Ρεπορτάζ libre: Η πραγματικότητα για τα μειονοτικά σχολεία της Πόλης-Τι κρύβεται πίσω από τη συρρίκνωση;
Το σχολικό κουδούνι της 11ης Σεπτέμβρη 2025 σήμανε μία δυνατή καμπάνα για τη συρρίκνωση του Ελληνισμού στην Πόλη. Για πρώτη φορά δεν γράφτηκε ούτε ένας μαθητής της Α΄ Γυμνασίου στη Μεγάλη του Γένους Σχολή, το πλέον, ιστορικό, ελληνόφωνο σχολείο, που έχει τις ρίζες του στον 15ο αιώνα. Η πικρή αυτή γεύση για τον ελληνισμό της Πόλης, που άλλοτε έσφυζε από τη ζωή σε συνοικίες, που με τόσο γλαφυρό τρόπο περιέγραψε η Μαρία Ιορδανίδου στη «Λωξάντρα», τιμώντας τη γιαγιά της, είναι γεγονός.
Της Άννας Στεργίου
Και φέρνει στο φως από τη μία πλευρά τη ζοφερή πραγματικότητα της μακρόχρονης τουρκικής προσπάθειας εξαΰλωσης του Ελληνισμού και γενικότερα των μειονοτήτων αλλά κρύβει, κι έναν υφέρποντα ανταγωνισμό, ανάμεσα στα ίδια τα ελληνικά σχολεία, που αν μη τι άλλο είναι ακατανόητος.
Αυτή τη στιγμή στην Κωνσταντινούπολη λειτουργούν: το Ζάππειο σχολείο, που διαθέτει δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο, το Ζωγράφειο, που έχει γυμνάσιο και λύκειο, η Μεγάλη του Γένους Σχολή, που διαθέτει γυμνάσιο και λύκειο, το δημοτικό στην Πρίγκηπο (το μεγαλύτερο από τα 9 Πριγκιπονήσια) και το σχολείο στην Ίμβρο, που δεν αντιμετωπίζει τέτοια προβλήματα και περιλαμβάνει δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο.
- Τα σχολεία στην Πόλη δυστυχώς ακολουθούν τη φθίνουσα πορεία του Ελληνισμού. Ο 20ος αιώνας σήμανε τη διάλυση των, από χιλιετίες, εστιών του Ελληνισμού στη γειτονική Τουρκία, που ήθελε να βάλει τέλος στις μειονότητες.
Άλλοτε με εκρήξεις κι άλλοτε με υφέσεις το κατάφερε. Αντανακλά όμως και τη διαχρονική αδυναμία των ελληνικών κυβερνήσεων, να δουν κατάματα την πραγματικότητα και να σταματήσουν αυτή την μόνιμη αιμορραγία της ελληνικής μειονότητας, που σε λίγο καιρό δύσκολα θα είναι αναστρέψιμη.
Ο 20ός αιώνας είναι γεμάτος από περιστατικά που η Τουρκία και με ελληνικές ευθύνες κατάφερε να συρρικνώσει τις μειονότητες. Ξεκίνησε με την αρμενική και την ποντιακή γενοκτονία, ακολούθησε μετά η Μικρασιατική Καταστροφή και τα λάθη της ελληνικής πλευράς. Τότε, οι δυσκολίες στην Πόλη εξώθησαν πολλούς Κωνσταντινουπολίτες, να φύγουν και να ιδρύσουν το 1927 στην Αθήνα τον Σύνδεσμο Μεγαλοσχολιτών.
Κομβικό σημείο για τον ελληνισμό της Πόλης, τα γεγονότα του Σεπτέμβρη του 1955. Με τα γεγονότα του ’55 πολλές οικογένειες αποφάσισαν να φύγουν. Ένα νέο κύμα μεταναστών ξετυλίχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν υπέστησαν νέο διωγμό το ‘64 και το ’65. Τότε ήταν σε έξαρση το κυπριακό ζήτημα και η Τουρκία πίεζε αφόρητα ενώ κι άλλες οικογένειες εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα κυρίως στα μέσα του ’70.

Διάφοροι νέοι θύλακες Κωνσταντινουπολιτών γεννήθηκαν είτε στην Αθήνα, κυρίως στα Νότια Προάστια είτε στη Θεσσαλονίκη, όπου υπήρχαν παραδοσιακά εμπορικές σχέσεις αλλά και σε άλλες περιοχές. Από καιρό σε καιρό οι Κωνσταντινουπολίτες έκαναν ταξίδια που σταδιακά αραίωναν κι εγγράφονταν στη συλλογική μνήμη των παιδιών και των εγγονών, ως αναμνήσεις σε οικογενειακά τραπέζια ή σε φιλικές συνάξεις με νόστιμες συνταγές ή καφέ, τσάι και λουκούμια. Αλλά ακόμη και σ’ αυτά τα τραπέζια, όλοι είχαν να πουν έναν καλό λόγο γι΄ αυτά τα σχολεία, που αποφοίτησαν.
Παρότι κατά καιρούς υπάρχουν κάποιες αλλαγές η λειτουργία των ελληνικών μειονοτικών σχολείων στην Τουρκία και των μουσουλμανικών μειονοτικών σχολείων στη Δυτική Θράκη ρυθμίζεται από τη Συνθήκη της Λωζάνης του 1923, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ανταλλαγή περίπου 1,2 εκατομμυρίων χριστιανών ορθόδοξων ατόμων από την Τουρκία και σχεδόν 400.000 μουσουλμάνων από την Ελλάδα.
Βάσει της Συνθήκης της Λωζάνης αλλά και της τουρκικής νομοθεσίας αυτή τη στιγμή, δεν μπορεί να εγγραφεί οποιοσδήποτε σε μειονοτικό σχολείο, αφού υπάρχουν αυστηροί όροι και προϋποθέσεις. Επιπλέον, δεν είναι λίγοι οι ομογενείς που έχουν κάνει μεικτούς γάμους και δεν προσβλέπουν στην ελληνική αλλά στη διεθνοποιημένη παιδεία. Κι ενώ συμβαίνουν όλα αυτά υπάρχουν και γονείς, που έχουν συγκεκριμένες προτιμήσεις για το σχολείο των παιδιών τους.
- Η Μεγάλη του Γένους Σχολή είναι ένα ιστορικό σχολείο, που μετρά 571 χρόνια ζωής, άρρηκτα δεμένο με την ιστορία και τα όνειρα του ελληνισμού, αφού από εδώ αποφοίτησαν πρόσωπα που έπαιξαν ρόλο και στην Ορθοδοξία αλλά και στην Επιστήμη, όπως ο μητροπολίτης Σερρών, Μάξιμος, ο Μητροπολίτης Δράμας, Βασίλειος, ο καθηγητής της Παντείου, Νεοκλής Σαρρής κ.ά.
Ο αείμνηστος πρωθυπουργός, ακαδημαϊκός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, έγραφε μεταξύ άλλων: «Η Κωνσταντινούπολις εχάρισεν εις τους Έλληνας την συνείδησιν του ενιαίου “Γένους”. Και η Μεγάλη του Γένους Σχολή διεμόρφωσε την συνείδησιν αυτήν και την κατέστησε πνευματικόν γεγονός».
Ο πρώην Πρωθυπουργός και Αρχηγός της Ένωσης Κέντρου Γεώργιος Παπανδρέου είχε αναφερθεί με θερμά λόγια: «Πιστεύω ότι ολόκληρος η Ελλάς οφείλει πολλά εις το αρχαιότερον εκπαιδευτήριον του Γένους, εις την “Μεγάλην του Γένους Σχολήν” Κωνσταντινουπόλεως.
Σήμερα στην Πόλη συνολικά φοιτούν 302 παιδιά, σηματοδοτώντας μια φθίνουσα πορεία για τις πατρογονικές εστίες του ελληνισμού. Το κουβάρι της θλίψης ξεκίνησε να ξετυλίγει η Καθημερινή, όταν μίλησε σ΄ αυτήν ο σχολάρχης Δημήτρης Ζώτος, για να πει ότι κατά την έναρξη της φετινής χρονιάς γράφτηκαν στο σχολείο μόλις 30 παιδιά αλλά δεν υπήρξε ένας νέος μαθητής ή μαθήτρια στην Α’ Γυμνασίου. Αντίστοιχα, στο Ζωγράφειο, όπως υποστήριξε ο διευθυντής Γιάννης Δερμιτζάκης γράφτηκαν επτά παιδιά στην Α΄ Γυμνασίου κι άλλα δυο σε μεγαλύτερες τάξεις, μετρώντας 16 νέες εγγραφές μαθητών.

Παρότι οι μαθητές μετακινούνται με λεωφορεία, η Μεγάλη του Γένους Σχολή, που κατά καιρούς άλλαξε τοποθεσία, μέχρι να φτιαχτεί το επιβλητικό αρχιτεκτονικά κτήριο, που σχεδίασε ο Κωνσταντίνος Δημάδης, είναι κατάτι πιο μακριά ενώ το Ζωγράφειο βρίσκεται στο κέντρο της Πόλης σε μικρή απόσταση από την περιοχή του Πέρα. Ο δεύτερος λόγος, όπως μας ενημέρωσαν πηγές μας, είναι αμιγώς εκπαιδευτικός, αν και δεν βγαίνει κάποιος να τον παραδεχτεί δημόσια. Το επίπεδο των Αράβων ορθόδοξων που παρακολουθεί μαθήματα επειδή δεν ξέρουν καλά ελληνικά, είναι χαμηλότερο και δυσκολεύει και τους υπόλοιπους μαθητές.
Αυτό αποτελεί συχνά τροχοπέδη για ορισμένους γονείς να στείλουν το παιδί τους στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Ένας τρίτος λόγος είναι πως υπάρχει, κατά παράδοση ένας υφέρπων ανταγωνισμός μεταξύ των σχολείων της Πόλης.
Βεβαίως, αυτό το θέμα είχε λυθεί, αν υπήρχαν Ελληνόπουλα στην περιοχή και δεν είχαν συρρικνωθεί. Εκτιμήσεις Μικρασιατών δείχνουν πως το 1918 ο πληθυσμός συνολικά των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, μαζί με όσων κατοικούσαν και στην Πόλη ήταν πάνω από 2.150.000. Ζούσαν σε 1.410 πόλεις, κωμοπόλεις σε χωριά, που ήταν αμιγώς ελληνικά ή μεικτά με άλλες μειονότητες ή και μουσουλμάνους Τούρκους ή Κούρδους σε όλη τη Μικρά Ασία.
Σ’ αυτούς δεν περιλαμβάνονται φυσικά οι σφαγμένοι ή όσοι γλίτωσαν τον θάνατο από τον Πόντο αλλά ούτε και οι κρυπτοχριστιανοί. Υπήρχαν Έλληνες, που είχαν χάσει το γλωσσικό ιδίωμα στην καθημερινή πρακτική, όμως ήταν φανερή η καταγωγή τους από τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαν κυρίως σε γαμήλιες τελετές, βαφτίσια ή άλλες τελετές και γιορτές με παραδοσιακά τραγούδια και χορούς της περιοχής. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή κι ο πληθυσμός στην Πόλη συρρικνώθηκε κατά πολύ αλλά δεν κατέρρευσε. Για ένα μικρό διάστημα ο κόσμος αυτός εμπλουτίστηκε μάλιστα κι από έναν περιορισμένο Ελλήνων, που ζούσαν σε απομακρυσμένες περιοχές κι έρχονταν στην Πόλη είτε για δουλειά είτε για εμπορικές συναλλαγές. Το 1964 στην Κωνσταντινούπολη λειτουργούσαν 49 σχολεία με 3.000 μαθητές, σήμερα απέμειναν 7, μαζί με τα σχολεία της Ίμβρου, με συνολικά 300 μαθητές. Σήμερα ο πληθυσμός των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης από εκεί που μετρούσε πολλές χιλιάδες δεν είναι πάνω από 2.000 άτομα.
Ο Δημήτρης Ζώτος, ο λυκειάρχης της Μεγάλης του Γένους Σχολής σημειώνει στο libre.gr πως: «Πρόκειται για μία κατάσταση, που προήλθε ως αποτέλεσμα της πληθυσμιακής κατάστασης, κι από την άλλη πλευρά της όχι και πολύ καλής κοινοτικής οργάνωσης, εδώ. Από τη μία πλευρά, τη λύση χρειάζεται να τη δώσουμε εμείς αλλά κι από την άλλη χρειαζόμαστε και τη βοήθεια των ανώτατων αρχών. Προσπαθούμε να κεντρίσουμε το ενδιαφέρον και των ανθρώπων. Δεν είμαστε απαισιόδοξοι. Υπάρχει όμως μία πραγματικότητα ότι λιγοστεύουμε με πολύ γοργό ρυθμό. Πρέπει να ληφθούν κάποια μέτρα, διότι το αποτέλεσμα είναι η μη εγγραφή μαθητών στην Α’ Γυμνασίου».
Εξηγεί πως «η Μεγάλη του Γένους Σχολή δεν είναι οποιοδήποτε σχολείο αλλά ένα εμβληματικό σχολείο όχι μόνο για τους Ρωμιούς, που ζουν στην Πόλη αλλά ιδιαιτέρως για τους Ελλαδίτες που φοιτούν ως επισκέπτες μαθητές. Υπάρχουν πολλοί Έλληνες, που δεν κατευθύνονται στο δικό μας σχολείο για να φοιτήσουν. Χρειάζεται να δοθεί μία λύση. Πιστεύω ότι θ’ ανατραπεί αυτή η κατάσταση».
Φυσικά δεν είναι η πρώτη φορά που κάποια τάξη σε σχολείο της Πόλης μένει χωρίς μαθητή. Αλλά το ανησυχητικό, όπως λένε οι γνωρίζοντες, είναι ο εκμηδενισμός των Ελλήνων, στις πατρογονικές εστίες. Ο κανονισμός για τα σχολεία των Ελλήνων της Πόλης προβλέπει ότι για να γραφτεί κάποιο παιδί πρέπει ο ένας από τους δύο γονείς τουλάχιστον να είναι χριστιανός ορθόδοξος Ρωμιός αλλά Τούρκος πολίτης.
Στο νηπιαγωγείο του Ζαππείου τα τελευταία χρόνια αυξάνεται ο αριθμός των μαθητών και φέτος αναμένεται θα φθάσει στα 34 παιδιά. Το δημοτικό σχολείο αναμένεται να έχει 65 μαθητές. Σε λίγες εβδομάδες επίκειται να ολοκληρωθεί το έργο της αντισεισμικής προστασίας του Ζωγράφειου Λυκείου με την οικονομική στήριξη της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και του εφοπλιστή Αθανάσιου Μαρτίνου.
Όμως, το γεγονός ότι δεν γράφτηκε ούτε ένα παιδί στη Μεγάλη του Γένους Σχολή σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως από ανθρώπους που βλέπουν ευθύνες και στην ελληνική πολιτεία και στο Πατριαρχείο. Σχολιάζοντας ο Μάνος Λαμπράκης έκανε λόγο για στρατηγική παραίτηση. Υποστήριξε, πως «δεν πρόκειται για απλή πληθυσμιακή εξάντληση. Πρόκειται για στρατηγική παραίτηση – ένα είδος μεταμοντέρνου αφανισμού, χωρίς ήχο, χωρίς αντίσταση, χωρίς ανάληψη ευθύνης», ενώ την ίδια στιγμή με ανάρτησή του ο Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος σημείωσε ότι ο κ. Λαμπράκης μιλά με τρόπο αφοριστικό, χωρίς να έχει επίγνωση των λόγων του για θεσμούς 1.700 χρόνων (Οικουμενικό Πατριαρχείο) και 571 ετών (Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή)».

O Θωμάς Κούντερ, πρόεδρος του Συλλόγου Κωνσταντινουπολιτών, που εδρεύει στην Καλλιθέα, με πάνω από 500 ενεργά μέλη. Γεννήθηκε στην Πόλη, μεγάλωσε εκεί, παρακολούθησε μαθήματα στη Μεγάλη του Γένους Σχολή κι αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Επιπλέον, είναι κι απόφοιτος της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
«Τι να σας πω; Ό, τι δεν ενεγράφη ούτε ένας μαθητής στην Α΄ Γυμνασίου στο σχολείο της Μεγάλης του Γένους Σχολής, ενός ιστορικού σχολείου; Δεν μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους (τα σχολεία); Δεν μπορούν να γίνουν μεταξύ τους μετεγγραφές; Κι από την άλλη πλευρά και όσοι ζουν στην Πόλη δεν μπορούν να γράψουν τα παιδιά τους στα ελληνικά σχολεία για να μη σβήσουν; Γιατί τα στέλνουν σε ξένα σχολεία αντί για ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα; Η Ομογένεια στην Πόλη έχει καταντήσει μουσειακό είδος. Από το 1455 πρώτη φορά έμεινε η Α΄ Γυμνασίου της Μεγάλης του Γένους Σχολής, χωρίς έναν μαθητή…», επισημαίνει ο κ. Κούντερ.
Απόφοιτος του Ζωγράφειου ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Άρης Αμπατζής, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Πόλη. Αποφοίτησε από το Πάντειο Πανεπιστήμιο, έκανε μεταπτυχιακό και διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο Μάλτεπε της Κωνσταντινούπολης κι εκεί ανακηρύχθηκε διδάκτωρ Φιλοσοφίας. Υποστηρίζει πως το πρόβλημα είναι δυσεπίλυτο και σκοντάφτει σε πολλές παραμέτρους είτε από την άποψη της εκπαίδευσης είτε του γενικότερου προφίλ της Ομογένειας, που έχει αλλάξει σε σχέση με προηγούμενες δεκαετίες.
«Η αντιμετώπιση ενός ζητήματος, ανεξάρτητα από την πραγματικότητα που το βιώνουν οι «άλλοι», οι οποίοι είναι εκτός Πόλης, αλλά κι από την πραγματικότητα των ίδιων των σχολείων καθεαυτών δεν μπορεί να ιδωθεί ξέχωρα από το «προφίλ» της μειονότητας. Το ζήτημα της εκπαίδευσης δεν μπορεί να εξετάζεται επίσης ανεξάρτητα από το φαινόμενο των Αραβορθόδοξων, που πηγαίνουν σ΄ αυτά τα σχολεία μαζί με τα ελληνόφωνα παιδάκια. Υπάρχουν μία σειρά από ζητήματα, που προκύπτουν, όπως το φαινόμενο των μικτών γάμων, που δείχνουν μία ποσοτική και ποιοτική αλλαγή (των χαρακτηριστικών) της ίδιας της μειονότητας», εξηγεί ο κ. Αμπατζής, αφήνοντας να εννοηθεί εμμέσως πλην σαφώς, πως οι Έλληνες ζούμε στην ρομαντική εικόνα της Κωνσταντινούπολης του παρελθόντος, η οποία όμως δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα την τωρινή.

Εξηγεί πως είναι θεωρητικά ανέφικτο, αν και ριζοσπαστικό, να επιστρέψουν όλοι στα «Μέγαρα» (δηλαδή στο Βυζάντιο και τη Χαλκηδόνα, που ήταν ελληνικές αποικίες Μεγαρέων). Επομένως, τονίζει πως «η μόνη προσωρινή λύση θα ήταν η σύμπτυξη των σχολείων της Πόλης αλλά αυτό δεν τολμά να το εισηγηθεί κανείς».
Ο Άρης Αμπατζής τονίζει ότι υπάρχει ένα πρωτεύον ζήτημα είναι πως θα γίνει καλύτερη η εκπαίδευση των παιδιών της Ομογένειας, κι όχι πως θα συντηρηθεί το ένα ή το άλλο σχολείο, παρά τις ιστορικές καταβολές. «Αναφερόμαστε στη μειονότητα, λες και μιλάμε 50 ή 60 χρόνια πριν. Σήμερα δεν υπάρχει αυτή η εικόνα των Ελλήνων της Πόλης, που είχαμε παλιά στο μυαλό μας. Υπάρχει ένας κανονισμός για τα μειονοτικά σχολεία που είναι σε ισχύ από τη Συνθήκη της Λωζάνης` υπάρχουν Αραβόφωνα παιδιά, που θέλουν να παρακολουθήσουν μαθήματα αλλά δυσκολεύονται. Υπάρχουν Έλληνες κι Ελληνίδες ομογενείς, που έχουν παντρευτεί ή νυμφευθεί Αρμένιους της Πόλης ή ακόμη και Τούρκους υπηκόους».
Όπως λέει, όμως, «οι ελληνικές κοινότητες, ψάχνουν, όπως μπορούν ακόμη και χορηγούς. Αλλά δυστυχώς βασιλεύει και η πατροπαράδοτη διχόνοια και στη μειονότητα. Και το βασικό ζητούμενο που επιμένουμε να ξεχνάμε, είναι πως θα μάθουν ελληνικά τα παιδιά της Ομογένειας».
Όποιος όμως κι αν έχει την ευθύνη για το γεγονός ότι έχει συρρικνωθεί η εκπαιδευτική κοινότητα της Πόλης, το να μην έχει γραφτεί ούτε ένας μαθητής στην Α’ Γυμνασίου του πιο ιστορικού σχολείου αποτελεί από μόνο του, μία μεγάλη ήττα για τον Ελληνισμό. Και τα συναρμόδια υπουργεία Εξωτερικών και Παιδείας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, οι εκπαιδευτικοί και τα κόμματα αλλά και οι Κοινότητες των σχολείων, θα πρέπει να συνεννοηθούν μεταξύ τους.
Κάποιοι μπορεί να πουν και τι έγινε; Εδώ έκλεισαν πάνω από 700 σχολεία και στην Ελλάδα… Δεν υπάρχουν πανηγύρια για τα λουκέτα σε οποιοδήποτε σχολείο. Και στην προκειμένη περίπτωση, η Μεγάλη του Γένους Σχολή, μας χτυπά καμπανάκι για το «μη περαιτέρω»…