ΕΣΥ: Ποια είναι τελικά η εικόνα; Έχει ξεπεράσει το breaking point; Έρευνα ξεδιαλύνει το τοπίο
Μία στοιχειωδώς προσεκτική μελέτη της μεγάλης έρευνας του ινστιτούτου Eteron για τις πολιτικές δημόσιας υγείας και το ΕΣΥ αποδεικνύει ότι η υγεία στη χώρα νοσεί βαθιά παρά τα αντιθέτως θρυλούμενα. Τα τρία μνημόνια και η πανδημική κρίση έχουν αφήσει πολύ βαθιά σημάδια και πληγές που δεν πρόκειται να κλείσουν σύντομα.
Ας δούμε ποια είναι τα επτά βασικά συμπεράσματα της έρευνας όπως τα παρουσίασε στις 8 Δεκεμβρίου το Ινστιτούτο.
- Η δημόσια δαπάνη υγείας μειώθηκε κατά 43,3% την περίοδο 2009 – 2019.
- Το ΕΣΥ την ίδια περίοδο έχασε το 13,6% των νοσοκομείων του και το 23,5% των νοσοκομειακών κλινών.
- Οι ανικανοποίητες ιατρικές ανάγκες του πληθυσμού αυξήθηκαν κατά 28,2%.
- Η αύξηση των δημόσιων δαπανών υγείας κατά 9,7% συνοδεύτηκε από μείωση της χρηματοδότησης των νοσοκομείων του ΕΣΥ κατά 2,6% κατά την πανδημική περίοδο (2020–24).
- Την ίδια περίοδο πραγματοποιήθηκαν 350.000 λιγότερες χειρουργικές επεμβάσεις.
- Στα νοσοκομεία του ΕΣΥ η χρηματοδότηση παραμένει κατά 38% μικρότερη σε σχέση με τα προ κρίσεων επίπεδα του 2009 κατά τη μετα-πανδημική περίοδο (2024).
- Το υγειονομικό προσωπικό στα νοσοκομεία του ΕΣΥ το 2024 παρέμενε κατά 9,6% λιγότερο σε σχέση με το 2009.
Τα συμπεράσματα από μόνα τους οδηγούν σε πολύ βασικές σκέψεις. Πρώτα απ’ όλα όσοι ισχυρίζονταν ότι τα μνημόνια θα είχαν οδυνηρές συνέπειες στον τομέα της υγείας, δυστυχώς δικαιώθηκαν.
- Μέσα στη δεκαετία 2009-2019, λόγω της κατάρρευσης της χρηματοδότησης το ΕΣΥ έχασε το 1/4 σχεδόν των κλινών που διέθετε προ κρίσης.
Ακόμα και στη συνέχεια όμως, όταν οι μνημονιακοί καταναγκασμοί τελείωσαν, η κατάσταση δεν βελτιώθηκε θεαματικά. Η πανδημία του κορονοϊου βρήκε το ΕΣΥ σε δύσκολη θέση και κατάφερε επιπλέον χτυπήματα στο έτσι και αλλιώς ταλαιπωρημένο κορμί του. Ακόμα και μέσα στην πανδημία η χρηματοδότηση μειώθηκε κατά 2,6% από το 2020 μέχρι και το 2024. Και παραμένει αισθητά μειωμένη σε σχέση με την προ κρίσης περίοδο.
Επιπλέον, όπως τονίζουν οι συντάκτες της έρευνας, η μετατροπή του ΕΣΥ κατά τη διάρκεια της πανδημίας σε «σύστημα υγείας μίας νόσου» προκάλεσε τεράστιες απώλειες στη νοσηλευτική του κίνηση (απώλεια >350.000 χειρουργικών επεμβάσεων στα νοσοκομεία και απώλεια >9,5 εκατ. επισκέψεων στα Κέντρα Υγείας), με εμφανείς επιπτώσεις στην οικονομική προστασία και πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας του πληθυσμού, του οποίου οι ανικανοποίητες ιατρικές ανάγκες αυξήθηκαν κατά 48,4% και οι δαπάνες υγείας κατά 20%.
Η αθροιστική απώλεια δημόσιας χρηματοδότησης στα νοσοκομεία του ΕΣΥ κατά τη χρονική περίοδο 2009-23 αγγίζει το αστρονομικό ποσό των €37δις. Είναι ένα αρκετά υπολογίσιμο μέρος του ΑΕΠ της χώρας, δηλαδή ένα τεράστιο νούμερο.
Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι η συντριπτική συρρίκνωση του ΕΣΥ συνέβη κατά την πρώτη φάση της οικονομικής κρίσης (2009-15), ενώ κατά την δεύτερη φάση της οικονομικής κρίσης (2015-19) παρατηρήθηκε σε όλους τους υπό εξέταση δείκτες σχετική βελτίωση της απόδοσης του χωρίς όμως αυτό φυσικά να επανέρχεται στα προ-κρίσης επίπεδα. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το υγειονομικό προσωπικό των νοσοκομείων του ΕΣΥ ελαττώθηκε κατά 20,1% μεταξύ 2009-15, αυξήθηκε κατά 9,1% μεταξύ 2015-19, παρουσιάζοντας τελικά μια αθροιστική μείωση 12,9%
Τι χρειάζεται όμως, ως προς τους πόρους, το ΕΣΥ για να ανακάμψει πραγματικά;
- Η έρευνα έδειξε ότι η ανάκαμψη των νοσοκομείων του ΕΣΥ ακόμη και στα πλημμελή προ-2009 επίπεδα, θα σήμαινε αύξηση κατά €2δισ. της ετήσιας δημόσιας χρηματοδότησης τους, πρόσληψη 11000 νέων μόνιμων υγειονομικών και την μονιμοποίηση των 9884 επικουρικών υπαλλήλων που εργάζονται σήμερα στα νοσοκομεία. Ο εφετινός προϋπολογισμός όμως δεν περιλαμβάνει τέτοια νούμερα.
Τελικό συμπέρασμα; Κατά την μετά-πανδημική περίοδο η παρατηρούμενη «φυγή» ιατρικού προσωπικού από τις δομές ΠΦΥ του ΕΣΥ, η συνεχιζόμενη μείωση του μόνιμου προσωπικού στα νοσοκομεία του ΕΣΥ αλλά και η αδυναμία συνολικά του ΕΣΥ (νοσοκομεία και πρωτοβάθμιες δομές) να ανακάμψει ακόμη και στα προ-πανδημίας επίπεδα νοσηλευτικής του κίνησης (χειρουργεία, επισκέψεις) αποτελούν ισχυρές ενδείξεις ότι το ΕΣΥ έχει ξεπεράσει τα όρια αντοχής του (breaking point), παρουσιάζοντας συμπτώματα ρηγμάτωσης ανάλογα με αυτά τα οποία αναφέρονται σε άλλα συστήματα υγείας διεθνώς, τα οποία έχουν υποστεί και αυτά με τη σειρά τους το βάρος των διαδοχικών κρίσεων και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Κοντολογίς, χρειάζονται, πάντα σύμφωνα με τους συντάκτες της έρευνας εντελώς διαφορετικές πολιτικές.
Μία από αυτές: η αναδιάρθρωση – ενδυνάμωση των υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας του ΕΣΥ. Ο υπάρχων οργανωτικός κατακερματισμός των δομών ΠΦΥ του ΕΣΥ, οι πολλαπλές ταχύτητες λειτουργίας και στελέχωσης τους, η εγκατάλειψη του διεπιστημονικού τους χαρακτήρα και της πληθυσμιακής τους αναφοράς μέσω της υλοποίησης της μεταρρύθμισης του «προσωπικού, με λίστα εγγεγραμμένων ασθενών, ιατρού», επιβάλουν τη ριζική αλλαγή πλεύσης και δυστυχώς την εκ νέου και για πολλοστή φορά οργανωτική αναδιάρθρωση της ΠΦΥ.
Βασικοί άξονες αυτής της αναδιάρθρωσης οφείλουν να είναι η ενιαιοποίηση των υπαρχόντων δομών ΠΦΥ του ΕΣΥ, με Κέντρα Υγείας και δορυφορικές μονάδες (ιατρεία γειτονιάς στις αστικές περιοχές και περιφερειακά ιατρεία στις ημιαστικές ή αγροτικές),με σαφώς γεωγραφικά οριζόμενους πληθυσμούς ευθύνης (catch-ment areas), με ενιαίο εύρος παρεχόμενων υπηρεσιών, ενιαίο ωράριο λειτουργίας, ενιαίες κτιριακές προδιαγραφές, ενιαία οργανογράμματα με έμφαση στη διεπιστημονική στελέχωση τους και τη συγκρότηση διεπιστημονικών ομάδων υγείας σε κάθε Κέντρο Υγείας και τέλος με κεντρικά σχεδιασμένη χωροταξική κατανομή τους με πληθυσμιακά και επιδημιολογικά κριτήρια.
Οπως όμως έχουμε γράψει δεκάδες φορές, για όλα τα παραπάνω απαιτείται πολιτική βούληση και στρατηγική τελείως διαφορετικής κατεύθυνσης από αυτή που εφαρμόζεται τώρα.
Δείτε όλη την έρευνα εδώ: https://eteron.org/research/to-e-s-y-se-oriako-simeio-antochis/