Ιράν-Ε3: Τι σημαίνει η επανέναρξη του διαλόγου για τα πυρηνικά και πού μπορεί να οδηγήσει

 Ιράν-Ε3: Τι σημαίνει η επανέναρξη του διαλόγου για τα πυρηνικά και πού μπορεί να οδηγήσει

Ενόψει της προγραμματισμένης συνάντησης μεταξύ του Ιράν και των τριών ευρωπαϊκών δυνάμεων (Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο) στην Κωνσταντινούπολη, η Τεχεράνη φρόντισε να στείλει ένα μήνυμα με διπλό αποδέκτη: τόσο προς τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, όσο και προς την Ουάσινγκτον. Ο Καζέμ Γκαριμπαμπάντι, αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών και έμπειρος διπλωμάτης της ιρανικής πλευράς, δήλωσε την Πέμπτη πως η Ισλαμική Δημοκρατία είναι έτοιμη να επανεκκινήσει τον διάλογο με τις ΗΠΑ για το πυρηνικό της πρόγραμμα, υπό τρεις αυστηρούς όρους. Η ανακοίνωση δεν έγινε τυχαία. Οι δηλώσεις Γκαριμπαμπάντι έρχονται σε μια κρίσιμη φάση, καθώς η Ευρώπη έχει απειλήσει να ενεργοποιήσει τον μηχανισμό επαναφοράς κυρώσεων («Snapback»), επικαλούμενη σοβαρές παραβιάσεις του Κοινού Ολοκληρωμένου Σχεδίου Δράσης (JCPOA) του 2015.

Παράλληλα, οι αμερικανο-ισραηλινές επιθέσεις σε ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις τον Ιούνιο επανέφεραν τον κίνδυνο ευρύτερης ανάφλεξης, καθιστώντας τη διπλωματία αναγκαστική επιλογή — έστω και προσχηματικά.

Το τριπλό μήνυμα της Τεχεράνης και η νέα «πρόταση»

Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα «Χ» (πρώην Twitter), ο Γκαριμπαμπάντι επανέλαβε ότι οποιαδήποτε επανέναρξη των συνομιλιών με την Ουάσινγκτον προϋποθέτει:

  1. Αναγνώριση των κυριαρχικών δικαιωμάτων του Ιράν στο πλαίσιο της Συνθήκης για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων (NPT),
  2. Εγγυήσεις ότι οι συνομιλίες δεν θα οδηγήσουν σε στρατιωτική επιχείρηση,
  3. Δέσμευση των ΗΠΑ σε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης με χειροπιαστά δείγματα καλής πίστης.

Ο Ιρανός αξιωματούχος υποστήριξε επίσης ότι η συνάντηση στην Κωνσταντινούπολη δεν συνιστά δοκιμή επανέναρξης του διαλόγου με τις ΗΠΑ, αλλά αποτελεί προσπάθεια εύρεσης κοινού πλαισίου με τις ευρωπαϊκές δυνάμεις για την αποτροπή επιπλέον κλιμάκωσης.

Στην Κωνσταντινούπολη η επόμενη πράξη: Διπλωματία με το βλέμμα στο καλοκαίρι

Οι συνομιλίες μεταξύ του Ιράν και της «ευρωπαϊκής τρόικας» (Γαλλία, Γερμανία, Βρετανία) πραγματοποιούνται στην Κωνσταντινούπολη, σε επίπεδο αναπληρωτών ΥΠΕΞ, στο προξενείο του Ιράν. Είναι η έκτη συνάντηση από τον Σεπτέμβριο του 2023, μετά από προηγούμενους γύρους στη Νέα Υόρκη, τη Γενεύη και ξανά την Κωνσταντινούπολη.

Η τρέχουσα συνάντηση είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη, καθώς οι Ευρωπαίοι έχουν δηλώσει ότι εάν δεν υπάρξει πρόοδος μέχρι τα τέλη Αυγούστου, θα επαναφέρουν τις κυρώσεις του ΟΗΕ μέσω της λεγόμενης «μηχανισμού πυροδότησης» (Snapback), όπως προβλέπεται από το ψήφισμα 2231 του Συμβουλίου Ασφαλείας. Η διαδικασία αυτή μπορεί να ολοκληρωθεί εντός 70 ημερών και να οδηγήσει σε πλήρη απομόνωση του Ιράν.

Η θέση των ΗΠΑ και το διπλωματικό πλέγμα

Παρότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποχωρήσει από το JCPOA επί προεδρίας Ντόναλντ Τραμπ το 2018, διατηρούν έντονο ενδιαφέρον για τις εξελίξεις. Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έχει επιδιώξει επίσημη επαναφορά στη συμφωνία, ωστόσο ανεπίσημα διαύλοι επικοινωνίας υπάρχουν. Ο ίδιος ο Γκαριμπαμπάντι σημείωσε ότι «ο χρόνος είναι κρίσιμος», αλλά ξεκαθάρισε πως η ιρανική πλευρά δεν επείγεται για άμεση επανέναρξη με τις ΗΠΑ, ώστε να μην καταστεί εύκολος στόχος σε περίπτωση αποτυχίας.

Οι επιθεωρήσεις και η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας

Ένα ακόμα κρίσιμο ζήτημα είναι το καθεστώς επιθεώρησης των πυρηνικών εγκαταστάσεων από τη Διεθνή Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (IAEA). Η Τεχεράνη έχει αποσύρει εν μέρει τη συνεργασία της με την Υπηρεσία, ωστόσο ανακοίνωσε ότι αντιπροσωπεία της IAEA θα επισκεφθεί σύντομα το Ιράν για να επανεκκινήσει τη συζήτηση επί του πλαισίου των επιθεωρήσεων.

Ορισμένοι παρατηρητές, μεταξύ των οποίων και ο δημοσιογράφος της Wall Street Journal Λόρενς Νόρμαν, σημειώνουν ότι αυτή η κίνηση μπορεί να λειτουργήσει κατευναστικά προς την Ευρώπη. Όμως, επισημαίνουν επίσης πως η Τεχεράνη χρησιμοποιεί διαχρονικά τις επιθεωρήσεις ως μέσο καθυστέρησης.

Το ενδεχόμενο αποχώρησης από τη NPT και η στρατηγική πίεσης

Στο εσωτερικό του Ιράν, το Κοινοβούλιο έχει ήδη εγκρίνει νόμο για την αναστολή της συνεργασίας με την IAEA, ενώ ο νέος Πρόεδρος Μασούντ Πεζεσκιάν έχει επικυρώσει τις σχετικές αποφάσεις. Παρότι η αρμοδιότητα ανήκει στο Ανώτατο Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας, η ψήφιση του νόμου στέλνει πολιτικό μήνυμα: ότι η Ισλαμική Δημοκρατία είναι έτοιμη να αποχωρήσει από τη Συνθήκη για τη Μη Διάδοση Πυρηνικών Όπλων εάν προχωρήσουν οι κυρώσεις.

Παρέμβαση Ισραήλ: Η σκιώδης επίσκεψη στο Παρίσι

Αξιοσημείωτο είναι ότι παραμονές της συνάντησης στην Κωνσταντινούπολη, ο Ρον Ντέρμερ, υπουργός Στρατηγικών Υποθέσεων του Ισραήλ, επισκέφθηκε το Παρίσι, για να έχει συνομιλίες με Γάλλους αξιωματούχους σχετικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και τις εξελίξεις στον ευρωπαϊκό διπλωματικό σχεδιασμό. Το Ισραήλ έχει επανειλημμένα ζητήσει την άμεση ενεργοποίηση του μηχανισμού Snapback, θεωρώντας κάθε αναβολή ως ευκαιρία για την Τεχεράνη να προχωρήσει στην παραγωγή εμπλουτισμένου ουρανίου.

  • Το σενάριο της «παράτασης» και η ευρωπαϊκή αμηχανία

Πληροφορίες από διπλωματικούς κύκλους, αλλά και η Wall Street Journal, δείχνουν πως η ευρωπαϊκή «τρόικα» προσανατολίζεται πλέον προς έναν ενδιάμεσο συμβιβασμό: την παράταση της προθεσμίας του Αυγούστου, ώστε να αποφευχθεί μια ευθεία ρήξη.

Σύμφωνα με τον Νόρμαν, αυτό το σενάριο χαμηλώνει τον πήχη των απαιτήσεων από το Ιράν, το οποίο δεν θα χρειαστεί να κάνει ουσιαστικές παραχωρήσεις — αρκεί να επιδείξει πρόθεση συνέχισης των συνομιλιών. Όμως, ο κίνδυνος παρερμηνειών είναι υπαρκτός: ορισμένες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες φοβούνται ότι η Τεχεράνη θα εκλάβει την καθυστέρηση ως αδυναμία και απουσία βούλησης για ουσιαστική πίεση.

Η επόμενη μέρα και ο κίνδυνος ανάφλεξης

Η διπλωματία αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε λεπτή ισορροπία. Η Τεχεράνη προσπαθεί να κερδίσει χρόνο, η Ευρώπη να αποφύγει μια καταστροφική ρήξη, και οι ΗΠΑ τηρούν στάση αναμονής. Όμως, όπως σημειώνει και ο Νόρμαν, ο πραγματικός κίνδυνος ίσως προέλθει από μια απρόβλεπτη κίνηση του Ισραήλ, εάν θεωρήσει πως το παράθυρο στρατιωτικής δράσης κλείνει.

Στρατηγική υποχώρηση ή διπλωματική επιτυχία;

Το Ιράν δείχνει να επανέρχεται στην παλιά τακτική της σταδιακής αναδίπλωσης, με στοχευμένες πρωτοβουλίες και δηλώσεις καλής θέλησης που προσφέρουν επιχειρήματα στους Ευρωπαίους για να αποφύγουν τη ρήξη. Εάν η στρατηγική αυτή αποδώσει, η Τεχεράνη θα έχει πετύχει μια σημαντική διπλωματική νίκη χωρίς ουσιαστικές παραχωρήσεις.

Από την άλλη, η ευρωπαϊκή στρατηγική καθυστέρησης ενδέχεται να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμη απώλεια επιρροής στο ιρανικό ζήτημα. Και η Ουάσινγκτον, υπό τον κλοιό των εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων, ίσως να παραμείνει παρατηρητής σε μια κρίση που κάποτε όριζε.

Το μόνο βέβαιο είναι πως το επόμενο δίμηνο θα κρίνει όχι μόνο τη διεθνή στάση απέναντι στο ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα, αλλά και το αν η Κωνσταντινούπολη θα είναι ο σταθμός αποκλιμάκωσης ή το προοίμιο νέας έντασης.