Κίεβο–Βρυξέλλες: Υπόγεια ένταση πίσω από την έκθεση προόδου-Παρεμβάσεις Ζελένσκι στους μηχανισμούς καταπολέμησης της διαφθοράς
Η δημοσιοποίηση της ετήσιας έκθεσης του «Πακέτου Διεύρυνσης» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ουκρανία, στις 4 Νοεμβρίου, προκάλεσε στα επίσημα κέντρα εξουσίας στο Κίεβο κύμα αυτοεπιβεβαίωσης. Κυβερνητικοί αξιωματούχοι έσπευσαν να χαρακτηρίσουν το κείμενο ως «την καλύτερη αξιολόγηση των τελευταίων τριών ετών» και ως απόδειξη του «ιστορικού βηματισμού» της χώρας προς την ευρωπαϊκή πορεία. Και πράγματι, το έγγραφο αναγνωρίζει πρόοδο σε σειρά θεσμικών μεταρρυθμίσεων, παρά τον πόλεμο και τις εξαιρετικά πιεστικές συνθήκες.
Πίσω όμως από τον τόνο της επιδοκιμασίας διακρίνεται μια βαθιά πολιτική ένταση: η συνεχώς οξυνόμενη σύγκρουση ανάμεσα στη Μπανκόβα (το Γραφείο του Προέδρου) και την αρχιτεκτονική καταπολέμησης της διαφθοράς που υποστηρίζεται από ευρωπαϊκούς μηχανισμούς εποπτείας. Το διακύβευμα δεν είναι τεχνικό· αφορά την κατανομή της πραγματικής εξουσίας στην Ουκρανία σε μια περίοδο εξαιρετικής εύθραυστης ισορροπίας.
Η αντιπαράθεση για την καταπολέμηση της διαφθοράς: αρμοδιότητες και πολιτικός έλεγχος
Στο επίκεντρο βρίσκονται δύο κρίσιμοι θεσμοί: το Εθνικό Γραφείο Καταπολέμησης της Διαφθοράς (ΝΑBU) και η Ειδική Εισαγγελία κατά της Διαφθοράς (SAP). Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι θεσμοί αυτοί πρέπει όχι μόνο να προστατευθούν από παρεμβάσεις της εκτελεστικής εξουσίας, αλλά και να ενισχυθούν περαιτέρω — με διεθνή συμμετοχή σε κρίσιμα στάδια επιλογής στελεχών και με επέκταση της δικαιοδοσίας τους σε αξιώματα που μέχρι σήμερα θεωρούνταν «εκτός ελέγχου», όπως στελέχη του Γραφείου του Προέδρου και περιφερειακοί κυβερνητικοί αξιωματούχοι.
Αντίθετα, στο Κίεβο, κύκλοι προσκείμενοι στον Βολοντίμιρ Ζελένσκι εκλαμβάνουν αυτή την επιμονή ως «υπέρμετρο εξωτερικό έλεγχο» και έμμεση αμφισβήτηση της κρατικής κυριαρχίας. Στελέχη της προεδρικής παράταξης «Υπηρέτης του Λαού» υπογραμμίζουν ότι η επιρροή διεθνών εμπειρογνωμόνων στην επιλογή δικαστών, εισαγγελέων ή αξιωματούχων «δεν μπορεί να αντικαθιστά» τη δημοκρατική νομιμοποίηση που παρέχει η εκλογική διαδικασία. «Η Ουκρανία δεν μπορεί να υπερασπίζεται την ανεξαρτησία της στα ανατολικά μέτωπα και να τη χάνει μέσω των θεσμών της στη Δύση», σημειώνει ανώτερη πηγή του κυβερνώντος κόμματος.
Η αφορμή και η δυναμική της σύγκρουσης
Η ένταση δεν είναι θεωρητική. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέγραψε «αύξουσα πίεση» της κυβέρνησης προς το ΝΑBU και τη SAP, ειδικά μετά τη διερεύνηση υποθέσεων που άγγιξαν πρόσωπα του προεδρικού κύκλου, όπως τον πρώην αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Αλεξέι Τσερνισόφ και τον επιχειρηματία Τιμούρ Μίντιτς. Η αποτυχία των προσπαθειών του Κιέβου να περιορίσει τις αρμοδιότητες των θεσμών αυτών αποδίδεται, κατά πολλούς, στην άμεση και αιχμηρή αντίδραση των Βρυξελλών.
Στο φόντο της διαμάχης διαγράφεται το πρόσωπο-κλειδί της εξουσίας, ο επικεφαλής του Γραφείου του Προέδρου Αντρίι Γερμάκ, τον οποίο αρκετοί θεωρούν πολιτικό ενορχηστρωτή μιας στρατηγικής ανάκτησης εσωτερικού ελέγχου της δικαστικής και ανακριτικής πυραμίδας.
Τα διλήμματα της Μπανκόβα
Σύμφωνα με πολιτικές πηγές, στο εσωτερικό του προεδρικού επιτελείου έχουν διαμορφωθεί δύο γραμμές:
- Επιθετική προσαρμογή: Η άποψη ότι η ΕΕ, λόγω πολέμου, δεν θα διακόψει τη χρηματοδότηση προς την Ουκρανία ακόμη και αν το Κίεβο επιχειρήσει να ανακτήσει έλεγχο στη καταπολέμηση της διαφθοράς. Κατά συνέπεια, η προεδρική πλευρά οφείλει να επιδιώξει ανασύνταξη ισχύος τώρα, πριν η διπλωματική εξάρτηση καταστεί ακόμη μεγαλύτερη.
- Στρατηγική αναμονή: Η εκτίμηση ότι οι Βρυξέλλες διαθέτουν και ενδέχεται να ενεργοποιήσουν πραγματικούς οικονομικούς μοχλούς πίεσης. Άρα απαιτείται χρονοκαθυστέρηση, ώστε να επιλεγεί ευνοϊκότερη στιγμή και πρόσχημα.
Παρά τις διαφορές, κοινή είναι η παραδοχή ότι η σύγκρουση δεν έχει λήξει· αντιθέτως, εισέρχεται σε φάση επανασυσπείρωσης δυνάμεων.
Χρηματοδότηση και πολιτική σταθερότητα
Το Κίεβο διανύει την πιο επικίνδυνη περίοδο πολιτικής εξάρτησης από διεθνείς εταίρους από την ανεξαρτησία του. Η οικονομία στηρίζεται σε μηχανισμούς έκτακτης χρηματοδότησης, ενώ ο στρατός εξαρτάται από τη δυτική υποστήριξη. Αυτό σημαίνει ότι η απειλή «περιορισμού πόρων» δεν είναι θεωρητική.
Ταυτόχρονα, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αποτελεί το βασικό στοιχείο νομιμοποίησης της κυβέρνησης Ζελένσκι. Μια εμφανής οπισθοχώρηση θα άνοιγε χώρο για:
- ανασύνταξη της αντιπολίτευσης στο εσωτερικό,
- ενίσχυση εθνικιστικών δυνάμεων που κατηγορούν το καθεστώς για «διπλό έλεγχο»,
- και, κυρίως, απώλεια ηγεμονικού ρόλου του προέδρου στο μεταπολεμικό πολιτικό πεδίο.
Τι έπεται
Όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι η Μπανκόβα θα επιχειρήσει εκ νέου αντεπίθεση στους θεσμούς καταπολέμησης της διαφθοράς, πιθανότατα αξιοποιώντας τη δικογραφία του πρώην βουλευτή Φεντίρ Χριστένκο, ο οποίος —σύμφωνα με διαρροές— έχει καταθέσει εναντίον στελεχών του ΝΑBU και της SAP για «επιρροή προς όφελος τρίτων». Μια τέτοια κίνηση, ακόμη κι αν δεν αποφέρει άμεσα νομικά αποτελέσματα, θα μπορούσε να λειτουργήσει διαβρωτικά στην κοινή γνώμη.
Οι Βρυξέλλες, από την πλευρά τους, έχουν προειδοποιήσει ότι παρακολουθούν στενά. Οποιαδήποτε προσπάθεια παράκαμψης της δικαιοδοσίας των θεσμών αυτών θα συνεκτιμηθεί στις επόμενες χρηματοδοτικές αξιολογήσεις.
Η Ουκρανία βρίσκεται σε σημείο καμπής: ανάμεσα στην ανάγκη εθνικής κυριαρχίας και στη στρατηγική ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η σύγκρουση για τον έλεγχο των μηχανισμών καταπολέμησης της διαφθοράς δεν είναι γραφειοκρατική λεπτομέρεια· είναι το πεδίο στο οποίο θα κριθεί ποιος θα διαμορφώσει την επόμενη πολιτική τάξη της χώρας.
Αν το Κίεβο επιλέξει τη σύγκρουση, το ρίσκο είναι η απώλεια σταθερότητας σε ήδη εύφλεκτη συγκυρία.
Αν επιλέξει την υποχώρηση, η προεδρική εξουσία κινδυνεύει να υποβαθμιστεί σε διαχειριστικό ρόλο.
Με άλλα λόγια, η χώρα βρίσκεται στο σταυροδρόμι μεταξύ κρατικού ελέγχου και ευρωπαϊκού θεσμικού υποδείγματος — και οι επόμενοι μήνες θα καθορίσουν προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί.