Γιατί η Ευρώπη έχει ξεσηκωθεί με το “Chat Control”

 Γιατί η Ευρώπη έχει ξεσηκωθεί με το “Chat Control”

Ένας ευρωπαϊκός νόμος που στοχεύει στην καταπολέμηση της παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης στο διαδίκτυο έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων από ακτιβιστές για την προστασία της ιδιωτικότητας αλλά και και εταιρείες τεχνολογίας.

Οι χώρες της Ε.Ε. δεν κατάφεραν να προχωρήσουν το νομοσχέδιο

Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέτυχαν αυτή την εβδομάδα να σημειώσουν πρόοδο σε ένα κρίσιμο νομοσχέδιο για την καταπολέμηση του υλικού παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης (CSAM), ρίχνοντας έτσι ακόμη μία σκιά πάνω από τη νομοθετική πρόταση.

Η πρόταση για το CSAM, που κατατέθηκε το 2022, στοχεύει να δώσει στις αστυνομικές αρχές περισσότερες εξουσίες για τον εντοπισμό παράνομου περιεχομένου και να υποχρεώσει τις πλατφόρμες διαδικτυακών μηνυμάτων να σαρώνουν τις υπηρεσίες τους για αποδείξεις παιδικής κακοποίησης. Όμως, ομάδες υπέρ της ιδιωτικότητας, ειδικοί κυβερνοασφάλειας και στελέχη της τεχνολογίας προειδοποιούν εδώ και χρόνια ότι κάτι τέτοιο θα καταργούσε την κρυπτογράφηση και θα άνοιγε τον δρόμο για μαζική παρακολούθηση.

Η Ευρώπη ξαναζεί τους “πολέμους της κρυπτογράφησης”

Η αντιπαράθεση γύρω από το CSAM θυμίζει τους “crypto wars” της δεκαετίας του ’90.

Η κρυπτογράφηση υπήρξε στρατηγικό πλεονέκτημα κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, καθώς τα κράτη προσπαθούσαν να ασφαλίσουν τις επικοινωνίες τους και να αποκωδικοποιήσουν εκείνες των αντιπάλων. Με την άνοδο του διαδικτύου, η κρυπτογράφηση έγινε θεμέλιο για κάθε μορφή ασφαλούς επικοινωνίας — από τις ηλεκτρονικές τραπεζικές συναλλαγές έως τη μεταφορά ευαίσθητων δεδομένων.

Τα τελευταία χρόνια, πλατφόρμες όπως iMessage, Messenger, WhatsApp, Signal και πολλές άλλες υιοθέτησαν την end-to-end κρυπτογράφηση ως προεπιλογή, ώστε μόνο ο αποστολέας και ο παραλήπτης να μπορούν να διαβάζουν τα μηνύματα.

Αυτό, όμως, έχει προκαλέσει έντονη δυσαρέσκεια στις αρχές επιβολής του νόμου. «Χωρίς νόμιμη πρόσβαση σε κρυπτογραφημένες επικοινωνίες, η αστυνομία πολεμάει “με δεμένα μάτια”», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Europol, Jan Op Gen Oorth, τον περασμένο Απρίλιο στο Politico.

Η Ε.Ε. νόμιζε ότι μπορούσε να το “διορθώσει”

Το 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε ότι ο τρόπος για να καταπολεμηθεί η παιδική κακοποίηση είναι να επιτραπεί στην αστυνομία, υπό προϋποθέσεις, να διαβάζει μηνύματα στις εφαρμογές.

Επικαλούμενη τα 85 εκατομμύρια εικόνες και βίντεο παιδικής κακοποίησης που αναφέρθηκαν παγκοσμίως το 2021, η Επιτροπή πρότεινε να υποχρεωθούν οι πάροχοι τεχνολογίας να «εντοπίζουν, αναφέρουν και αφαιρούν» τέτοιο περιεχόμενο από τις υπηρεσίες τους.

Όμως, όπως προειδοποιούν οι ειδικοί, για να διαβαστούν μηνύματα θα πρέπει να “σπάσει” συνολικά η κρυπτογράφηση — κάτι που θα έδινε πρόσβαση σε εκατοντάδες εκατομμύρια νόμιμα μηνύματα χρηστών που δεν επιθυμούν να τους παρακολουθεί η αστυνομία.

Η μάχη στις Βρυξέλλες

Στο Συμβούλιο της Ε.Ε., οι κυβερνήσεις παλεύουν εδώ και μήνες να βρουν τη χρυσή τομή ανάμεσα στην προστασία της ιδιωτικότητας και την αντιμετώπιση του CSAM.

Με την ανάληψη της προεδρίας του Συμβουλίου από τη Δανία τον Ιούλιο, κατατέθηκε νέα εκδοχή του νόμου — αυτή που τώρα βρίσκεται στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης.

Τα κράτη-μέλη πρέπει να συμφωνήσουν σε κοινό κείμενο πριν ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο έχει ήδη εγκρίνει μια πιο φιλική προς την ιδιωτικότητα εκδοχή του νομοσχεδίου από το 2023.

Τι προβλέπει το νομοσχέδιο CSAM

  1. Υποχρεωτική σάρωση: Η Δανία επανέφερε διάταξη που προβλέπει ότι οι αρχές θα μπορούν να υποχρεώνουν τις εφαρμογές να σαρώνουν για υλικό παιδικής κακοποίησης, βάσει “εντολών ανίχνευσης” που θα εκδίδει δικαστής ή ανεξάρτητη αρχή.
  2. Ανίχνευση “grooming”: Το αρχικό σχέδιο της Επιτροπής προέβλεπε σάρωση και για μηνύματα ή ήχο που σχετίζονται με “grooming” — δηλαδή διαδικτυακή προσέγγιση παιδιών από δράστες. Η δανέζικη εκδοχή απέκλεισε το κείμενο και τον ήχο από το πεδίο εφαρμογής.
  3. “Γνωστό” και “άγνωστο” CSAM: Το νέο σχέδιο προβλέπει ότι οι εταιρείες θα πρέπει να σαρώνουν τόσο για ήδη γνωστό όσο και για νέο περιεχόμενο, κάτι που θεωρείται πολύ πιο επεμβατικό.

Επιπλέον, η Δανία προτείνει τη χρήση του συστήματος “client-side scanning”, το οποίο σαρώνει εικόνες πριν αυτές κρυπτογραφηθούν. Οι υποστηρικτές του το θεωρούν ασφαλές· οι ακτιβιστές ιδιωτικότητας το χαρακτηρίζουν παραπλανητικό εργαλείο παρακολούθησης.

Ποιοι είναι υπέρ και ποιοι κατά

Οι χώρες της Ε.Ε. είναι σχεδόν μοιρασμένες.

  • Υπέρ του νόμου: Δανία, Σουηδία, Ισπανία και Γαλλία — επικαλούμενες την ανάγκη αυστηρότερης προστασίας των παιδιών στο διαδίκτυο.
  • Κατά: Γερμανία και Πολωνία, που θεωρούν ότι ο νόμος δημιουργεί “κράτος επιτήρησης” και υπονομεύει την κυβερνοασφάλεια.

Ακόμη και μέσα στις ίδιες κυβερνήσεις, οι γνώμες διίστανται: τα υπουργεία Εσωτερικών τάσσονται υπέρ των αυστηρών μέτρων, ενώ τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Ψηφιακής Πολιτικής εκφράζουν ανησυχίες για την προστασία των πολιτικών δικαιωμάτων.

Στη Γερμανία, για παράδειγμα, ο υπουργός Δικαιοσύνης απέρριψε ρητά την πρόταση της Δανίας, όμως την τελική ευθύνη έχει το υπουργείο Εσωτερικών.

Σε επίπεδο Ε.Ε., η Europol και η Γενική Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων της Επιτροπής πιέζουν για νέες πολιτικές που θα επιτρέπουν ευρύτερη πρόσβαση των αρχών στα δεδομένα. Η ίδια η Επιτροπή, ωστόσο, κατηγορήθηκε ότι παρανόμησε, στοχεύοντας πολίτες μέσω εκστρατείας υπέρ του νομοσχεδίου CSAM.

Το διακύβευμα

Η Ευρώπη βρίσκεται στο επίκεντρο μιας σύγκρουσης ανάμεσα στην προστασία των παιδιών και την προστασία της ιδιωτικής ζωής.
Όμως, για τους επικριτές, το λεγόμενο “Chat Control” κινδυνεύει να μετατραπεί σε εργαλείο γενικευμένης παρακολούθησης — και να ξαναγράψει τους κανόνες της ψηφιακής ελευθερίας στην ήπειρο.