Τα δύο κρίσιμα μέτωπα του Νετανιάχου: “Εκκαθαρίσεις” στο Λικούντ και αμερικανικό παζάρι για συνάντηση με τον Σίσι

 Τα δύο κρίσιμα μέτωπα του Νετανιάχου: “Εκκαθαρίσεις” στο Λικούντ και αμερικανικό παζάρι για συνάντηση με τον Σίσι

Η πολιτική επιβίωση του Μπενιαμίν Νετανιάχου εξελίσσεται ταυτόχρονα σε δύο παράλληλες, αλλά αλληλοεξαρτώμενες σκηνές: στο εσωτερικό του κόμματός του, το Λικούντ, όπου προετοιμάζεται μια συστηματική «εκκαθάριση» θεσμών που του ασκούν έλεγχο, και στο περιφερειακό πεδίο, όπου οι ΗΠΑ επιχειρούν να στήσουν ένα νέο διπλωματικό σκηνικό, με αιχμή μια πιθανή συνάντηση του πρωθυπουργού του Ισραήλ με τον Αιγύπτιο πρόεδρο Άμπντελ Φάταχ αλ-Σίσι. Στο φόντο δεσπόζει ο πόλεμος στη Γάζα, η προσπάθεια σταθεροποίησης μιας εύθραυστης κατάπαυσης του πυρός και ένα πλέγμα οικονομικής διπλωματίας, όπου το φυσικό αέριο και οι επενδύσεις μετατρέπονται σε εργαλεία πολιτικής πίεσης.

Το αποτέλεσμα είναι ένας πυκνός ιστός εξουσίας, στον οποίο το εσωκομματικό παιχνίδι στο Τελ Αβίβ συνδέεται άμεσα με τις ισορροπίες ασφαλείας στο Κάιρο και τους σχεδιασμούς της Ουάσινγκτον για την «επόμενη μέρα».

Στο εσωτερικό του Λικούντ, ο Νετανιάχου φέρεται να έχει αποφασίσει μια συντονισμένη κίνηση ελέγχου των θεσμών που λειτουργούν ως αντίβαρα στην ηγεσία του. Σύμφωνα με πληροφορίες από το εσωτερικό του κόμματος, ο πρωθυπουργός στοχεύει πρωτίστως τον κομματικό ελεγκτή Σάι Γκλιλί και τον πρόεδρο του κομματικού «δικαστηρίου» Μιχαέλ Κλέινερ, δύο πρόσωπα που θεωρούνται επικριτικά απέναντι στην τρέχουσα ηγεσία. Η κατηγορία του περιβάλλοντος Νετανιάχου είναι σαφής: τα δύο όργανα επέδειξαν «υπερβολική ανεξαρτησία», δημοσιεύοντας εσωτερικές εκθέσεις ελέγχου, καθώς και αποφάσεις που φέρονται να έχουν εκθέσει τον πρωθυπουργό και να δυσκολέψουν τον χειρισμό κρίσιμων υποθέσεων.

Ο Γκλιλί έχει κατ’ επανάληψη αναφερθεί σε ζητήματα διαχείρισης πόρων και αμοιβών στελεχών του κόμματος, ενώ το κομματικό δικαστήριο, υπό τον Κλέινερ, εμφανίστηκε απρόθυμο να επικυρώσει την αποπομπή του πρώην υπουργού Άμυνας Γιοάβ Γκαλάντ από το Λικούντ, παρά τις πιέσεις νομικών συμβούλων που πρόσκεινται στον Νετανιάχου. Στελέχη του κόμματος παραδέχονται ότι μια σειρά αποφάσεων της κομματικής δικαιοσύνης, λίγο πριν από το πρόσφατο συνέδριο, «δυσκόλεψαν» την ηγεσία και περιόρισαν τα περιθώρια ελέγχου των εσωκομματικών διαδικασιών.

  • Το παράθυρο ευκαιρίας για τον Νετανιάχου άνοιξε μετά τις εσωτερικές εκλογές στο συνέδριο του Λικούντ, οι οποίες ενεργοποιούν, βάσει καταστατικού, διαδικασίες εκλογής για καίριες θέσεις: πρόεδρο της κεντρικής επιτροπής, γενικό γραμματέα, επικεφαλής του κομματικού γραφείου. Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας, τα θεσμικά όργανα του κόμματος μπορούν επίσης να αντικαταστήσουν τον ελεγκτή και τον πρόεδρο του κομματικού δικαστηρίου. Έτσι, μια τυπικά εσωτερική διαδικασία μετατρέπεται σε εργαλείο συγκέντρωσης εξουσίας, με στόχο την απομάκρυνση δύο κέντρων θεσμικού ελέγχου που, έως τώρα, λειτουργούσαν ως έσχατο ανάχωμα σε αυταρχικότερες πρακτικές.

Η πρωτοβουλία αυτή δεν μπορεί να διαβαστεί αποκομμένη από τις εξωτερικές πιέσεις που δέχεται ο Νετανιάχου. Την ώρα που η Ουάσινγκτον αναζητά τρόπους να σταθεροποιήσει την κατάσταση στη Γάζα και να διαμορφώσει ένα νέο περιφερειακό πλαίσιο ασφαλείας, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός χρειάζεται να εμφανιστεί τόσο ικανός στο διεθνές μέτωπο, όσο και αδιαμφισβήτητος στο εσωτερικό. Η εξουδετέρωση κάθε εστίας εσωκομματικής αμφισβήτησης λειτουργεί ως προϋπόθεση για να μπορέσει ο Νετανιάχου να διαπραγματευτεί με τους Αμερικανούς και τους περιφερειακούς παίκτες, χωρίς να φοβάται εσωτερικό πολιτικό κόστος.

Σε αυτή τη συγκυρία, έρχεται στο προσκήνιο η αμερικανική προσπάθεια για μια συνάντηση κορυφής ανάμεσα στον Νετανιάχου και τον πρόεδρο της Αιγύπτου Άμπντελ Φάταχ αλ-Σίσι, οι οποίοι, σύμφωνα με αμερικανικές και ισραηλινές πηγές, δεν έχουν επικοινωνήσει απευθείας από το ξέσπασμα του πολέμου στη Γάζα. Ο Λευκός Οίκος εξετάζει, όπως αναφέρεται, ένα πακέτο οικονομικών κινήτρων, με αιχμή μια στρατηγική συμφωνία φυσικού αερίου ανάμεσα στο Ισραήλ και την Αίγυπτο, ως προϋπόθεση για να πειστεί ο Σίσι να δεχθεί μια δημόσια συνάντηση με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό.

  • Στο αμερικανικό σκεπτικό, η οικονομική διπλωματία δεν περιορίζεται στην τριμερή σχέση Ισραήλ–Αιγύπτου–ΗΠΑ. Η Ουάσινγκτον εξετάζει ευρύτερες πρωτοβουλίες παροχής οικονομικών κινήτρων σε αραβικά κράτη, όπως ο Λίβανος και η Συρία, σε τομείς όπως η τεχνολογία και η ενέργεια, με στόχο τη σταδιακή εγκαθίδρυση ή αναβάθμιση σχέσεων με το Ισραήλ. Η λογική είναι σαφής: η πορεία προς μια μορφή ομαλοποίησης περνά πλέον όχι μόνο από στρατιωτικές ή πολιτικές συμφωνίες, αλλά και από την ενσωμάτωση των περιφερειακών οικονομιών σε ένα πλέγμα αλληλεξαρτήσεων, όπου η ασφάλεια «αγοράζεται» με επενδύσεις, σταθερές ροές ενέργειας και πρόσβαση σε χρηματοδότηση.

Σε αυτό το πλαίσιο, δεν είναι τυχαίο ότι η Ουάσινγκτον αξιοποιεί πρόσωπα όπως ο Τζάρεντ Κούσνερ, ο οποίος, σύμφωνα με αμερικανικές πηγές, έχει μεταφέρει στον Νετανιάχου το μήνυμα ότι το Ισραήλ χρειάζεται μια νέα φάση «οικονομικής διπλωματίας» και εμπλοκής του ιδιωτικού τομέα στη διαδικασία ειρήνευσης. Η προσέγγιση αυτή δεν υποκαθιστά τις δύσκολες πολιτικές αποφάσεις για τη Γάζα, επιχειρεί όμως να δημιουργήσει ένα πλέγμα συμφερόντων που θα καθιστά πιο δύσκολη την επιστροφή σε πλήρη ρήξη.

Την ίδια στιγμή, η σχέση του Νετανιάχου με τον Σίσι παραμένει επιβαρυμένη. Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός είχε αποσύρει προηγουμένως τη συμμετοχή του από διεθνή σύνοδο για τη Γάζα στο Σαρμ ελ-Σέιχ, παρά το γεγονός ότι η πρωτοβουλία είχε συντονιστεί με την υποστήριξη της τότε αμερικανικής διοίκησης. Στο Κάιρο, αυτή η κίνηση καταγράφηκε ως ένδειξη αναξιοπιστίας και εσωτερικής αδυναμίας. Σήμερα, η Ουάσινγκτον επιχειρεί να καλύψει αυτό το κενό εμπιστοσύνης, προσφέροντας στον Σίσι οικονομικά ανταλλάγματα και προοπτικές ενίσχυσης της περιφερειακής του θέσης, εφόσον δεχθεί να εμφανιστεί δημόσια στο πλευρό του Νετανιάχου.

  • Η διπλή αυτή διαδικασία –η εσωκομματική «εκκαθάριση» στο Λικούντ και το τριμερές παζάρι Αμερικανών Αιγυπτίων και Ισραηλινών για το φυσικό αέριο και τη Γάζα– αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο η ισραηλινή ηγεσία αντιλαμβάνεται σήμερα την έννοια της «διακυβέρνησης». Στο εσωτερικό, η θεσμική ανεξαρτησία αντιμετωπίζεται ως πολυτέλεια που μπορεί να υπονομεύσει την ηγεσία εν καιρώ κρίσης. Στο εξωτερικό, η σταθερότητα επιχειρείται να αγοραστεί με οικονομικά κίνητρα και ενεργειακά πακέτα, ώστε οι δύσκολες πολιτικές αποφάσεις να μετατραπούν σε τεχνοκρατικές συμφωνίες.

Το ερώτημα είναι αν αυτή η στρατηγική μπορεί να αποδώσει μακροπρόθεσμα. Η αποδυνάμωση των εσωτερικών θεσμών στο Ισραήλ μπορεί να εξασφαλίσει στον Νετανιάχου χώρο κινήσεων στο βραχυπρόθεσμο επίπεδο, αλλά ταυτόχρονα υπονομεύει την αξιοπιστία του όταν καλείται να υπογράψει συμφωνίες που απαιτούν εμπιστοσύνη από εταίρους όπως η Αίγυπτος και οι ΗΠΑ. Και όσο η Γάζα παραμένει ανοικτή πληγή, κάθε σύνοδος κορυφής, κάθε συμφωνία φυσικού αερίου, κάθε εσωκομματική εκκαθάριση δεν είναι παρά ακόμη ένα επεισόδιο σε μια μακρά, αβέβαιη διαπραγμάτευση για το ποιος –και με ποιους όρους– θα ορίσει την επόμενη μέρα στην περιοχή.