ΣΥΡΙΖΑ σε περίοδο άχαρης αναμονής-Η θεσμική παρουσία Φάμελλου στη ΔΕΘ και οι… μη “κινήσεις” Τσίπρα

 ΣΥΡΙΖΑ σε περίοδο άχαρης αναμονής-Η θεσμική παρουσία Φάμελλου στη ΔΕΘ και οι… μη “κινήσεις” Τσίπρα

(ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ/EUROKINISSI)

Η παρουσία του Σωκράτη Φάμελλου στην ΔΕΘ έδωσε το απαραίτητο σήμα θεσμικής σοβαρότητας, όμως ελάχιστοι στο εσωτερικό του κόμματος αισθάνονται ότι αυτό αρκεί. Στην Κουμουνδούρου το πολιτικό θερμόμετρο παραμένει σταθερά υψηλό. Η εσωκομματική πραγματικότητα θυμίζει «αναμονή χωρίς ρολόι» με το βλέμμα όλων να είναι στραμμένο στον Αλέξη Τσίπρα και στις αποφάσεις που ενδέχεται να λάβει για το δικό του πολιτικό μέλλον.  Το ερώτημα «θα το κάνει ή όχι;» λειτουργεί σαν βόμβα αργής έκρηξης.

Οι χαμηλόφωνες δηλώσεις δίνονται με σεβασμό και φειδώ για ενδεχόμενες μελλοντικές κινήσεις του πρώην Πρωθυπουργού και δημοσίως διατηρείται ψύχραιμη ρητορική.

Η πολιτική αγωνία και τα σενάρια 

Πίσω από κλειστές πόρτες όμως το κλίμα είναι εμφανώς διαφορετικό: αγωνία, αμηχανία και νευρικότητα, όσο η φημολογία περί νέου κόμματος από τον Αλέξη Τσίπρα όχι μόνο δεν κοπάζει, αλλά εντείνεται. Η απουσία σαφούς διάψευσης από τον ίδιο  — πέραν της επαναλαμβανόμενης φράσης ότι «γράφει το βιβλίο του» — έχει αφήσει χώρο για να ξεδιπλωθούν όλα τα σενάρια. 

Κομματικές πηγές του ΣΥΡΙΖΑ περιγράφουν το κλίμα ως «παρατεταμένο πολιτικό μετέωρο» και η επικρατέστερη αίσθηση είναι πως η ηγεσία του κινείται πλέον υπό τη σκιά του προκατόχου της.

«Είτε το κάνει, είτε όχι, ο τρόπος που θα το επιλέξει θα κρίνει πολλά», σημειώνει στέλεχος με μακρά εμπειρία στα εσωκομματικά. Η ανησυχία δεν περιορίζεται μόνο στο αν ο Αλέξης Τσίπρας αποφασίσει να ιδρύσει νέο κόμμα, αλλά στο πώς και πότε θα το ανακοινώσει — με ορισμένους να μιλούν για «πολιτικό μαρτύριο της σταγόνας».

Το άγνωστο «αν» και το δύσκολο «πώς»

Από το βήμα της ΔΕΘ, ο Σωκράτης Φάμελλος  επιχείρησε να μην αφήσει περιθώρια  παρερμηνειών. «Οποιαδήποτε συζήτηση περί νέου κόμματος είναι αδιανόητη», τόνισε με έμφαση, επιχειρώντας να στείλει  ένα έμμεσο πλην σαφές μήνυμα στον προκάτοχό του:  κάθε απόπειρα αποσταθεροποίησης θα ερμηνευτεί ως διασπαστική.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η αποδοχή και συστράτευση, στο μήνυμα αυτό, από ανόμοιες φωνές μέσα στο κόμμα. Ο Παύλος Πολάκης, από το ZARPA Radio, ήταν ξεκάθαρος: «Δεν σηκώνει η κατάσταση άλλη διάσπαση. Αρκετά έχουμε τραυματιστεί ως χώρος» είπε για να προσθέσει με νόημα πως ο Αλέξης Τσίπρας είναι βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και «η όποια συνεισφορά του θα είναι μέσα από αυτόν τον δρόμο».

Το ενδεχόμενο κοινοβουλευτικής ή πολιτικής συμπόρευσης με τη Νέα Αριστερά πάντως συζητείται πλέον πιο ανοιχτά. Ο ίδιος ο κ. Φάμελλος έχει πολλάκις αναφερθεί άλλωστε στην ανάγκη διαλόγου με άλλες προοδευτικές δυνάμεις, εντός και εκτός Βουλής.  Στελέχη  της Πατησίων δεν είναι μακριά από αυτή τη γραμμή, με τον  Αλέξη Χαρίτση, να επισημαίνει πως το πολιτικό σκηνικό προϋποθέτει συμμαχίες στο πλαίσιο «ξεκάθαρων πολιτικών σχεδίων και συγκεκριμένων προγραμματικών συγκλίσεων».

Στο παρασκήνιο,  ορισμένοι επιμένουν πως η έγκαιρη διαμόρφωση ενός κοινού μετώπου θα μπορούσε να αποτρέψει την εκκόλαψη νέου κόμματος.  Άλλοι, ωστόσο, εκτιμούν ότι οι εξελίξεις είναι πλέον μη αναστρέψιμες.

Το πολιτικό ρίσκο και η αβεβαιότητα

Την ίδια ώρα, οι δημοσκοπήσεις δεν  χαρακτηρίζονται ως ενθαρρυντικές για τον ΣΥΡΙΖΑ. Παρότι η παρουσία Φάμελλου στη ΔΕΘ θεωρείται «ένα βήμα προς την κανονικότητα», οι αριθμοί λένε άλλα: ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει καθηλωμένος και η δυναμική παλεύει σε χαμηλά ποσοστά. Στο εσωτερικό, οι φωνές για σαφείς αποφάσεις πληθαίνουν.

Έμπειρα στελέχη κρούουν τα καμπανάκια αφύπνισης, επισημαίνοντας το κρίσιμο σταυροδρόμι που βρίσκεται το κόμμα και προειδοποιούν για μια περίοδο παρατεταμένης φθοράς. Σε αυτό το περιβάλλον, η πολιτική σιωπή του πρώην πρωθυπουργού λειτουργεί σαν εκκωφαντικός ήχος, ενώ η ηγεσία του κόμματος προσπαθεί να κρατήσει ενότητα και πολιτική ευπρέπεια.

Το ζήτημα πλέον, όπως  παρατηρούν έμπειροι αναλυτές, δεν είναι μόνο αν ο Αλέξης Τσίπρας θα μιλήσει, αλλά τι θα πει και με ποιον σκοπό.  Δεν είναι μόνο αν θα επιλέξει να συγκροτήσει νέο πολιτικό φορέα, αλλά με ποιο αφήγημα, με ποιους συνοδοιπόρους και με ποια προοπτική. Και αν τελικά το κάνει, η αναμέτρηση δεν θα είναι μόνο πολιτική — θα είναι βαθιά υπαρξιακή και για τον χώρο που άφησε πίσω.