Bloomberg: Οι ΗΠΑ κυριαρχούν και αφήνουν πίσω την Ευρώπη- Το ναυάγιο της συμφωνίας με Mercosur
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επρόκειτο σήμερα, Σάββατο, να βάλει την υπογραφή της στη μεγαλύτερη συμφωνία ελεύθερου εμπορίου που έχει διαπραγματευτεί ποτέ η Ευρωπαϊκή Ένωση, στέλνοντας μήνυμα γεωοικονομικής ισχύος σε ένα όλο και πιο ανταγωνιστικό διεθνές περιβάλλον. Αντί γι’ αυτό, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής βρίσκεται πλέον αντιμέτωπη με την ανάγκη να διασώσει την ύστατη στιγμή τη συμφωνία με τη Mercosur, αναζητώντας πολιτικές συμμαχίες εντός της Ένωσης.
Η νέα εμπλοκή αποδίδεται κυρίως στις έντονες ανησυχίες κρατών-μελών για τις επιπτώσεις στους εγχώριους αγροτικούς τομείς, με την Ιταλία να συγκαταλέγεται στις χώρες που συνέβαλαν στην καθυστέρηση. Το αποτέλεσμα είναι ένα ακόμη «πάγωμα» σε διαπραγματεύσεις που ήδη μετρούν 25 χρόνια, προκαλώντας ολοένα μεγαλύτερη δυσφορία στις χώρες της Νότιας Αμερικής.
Η συμφωνία αφορά τέσσερις βασικές οικονομίες της περιοχής –την Αργεντινή, τη Βραζιλία, την Ουρουγουάη και την Παραγουάη– και θεωρείται κομβική για τη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ. Η παρατεταμένη αδυναμία επικύρωσής της πλήττει την εικόνα των Βρυξελλών, οι οποίες φιλοδοξούν να αποδείξουν ότι μπορούν να λειτουργήσουν ως παγκόσμια οικονομική δύναμη, ανεξάρτητη από την επιρροή τόσο της Κίνας όσο και των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η συγκυρία δεν είναι τυχαία. Η ΕΕ αντιμετωπίζει το Πεκίνο ταυτόχρονα ως οικονομικό ανταγωνιστή και συστημικό αντίπαλο, σε ένα περιβάλλον εμπορικής έντασης που εντείνεται από αμοιβαίους δασμούς και από τους αυστηρότερους κινεζικούς ελέγχους στις εξαγωγές σπάνιων γαιών και κρίσιμων πρώτων υλών. Την ίδια στιγμή, οι σχέσεις με την Ουάσιγκτον παραμένουν τεταμένες, μετά τον «άνισο», όπως χαρακτηρίστηκε στις Βρυξέλλες, συμβιβασμό του καλοκαιριού, που προέβλεπε δασμό 15% για τα περισσότερα ευρωπαϊκά προϊόντα προς τις ΗΠΑ, με αντάλλαγμα την κατάργηση των ευρωπαϊκών δασμών στα αμερικανικά βιομηχανικά αγαθά.
Αναλυτές εκτιμούν ότι μια οριστική αποτυχία της συμφωνίας θα είχε βαρύτερες οικονομικές συνέπειες για τα κράτη της Mercosur, ωστόσο θα συνιστούσε ταυτόχρονα σοβαρό γεωπολιτικό πλήγμα για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συμφωνία θα δημιουργούσε μια ενιαία αγορά 780 εκατομμυρίων καταναλωτών, θα οδηγούσε σε σταδιακή άρση δασμών σε προϊόντα-κλειδιά όπως τα αυτοκίνητα και θα εξασφάλιζε ευρύτερη πρόσβαση στον αγροτικό πλούτο και τους φυσικούς πόρους της Νότιας Αμερικής.
Κρίσιμο στοιχείο θεωρείται επίσης η δυνατότητα της ΕΕ να διαφοροποιήσει τις αλυσίδες εφοδιασμού της, μειώνοντας την εξάρτηση από τις δύο μεγάλες υπερδυνάμεις. Σε διαφορετική περίπτωση, προειδοποιούν ευρωπαϊκά think tanks, η κατάρρευση της συμφωνίας θα ισοδυναμούσε με «επική γκάφα» για τις φιλοδοξίες της Ευρώπης να κατοχυρώσει ρόλο ουσιαστικού παίκτη στη διεθνή οικονομική σκηνή.