Το νέο ναρκοπέδιο της Μέσης Ανατολής- Το ΔΠΔ, ο ρόλος της Ουάσιγκτον και η δύσκολη συνάντηση Νετανιάχου-Μπαράκ

 Το νέο ναρκοπέδιο της Μέσης Ανατολής- Το ΔΠΔ, ο ρόλος της Ουάσιγκτον και η δύσκολη συνάντηση Νετανιάχου-Μπαράκ

Η Μέση Ανατολή εισέρχεται σε μια νέα, πιο επικίνδυνη φάση, όπου η διεθνής δικαιοσύνη, η αμερικανική στρατηγική αμφισημία και η ισραηλινή πολιτική επιβίωση τέμνονται σε ένα εκρηκτικό μείγμα. Η απόφαση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου να απορρίψει για τρίτη φορά την προσφυγή του Ισραήλ για την ανάκληση των ενταλμάτων σύλληψης κατά του Μπενιαμίν Νετανιάχου και του πρώην υπουργού Άμυνας Γιοάβ Γκάλαντ, συμπίπτει με μια περίοδο έντονης αμερικανικής δυσφορίας για τις ισραηλινές κινήσεις στο πεδίο, αλλά και με μια κρίσιμη συνάντηση στην Ιερουσαλήμ που αποκαλύπτει βαθύτερα ρήγματα στη συμμαχία Ουάσιγκτον–Τελ Αβίβ.

Το αποτέλεσμα είναι ένα γεωπολιτικό τοπίο όπου κανείς δεν ελέγχει πλήρως τις εξελίξεις, αλλά όλοι φοβούνται τις συνέπειες.

Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο και το βάρος της νομιμοποίησης

Η απόφαση της Δικαστικής Επιτροπής Εφέσεων του ΔΠΔ να διατηρήσει σε ισχύ τα εντάλματα σύλληψης κατά του Νετανιάχου και του Γκάλαντ για εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας στη Γάζα αποτελεί ισχυρό πλήγμα στο αφήγημα της ισραηλινής κυβέρνησης περί «πολιτικά υποκινούμενης δίωξης».

Παρά τις σφοδρές αντιδράσεις του Ισραήλ και τις κατηγορίες περί «πολιτικοποίησης» της δικαιοσύνης, το δικαστήριο όχι μόνο δεν υποχώρησε, αλλά επιβεβαίωσε ότι η έρευνα συνεχίζεται κανονικά.

Ιδιαίτερο βάρος αποκτούν οι αποκαλύψεις του εισαγγελέα Καρίμ Χαν, ο οποίος μίλησε ανοιχτά για πιέσεις και απειλές τόσο από το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, με σαφή μηνύματα περί «καταστροφικών συνεπειών» αν προχωρούσαν τα εντάλματα. Το γεγονός ότι, παρά τις πιέσεις, το ΔΠΔ επιμένει, μετατρέπει τον Νετανιάχου σε έναν εν ενεργεία ηγέτη με ανοιχτό διεθνές νομικό μέτωπο, περιορίζοντας δραστικά τη διεθνή του κινητικότητα και ενισχύοντας τη διπλωματική απομόνωση του Ισραήλ.

Η Ουάσιγκτον ενοχλημένη, αλλά όχι αποφασισμένη

Την ίδια στιγμή, η στάση των ΗΠΑ μοιάζει βαθιά αντιφατική. Ο Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας από το Οβάλ Γραφείο, δήλωσε ότι η Ουάσιγκτον εξετάζει αν η δολοφονία του Ράιντ Σάαντ, ηγετικού στελέχους των Ταξιαρχιών Αλ-Κασάμ, συνιστά παραβίαση της εκεχειρίας. Η δήλωση αυτή δεν είναι τυχαία. Αποκαλύπτει την αυξανόμενη ανησυχία των ΗΠΑ ότι το Ισραήλ κινείται μονομερώς, υπονομεύοντας μια εύθραυστη ισορροπία την οποία η Ουάσιγκτον προσπαθεί να παρουσιάσει ως «πορεία προς τη σταθερότητα».

Ο Τραμπ μίλησε επίσης για 59 χώρες πρόθυμες να συμμετάσχουν σε μια δύναμη σταθεροποίησης στη Γάζα, ενώ ταυτόχρονα άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο ότι η Χαμάς «λέει πως θα αφοπλιστεί». Η γλώσσα αυτή περισσότερο θυμίζει διαχείριση εντυπώσεων παρά σαφή στρατηγική. Οι ΗΠΑ δείχνουν να επιθυμούν αποκλιμάκωση, αλλά αποφεύγουν να ασκήσουν πραγματική πίεση στο Τελ Αβίβ, φοβούμενες εσωτερικό πολιτικό κόστος και γεωπολιτικές παρενέργειες.

Η συνάντηση Μπαράκ–Νετανιάχου και οι σκιές της δυσπιστίας

Σε αυτό το κλίμα, η συνάντηση του Τομ Μπαράκ, πρέσβη των ΗΠΑ στην Τουρκία και ειδικού απεσταλμένου για τη Συρία, με τον Νετανιάχου στην Ιερουσαλήμ, αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Παρόντες ήταν κορυφαίοι αξιωματούχοι και από τις δύο πλευρές, ωστόσο το κλίμα μόνο ομαλό δεν φαίνεται να ήταν. Ισραηλινές διαρροές περιγράφουν τον Μπαράκ ως «υπερβολικά επηρεασμένο» από τα τουρκικά συμφέροντα στη Συρία, ακόμη και ως εχθρικό προς το Ισραήλ.

Οι πληροφορίες ότι ο Αμερικανός απεσταλμένος έθεσε κόκκινες γραμμές για τη στρατιωτική δραστηριότητα του Ισραήλ εντός συριακού εδάφους ενισχύουν την εικόνα μιας Ουάσιγκτον που προσπαθεί να συγκρατήσει έναν σύμμαχο ο οποίος δρα ολοένα και πιο ανεξέλεγκτα. Το μήνυμα είναι σαφές: η αμερικανική υποστήριξη δεν είναι πια άνευ όρων, ακόμη κι αν αυτό δεν λέγεται δημόσια.

Ένα επικίνδυνο σταυροδρόμι

Η ταυτόχρονη ύπαρξη διεθνούς νομικής πίεσης, αμερικανικής αμφιθυμίας και ισραηλινής πολιτικής αδιαλλαξίας δημιουργεί ένα σκηνικό χωρίς καθαρή έξοδο. Ο Νετανιάχου εμφανίζεται εγκλωβισμένος: στο εσωτερικό πιέζεται πολιτικά, στο εξωτερικό αντιμετωπίζει θεσμική απονομιμοποίηση, ενώ οι βασικοί του σύμμαχοι κρατούν αποστάσεις ασφαλείας.

Το ερώτημα δεν είναι πλέον αν θα αλλάξει η δυναμική στη Μέση Ανατολή, αλλά πότε και με ποιο κόστος. Και όσο η διεθνής κοινότητα προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στη δικαιοσύνη, τη στρατηγική και τον φόβο της κλιμάκωσης, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος η περιοχή να παρασυρθεί σε μια νέα, ανεξέλεγκτη φάση σύγκρουσης, όπου κανείς δεν θα μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν γνώριζε.