Toυρισμός 2025: Αναπτύσσεται… αγνοώντας τον Έλληνα- Τι δείχνουν τα πρώτα στοιχεία για Σαντορίνη
(ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)
Βρισκόμαστε πλέον στα μέσα του καλοκαιριού και πλέον υπάρχει μία πολύ συγκεκριμένη εικόνα για τις “επιδόσεις” του ελληνικού τουρισμού σ’ αυτήν την τουριστική περίοδο. Εννοείται βέβαια ότι ο τουρισμός δεν έχει πάψει να είναι η “βαριά βιομηχανία” της χώρας (δεν αλλάζουν, έτσι και αλλιώς, τέτοιου είδους δεδομένα από τη μία σεζόν στην άλλη) και αυτό κάνει την καταγραφή των στατιστικών στοιχείων πολύ πιο σημαντική.
Δεδομένο Νο 1:
Και εφέτος, ο τουρισμός παρουσιάζει αυξητικές τάσεις, ως προς τον αριθμό των ανθρώπων από το εξωτερικό που προτιμούν να περνούν τις καλοκαιρινές τους διακοπές στην Ελλάδα. Η αγορά “επεκτείνεται” μ’ αυτόν τον τρόπο παρά το γεγονός ότι τις προηγούμενες χρονιές κατέγραφε σειρά ρεκόρ. Φαίνεται ότι υπάρχει χώρος για ακόμη μεγαλύτερες επιδόσεις.
Από τα επίσημα στοιχεία που έχει δημοσιεύσει η Fraport διαπιστώνουμε ότι ο προγραμματισμός αεροπορικών θέσεων είναι αυξημένος κατά 15,7% τον Ιούνιο και 18,5% τον Ιούλιο. Για τον Αύγουστο, τον “βασιλιά” των θερινών διακοπών, καταγράφεται αύξηση 18,8%.
Σε ότι αφορά τις κρατήσεις ανά χώρα, από τη Γερμανία οι κρατήσεις παρουσιάζουν αύξηση 3,4%, από το Ηνωμένο Βασίλειο 4,5% από την Ιταλία 5,8% και την Ολλανδία 1%. Παρουσιαζεται μείωση σ’ αυτές από τις ΗΠΑ (10,9%) και από τη Γαλλία (3,9%).
Δεδομένο Νο 2
Το συνεχές σεισμικό φαινόμενο που καταγράφηκε στη Σαντορίνη τους πρώτους μήνες του 2025 (και συγκέντρωσε το ενδιαφέρον όλου του κόσμου) προκάλεσε ζημιά στον τουρισμό του νησιού. Η μείωση στις αφίξεις στη Θήρα για το μήνα Ιούνιο υπολογίστηκαν σε 21,5%. Μείωση, αλλά ανεπαίσθητη, παρουσιάζει και η Μύκονος (3,5%) κάτι που σημαίνει ότι συνολικά οι Κυκλάδες παρουσιάζουν τάσεις υποχώρησης σε σχέση με πέρυσι.
Όμως, σε ότι αφορά τους υπόλοιπους βασικούς προορισμούς (νησιωτικούς και μη) καταγράφεται αύξηση των αφίξεων. Οι μεγαλύτερες αφορά τη Θεσσαλονίκη (7,2%) και την Καβάλα (6,3%) ενώ ακολουθούν Κέρκυρα και Κεφαλλονιά.
Δεδομένο Νο 3
Η εστίαση και το εμπόριο στους τουριστικούς προορισμούς έχουν πολύ μεγάλο πρόβλημα, κατά τόπους υποχωρούν ακόμα και 30% σε σχέση με πέρυσι. Που οφείλεται όμως αυτό το φαινόμενο (τουλάχιστον σε ότι αφορά τους ξένους τουρίστες);
Έμπειρος άνθρωπος στα τουριστικά έλεγε στο Libre την Κυριακή ότι “όταν ο Αγγλος πχ μπατζετάρει ένα συγκεκριμένο ποσό για τις διακοπές τους, στην Κρήτη για παράδειγμα, δεν είναι δυνατόν να υπολογίζει και 100 λίρες έξτρα έξοδα ημερησίως για φαγητό.
Τουτέστιν, οι τουρίστες περιορίζονται σε φαγητό μέσα σε ξενοδοχείο, ανάλογα και με τις συμφωνίες που έχουν κάνει με τους tour operators, και αγνοούν την τοπική αγορά. Ο κυριότερος λόγος είναι οι πολύ υψηλές τιμές σε ελληνικά φαγητά όπως είναι ακόμα και το… σουβλάκι.
Ούτε και τα super market πηγαίνουν πολύ καλά. Το εν γένει εμπόριο επίσης δεινοπαθεί, άπαντες οι επισκέπτες παρουσιάζονται πιο “σφιχτοί” από ποτέ.
Δεδομένο Νο 4:
Ο Ελληνας… δεν υπάρχει. Κάθε χρόνο το ποσοστό των Ελλήνων που προτιμούν να κάνουν τις διακοπές τους σε ξενοδοχεία και να πληρώσουν για τη διαμονή τους διαρκώς μειώνεται. Είναι φανερό ότι στο επίπεδο που κινούνται οι τιμές στην ξενοδοχειακή αγορά οι Έλληνες, πλην εξαιρέσεων, δεν μπορούν να να ανταποκριθούν.
Όταν, ας πούμε, ένα δωμάτιο κοστολογείται 300 ευρώ τη βραδιά, πόσοι Ελληνες έχουν την ικανότητα να το προσεγγίσουν και τελικά να το πληρώσουν;
Οι εγχώριοι τουρίστες, αναγκαστικά πλέον, προτιμούν άλλους τρόπους και άλλους τόπους διακοπών, περισσότερο οικονομικούς, έστω και λιγότερο ποιοτικούς. Τα νησιά, όταν δεν υπάρχει κατοικία φιλοξενίας, έστω φίλων, δεν προτιμώνται. Δημοφιλείς, για τους ξένους, προορισμοί όπως η Μύκονος, η Σαντορίνη κτλ, για τους Ελληνες παραμένουν όνειρα θερινής νυχτός, τάση που όσο περνούν τα χρόνια, ενισχύεται. Ακούγεται υπερβολικό αλλά οι κάτοικοι αυτής της χώρας παραμένουν αόρατοι για την τουριστική αγορα, γεγονός που πάντως ουδόλως ενοχλεί τους “παίκτες” της (κυνική αλλά πραγματική διαπίστωση).
Δεδομένο Νο 5
O οδικός τουρισμός, από τη στιγμή που τα σύνορά μας με τη Βουλγαρία, άνοιξαν ουσιαστικά δεν καταγράφεται. Και όμως αποτελεί ακόμα μεγάλο μέρος του συνολικού “προϊόντος” που η τουριστική αγορά χαρίζει στο ΑΕΠ της χώρας. Μιλάμε, δηλαδή, για δεκάδες εκατομμύρια τουριστών το χρόνο. Επειδή όμως από τη Βουλγαρία “μπαίνει” πολύς κόσμος στη χώρα, μετά την είσοδο της γειτονικής χώρας στις ευρωπαϊκές ρυθμίσεις για τη λειτουργία των συνόρων ο υπολογισμός φαίνεται ότι δεν είναι εφικτός.
Το πως θα καλυφθεί αυτό το στατιστικό κενό, θα φανεί στην πορεία. Προς το παρόν γι’ αυτό φροντίζουν οι υπηρεσίες της Τράπεζας της Ελλάδος από την οποία θα πληροφορηθούμε και τα σχετικά στοιχεία τους επόμενους μήνες.
Συμπέρασμα: Ο τουρισμός, αν και δεν αφορά τους ντόπιους ως προϊόν προς κατανάλωση, συνεχίζεται να αναπτύσσεται παρά τα κατά τόπους προβλήματά του. Τα στάνταρ της εν λόγω αγοράς την ίδια είναι ιδιαίτερα υψηλά στο οικονομικό κομμάτι, γεγονός που δεν εξασφαλίζει ισορροπία σε άλλους τομείς. Λίγοι, πολύ λίγοι είναι πραγματικά ευνοημένοι από αυτού του είδους την ανάπτυξη.