Ουκρανία: Σε “γκρίζα” ζώνη οι διαπραγματεύσεις με παζάρι “ειρήνης” πίσω από κλειστές πόρτες

 Ουκρανία: Σε “γκρίζα” ζώνη οι διαπραγματεύσεις με παζάρι “ειρήνης” πίσω από κλειστές πόρτες

Οι τελευταίες κινήσεις στο μέτωπο των ειρηνευτικών συνομιλιών για τον πόλεμο στην Ουκρανία θυμίζουν περισσότερο παρασκηνιακό θρίλερ παρά γραμμική διπλωματική διαδικασία. Η πρόσφατη, επισήμως ανακοινωμένη αλλά πολιτικά εξαιρετικά φορτισμένη, συνάντηση του ειδικού απεσταλμένου του Λευκού Οίκου Στίβεν Ουίτκοφ και του γαμπρού του Ντόναλντ Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ, με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στο Κρεμλίνο, ένα λακωνικό σχόλιο του συμβούλου του Ρώσου προέδρου Γιούρι Ουσακόφ, η σχεδόν πλήρης σιωπή της Ουάσινγκτον, η δημόσια αδιαλλαξία του Κιέβου στα θέματα κυριαρχίας και συνόρων, η παραδοχή του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε ότι «δεν υπάρχει σχέδιο Β» αν κοπεί η αμερικανική βοήθεια, και η απόφαση της Ρώμης – διά στόματος Αντόνιο Ταγιάνι – να αποχωρήσει από τον μηχανισμό PURL για αγορά αμερικανικών όπλων, συνθέτουν την εικόνα μιας διαδικασίας όπου όλοι μιλούν για ειρήνη, αλλά κανείς δεν είναι έτοιμος να πληρώσει το πολιτικό κόστος της.

Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα διαθέσιμες πληροφορίες, η συνάντηση Ουίτκοφ–Κούσνερ με τον Πούτιν χαρακτηρίστηκε από αμερικανικής πλευράς «ουσιαστική και παραγωγική». Το μόνο όμως που καταγράφεται δημοσίως, είναι η δήλωση του Γιούρι Ουσακόφ ότι: δεν έχει βρεθεί ακόμα συμβιβαστική φόρμουλα, ορισμένα σημεία του αμερικανικού ειρηνευτικού σχεδίου είναι αποδεκτά για τη Μόσχα και άλλα όχι, ενώ οι επαφές θα συνεχιστούν μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Με άλλα λόγια, το περιεχόμενο των συνομιλιών θάβεται συνειδητά κάτω από ένα παχύ στρώμα σιωπής, που αφήνει χώρο για πιέσεις, δοκιμαστικές διαρροές και σκληρό παζάρι.

  • Το μοναδικό, έστω έμμεσο, στίγμα από την αμερικανική πολιτική σκηνή ήρθε από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάρκο Ρούμπιο, ο οποίος δεν αναφέρθηκε ρητά στις συνομιλίες της Μόσχας, αλλά υπέδειξε τον πραγματικό κόμπο που μπλοκάρει τις συμφωνίες: το μέλλον της ελεγχόμενης σήμερα από το Κίεβο περιοχής της Ντονέτσκ. Η Ρωσία απαιτεί την παράδοσή της, η Ουκρανία αρνείται. Ο Ρούμπιο υπενθύμισε ότι η θέση της Μόσχας «πρέπει να ληφθεί υπόψη» και προειδοποίησε ότι η Δύση δεν μπορεί να συνεχίζει επ’ αόριστον στο ίδιο επίπεδο στήριξης προς το Κίεβο. Μήνυμα προς ποια κατεύθυνση; Προς το Κίεβο, που πρέπει να προετοιμάζεται για οδυνηρούς συμβιβασμούς, ή προς τη Μόσχα, ότι ο χρόνος ίσως δουλεύει υπέρ της;

Από την πλευρά της, η ουκρανική διπλωματία δημοσίως σηκώνει τον τόνο. Ο υπουργός Εξωτερικών Αντρίι Σίμπιχα ξεκαθάρισε, μετά το συμβούλιο ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ, ότι από το Κίεβο δεν πρόκειται να υπάρξει κανένας συμβιβασμός στην κυριαρχία και καμία αναγκαστική αλλαγή συνόρων. Οι σύμμαχοι, προσθέτει, υποστηρίζουν αυτή τη θέση. Πίσω από τη δήλωση όμως κρύβεται μια δύσκολη πραγματικότητα: στο κεντρικό ζήτημα του Ντονμπάς, καμία από τις δύο εμπόλεμες πλευρές δεν δείχνει διάθεση υποχώρησης. Χωρίς συμφωνία για την αποχώρηση των ουκρανικών δυνάμεων ή έστω για ένα ενδιάμεσο καθεστώς στην περιοχή, οποιοδήποτε ειρηνευτικό σενάριο καταρρέει πριν καν φτάσει στο τραπέζι.

Την ίδια στιγμή, στο κεντρικό στρατόπεδο της Δύσης επικρατεί μια σχεδόν επικίνδυνη ειλικρίνεια. Ο νέος γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρύτε, παραδέχτηκε δημόσια ότι η Συμμαχία δεν έχει σχέδιο Β σε περίπτωση που σταματήσουν οι αμερικανικές αποστολές όπλων στην Ουκρανία. «Δεν νομίζω ότι πρέπει να σκεφτόμαστε ένα σχέδιο Β», είπε χαρακτηριστικά. Πίσω από την πρόταση κρύβεται η παραδοχή ότι ολόκληρη η δυτική στρατιωτική αρχιτεκτονική στήριξης του Κιέβου είναι δομημένη γύρω από τον αμερικανικό κορμό – χωρίς αυτόν, το σύστημα τρίζει.

  • Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η απόφαση της Ιταλίας να τερματίσει τη συμμετοχή της στο πρόγραμμα PURL για την αγορά αμερικανικού οπλισμού υπέρ της άμυνας της Ουκρανίας έρχεται να προσθέσει ακόμα ένα κομμάτι στο παζλ. Ο Ιταλός ΥΠΕΞ Αντόνιο Ταγιάνι δήλωσε ότι όσο συνεχίζονται οι συνομιλίες για την παύση των εχθροπραξιών, η συνέχιση του PURL θα σήμαινε «προεξόφληση των εξελίξεων» και ότι η Ρώμη θέλει να «επικεντρωθεί στη διπλωματία». Αν «φτάσουμε σε συμφωνία και σταματήσουν οι μάχες, τα όπλα δεν θα χρειάζονται – θα χρειάζονται εγγυήσεις ασφαλείας», πρόσθεσε. Η Ιταλία εμφανίζεται έτσι ως ο πρώτος μεγάλος παίκτης που μεταφράζει την «κόπωση πολέμου» σε συγκεκριμένη πολιτική κίνηση.

Στο φόντο όλων αυτών, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ βρίσκεται – όπως περιγράφουν οι ίδιες πηγές – μπροστά σε τρεις όχι ιδιαίτερα ελκυστικές επιλογές. Πρώτον, να ασκήσει σκληρή πίεση στο Κίεβο για να αποδεχθεί τους όρους που θέτει το αμερικανικό σχέδιο, κάτι που συναντά αντιστάσεις τόσο στην Ευρώπη όσο και σε τμήμα του δικού του επιτελείου. Δεύτερον, να επιχειρήσει να πιέσει τη Ρωσία ώστε να μετριάσει τις απαιτήσεις της – επιλογή που δύσκολα αποδίδει άμεσα, ενώ ενέχει τον κίνδυνο μιας νέας, απότομης κλιμάκωσης. Τρίτον, να μην κάνει ουσιαστικά τίποτα και να αφήσει τον πόλεμο να «ωριμάσει», μέχρι οι εξελίξεις στο μέτωπο και στα μετόπισθεν να δημιουργήσουν πιο ευνοϊκούς συσχετισμούς για μια συμφωνία.

Εδώ όμως μπαίνει το στοιχείο του χρόνου – και της πίεσης. Οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις αντιμετωπίζουν ολοένα και πιο σοβαρά προβλήματα στο μέτωπο, η ρωσική πλευρά συνεχίζει τις επιθέσεις σε εγκαταστάσεις ενέργειας στην Ουκρανία, ενώ η ίδια η Ρωσία δέχεται πλήγμα στην οικονομία της από τις κυρώσεις, τα εμπόδια στις εξαγωγές και τα ουκρανικά χτυπήματα σε κρίσιμες υποδομές. Κανείς όμως δεν γνωρίζει πότε αυτά τα προβλήματα θα φτάσουν στο σημείο καμπής: σε «μερικούς μήνες ή σε ένα χρόνο», όπως σημειώνουν οι αναλυτές που παρακολουθούν από κοντά τις συνομιλίες.

  • Την κατάσταση μπορούν να ανατρέψουν γρήγορα δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι η απόφαση των Ευρωπαίων για το λεγόμενο «επανορθωτικό δάνειο» και τη νέα αρχιτεκτονική χρηματοδότησης της Ουκρανίας, για την οποία θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία έως τα τέλη Δεκεμβρίου. Αν η Ευρώπη δεν καταφέρει να εξασφαλίσει τη συνέχιση της οικονομικής στήριξης στο απαιτούμενο εύρος, αυξάνεται θεαματικά η πιθανότητα να εξαναγκαστεί το Κίεβο σε ευρείες παραχωρήσεις.
  • Ο δεύτερος παράγοντας είναι η εσωτερική κρίση στην Ουκρανία, με φόντο το νέο σκάνδαλο διαφθοράς και την παραίτηση του πανίσχυρου μέχρι πρότινος επικεφαλής του προεδρικού γραφείου Αντρέι Γερμάκ. Αν η πίεση προς τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι ενταθεί και η εξουσία του αποδυναμωθεί περαιτέρω, τότε αυξάνεται η πιθανότητα το ουκρανικό πολιτικό σύστημα να στραφεί προς συμβιβαστικές λύσεις, τις οποίες σήμερα δημόσια απορρίπτει.

Συνολικά, το μέτωπο των ειρηνευτικών συνομιλιών δεν είναι ούτε νεκρό ούτε πραγματικά ζωντανό. Βρίσκεται σε μια γκρίζα ζώνη, όπου οι παρασκηνιακές επαφές, οι δημόσιες δηλώσεις αρχών, οι οικονομικοί περιορισμοί και οι εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες διαπλέκονται σε ένα ιδιαίτερα εύφλεκτο μείγμα. Η μόνη βεβαιότητα είναι ότι χωρίς λύση για το Ντονμπάς δεν υπάρχει δρόμος προς σταθερή ειρήνη – και ότι όσο οι μεγάλες δυνάμεις δοκιμάζουν σενάρια στο παρασκήνιο, η πραγματική γραμμή πυρός εξακολουθεί να χαράσσεται στην ουκρανική γη.