Φοινικούντα: Εξετάζεται ο ρόλος της συντρόφου του ανιψιού- Στο εξωτερικό ένας κατηγορούμενος

 Φοινικούντα: Εξετάζεται ο ρόλος της συντρόφου του ανιψιού- Στο εξωτερικό ένας κατηγορούμενος

Την ώρα που οι Αρχές αναζητούν το μοναδικό πρόσωπο που διαφεύγει στο εξωτερικό, με τις διαδικασίες για την έκδοση διεθνούς εντάλματος σύλληψης να δρομολογούνται, το παζλ της διπλής δολοφονίας στη Φοινικούντα φαίνεται πλέον να έχει συμπληρωθεί σε μεγάλο βαθμό.

Καθοριστικό ρόλο στην εξιχνίαση έπαιξαν τα βίντεο-ντοκουμέντα, που κατέγραψαν τη μεταφορά του 22χρονου στα ΚΤΕΛ, αλλά και οι τηλεφωνικές συνομιλίες με πακιστανικούς αριθμούς, στοιχεία που ήρθαν να «κουμπώσουν» με μαρτυρίες και καταθέσεις, αποκαλύπτοντας άγνωστες πτυχές της υπόθεσης.

Το MEGA φέρνει στο φως τα κομβικά σημεία που οδήγησαν στη διαλεύκανση του διπλού φονικού, λέξεις και εικόνες που πυροδότησαν καταιγιστικές εξελίξεις.

Τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου, όταν δύο άνθρωποι εντοπίστηκαν νεκροί στο κάμπινγκ της Φοινικούντας, τίποτα δεν ήταν όπως φαινόταν αρχικά. Οι αστυνομικοί αναζητούσαν δράστες και κίνητρα, ενώ σταδιακά άρχισαν να προκύπτουν στοιχεία που άλλαξαν την εικόνα της υπόθεσης.

Πέρα από τον κατηγορούμενο ανιψιό του δολοφονημένου επιχειρηματία, καθοριστικό ρόλο στην πορεία της έρευνας αποδείχθηκε ότι είχε και η σύντροφός του. Στην πρώτη της κατάθεση δεν ανέφερε ότι ο 33χρονος είχε τηλεφωνήσει, χρησιμοποιώντας το δικό της κινητό, στον εργοδότη των δύο 22χρονων.

«Ο σύντροφός μου ήταν πολύ αναστατωμένος και προσπαθούσε να διώξει τον κόσμο που βρισκόταν πάνω από το πτώμα του επιστάτη, που ήταν σε εξωτερικό χώρο πίσω από τη ρεσεψιόν. Ο σύντροφός μου ήταν σε σοκ, δεν ήταν σε θέση να μιλήσει. Ακόμη και σήμερα δεν έχω συζητήσει μαζί του λεπτομέρειες για ό,τι έγινε γιατί δεν θέλει να μιλήσει, κάθε φορά που πάει εκεί ταράζεται».

Στις 8 Οκτωβρίου, τρεις ημέρες μετά το έγκλημα, η σύντροφος του 33χρονου επέμενε ότι εκείνος βρισκόταν σε κατάσταση σοκ, ενώ ο ίδιος μιλούσε για έναν «πόλεμο λάσπης» σε βάρος του.

«Αυτός που έχει νοικιάσει το εστιατόριο, πήρε την Αστυνομία και είπε τι έχει συμβεί, γιατί ο (ανιψιός) δεν ήταν σε θέση να τηλεφωνήσει. Το μόνο που μου έχει πει είναι ότι αυτός που μπήκε στη ρεσεψιόν ήταν νεαρός και ξανθός».


Ωστόσο, όταν προέκυψε το στοιχείο για το πρώτο τηλεφώνημα του ανιψιού, η ίδια αναθεώρησε, αποκαλύπτοντας ότι μετά το έγκλημα υπήρξαν πολλαπλές κλήσεις προς τον εργοδότη των δύο 22χρονων.

«Γύρω στις 20:30 μου ζήτησε ο σύντροφός μου να τον καλέσω για να τον ενημερώσουμε για το τι συνέβη. Έπειτα, ξανά μιλήσαμε αρκετές φορές γιατί εκείνος δεν πίστευε τι είχε συμβεί και νόμιζε ότι του κάναμε πλάκα ενώ σε άλλη κλήση εγώ έκλαιγα και δεν μπορούσαμε να συνεννοηθούμε. Μετά ξανά μιλήσαμε το βράδυ αργά όταν πηγαίναμε στο Α.Τ Πύλου για να δώσει κατάθεση ο σύντροφός μου».

Στην τελευταία της κατάθεση, η σύντροφος του κατηγορούμενου ανιψιού προχώρησε ακόμη περισσότερο, περιγράφοντας το κλίμα που επικράτησε όταν ο 22χρονος αποφάσισε να παραδοθεί.

«Όταν ο 22χρονος πήγε να παραδοθεί και ο σύντροφός μου τον αναγνώρισε και καταλάβαμε ποιος είναι, ο εργοδότης μάς έλεγε ότι νιώθει τύψεις. Ένιωθε υπεύθυνος γιατί εκείνος μας γνώρισε τον 22χρονο. Δεν μπορούσε να το πιστέψει».

Για τον δεύτερο κατηγορούμενο, που παραμένει εκτός Ελλάδας, ανέφερε πως τον γνώριζε από το επαγγελματικό περιβάλλον:

«Τον γνωρίζω από το μαγαζί του εργοδότη. Τον ξέρω ως υπεύθυνο σε αυτό το μαγαζί όπου δούλευε ο 22χρονος στην Καπνικαρέως».

Σύμφωνα με το σκεπτικό της ανακρίτριας, ο ανιψιός και ο επιχειρηματίας είχαν οργανώσει με κάθε λεπτομέρεια το έγκλημα. Μετά τη διπλή δολοφονία, ο εκτελεστής κρύφτηκε σε άγνωστη τοποθεσία, ενώ ο 33χρονος φέρεται να τον μετέφερε την επόμενη ημέρα με το αυτοκίνητό του στα ΚΤΕΛ της Καλαμάτας, διευκολύνοντας τη διαφυγή του.