Βρετανία: Στο Εργατικό Κόμμα φουντώνει η πίεση για επιστροφή στην τελωνειακή ένωση με την ΕΕ

Σε μια συγκυρία όπου η βρετανική οικονομία αναζητά σταθερό βηματισμό, οι εμπορικές ροές παραμένουν ευάλωτες και η πολιτική σκηνή ανασυντάσσεται ενόψει των επόμενων εκλογικών αναμετρήσεων, ένα θέμα που μέχρι πρόσφατα θεωρούνταν «κλειδωμένο» μετά το Brexit επιστρέφει με ένταση στο εσωτερικό του Εργατικού Κόμματος: η προοπτική επανένταξης της Βρετανίας στην ευρωπαϊκή τελωνειακή ένωση. Η συζήτηση δεν προέρχεται πια μόνο από περιθωριακές φωνές ή από την «ευρωπαϊκή» πτέρυγα του κόμματος, αλλά τροφοδοτείται από δημόσιες παρεμβάσεις κορυφαίων στελεχών, από την κοινοβουλευτική βάση και –κυρίως– από τους ίδιους τους ψηφοφόρους του κόμματος, οι οποίοι εμφανίζονται σε εντυπωσιακά υψηλά ποσοστά υπέρ μιας πιο στενής σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το ζήτημα, ωστόσο, δεν είναι απλώς οικονομικό: είναι ταυτόχρονα βαθιά πολιτικό, καθώς επηρεάζει τη στρατηγική του κόμματος απέναντι στη δεξιά λαϊκιστική πίεση, τις ισορροπίες στο εσωτερικό της κυβέρνησης και την ίδια την ηγεσία του Κιρ Στάρμερ, που επιμένει ότι η γραμμή δεν αλλάζει.
Η νέα έξαρση των συζητήσεων συνδέεται με τις δηλώσεις του υπουργού Υγείας Γουές Στρίτινγκ, ο οποίος σε συνέντευξή του στον «Observer» υποστήριξε ότι ευρύτερες εμπορικές σχέσεις με την Ευρώπη θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ανάπτυξη της βρετανικής οικονομίας. Η παρέμβασή του είχε διπλό βάρος: αφενός επειδή προέρχεται από υπουργό σε κεντρικό χαρτοφυλάκιο, αφετέρου επειδή ο Στρίτινγκ εμφανίζεται –σύμφωνα με την πολιτική συζήτηση στο Λονδίνο– ως ένας από τους βασικούς διεκδικητές της επόμενης ημέρας στην ηγεσία των Εργατικών, σε περίπτωση που ανοίξει θέμα διαδοχής του Στάρμερ. Η ίδια η επιλογή του να «βγει μπροστά» δημόσια, την ώρα που ο πρωθυπουργός επιχειρεί να κρατήσει το ευρωπαϊκό ζήτημα μακριά από εσωτερικές τριβές, θεωρείται από αναλυτές ένδειξη ότι το θέμα δεν λειτουργεί πια ως ταμπού, αλλά ως πεδίο διακριτής πολιτικής διαφοροποίησης.
Την ίδια ώρα, στοιχεία δημοσκόπησης που δημοσιεύθηκαν στους «Times» και πραγματοποιήθηκαν από τη YouGov καταγράφουν μια τάση που δυσκολεύει την ηγεσία να την αγνοήσει: περίπου το 80% των ψηφοφόρων που στήριξαν τους Εργατικούς στις τελευταίες εκλογές δηλώνουν υπέρ της ένταξης στην ευρωπαϊκή τελωνειακή ένωση, ενώ εμφανίζονται θετικοί σε ένα σενάριο όπου νέα ηγεσία του κόμματος θα διαπραγματευθεί με την Ευρωπαϊκή Ένωση μια ανανεωμένη εμπορική συμφωνία. Το ενδιαφέρον είναι ότι η φιλοευρωπαϊκή διάθεση δεν περιορίζεται στους ψηφοφόρους των Εργατικών, αλλά καταγράφεται και σε τμήματα του εκλογικού σώματος που στηρίζουν άλλα κόμματα, ιδιαίτερα τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες και τους Πράσινους, στοιχείο που προσδίδει στη συζήτηση και εκλογικό βάθος: η «στροφή προς Ευρώπη» εμφανίζεται ως πιθανό σημείο συσπείρωσης ευρύτερων προοδευτικών ακροατηρίων.
Οι εξελίξεις αυτές, σύμφωνα με τις αναλύσεις του βρετανικού Τύπου, συνιστούν μια έμμεση αλλά σαφή πρόκληση προς τον Κιρ Στάρμερ, ο οποίος έχει επανειλημμένα αποκλείσει τη συμμετοχή της Βρετανίας στην τελωνειακή ένωση, χαρακτηρίζοντάς την «ξεκάθαρη κόκκινη γραμμή». Η επιχειρηματολογία του βασίζεται κυρίως σε δύο άξονες: πρώτον, ότι η τελωνειακή ένωση θα περιόριζε την αυτονομία της χώρας να συνάπτει δικές της διμερείς εμπορικές συμφωνίες, και δεύτερον, ότι θα μπορούσε να προκαλέσει ανατροπές στις συμφωνίες που –σύμφωνα με την κυβέρνηση– έχουν ήδη επιτευχθεί ή δρομολογηθεί με εταίρους όπως η Ινδία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Επιπλέον, στο περιβάλλον του πρωθυπουργού υπάρχει η ανησυχία ότι οποιαδήποτε αλλαγή πλεύσης θα αναζωπύρωνε τον δημόσιο διχασμό γύρω από το Brexit, σε μια περίοδο που η κυβέρνηση θέλει να δώσει έμφαση στην οικονομία και στη λειτουργικότητα του κράτους.
Από την πλευρά του, ο Γουές Στρίτινγκ παρουσιάζει τη συζήτηση ως οικονομικό ρεαλισμό: χαρακτηρίζει την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ ως «τεράστιο οικονομικό πλήγμα» και επισημαίνει ότι χάθηκαν τα «μεγάλα οικονομικά οφέλη» από τη συμμετοχή στην ενιαία αγορά και στην τελωνειακή ένωση. Παράλληλα, επιχειρεί να αποσυνδέσει την επανένταξη στην τελωνειακή ένωση από το πιο εκρηκτικό πολιτικά θέμα της ελεύθερης μετακίνησης εργαζομένων. Υποστηρίζει, δηλαδή, ότι μπορεί να υπάρξει πιο στενή εμπορική σχέση χωρίς να επιστρέψει αυτομάτως το καθεστώς ελεύθερης μετακίνησης, που αποτέλεσε καταλύτη για την επιλογή του Brexit στο δημοψήφισμα του 2016. Σε αντίθεση, η πλήρης επανένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα άνοιγε ξανά το ζήτημα της ελεύθερης μετακίνησης, το οποίο παραμένει βαθιά διχαστικό στη βρετανική κοινωνία και λειτουργεί ως «κόκκινο πανί» για κρίσιμα τμήματα του εκλογικού σώματος.
Στο εσωτερικό του Εργατικού Κόμματος, ωστόσο, η πίεση φαίνεται να έχει και καθαρά πολιτική στόχευση. Ο Στρίτινγκ συνδέει τη στάση απέναντι στην Ευρώπη με την ανάγκη να ηττηθεί το δεξιό λαϊκιστικό Κόμμα Μεταρρύθμισης, του οποίου ηγείται ο Νάιτζελ Φάρατζ – μια προσωπικότητα ταυτισμένη με το Brexit και με τη σκληρή αντιευρωπαϊκή ρητορική. Η λογική του είναι ότι οι Εργατικοί δεν πρέπει να μιμηθούν τη ρητορική του αντιπάλου για να τον αντιμετωπίσουν, αλλά να προβάλουν μια διαφορετική πρόταση, συμβατή με τις αξίες τους. «Πρέπει να τους νικήσουμε, όχι να ενταχθούμε σε αυτούς», είναι το μήνυμα που εκπέμπεται, όπως μεταφέρθηκε στον δημόσιο διάλογο, ενισχύοντας την αίσθηση ότι η ευρωπαϊκή ατζέντα αξιοποιείται πλέον και ως εργαλείο πολιτικής ταυτότητας.
Η συζήτηση ενισχύεται και από δημοσιεύματα του «Guardian», σύμφωνα με τα οποία αυξάνεται ο αριθμός των βουλευτών των Εργατικών –μεταξύ τους και κυβερνητικών στελεχών– που θεωρούν ανεπαρκή την υπόσχεση του Στάρμερ για «επαναφορά» ή «επαναρύθμιση» (reset) της σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Για αυτούς, η «επαναρύθμιση» συνιστά χαμηλών προσδοκιών στρατηγική, ενώ μια βαθύτερη σχέση με την Ευρώπη θα μπορούσε να προσφέρει πιο ισχυρή ώθηση στην ανάπτυξη και να μειώσει τις εμπορικές τριβές που παραμένουν μετά το Brexit, από τις καθυστερήσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού έως το κόστος συμμόρφωσης για επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται διασυνοριακά.
Στο ίδιο πλαίσιο, ο «Guardian» σημειώνει ότι σκέψεις και συζητήσεις που μέχρι πρόσφατα διατυπώνονταν κατ’ ιδίαν, πλέον μεταφέρονται στο προσκήνιο. Ενδεικτική είναι και η αναφορά στον Ντέιβιντ Λάμι, αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Δικαιοσύνης, ο οποίος –σύμφωνα με τις ίδιες πηγές– έχει χαρακτηρίσει «επιθυμητή» την επιστροφή στην τελωνειακή ένωση, επικαλούμενος ως παράδειγμα την Τουρκία, η οποία συμμετέχει σε καθεστώς τελωνειακής ένωσης με την ΕΕ και αποκομίζει οφέλη. Η επίκληση του τουρκικού μοντέλου δεν είναι τυχαία: δείχνει ότι ορισμένοι εντός των Εργατικών αναζητούν «ενδιάμεσες» λύσεις που θα βελτιώσουν το εμπόριο χωρίς να ανοίξουν την πιο φορτισμένη συζήτηση της πλήρους επανένταξης.
Την ίδια στιγμή, η εσωκομματική ένταση αποκτά και στοιχεία πολιτικής ίντριγκας. Ρεπορτάζ του «Guardian» ανέφερε ότι, σε μια «καταστροφική» –όπως χαρακτηρίστηκε– προσπάθεια να αναδειχθεί μια υποτιθέμενη «απόπειρα ανατροπής» του Στάρμερ τον προηγούμενο μήνα με πρωταγωνιστή τον Στρίτινγκ, συνεργάτες του πρωθυπουργού διέρρεαν προς δημοσιογράφους ότι οποιοσδήποτε διάδοχος θα υιοθετούσε πιο φιλοευρωπαϊκή πορεία, θέτοντας σε κίνδυνο κρίσιμες διεθνείς ισορροπίες, συμπεριλαμβανομένης της σχέσης με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Το μήνυμα ήταν σαφές: η ευρωπαϊκή στροφή δεν είναι μόνο εσωτερική υπόθεση, αλλά μπορεί να έχει κόστος στο διεθνές πεδίο, ειδικά σε μια περίοδο που οι διατλαντικές ισορροπίες είναι ευαίσθητες.
Το αν η συζήτηση θα μετατραπεί σε πραγματική αλλαγή πολιτικής παραμένει ανοιχτό. Ωστόσο, το γεγονός ότι η επιστροφή στην τελωνειακή ένωση επανέρχεται τόσο έντονα στο κέντρο του Εργατικού Κόμματος δείχνει ότι το Brexit δεν έχει κλείσει ως πολιτικό κεφάλαιο. Αντίθετα, επανεμφανίζεται ως πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα στον οικονομικό πραγματισμό, τις εκλογικές στρατηγικές και τις εσωκομματικές ισορροπίες – με την επόμενη περίοδο να προμηνύεται ιδιαίτερα πυκνή σε πολιτικές εξελίξεις.