“Ακτινογραφία” της έκθεσης της Eurostat-Γιατί η Ελλάδα κατέχει τη θλιβερή πρωτιά των στερήσεων στα παιδιά
Κάτι παραπάνω από ανησυχητική είναι η έκθεση της Eurostat για το επίπεδο στηρήσεων των παιδιών στην ΕΕ. Η εν λόγω έκθεση δείχνει ότι η Ελλάδα είναι μακράν πρώτη σ’ αυτόν τον τομέα, γεγονός που καταδεικνύει ότι η φτώχεια στη χώρα διαχέεται και στα παιδιά κάτω από 16 ετών.
Δείτε στον παρακάτω πίνακα και τα νούμερα. Ενώ ο μέσος όρος για την Ευρωπαϊκή Ενωση είναι το 13,6% ο δείκτης των υλικών στερήσεων για τα παιδιά στην Ελλάδα εκτοξεύεται στο 33,6%! Αφορά, δηλαδή, ένα στα τρία παιδιά που κατοικούν εντός της ελληνικής επικράτειας.

Ο δείκτης της υλικής στέρησης βασίζεται στην αδυναμία να αποκτηθούν τουλάχιστον 3 από τα 17 είδη (αγαθά ή υπηρεσίες) που θεωρούνται αναγκαία ή επιθυμητά για να έχει κάποιος ένα «αποδεκτό» επίπεδο διαβίωσης.
Αυτά τα 17 αγαθά ή υπηρεσίες είναι τα εξής:
- Να μπορεί το νοικοκυριό να πληρώνει εγκαίρως το ενοίκιο, το δάνειο ή τους λογαριασμούς κοινής ωφέλειας.
- Να έχει οικονομική δυνατότητα για τουλάχιστον ένα γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι (ή ισοδύναμο χορτοφαγικό γεύμα) κάθε δεύτερη μέρα.
- Να μπορεί να διατηρεί το σπίτι επαρκώς ζεστό.
- Να έχει τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει έκτακτες οικονομικές ανάγκες.
- Να μπορεί να πάει διακοπές για τουλάχιστον μία εβδομάδα τον χρόνο.
- Να διαθέτει αυτοκίνητο για ιδιωτική χρήση.
- Να διαθέτει πλυντήριο ρούχων.
- Να διαθέτει έγχρωμη τηλεόραση.
- Να διαθέτει τηλέφωνο (σταθερό ή κινητό).
- Να έχει πρόσβαση σε διαδίκτυο στο σπίτι.
- Να έχει κατάλληλα ρούχα για κάθε εποχή.
- Να έχει δύο ζευγάρια παπούτσια (συμπεριλαμβανομένου ενός ζευγαριού κατάλληλου για κάθε μέρα).
- Να έχει κατάλληλο χώρο για μελέτη (για παιδιά σχολικής ηλικίας).
- Να έχει εξοπλισμό για εξωτερικές δραστηριότητες (για παιδιά σχολικής ηλικίας).
- Να έχει παιχνίδια (για παιδιά σχολικής ηλικίας).
- Να έχει τακτικές δραστηριότητες αναψυχής (όπως αθλητισμό, μουσική, τέχνες) για παιδιά.
- Να μπορεί να προσκαλεί φίλους στο σπίτι για φαγητό ή παιχνίδι τουλάχιστον μία φορά τον μήνα (για παιδιά).
Η στέρηση τριών ή περισσότερων από τα παραπάνω αγαθά ή υπηρεσίες θεωρείται ένδειξη υλικής στέρησης, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα για ένα αποδεκτό επίπεδο διαβίωσης.
Είναι, δε, χαρακτηριστικό ότι κάτω από την Ελλάδα, που δυστυχώς διαθέτει αυτή τη θλιβερή πρωτιά, υπάρχουν χώρες όπως η Ρουμανία (31,8%) και η Βουλγαρία (30,4%). Η παιδική ένδεια όμως δεν είναι βαλκανικό γνώρισμα.
Δύο από τις χώρες που παρουσιάζουν τα χαμηλότερα νούμερα, η Κροατία και η Σλοβενία, βρίσκονται επίσης στη βαλκανική χερσόνησο.
Η Ελλάδα, στην ίδια έρευνα, κατέκτησε και μία άλλη πρωτιά. Είναι η πρώτη χώρα στην υλική υστέρηση των παιδιών ακόμα και όταν οι γονείς τους είναι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Το σχετικό ποσοστό στην Ελλάδα είναι στο 17,6% ενώ στη δεύτερη θέση, αλλά αρκετά πιο πίσω σε ότι αφορά το νούμερο, ακολουθεί η Ισπανία με 11,6%.
Τρεις χώρες, αντίθετα, καταγράφουν ποσοστό που τείνει προς το μηδέν (Σλοβενία, Κροατία, Τσεχία).
- Είναι σαφές όμως, και η έρευνα το δείχνει, ότι το μορφωτικό επίπεδο των γονέων επηρεάζει το ποσοστό υλικής στέρησης.
Μόνο το 5,6% των παιδιών των οποίων οι γονείς είχαν ολοκληρώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση αντιμετώπισαν υλική στέρηση, σε σύγκριση με το 39,1% των παιδιών των οποίων οι γονείς είχαν ολοκληρώσει το πολύ κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Τα υψηλότερα ποσοστά παιδιών με γονείς χαμηλότερου μορφωτικού επιπέδου που αντιμετώπισαν υλική στέρηση καταγράφηκαν στη Σλοβακία (88,6%), τη Βουλγαρία (84,1%) και την Ελλάδα (77,2%).
Αντίθετα, τα χαμηλότερα ποσοστά καταγράφηκαν στην Πολωνία (9,1%), το Λουξεμβούργο (9,2%) και τη Σουηδία (12,2%).
Οι αρχές που ασχολούνται με την παιδική προστασία εν γένει στη χώρα δεν εκπλήσσονται από τα αποτελέσματα της παραπάνω έρευνας. Γνωρίζουν ότι παρά τη σχετική πρόοδο τις τελευταίες δεκαετίες, η Ελλάδα έχει πολλά βήματα ακόμα να κάνει έτσι ώστε να καλύψει το χάντικαπ με τις προηγμένες χώρες της Ευρώπης και του κόσμου.
Τα παιδιά που κατοικούν στη χώρα παραμένουν εν πολλοίς ευάλωτα όχι μόνο σε επίπεδο καθαρά οικονομικό αλλά και σε κοινωνικό, ιδιαίτερα αυτά που ανήκουν σε “ευαίσθητες” πληθυσμιακές ομάδες. Ακόμα δε και στο ζήτημα της προστασίας τους από τους θεσμούς, τα παιδιά στη χώρα δικαίως θεωρούνται ως από τα πιο αδικημένα σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.