Ανάλυση: Στο μυαλό του Πούτιν- Πώς προετοιμάζει το επόμενο ρωσικό αφήγημα

 Ανάλυση: Στο μυαλό του Πούτιν- Πώς προετοιμάζει το επόμενο ρωσικό αφήγημα

Η τελευταία συνέντευξη του Βλαντίμιρ Πούτιν δεν είναι άλλη μία επανάληψη της γνωστής ρητορικής. Πίσω από τις λέξεις κρύβεται ένα συνεκτικό – και επικίνδυνα ψύχραιμο – αφήγημα για το πού θεωρεί το Κρεμλίνο ότι βρίσκεται σήμερα ο πόλεμος στην Ουκρανία, ποιος είναι ο πραγματικός συνομιλητής της Ρωσίας και ποια μέσα είναι διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει στη Μαύρη Θάλασσα και στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Από το Κρασνοαρμέισκ και το Κουπιάνσκ, που παρουσιάζονται ως σύμβολα ρωσικής στρατιωτικής υπεροχής, μέχρι τη ρητή απειλή «να αποκοπεί η Ουκρανία από τη θάλασσα» και την κατηγορία ότι η Ευρώπη «έχει αυτοαποκλειστεί από την ειρήνη», ο Πούτιν δεν περιγράφει απλώς την τρέχουσα κατάσταση: στήνει το πλαίσιο της επόμενης μέρας.

Και αυτό το πλαίσιο δείχνει μια σύγκρουση που θα σέρνεται, μια Ευρώπη που περιθωριοποιείται και μια Ρωσία που επιδιώκει συμφωνία μόνο με τις Ηνωμένες Πολιτείες, πάνω σε μια νέα πραγματικότητα, «στην πράξη» στο έδαφος.

Κρασνοαρμέισκ και Κουπιάνσκ: η σκηνοθεσία της «στρατιωτικής υπεροχής»

Στο πρώτο επίπεδο, ο Πούτιν επενδύει στο αφήγημα της στρατιωτικής πρωτοβουλίας. Το Κρασνοαρμέισκ (σημερινό ουκρανικό Ποκρόβσκ) παρουσιάζεται ως «ιδανικό προγεφύρωμα για την επίτευξη όλων των στόχων της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης». Με απλά λόγια: ένας κόμβος από τον οποίο η ρωσική πλευρά μπορεί – όπως λέει – να κινηθεί «σε όλες τις κατευθύνσεις που θα κρίνει σκόπιμες το Γενικό Επιτελείο».

Αντίστοιχα, το Κουπιάνσκ περιγράφεται ως πόλη που εδώ και εβδομάδες βρίσκεται «πλήρως, ολοκληρωτικά» υπό ρωσικό έλεγχο, με τις ρωσικές δυνάμεις να ελέγχουν τόσο τη δεξιά όσο και την αριστερή όχθη του ποταμού, αλλά και να προωθούνται προς τον οικισμό Κουπιάνσκ-Ουζλοβόι. Ο Πούτιν μιλά για «περικυκλωμένη ουκρανική δύναμη δεκαπέντε ταγμάτων» στην αριστερή όχθη, για την οποία – όπως υποστηρίζει – έχει ήδη αρχίσει η «εκκαθάριση».

Επιμένοντας στον όρο «πλήρης έλεγχος», ο Ρώσος πρόεδρος δεν απαντά απλώς σε ουκρανικές και δυτικές αμφισβητήσεις. Δημιουργεί την εικόνα μιας Μόσχας που κρατά σταθερά την πρωτοβουλία των κινήσεων και μπορεί να επιλέξει πού και πότε θα πιέσει. Η πρόσκληση σε ξένους – ακόμη και ουκρανούς – δημοσιογράφους να επισκεφθούν τις περιοχές λειτουργεί ως επίδειξη αυτοπεποίθησης στην επικοινωνιακή σφαίρα: η μάχη δεν δίνεται μόνο στα χαρακώματα, αλλά και στο επίπεδο της αφήγησης.

«Χειρουργικός πόλεμος»: η πολιτική πλαισίωση μιας πολύ πραγματικής σύγκρουσης

Εκεί όπου η συνέντευξη αποκτά ιδιαίτερο βάρος είναι στον τρόπο με τον οποίο ο Πούτιν περιγράφει τη φύση της σύγκρουσης. Δεν μιλά για πόλεμο «στην πλήρη, σύγχρονη έννοιά του», αλλά για έναν «χειρουργικό πόλεμο», μια «προσεκτική» – όπως λέει ο ίδιος – επιχείρηση.

Η επιλογή αυτής της γλώσσας υπηρετεί δύο στόχους:

  • Πρώτον, στο εσωτερικό ακροατήριο, ο Πούτιν θέλει να δείξει ότι η Ρωσία δεν βρίσκεται σε ολοκληρωτικό πόλεμο: δεν απαιτείται πλήρης πολεμική οικονομία, γενικευμένη επιστράτευση, συνολική ανατροπή της καθημερινότητας. Η εικόνα είναι μιας ισχυρής δύναμης που ελέγχει τον ρυθμό της κλιμάκωσης.
  • Δεύτερον, προς τη Δύση, το μήνυμα είναι ότι υπάρχει ακόμη χώρος για διαπραγματεύσεις. Αν ένα κράτος ομολογήσει ότι διεξάγει ολοκληρωτικό πόλεμο, δυσκολεύεται να κάνει πίσω χωρίς να εμφανιστεί ηττημένο. Αν όμως επιμένει στη γραμμή της «ειδικής επιχείρησης» και του «χειρουργικού» χαρακτήρα, μπορεί ανά πάσα στιγμή να υποστηρίξει ότι «ο βασικός στόχος επετεύχθη» και να περάσει σε μια ελεγχόμενη παγωμένη σύγκρουση.

Φυσικά, η πραγματικότητα στο πεδίο – με μαζικές απώλειες, εκτεταμένες καταστροφές και βαριά όπλα – απέχει πολύ από την εικόνα ενός περιορισμένου, «καθαρού» πολέμου. Όμως σε επίπεδο στρατηγικής επικοινωνίας, ο Πούτιν θέλει να καταστήσει σαφές ότι η κλιμάκωση είναι δική του επιλογή και όχι κάτι που του επιβάλλεται.

Η Μαύρη Θάλασσα ως επόμενο πεδίο κλιμάκωσης

Το πιο ανησυχητικό κομμάτι της συνέντευξης αφορά τη Μαύρη Θάλασσα και τις επιθέσεις σε δεξαμενόπλοια. Ο Πούτιν χαρακτηρίζει τις ουκρανικές ενέργειες «πειρατεία» και προαναγγέλλει δύο επίπεδα ρωσικής απάντησης: περισσότερα χτυπήματα σε λιμενικές υποδομές και σε πλοία που προσεγγίζουν ουκρανικά λιμάνια, αλλά και πιθανά αντίμετρα σε πλοία χωρών που – όπως λέει – βοηθούν την Ουκρανία να πραγματοποιεί αυτές τις ενέργειες.

  • Ακριβώς εκεί ρίχνει τη βαριά φράση: «Ο πιο ριζικός τρόπος είναι να κόψουμε την Ουκρανία από τη θάλασσα». Πρόκειται για ανοιχτή αναφορά σε μια πιθανή στρατηγική επιχείρηση κατά της Οδησσού και του Μικολάιβ, δηλαδή για την ολοκλήρωση της αποκοπής της Ουκρανίας από τη θάλασσα.

Το μήνυμα προς τη Δύση είναι διπλό.

  • Πρώτον, αν δεν περιοριστεί αυτό που η Μόσχα ονομάζει «ναυτικό – υβριδικό πόλεμο της Ουκρανίας», η Ρωσία είναι έτοιμη να απαντήσει με μέγιστο στρατηγικό κόστος για το Κίεβο.
  • Δεύτερον, η ναυσιπλοΐα και η ενεργειακή ασφάλεια στην περιοχή μετατρέπονται σε μοχλούς πίεσης: η Μαύρη Θάλασσα μπορεί να εξελιχθεί στο κεντρικό θέατρο μιας επόμενης, πιο επικίνδυνης φάσης της κλιμάκωσης, με αυξημένο κίνδυνο άμεσης εμπλοκής χωρών του ΝΑΤΟ αν πληγούν δικά τους πλοία.

Η Ευρώπη «εκτός κάδρου» και οι Ηνωμένες Πολιτείες ως μοναδικός συνομιλητής

Ένα άλλο κρίσιμο στοιχείο της συνέντευξης είναι η ωμή αποτύπωση του πώς βλέπει ο Πούτιν την Ευρώπη. Δεν λέει ότι η Ρωσία την απέκλεισε από τον διαπραγματευτικό διάλογο – τονίζει ότι οι Ευρωπαίοι «αυτοαποκλείστηκαν», διακόπτοντας οι ίδιοι τις επαφές και υιοθετώντας το δόγμα του «στρατηγικού ηττημένου της Ρωσίας».

Στη συνέχεια τους κατηγορεί ότι, ενώ τώρα βλέπουν πως τα αποτελέσματα δεν τους ικανοποιούν, παρεμποδίζουν τις προσπάθειες της αμερικανικής διοίκησης και του Ντόναλντ Τραμπ να προωθήσουν μια ειρηνευτική διαδικασία. Η Ευρώπη παρουσιάζεται ως δύναμη που «δεν έχει ειρηνευτική ατζέντα, αλλά βρίσκεται στο στρατόπεδο του πολέμου», προτείνοντας – όταν προτείνει – όρους «απολύτως απαράδεκτους» για τη Μόσχα, μόνο και μόνο για να μπορεί στη συνέχεια να κατηγορήσει τη Ρωσία για την κατάρρευση των συνομιλιών.

Εδώ αποκαλύπτεται η κεντρική φιλοσοφία του Κρεμλίνου: η πραγματική διαπραγμάτευση θα γίνει – αν γίνει – απευθείας με τις Ηνωμένες Πολιτείες, με την Ευρωπαϊκή Ένωση στον ρόλο του κομπάρσου. Και η βάση αυτής της διαπραγμάτευσης, όπως την περιγράφει ο Πούτιν, θα είναι η αποδοχή της «πραγματικότητας στο έδαφος», δηλαδή των εδαφικών κερδών που έχει ήδη επιτύχει η Ρωσία στην Ουκρανία και τα οποία ζητά να αναγνωριστούν στην πράξη.

Σιγιάρτο, πόλεμος με την Ευρώπη και η ρητορική της αποτροπής

Στο σημείο όπου ερωτάται για τις δηλώσεις του Ούγγρου υπουργού Εξωτερικών Πέτερ Σιγιάρτο, ο οποίος προειδοποίησε ότι μέχρι το 2030 μπορεί να υπάρξει ένοπλη σύγκρουση Ευρώπης – Ρωσίας, ο Πούτιν κινείται σε μια λεπτή γραμμή. Διαβεβαιώνει ότι η Μόσχα «δεν σκοπεύει να πολεμήσει με την Ευρώπη», προσθέτει όμως ότι, αν η Ευρώπη επιλέξει τον πόλεμο, η Ρωσία είναι «έτοιμη τώρα, αμέσως». Και αφήνει να εννοηθεί ότι μια τέτοια σύγκρουση θα εξελισσόταν τόσο γρήγορα και καταστροφικά, ώστε «ίσως να μην υπάρχει κανείς με τον οποίο να διαπραγματευτούμε».

Πρόκειται για καθαρή ρητορική αποτροπής, με στόχο τα ευρωπαϊκά επιτελεία και τις κοινωνίες: «μην φανταστείτε ότι μπορείτε να ανεβάζετε διαρκώς την ένταση χωρίς συνέπειες». Ταυτόχρονα, όμως, ο Πούτιν αξιοποιεί τον Σιγιάρτο – μια «αντισυστημική» φωνή εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης – ως παράδειγμα «λογικού» Ευρωπαίου που αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο της κλιμάκωσης. Με αυτόν τον τρόπο, επενδύει στη στρατηγική της διάσπασης της ευρωπαϊκής ενότητας, ποντάροντας σε χώρες και πολιτικές δυνάμεις που επιθυμούν μια πιο «ρεαλιστική» προσέγγιση προς τη Μόσχα.

Μια σύγκρουση που παγιώνεται – και μια Ευρώπη που κινδυνεύει να μείνει θεατής

Αν διαβάσουμε τη συνέντευξη όχι αποσπασματικά, αλλά ως ενιαίο κείμενο στρατηγικής πρόθεσης, το συμπέρασμα είναι ανησυχητικά σαφές. Η Ρωσία θεωρεί ότι έχει αποκτήσει επιχειρησιακό πλεονέκτημα στο μέτωπο, επιδιώκει να το κεφαλαιοποιήσει σε επίπεδο αφήγησης και διαπραγμάτευσης, και είναι διατεθειμένη να χρησιμοποιήσει τη Μαύρη Θάλασσα, την ενέργεια και τη ναυσιπλοΐα ως εργαλεία πίεσης. Η Ευρώπη, στο ρωσικό αφήγημα, εμφανίζεται διχασμένη, κουρασμένη και χωρίς πειστική ειρηνευτική πρόταση, ενώ η πραγματική λύση μεταφέρεται σε μια υποθετική «μεγάλη συμφωνία» με την Ουάσιγκτον.

Για την ίδια την Ουκρανία, η εικόνα που χτίζει ο Πούτιν είναι μιας χώρας που βαδίζει προς εδαφική συρρίκνωση και πιθανή θαλάσσια αποκοπή, εκτός αν η Δύση αποδεχθεί μια ειρήνη βασισμένη στη σημερινή – και όχι στη νομικά κατοχυρωμένη – πραγματικότητα. Για την Ευρώπη, το ερώτημα είναι αν θα συνεχίσει να λειτουργεί ως αντιδραστικός παίκτης, εγκλωβισμένος ανάμεσα σε αμερικανικές πρωτοβουλίες και ρωσική πίεση, ή αν θα επιχειρήσει να διαμορφώσει μια δική της, ουσιαστική στρατηγική για την ασφάλεια και την ειρήνη στην ήπειρο.

Σε κάθε περίπτωση, η συνέντευξη του Πούτιν δεν είναι απλώς μια ακόμη δόση προπαγάνδας. Είναι ένα παράθυρο στο πώς αντιλαμβάνεται η Μόσχα τη σημερινή γεωπολιτική σκακιέρα – και μια υπενθύμιση ότι η επόμενη φάση της σύγκρουσης μπορεί να αποδειχθεί ακόμη πιο σύνθετη, πιο επικίνδυνη και πολύ πιο δύσκολη να αποκλιμακωθεί.