διευκρίνιση ότι «δεν θα παραμείνουν στο τραπέζι για πάντα», πιέζοντας τον Ζελένσκι να αποδεχτεί τη συμφωνία που βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο τραπέζι.
  • Αυτές οι εγγυήσεις θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν την παροχή πυραύλων Tomahawk με εμβέλεια 1.000 χιλιομέτρων – μόνο τέσσερις σύμμαχοι των ΗΠΑ είχαν λάβει τους συγκεκριμένους πυραύλους στο παρελθόν. Αυτοί θα επέτρεπαν στην Ουκρανία να πλήξει τα πολιτικά και στρατιωτικά κέντρα της Ρωσίας, αποτρέποντας ενδεχομένως το Κρεμλίνο από την επανέναρξη των εχθροπραξιών.
  • Όμως, παρότι αυτή η πρόσθετη δυνατότητα θα περιέπλεκε σίγουρα τη λήψη αποφάσεων του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, δεν αποτελεί λύση.

Πέρα από τις τεχνικές λεπτομέρειες των εγγυήσεων, ο Ζελένσκι δικαίως ελπίζει ότι, σε αντίθεση με το Μνημόνιο της Βουδαπέστης, το οποίο αποτελούσε εκτελεστική συμφωνία, οποιαδήποτε δέσμευση θα κατοχυρωθεί νομικά, απαιτώντας επικύρωση από τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία των ΗΠΑ και στη συνέχεια έγκριση από τον πρόεδρο.

Μια τέτοια τυπική επικύρωση θα έθετε τις εγγυήσεις της Ουκρανίας σε παρόμοια βάση με άλλες διμερείς συνθήκες ασφαλείας των ΗΠΑ με χώρες όπως η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα.

Εναλλακτικά μέσα, όπως μια εκτελεστική πράξη του προέδρου, η οποία χρησιμοποιήθηκε τόσο για τις Συμφωνίες του Παρισιού για το Κλίμα όσο και για το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης για τον περιορισμό του εμπλουτισμού ουρανίου του Ιράν, αποτελούν μη δεσμευτικές πολιτικές δεσμεύσεις, πράγμα που σημαίνει ότι ένας μελλοντικός πρόεδρος δεν θα δεσμευόταν από αυτές.

  • Ακόμη κι έτσι, υπάρχουν κίνδυνοι. Παρότι ο Ζελένσκι έχει δηλώσει ότι οι εγγυήσεις ασφαλείας «αντιστοιχούν στο Άρθρο 5», αυτή η βασική δέσμευση της συμμαχίας είναι εύθραυστη.

Στο αεροπλάνο προς τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Χάγη αυτό το καλοκαίρι, ο Τραμπ ανέφερε: «Υπάρχουν πολλοί ορισμοί του Άρθρου 5» – και είχε δίκιο, αναφέρει ο ερευνητής. Το Άρθρο 5 επιδέχεται ερμηνείας και διατυπώθηκε σκόπιμα με αυτόν τον τρόπο το 1949, ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο οι ΗΠΑ να συρθούν αυτόματα σε έναν Γ’ μεγάλο πόλεμο στην ευρωπαϊκή ήπειρο.

Φυσικά, το ΝΑΤΟ είναι κάτι πολύ περισσότερο από το Άρθρο 5. Ιδρυμένο πάνω στις στάχτες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αποτελεί επίσης μια συμμαχία βασισμένη στην οικονομική συνεργασία (Άρθρο 2), καθώς και στην ατομική και συλλογική ικανότητα αντίστασης σε ένοπλη επίθεση (Άρθρο 3). Όμως, αν το Άρθρο 5 μπορούσε να αναπαραχθεί εύκολα, τότε συμμαχίες παρόμοιας ισχύος θα είχαν δημιουργηθεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Στην πραγματικότητα, οι αμοιβαίες εγγυήσεις ασφαλείας που στηρίζονται σε αξιόπιστη στρατιωτική ισχύ είναι σπάνιες.

Έτσι, αμφισβητείται το κατά πόσο οι ΗΠΑ θα επέλεγαν πράγματι να προσφέρουν μια εγγύηση που θα μπορούσε να τις υποχρεώσει να επέμβουν άμεσα στην Ουκρανία, ειδικά αν λάβουμε υπόψη ότι έχουν παράσχει μετρημένη υποστήριξη από το 2014, έχουν σταθερά μπλοκάρει την πορεία της χώρας προς το ΝΑΤΟ από το 2022 και έχουν θέσει ως προτεραιότητα την αποφυγή άμεσης εμπλοκής στον πόλεμο.

Υπάρχει ένα αξίωμα του πολέμου που λέει ότι «ο εχθρός έχει λόγο».

Έτσι, καθώς οι διμερείς επαφές μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας συνεχίζονται παράλληλα με τις ευρωπαϊκές και ουκρανικές διαπραγματεύσεις, η θέση του Πούτιν θα είναι σημαντική, είτε το θέλει κανείς είτε όχι. Η Ρωσία επιθυμεί μια πολύ πιο εκτεταμένη συμφωνία με τις ΗΠΑ για την ευρωπαϊκή ασφάλεια, κάτι που απέδειξε με το αρχικό ειρηνευτικό της σχέδιο. Και με τον Πούτιν να αρνείται μέχρι σήμερα να υποχωρήσει από τις μαξιμαλιστικές του απαιτήσεις, παραμένει ασαφές τι θα αποδεχθεί τελικά η Ρωσία.

Τελικά, ανεξαρτήτως του πόσο ισχυρές θεωρεί ο Ζελένσκι ότι είναι οι εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ, η βιωσιμότητά τους δείχνει να βασίζεται κυρίως στην ερμηνεία του Πούτιν.