Τίτλοι τέλους για την ιστορική “Γκαλέι Τσαχάλ”: Γιατί ο Νετανιάχου σφραγίζει την ραδιοφωνία του ισραηλινού στρατού

Τίτλοι τέλους για την ιστορική “Γκαλέι Τσαχάλ”: Γιατί ο Νετανιάχου σφραγίζει την ραδιοφωνία του ισραηλινού στρατού

Η απόφαση της κυβέρνησης του Μπενιαμίν Νετανιάχου να βάλει τέλος στη λειτουργία της ραδιοφωνίας του ισραηλινού στρατού, της ιστορικής «Γκαλέι Τσαχάλ (Galei Tzahal)», δεν αποτελεί απλώς μια διοικητική μεταρρύθμιση στον χώρο των μέσων ενημέρωσης. Αντιθέτως, συνιστά μια βαθιά πολιτική πράξη, με σαφείς ιδεολογικές αποχρώσεις, που αγγίζει τα όρια της ελευθερίας του Τύπου, της πολιτικοποίησης του στρατού και της σχέσης εξουσίας–ενημέρωσης στο Ισραήλ. Το κλείσιμο ενός μέσου που για δεκαετίες λειτουργούσε ως υβριδικό σημείο συνάντησης στρατού, κοινωνίας και δημοσιογραφίας, ανοίγει μια νέα συζήτηση για το ποια φωνή θεωρείται «θεμιτή» στον δημόσιο χώρο, σε μια περίοδο έντονης πολιτικής πόλωσης και πολεμικών συγκρούσεων.

Τη Δευτέρα, η ισραηλινή κυβέρνηση ενέκρινε ομόφωνα πρόταση του υπουργού Άμυνας Ισραέλ Κατς για το οριστικό κλείσιμο της Γκαλέι Τσαχάλ, με ημερομηνία τερματισμού λειτουργίας την 1η Μαρτίου 2026. Αμέσως μετά την απόφαση, ο Κατς έδωσε εντολή για πάγωμα των προσλήψεων, έναρξη της σταδιακής απομάκρυνσης των στρατιωτών που υπηρετούν στον σταθμό και τη μετακίνησή τους –κατά προτεραιότητα– σε μάχιμες και υποστηρικτικές μονάδες του ισραηλινού στρατού.

Παράλληλα, αποφασίστηκε η λήξη όλων των συμβάσεων με εξωτερικούς δημοσιογράφους και συμβούλους, καθώς και η σταδιακή αποδέσμευση των πολιτικών υπαλλήλων του στρατού που εργάζονται στον σταθμό, με την υπόσχεση «κατάλληλων ρυθμίσεων» για τη διασφάλιση των εργασιακών δικαιωμάτων τους. Όλα τα μέτρα προβλέπεται να έχουν τεθεί σε εφαρμογή έως τις 15 Φεβρουαρίου 2026, ώστε η ραδιοφωνία του στρατού να σιγήσει οριστικά δύο εβδομάδες αργότερα.

  • Σύμφωνα με τον Ισραέλ Κατς, η λειτουργία της Γκαλέι Τσαχάλ αποτελεί μια «θεσμική ανωμαλία» που δεν συναντάται σε καμία σύγχρονη δημοκρατία. Όπως υποστήριξε ενώπιον του υπουργικού συμβουλίου, ο σταθμός παρείχε βήμα σε απόψεις που επικρίνουν τον ισραηλινό στρατό, πλήττοντας –κατά τον ίδιο– τη συνοχή και την ενότητα των ενόπλων δυνάμεων, ενώ δημιουργούσε τον κίνδυνο τα μηνύματα να εκλαμβάνονται ως επίσημες θέσεις του στρατού.

Τη θέση αυτή στήριξε ανοιχτά και ο Μπενιαμίν Νετανιάχου, ο οποίος φέρεται να δήλωσε ότι «η ύπαρξη στρατιωτικού ραδιοφωνικού σταθμού υπό τον έλεγχο του στρατού ίσως ταιριάζει στη Βόρεια Κορέα, αλλά όχι στο Ισραήλ». Παράλληλα, υπουργοί όπως ο Ζεέβ Έλκιν και ο Ντούντι Αμσάλεμ επανέφεραν το επιχείρημα ότι η νομική βάση λειτουργίας του σταθμού είναι αδύναμη, καθώς η αρχική άδεια που δόθηκε το 1950 είχε χαρακτήρα προσωρινής δοκιμής ενός έτους και δεν επικυρώθηκε ποτέ με σαφή νομοθετική πράξη.

Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε και στις τοποθετήσεις πρώην και νυν στρατιωτικών ηγεσιών. Ο Κατς επικαλέστηκε απόψεις πρώην αρχηγών Γενικού Επιτελείου, όπως οι Αβίβ Κοχάβι, Γκάντι Άιζενκοτ και Χέρτσι Χαλεβί, οι οποίοι –σύμφωνα με τον ίδιο– είχαν εκφράσει επιφυλάξεις ή ανοιχτή στήριξη στο κλείσιμο του σταθμού.

Η συζήτηση, ωστόσο, δεν περιορίστηκε μόνο σε ζητήματα ασφάλειας. Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, η υπουργός Εποικισμών Ορίτ Στρούκ έθεσε θέμα παραβίασης της αργίας του Σαββάτου, υποστηρίζοντας ότι η Γκαλέι Τσαχάλ αποτελεί τη μοναδική στρατιωτική μονάδα που λειτουργεί κανονικά τα Σάββατα και τις εβραϊκές αργίες χωρίς άμεση σχέση με επιχειρησιακές ανάγκες.

  • Από την πλευρά του, ο υπουργός Αμιχάι Σικλί κατηγόρησε τον σταθμό ότι είχε υιοθετήσει «αριστερή ατζέντα», φτάνοντας –όπως είπε– να ενθαρρύνει κινήματα άρνησης στράτευσης και πολιτικής διαμαρτυρίας πριν από τον πόλεμο.

Στον αντίποδα, η αντιπολίτευση και νομικοί κύκλοι βλέπουν την απόφαση ως μέρος μιας ευρύτερης εκστρατείας ελέγχου των μέσων ενημέρωσης. Ο Μπένι Γκαντς υποστήριξε ότι το κλείσιμο της Γκαλέι Τσαχάλ πραγματοποιείται σε προεκλογικό έτος και ενδέχεται να συνδέεται με προσπάθεια περιορισμού της κριτικής προς την κυβέρνηση. Αντίστοιχα, η νομική σύμβουλος της κυβέρνησης Γκάλι Μπεχαράβ-Μιάρα εξέφρασε έντονη αντίθεση, προειδοποιώντας ότι η απόφαση δεν στηρίζεται σε επαρκή επαγγελματικά και νομικά κριτήρια και ενδέχεται να προσβάλει την ελευθερία της έκφρασης.

  • Η Επιτροπή Εργαζομένων της ραδιοφωνίας μίλησε για «επώδυνη και αδικαιολόγητη απόφαση», υπενθυμίζοντας τη 75χρονη ιστορία του σταθμού και τον ρόλο του σε περιόδους πολέμου. Την ίδια ώρα, μη κυβερνητικές οργανώσεις και πρώην στελέχη της Γκαλέι Τσαχάλ έχουν προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο, υποστηρίζοντας ότι το κλείσιμο απαιτεί νομοθετική πράξη της Κνεσέτ και δεν μπορεί να επιβληθεί με απλή κυβερνητική απόφαση.

Το κλείσιμο της Γκαλέι Τσαχάλ, τελικά, δεν αφορά μόνο ένα ραδιόφωνο. Αποτελεί σύμπτωμα μιας βαθύτερης μετατόπισης στο ισραηλινό πολιτικό σύστημα, όπου η ασφάλεια, η θρησκεία και ο έλεγχος της δημόσιας σφαίρας συγκρούονται με την ανεξαρτησία της ενημέρωσης. Το ερώτημα που μένει ανοιχτό είναι αν πρόκειται για θεσμική εξυγίανση ή για ακόμη ένα βήμα προς τη συρρίκνωση του δημόσιου διαλόγου στο Ισραήλ.