Ισραήλ: Εισιτήρια χωρίς επιστροφή- Μια υπαρξιακή “διαρροή εγκεφάλων” εν καιρώ πολέμου
Ο πόλεμος στο Ισραήλ, οι συνεχείς γύροι επιστράτευσης και η αίσθηση ότι η χώρα εισέρχεται σε μια μακρά περίοδο αστάθειας δεν αποτυπώνονται μόνο σε αριθμούς ρουκετών, θυμάτων και καταστροφών. Αποτυπώνονται πλέον και σε αεροπορικά εισιτήρια χωρίς επιστροφή. Σύμφωνα με έρευνα τριών κορυφαίων ερευνητών του Πανεπιστημίου Τελ Αβίβ – του Ιτάι Άτερ, του Νιτάι Μπέργκμαν και του Ντορόν Ζαμίρ – την οποία αποκάλυψε η οικονομική εφημερίδα «Calcalist», περίπου 90.000 Ισραηλινοί εγκατέλειψαν τη χώρα από τον Ιανουάριο 2023 έως τον Σεπτέμβριο 2024. Δεν πρόκειται για μια ακόμη «φυσιολογική» διακύμανση στη μετανάστευση, αλλά για μια ποιοτική αλλαγή: στη μεγάλη τους πλειονότητα, οι διαφεύγοντες είναι νέοι, υψηλά καταρτισμένοι, με ισχυρά εισοδήματα, άνθρωποι που αποτελούσαν τον σκληρό πυρήνα του ισραηλινού ανθρώπινου κεφαλαίου.
Την ίδια ώρα, η πολιτική και στρατιωτική κλιμάκωση – από τον πόλεμο στη Γάζα μέχρι τον φόβο πολλαπλών μετώπων – εντείνει την αίσθηση ότι το ρίσκο παραμονής αυξάνεται, ενώ οι εναλλακτικές στο εξωτερικό μοιάζουν ολοένα πιο ασφαλείς και ελκυστικές. Πίσω από τους αριθμούς κρύβεται ένα ερώτημα που γίνεται όλο και πιο πιεστικό: πόσο μπορεί να αντέξει μια χώρα σε πόλεμο, όταν οι πιο παραγωγικές ηλικίες – οι γιατροί, οι μηχανικοί, οι ερευνητές και οι εργαζόμενοι στην υψηλή τεχνολογία – επιλέγουν να χτίσουν τη ζωή τους αλλού;
Από τη σχετική σταθερότητα στην «έξοδο» των εύρωστων
Για χρόνια, ο ισολογισμός μετανάστευσης του Ισραήλ παρέμενε σε μια κατάσταση σχετικής ισορροπίας: όσοι έφευγαν, σε έναν βαθμό αντισταθμίζονταν από όσους έρχονταν ή επέστρεφαν. Η έρευνα που παρουσιάζει η «Calcalist» δείχνει ότι αυτή η ισορροπία έχει πλέον διαρραγεί. Μόνο το 2023 έφυγαν περίπου 50.000 άτομα, ενώ μέχρι τον Σεπτέμβριο 2024 προστέθηκαν άλλοι 40.000.
Το πιο ανησυχητικό όμως δεν είναι το μέγεθος, αλλά η σύνθεση των αναχωρήσεων:
- αυξάνεται θεαματικά το ποσοστό των υψηλών εισοδημάτων,
- φεύγουν νέοι επαγγελματίες στα πιο παραγωγικά τους χρόνια,
- διαρρέουν άνθρωποι με υψηλή εξειδίκευση: γιατροί, μηχανικοί, στελέχη της high-tech, ελεύθεροι επαγγελματίες και ανώτερα διευθυντικά στελέχη.
Οι ερευνητές αξιοποίησαν νέα μεθοδολογία για να διαχωρίσουν τους πραγματικούς μετανάστες από όσους πραγματοποιούν μακρόχρονα ταξίδια ή εργάζονται προσωρινά στο εξωτερικό. Έτσι, καταρρίπτεται – όπως σημειώνει η εφημερίδα – το κυβερνητικό επιχείρημα ότι πρόκειται απλώς για «μεταβατικούς» κατοίκους ή για μετανάστες από τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες που χρησιμοποιούν το Ισραήλ ως «ενδιάμεσο σταθμό».
Φορολογικό σοκ και αόρατες δημοσιονομικές απώλειες
Το άμεσο οικονομικό αποτύπωμα είναι εντυπωσιακό: η δημοσιονομική ζημία από τη χαμένη φορολογία εισοδήματος υπολογίζεται σε περίπου 1,5 δισ. σέκελ – δηλαδή 395 εκατ. δολάρια – μόνο για την εξεταζόμενη περίοδο. Πρόκειται για έσοδα που, όπως υπογραμμίζουν οι ερευνητές, θα επαναλαμβάνονταν σε ετήσια βάση, εφόσον οι άνθρωποι αυτοί παρέμεναν στη χώρα.
Κι όμως, αυτή είναι μόνον η κορυφή του παγόβουνου. Στον συνολικό λογαριασμό δεν έχουν συνυπολογιστεί:
- οι απώλειες από το ΦΠΑ,
- η εταιρική φορολογία που θα παρήγαγαν οι επιχειρηματικές τους δραστηριότητες,
- οι έμμεσες εισφορές στο ασφαλιστικό σύστημα και στην κατανάλωση,
- το κόστος εκπαίδευσης και αναπλήρωσης αυτού του ανθρώπινου κεφαλαίου στο μέλλον.
Με άλλα λόγια, το Ισραήλ δεν χάνει μόνο σημερινά έσοδα, αλλά υπονομεύει και τη μελλοντική φορολογική βάση του. Σε μια συγκυρία όπου ο πόλεμος, οι αυξημένες αμυντικές δαπάνες και το εντεινόμενο πολιτικό ρίσκο πιέζουν ήδη τον κρατικό προϋπολογισμό, η απώλεια των πιο παραγωγικών φορολογουμένων λειτουργεί σαν δημοσιονομική νάρκη με χρονοδιακόπτη.
Γιατροί, μηχανικοί, ερευνητές: όταν η έξοδος γίνεται συστημικός κίνδυνος
Σύμφωνα με τα στοιχεία της «Calcalist», από τον Ιανουάριο 2023 έχουν φύγει 875 γιατροί, με καθαρή απώλεια 481 μετά την επιστροφή όσων γύρισαν. Σε ένα σύστημα υγείας που ήδη πιέζεται από ελλείψεις προσωπικού, γήρανση πληθυσμού και αυξημένες ανάγκες λόγω πολέμου και τραυματιών, αυτή η διαρροή χαρακτηρίζεται ως «διπλό χτύπημα»:
- πρόκειται για γιατρούς που έχουν ολοκληρώσει την ειδίκευσή τους και είναι πλήρως ενταγμένοι στο σύστημα,
- η αντικατάστασή τους απαιτεί χρόνια εκπαίδευσης και σημαντικούς δημόσιους πόρους.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η εικόνα στην εκπαίδευση και την έρευνα.
Η χώρα έχει χάσει:
- περίπου 19.000 πτυχιούχους,
- 6.600 ειδικούς στις θετικές επιστήμες και τη μηχανική,
- 633 διδάκτορες, με καθαρή απώλεια 224 ερευνητών,
- πάνω από 3.000 μηχανικούς, με καθαρή διαρροή 2.330.
Η διατύπωση της εφημερίδας είναι χαρακτηριστική: η φυγή αυτή «διαβρώνει την ίδια τη βάση της καινοτομίας». Σε μια οικονομία που έχει οικοδομήσει μεγάλο μέρος της διεθνούς της εικόνας στη λογική της start-up nation και στη δύναμη της υψηλής τεχνολογίας, η απώλεια αυτού του κρίσιμου ανθρώπινου υλικού δεν είναι απλώς αριθμητικό ζήτημα. Είναι ερώτημα ανταγωνιστικότητας και στρατηγικής επιβίωσης.
Το δημογραφικό και ψυχολογικό ρήγμα της νέας γενιάς
Περισσότερο από το 75% των μεταναστών είναι κάτω των 40 ετών. Σε πρώτη ανάγνωση, αυτό ίσως φαίνεται αναμενόμενο: οι νέοι με δεξιότητες, γλωσσικές ικανότητες και ευελιξία είναι συνήθως οι πρώτοι που δοκιμάζουν την τύχη τους στο εξωτερικό.
Στην ισραηλινή περίπτωση, όμως, η χρονική σύμπτωση με:
- τον πόλεμο στη Γάζα και τον φόβο περαιτέρω κλιμάκωσης,
- τις εσωτερικές πολιτικές συγκρούσεις,
- την αίσθηση ενός μακρόχρονου αδιεξόδου,
δίνει στη φυγή αυτή έναν πιο βαθύ, σχεδόν υπαρξιακό χαρακτήρα. Πρόκειται για μια γενιά που μεγάλωσε με την υπόσχεση μιας δυναμικής, τεχνολογικά προηγμένης, σχετικά ανοικτής κοινωνίας και σήμερα βλέπει μπροστά της το ενδεχόμενο μιας διαρκούς κατάστασης έκτακτης ανάγκης.
Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι – όπως σημειώνει η έρευνα – αυξάνονται και οι αναχωρήσεις άνω των 40 ετών. Αυτό σημαίνει ότι εγκαταλείπουν τη χώρα όχι μόνο οι φιλόδοξοι νέοι, αλλά και άνθρωποι με συσσωρευμένη εμπειρία, καθιερωμένη καριέρα, οικογένειες και ισχυρά δίκτυα. Ένα συστημικό σήμα δυσπιστίας προς το μέλλον της χώρας.
Βραχυπρόθεσμο σοκ, μακροπρόθεσμη φθορά
Βραχυπρόθεσμα, οι επιπτώσεις αγγίζουν:
- την υγεία, με λιγότερους γιατρούς και μεγαλύτερες λίστες αναμονής,
- την εκπαίδευση και την έρευνα, με υποστελέχωση στα πανεπιστήμια και τα εργαστήρια,
- την καινοτομία, με εταιρείες που δυσκολεύονται να βρουν εξειδικευμένο προσωπικό,
- τα δημόσια έσοδα, με άμεση μείωση των φορολογικών εισπράξεων.
Μακροπρόθεσμα, όμως, το πρόβλημα γίνεται βαθιά διαρθρωτικό: όταν η δημιουργική ελίτ μιας χώρας φεύγει, μαζί της φεύγουν και τα δίκτυα, οι ιδέες, τα μελλοντικά πρότζεκτ. Η κοινωνία γερνάει, το αναπτυξιακό δυναμικό συρρικνώνεται, ο δημόσιος διάλογος φτωχαίνει.
Οι ερευνητές προειδοποιούν για τον κίνδυνο ενός «σημείου χωρίς επιστροφή»: αν η τάση παγιωθεί, ο δομικός τραυματισμός της οικονομίας και των θεσμών μπορεί να γίνει μη αναστρέψιμος.
Σε μια χώρα που βρίσκεται σε κατάσταση πολέμου και διαρκούς αστάθειας, το ερώτημα δεν είναι μόνο πώς θα κερδηθεί η επόμενη μάχη. Είναι και αν, όταν οι σειρήνες σιωπήσουν, θα υπάρχει ακόμη μια κρίσιμη μάζα νέων, καταρτισμένων ανθρώπων για να ξαναχτίσουν ό,τι έχει χαθεί. Γιατί, όπως αρχίζει πλέον να φαίνεται, το πραγματικό κόστος του πολέμου στο Ισραήλ ίσως αποδειχθεί ότι μετριέται λιγότερο σε βόμβες και περισσότερο σε διαβατήρια με μονή κατεύθυνση.