Ουκρανία: Το μεγάλο φιάσκο Ζελένσκι-Στο κενό οι κατηγορίες κατά των υπηρεσιών για τη διαφθορά NABU-SAP

 Ουκρανία: Το μεγάλο φιάσκο Ζελένσκι-Στο κενό οι κατηγορίες κατά των υπηρεσιών για τη διαφθορά NABU-SAP

Η υπόθεση που τις τελευταίες εβδομάδες απασχόλησε τα ουκρανικά ΜΜΕ παρουσιάστηκε ως ένας πιθανός «χορός συμφερόντων και προδοσίας» στο εσωτερικό του ουκρανικού κράτους. Στο επίκεντρο βρέθηκε η προσπάθεια του Προεδρικού Γραφείου να χρησιμοποιήσει έναν βουλευτή ως εργαλείο για να πλήξει τα βασικά όργανα κατά της διαφθοράς της χώρας: το Εθνικό Γραφείο Καταπολέμησης της Διαφθοράς της Ουκρανίας (NABU) και την Ειδική Εισαγγελία Καταπολέμησης της Διαφθοράς (SAP).

Η σύλληψη, οι βαριές κατηγορίες περί συνεργασίας με τη Ρωσία, οι αλλεπάλληλες δικαστικές κινήσεις, οι εσωτερικές διαρροές, αλλά και η τελική αποτυχία του εγχειρήματος και η απελευθέρωση ενός από τους βασικούς ντετέκτιβ του NABU, του Ρουσλάν Μαγκαμεντρασούλοφ, συνθέτουν ένα σκηνικό που μοιάζει λιγότερο με κλασική ποινική διαδικασία και περισσότερο με πολιτική αναμέτρηση.

Τα γεγονότα καταδεικνύουν πλέον ότι η επιχείρηση να αποδομηθεί η αρχιτεκτονική κατά της διαφθοράς στην Ουκρανία έχει αποτύχει – με συνέπειες που ξεπερνούν τα πρόσωπα και αγγίζουν το ίδιο το θεσμικό οικοδόμημα.

Το σχέδιο: Χριστένκο ως μάρτυρας-κλειδί κατά NABU / SAP

Σύμφωνα με ουκρανικά δημοσιεύματα, ο βουλευτής Φιόντορ Χριστένκο — πρώην μέλος πλέον απαγορευμένης κοινοβουλευτικής παράταξης — εμφανίστηκε ως το πρόσωπο που θα έδινε την «καθοριστική μαρτυρία» για να στηθούν κατηγορίες εναντίον της ηγεσίας του NABU και της SAP. Το σενάριο προέβλεπε ότι, αξιοποιώντας τις καταθέσεις του Χριστένκο, η εξουσία θα κατηγορούσε κορυφαία στελέχη των οργάνων κατά της διαφθοράς για κρατική προδοσία και διασυνδέσεις με τη Ρωσία, ανατρέποντας την αξιοπιστία τους και ανοίγοντας τον δρόμο για εκκαθαρίσεις.

Όμως η πραγματικότητα αποδείχθηκε διαφορετική. Ο Γενικός Εισαγγελέας Ρουσλάν Κραβτσένκο επιβεβαίωσε ότι ο Χριστένκο προχώρησε σε συμφωνία με τις αρχές — ένα είδος «συμφωνίας συνεργασίας» — και κατέθεσε. Ωστόσο, όπως ξεκαθάρισε ο ίδιος, στην κατάθεση δεν υπάρχει καμία αναφορά που να εμπλέκει την ηγεσία των οργάνων κατά της διαφθοράς ούτε σύνδεση με την υπόθεση της επιχείρησης «Μίδας». Η πολυδιαφημισμένη «μαρτυρία-βόμβα» αποδείχθηκε, στην πράξη, κενή περιεχομένου ως προς τον στόχο που είχε τεθεί.

Με αυτόν τον τρόπο, υπονομεύτηκε το σύνολο του νομικοπολιτικού σχεδίου. Η «προδοσία» που επρόκειτο να αποδοθεί στη NABU και τη SAP δεν τεκμηριώθηκε, ενώ η προσπάθεια του Προεδρικού Γραφείου να εμφανίσει τα όργανα κατά της διαφθοράς ως μέρος ενός δικτύου υπό ρωσική επιρροή κατέληξε να στερείται αποδεικτικής βάσης.

Η σύλληψη και η αποφυλάκιση του Μαγκαμεντρασούλοφ

Το δεύτερο σκέλος της επιχείρησης αφορούσε τον ντετέκτιβ του NABU, Ρουσλάν Μαγκαμεντρασούλοβ. Τον Ιούλιο του 2025, η Υπηρεσία Ασφαλείας της Ουκρανίας (SBU), σε συνεργασία με το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, προχώρησε σε εκτεταμένες έρευνες και συλλήψεις στελεχών της υπηρεσίας κατά της διαφθοράς.

Ο Μαγκαμεντρασούλοβ και ο πατέρας του βρέθηκαν στο στόχαστρο, με κατηγορίες που περιελάμβαναν συνεργασία με τη Ρωσία και συμμετοχή σε παράνομο επιχειρηματικό – εμπορικό δίκτυο, με επίκεντρο, μεταξύ άλλων, εξαγωγές προϊόντων προς το ρωσικό Νταγκεστάν.

Η χρονική συγκυρία δεν ήταν τυχαία. Εκείνη την περίοδο η επιχείρηση «Μίδας» είχε ήδη αναδείξει ένα από τα σημαντικότερα σκάνδαλα διαφθοράς στην ουκρανική ενεργειακή αγορά, φέρνοντας στο προσκήνιο υψηλόβαθμους αξιωματούχους και ισχυρούς ολιγάρχες. Τα όργανα κατά της διαφθοράς φαινόταν να πλησιάζουν σε κέντρα εξουσίας, με δυνητικά εκρηκτικές αποκαλύψεις. Μέσα σε αυτό το κλίμα, η στόχευση ενός εκ των βασικών ντετέκτιβ λειτούργησε σαν μήνυμα προς το σύνολο της υπηρεσίας.

Ωστόσο, στις 3 Δεκεμβρίου 2025, το Εφετείο Κιέβου αποφάσισε την άρση της προσωρινής κράτησης του Μαγκαμεντρασούλοβ. Το δικαστήριο έκρινε ότι οι κύριες ανακριτικές ενέργειες είχαν ολοκληρωθεί: οι βασικοί μάρτυρες είχαν καταθέσει, τα στοιχεία είχαν ήδη συλλεγεί και δεν υφίστατο πλέον ανάγκη συνέχισης των αυστηρών περιοριστικών μέτρων εις βάρος του.

Παράλληλα, όλα τα υλικά της υπόθεσης μεταφέρθηκαν από την SBU στο Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέα, στο πλαίσιο της τυπικής διαδικασίας της προκαταρκτικής έρευνας. Σε πολιτικό επίπεδο, όμως, η κίνηση αυτή διαβάστηκε ως ένδειξη ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας απομακρύνονται από τη λογική της μετωπικής σύγκρουσης με τα όργανα κατά της διαφθοράς. Ουσιαστικά, η υπόθεση Μαγκαμεντρασούλοβ δεν κατέστη το «όπλο» που θα επέτρεπε την αποδόμηση της NABU και της SAP, αλλά, αντίθετα, ανέδειξε τα όρια μιας τέτοιας στρατηγικής.

Τι δείχνει αυτή η εξέλιξη για το μέλλον της καταπολέμησης της διαφθοράς στην Ουκρανία

Η αποτυχία του σχεδίου κατά των οργάνων κατά της διαφθοράς εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο ανησυχιών. Αναλυτές και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, τόσο στην Ουκρανία όσο και διεθνώς, έχουν επισημάνει ότι το 2025 το οικοσύστημα καταπολέμησης της διαφθοράς βρέθηκε υπό συστημική πίεση: διώξεις, πειθαρχικές έρευνες, διοικητικές παρεμβάσεις και προσπάθειες ελέγχου των ανεξάρτητων θεσμών.

Η επιχείρηση κατά της NABU και της SAP, με εργαλείο τον Χριστένκο και τη στοχοποίηση του Μαγκαμεντρασούλοβ, αποδείχθηκε τελικά φιάσκο. Η αποφυλάκιση του ντετέκτιβ στέλνει ένα σαφές μήνυμα: όταν το δικαστικό σύστημα λειτουργεί με στοιχειώδη ανεξαρτησία, μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα σε πολιτικά υποκινούμενες διώξεις.

Την ίδια στιγμή, η διαφθορά στον χώρο της ενέργειας — όπως ανέδειξε η επιχείρηση «Μίδας» — παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα διαρθρωτικά προβλήματα της Ουκρανίας. Αυτό καθιστά τις υπηρεσίες όπως το NABU και η SAP όχι απλώς θεσμικά «παράρτημα» του κράτους, αλλά κεντρικό πεδίο σύγκρουσης ανάμεσα σε όσους επιδιώκουν διαφάνεια και σε εκείνους που θέλουν να διατηρήσουν τα δίκτυα επιρροής και ατιμωρησίας.

Ταυτόχρονα, η υπόθεση αναδεικνύει την ευθραυστότητα της ανεξαρτησίας των θεσμών αυτών. Η πίεση από πολιτικούς και κρατικούς μηχανισμούς, ιδίως σε συνθήκες πολέμου και έκτακτων αναγκών, δημιουργεί ένα περιβάλλον όπου ο πειρασμός για «εργαλειοποίηση» της δικαιοσύνης είναι διαρκής.