Η τροχιοδεικτική βολή του Τομ Μπαράκ και όσα πιθανώς ακολουθούν
Επίσημος (κυβερνητικός) σχολιασμός για όσα είπε στη συνέντευξή του στην “Καθημερινή της Κυριακής” ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Άγκυρα Τομ Μπάρακ δεν υπήρξε. Είναι βέβαιο ότι ο υπουργός Εξωτερικών Γ. Γεραπετρίτης και το διπλωματικό γραφείο του πρωθυπουργού αξιολόγησαν τις αναφορές του βαθύπλουτου επιχειρηματία και επιστήθιου φίλου του Αμερικανού προέδρου, ωστόσο προτίμησαν να μην τοποθετηθούν δημοσίως για κάτι που είναι βέβαιο ότι δρομολογείται, αν και δεν είναι εύκολο να προβλεφθεί ούτε η ένταση ούτε το χρονοδιάγραμμα.
Η επιλογή του Ντόναλντ Τραμπ να αναδείξει τη χώρα μας ως κόμβο της αμερικανικής ενεργειακής στρατηγικής είναι κάτι αναμφίβολα θετικό. Η κυβέρνηση ορθώς επισημαίνει την εθνική διάσταση των συμφωνιών και την ενίσχυση του γεωπολιτικού στάτους της Ελλάδας, ωστόσο πολλά θα κριθούν από την τελική έκβαση του ουκρανικού και το εάν και κατά πόσο η Ρωσία θα επιστρέψει κάποια στιγμή στο διεθνές προσκήνιο.
Από την άλλη, η ενίσχυση του δικού μας ρόλου δεν πρέπει να εκλαμβάνεται αντιθετικά με κάποια απομείωση του ρόλου της Τουρκίας. Απλώς, ως δεινός “dealmaker” ο Τραμπ μπορεί να μοιράσει ρόλους σε όλους, ανάλογα με τη γεωγραφία και τη γεωπολιτική συγκυρία, με γνώμονα, όμως, πάντοτε, αυτό που ο ίδιος εκλαμβάνει ως συμφέρον για τη διοίκησή του και τις ΗΠΑ.
Ο Τομ Μπάρακ δείχνει να θεωρεί ότι τα ελληνοτουρκικά δεν είναι ένα πεδίο εφαρμογής (ή καταστρατήγησης όσον αφορά την Άγκυρα) του διεθνούς δικαίου και των συνθηκών, αλλά η απόληξη μιας στρέβλωσης που προκύπτει από το βαρύ αποτύπωμα της Ιστορίας. Κάνει λόγο για “έριδες”, “πικρίες του παρελθόντος” και γεγονότα που συνέβησαν “εκατοντάδες ή χιλιάδες χρόνια πριν”, σαν όλα να εκκινούν από την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς το 1453, ή να είναι το αποτέλεσμα της Μικρασιατικής εκστρατείας του 1919 και όσα ακολούθησαν. Ακόμα και το Κυπριακό, ο Αμερικανός πρέσβης δεν δείχνει να το αντιλαμβάνεται ως αποτέλεσμα της εισβολής της Τουρκίας αλλά ως μία παρονυχίδα.
Ο Ντόναλντ Τραμπ αυτοπροβάλλεται ως “ειρηνοποιός”, αυτό είναι το αφήγημα που διακινεί διεθνώς και στην αμερικανική πολιτική σκηνή. Το απέδειξε στη Γάζα, το επιχειρεί στην Ουκρανία. Σημασία έχει η καλλιέργεια της ψευδαίσθησης της ειρήνης, όχι η ειρήνη αυτή καθ΄ αυτή με όρους βιωσιμότητας και διεθνούς δικαίου. Κι αυτή την αντίληψη προωθεί ο εκπρόσωπός του στην Άγκυρα.
Δεν θα μπορούσε να εκπροσωπήσει την ίδια αντίληψη η Κίμπερλι Γκιλφόϊλ γιατί θα προκαλούσε δυσαρέσκειες. Η ίδια κρατά την θετική ατζέντα των μεγάλων συμφωνιών και της προώθησης των εν τη ευρεία έννοια του όρου οικονομικών συμφερόντων των ΗΠΑ, τα οποία μέχρις ώρας συνάδουν με τα δικά μας.
Όμως, ο σχεδιασμός της Ουάσιγκτον στα ελληνοτουρκικά είναι κάτι πολύ πιό πολύπλοκο. Ο Τομ Μπάρακ έριξε τον σπόρο και πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ότι θα ακολουθήσει κάποια αμερικανική πρωτοβουλία, προφανώς με στόχο να εδραιωθεί ασφαλές περιβάλλον για τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή. Ο Τραμπ θέλει πρόθυμους συμμάχους με ανάθεση ρόλων, όχι αναταραχή και ανεξέλεγκτες εντάσεις.
Δεν δείχνει, από την αλλη, να αντιλαμβάνεται το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Στην Άγκυρα υπάρχει το καθεστώς Ερντογάν που διοικεί χωρίς λογοδοσία και μπορεί να εξοστρακίζει ή και να φυλακίζει πολιτικούς αντιπάλους. Άρα έχει τη δυνατότητα να αποφασίζει και να εμφανίζει ακόμα και τους συμβιβασμούς ως επιτυχίες. Στην Αθήνα, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά, υπάρχει κυβέρνηση υπό εκλογική και κοινοβουλευτική λογοδοσία, αντιπολίτευση, ελευθερία έκφρασης, και θεσμοί.
Δικαίως κάποιοι παρατηρούν ότι και στην Λευκωσία τελεί υπό διορισμό ένας ακόμα επιχειρηματίας και φίλος του Τραμπ, ο Τζον Μπρέσλοου, λογικό είναι, λοιπόν, να αναμένουμε ότι θα κινηθεί στο ίδιο μοτίβο της αμερικανικής στρατηγικής στην περιοχή. Εάν επιβεβαιωθεί η άποψη ότι ο Τομ Μπάρακ δρα τροχιοδεικτικά, μάλλον πρέπει να αναμένουμε να εκφραστεί το επόμενο διάστημα η συνολική στρατηγική της Ουάσιγκτον.